4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Κέρκυρα


ΚΕΡΚΥΡΑΪΚΟΣ ΧΕΙΜΩΝΑΣ

Βαθειά απογοήτευση. Αυτή είναι η γεύση που μένει, ύστερα από τη θλιβερή
διαπίστωση πως πράγματα που αγάπησες καταστρέφονται.
Αυτό μου συμβαίνει κάθε φορά που βρίσκομαι στην Κέρκυρα. Ένα νησί που είχα
την τύχη να γνωρίσω πριν 30 χρόνια και την ατυχία να μεγαλώνω ταυτόχρονα με
την μέχρι καταστροφής φθορά του.

Κείμενο-Φωτογραφίες: Ν.Σ. Ζαλμάς

ΦΟΒΟΥΜΑΙ ότι δεν είναι ούτε κάποια υπερευαισθησία, ούτε οι όψιμες
οικολογικές ανησυχίες που τροφοδοτούν αυτά τα άκρως απαισιόδοξα
συμπεράσματα. Είναι το πικρό χάδι της αλήθειας και η βεβαιότητα ότι η
καταστροφή και οι συνέπειές της θα συνεχιστούν...
Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου. Τα υψώματα στη Βοιωτία χιονισμένα μέχρι τα χαμηλά
τους. H Αράχωβα με 30 πόντους χιόνι, ενώ σε όλη τη διάρκεια του ταξιδιού
από το Γαλαξίδι και μετά έβρεχε, δίνοντας στη διψασμένη γη μια νότα...
υγρής αισιοδοξίας τουλάχιστον για την δυτική Ελλάδα. Προλάβαμε οριακά το
τελευταίο φέρι από την Ηγουμενίτσα στις 21.30.
Στις εφημερίδες της ημέρας σημαντικό μέρος καταλαμβάνει η διαφορά του τέως
με το Δήμο της Κέρκυρας. Μήλον της Έριδος το «Μον Ρεπό».
Στο νησί τα πράγματα είναι ήρεμα χωρίς την τρέλα του καλοκαιριού. Τα μέρη
που θα βρει τροφή ο ταξιδιώτης μεσούσης της χειμερινής περιόδου, λιγοστά
αλλά ξεχωριστά.
Νύχτα κρύα και υγρή.

Σάββατο 27. H άφιξη του πρωινού δρομολογίου της Ολυμπιακής επιτελεί για μας
και χρέη εγερτηρίου.
O καιρός με μια ελαφριά νέφωση κάπως μελαγχολικός. Βολεύουμε την Ντακότα
«μας» έξω από την είσοδο του «Μον Ρεπό».
Από την πρώτη στιγμή είναι αντιληπτή μια ατμόσφαιρα έντασης που επικρατεί.
Θα ήταν καλύτερα να μην είχαμε δηλώσει την ταυτότητά μας μια και γεννά έναν
επιπρόσθετο εκνευρισμό. H δημοτική αρχή με ομόφωνη απόφασή της άνοιξε τον
Μον Ρεπό στις 4 Οκτωβρίου 1992 και το έθεσε στη διάθεση των επισκεπτών. H
κίνηση αυτή θεωρήθηκε από τον τέως παράνομη και ξεκίνησε διαδικασία
διεκδίκησης του χώρου από τα ελληνικά δικαστήρια.
H υπόθεση εκδικάζεται στις 22 Μαρτίου και οι δυο πλευρές προετοιμάζονται
για τη μάχη με μεγάλη προσοχή.
Βέβαια το διεκδικούμενο κομμάτι γης είναι εξαιρετικά μεγάλης αξίας και πέρα
από την όποια ηθική και πολιτική κόντρα το κίνητρο είναι και σπουδαίας
οικονομικής μορφής.
Περπατήσαμε και φωτογραφήσαμε το χώρο που έμεινε κλειστός και απρόσιτος
στον κόσμο για 128 χρόνια. Το θερινό ανάκτορο εγκαταλελειμμένο με
σφραγισμένα παραθυρόφυλλα. O ναός του Απόλλωνος ζωσμένος στο πράσινο και
στο μπλε. H βλάστηση οργιώδης. Το σκηνικό συμπληρώνουν τα εκατοντάδες
πουλιά που δίνουν μια τροπική πινελιά και η σοροκάδα του Ιονίου που κάνει
τα κύματα να ακούγονται καθώς σβήνουν πάνω στις απόκρημνες ακτές.
Αναρωτιέμαι:
Πού στην ευχή υπάρχει τέτοιος λαμπρός συνδυασμός; Συνδυασμός φύσης,
κλίματος, χρωμάτων, ήχων.
Φοβάμαι:
Μήπως έχουμε εξελιχτεί σε άκρως αποτυχημένοι θεματοφύλακες αυτού του τόπου;
Μήπως είμαστε ανάξιοι εραστές αυτής της τιμημένης πατρίδας;
Αν δεν έχουμε καταλάβει τι ανεκτίμητες περιουσίες διαχειριζόμαστε το μέλλον
είναι εξαιρετικά ζοφερό. Οι παραχωρήσεις και οι καταστροφές πρέπει να
σταματήσουν εδώ, διαφορετικά μεθαύριο ίσως ο Παρθενών θα στεγάσει τις
υπηρεσίες του «τσιφ ακάουνταντ της Χέλλας αντ νέιμπορς Ες Ει» (HELLAS &
neighbours S.A.).
Τώρα για το αν ανήκει το Μον Ρεπό ή Παλαιόπολη στον τέως ή στο Δήμο, ο
καθένας έχει τη δική του απάντηση (ανάλογα πάντα με την καλλιέργειά του),
ενώ ο υπογράφων σαφώς δεν επιθυμεί να παίξει ρόλο διαμορφωτή αποφάσεων.
Το παρήγορο με την όλη υπόθεση (από ό,τι τουλάχιστον κατάλαβα) είναι πώς οι
Κερκυραίοι εμφανίζονται ενωμένοι προς το παρόν. Οι μόνες διαφωνίες
εντοπίζονται στο πως θα μεθοδευτούν οι κινήσεις.
Αυτά προέκυψαν τόσο μέσα από τη συνάντησή μας με τον αντιδήμαρχο Βασίλη
Κωνστάντη (άνθρωπο ιδιαίτερα ομιλητικό και καλοπροαίρετο) όσο και από τις
επαφές που είχαμε με αρκετούς Κερκυραίους.
Αποχωρούμε από τα πρώην θερινά ανάκτορα της τέως βασιλικής οικογένειας. O
ουρανός έχει βαρύνει. Στο δρόμο για την πόλη πέφτουν οι πρώτες στάλες. Το
σκηνικό για τον εορτασμό του Καρναβαλιού στήνεται στην Σπιανάδα μπροστά στο
Λιστόν. Παρά τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες αρκετός κόσμος στο κέντρο. H
βροχή δυναμώνει. Βγαίνουμε από την πόλη και οι επαρχιακοί δρόμοι σχεδόν
άδειοι. Καθώς οδηγώ προς Παλαιοκαστρίτσα όλες οι απαισιόδοξες απόψεις
εμφανίζονται και ενισχύονται από τον μελαγχολικό καιρό. Έχω στη μνήμη
χαραγμένες εικόνες εξαιρετικής ομορφιάς από το νησί που δεν μπορώ να
ξαναβρώ μπροστά μου με όση αγωνία κι? αν ψάχνω. Αυτό που συναντώ είναι μια
άχαρη, άναρχη δόμηση και μια έντονη προσπάθεια εκμετάλλευσης του χώρου με
γνώμονα τα περισσότερα δυνατά από το τίποτα. Είναι η πρακτική της μιας
χρήσης. Όλα στο βωμό της τουριστικής εκμετάλλευσης.
H μπόρα δυναμώνει κι? άλλο στην ανάβαση προς Λάκωνες. Εκείνος ο θεόστενος,
χωρίς ευθείες δρόμος, δυσκολεύει τον Αμερικάνο πιστό τετρακίνητο σύντροφό
μας, αλλά δεν αργούμε να φτάσουμε στην Τρουμπέτα. Οι παλιότεροι θα
θυμούνται τις αναβάσεις που γίνονταν εκεί 23 χρόνια πριν.
Το τοπίο αλλαγμένο δεν θυμίζει τίποτα από την εποχή που ο «σερ Τζον των
βουνών» (θυμάστε;) βόλευε τη «στρίγγλα» στις στενές φουρκέτες και ο
«Σιρόκο» ξεκινούσε μια χρυσή καριέρα επιδόσεων και ήθους.
Συνεχίζουμε προς Πάγους. Οδηγούμε σε ένα κατηφορικό δρόμο μέσα σε ελαιώνα
όπου είχαν γυριστεί οι σκηνές καταδίωξης στην ταινία «Για τα μάτια σου
μόνο» με τον Ρότζερ Μουρ στο ρόλο του Τζέιμς Μποντ. Όταν φθάνουμε στο
«μπαλκόνι» της δεξιάς φουρκέτας που αποκαλύπτεται η παραλία σοκάρομαι από
το θέαμα.
Δεν έχουν περάσει ούτε 8 χρόνια από την τελευταία φορά που είχα βρεθεί εκεί
και οι αλλαγές είναι κυριολεκτικά καταλυτικές. Όλη η παραλία είναι κτισμένη
με κάθε λογής αυθαίρετο στην υπηρεσία της εκμετάλλευσης. Δύο ογκώδεις
σκουριασμένες σχεδίες ξεχειμωνιάζουν στην άμμο. H βροχή έχει σταματήσει.
Αποκαμωμένος χαζεύω στο θέαμα ψάχνοντας το αντίδοτο. Έρημη η λεηλατημένη
παραλία μας φιλοξενεί, ενώ το φως του ήλιου μερικές φορές ξεφεύγει από τα
πυκνά σύννεφα που καλύπτουν το Ιόνιο δίνοντας έστω και τεχνητά μια νότα
αισιοδοξίας.
Θυμάμαι το ίδιο ακριβώς συναίσθημα που είχα νοιώσει αντικρύζοντας από ψηλά
την παραλία της Γλυφάδας τέσσερα χρόνια νωρίτερα. Είχα μείνει με την εικόνα
του ?71 όταν, σε όλη την παραλία, δυο ταβερνάκια μοιραζόντουσαν τους
λιγοστούς κολυμβητές. Είχα μείνει σε εκείνη την καθαρή λαμπρότητα όταν
βρέθηκα μπροστά σε ξενοδοχειακές μονάδες εκατοντάδων κλινών, μπροστά σε
χιλιάδες κολυμβητές και μέσα σε κυκλοφοριακό κομφούζιο.
Συχνά αναρωτιέμαι μήπως δεν αναγνωρίζω κάτι που όλοι οι υπόλοιποι βλέπουν.
Μήπως τελικά είναι σωστός ο άλλος δρόμος, ο σύντομος; Ίσως.
Τί να πω; Ήδη νύχτωσε...

Κυριακή 28. O καιρός ίδιος. Περπατάμε στην πόλη. Στην Σπιανάδα αγόρια
παίζουν ποδόσφαιρο πάνω στην πράσινη χλόη. Όλα τους ήταν αγέννητα όταν,
κάθε καλοκαίρι, μαζευόταν η αφρόκρεμα του ελληνικού αγωνιστικού αυτοκινήτου
σ? αυτήν την πλατεία.
«Βλέπω» εικόνες του τότε με τους πρωταγωνιστές στα μονόχρωμα αγωνιστικά
τους να στρίβουν στις γλιστερές δεξιές της πλατείας και να ορμάνε στις
κατηφορικές μπροστά από το Κορφού Παλλάς. Από εκεί στην ευθεία με την
αριστερή απόκλιση της Γαρίτσας, φρένα για το δεξιό «χέρπιν», επιτάχυνση,
αριστερή στου Ντάγκλας και χύμα ως την ορθή δεξιά στα βενζινάδικα, ανοιχτή
δεξιά μπροστά στον Ορφέα, αριστερή στο χάσιμο, πάλι αριστερή στο άγαλμα του
Καποδίστρια και όσο πάει για τα φρένα αμέσως μετά το τέλος του Λιστόν.
Τις πιο γλυκές αγωνιστικές αναμνήσεις μου, ως θεατής, τις έχω συνδέσει με
αυτό το χώρο. Ποτέ, καμιά γενιά στην Ελλάδα δεν θα μπορέσει να ξαναζήσει
τέτοιους αγώνες. Πραγματικοί αγώνες με στοιχεία επικά. Όλα τα υπόλοιπα
είναι λίγο ή πολύ ερζάτς.
H μπάλα που χτυπά στη γάμπα μου από κάποια άστοχη ενέργεια των
εκκολαπτόμενων «Καραπιάληδων» με επαναφέρει στο σήμερα.
Συνεχίζουμε μέσα στο Καμπίελο. Ξεδιπλώνεται στα μάτια μας αυτή η μαγεμένη
αρχιτεκτονική. Οι σύγχρονες παρεμβάσεις απειλητικές. Αυτοκίνητα, καλώδια
και άπειρες κεραίες. Δρομάκια, σοκάκια, πλατειούλες, κτίρια παράγωνα με
μυστήριες γωνίες, δυτικοφερμένες απόψεις παντρεμένες με την ορθοδοξία.
Αγιος Σπυρίδωνας.
Ψιχαλίζει το απομεσήμερο. Αν δεν έκανε τόσο κρύο θα θύμιζε μεγάλη
Παρασκευή. Για τους ντόπιους όμως είναι μέρα γλεντιού. Το καρναβάλι ήδη
έχει ξεκινήσει στους στενούς δρόμους της πόλης. Τα άρματα παρελαύνουν
πολύχρωμα, χαρούμενα.
Από τα μπαλκόνια ο κόσμος πετά μπλε και κόκκινα χαρτάκια. Μπλε, κόκκινες
σημαίες είναι αναρτημένες εγκάρσια στους δρόμους. Τα χρώματα αυτά ήταν τα
επίσημα του νησιού πριν την ένωσή του με την Ελλάδα το 1864.
H πορεία του Καρνάβαλου καταλήγει στην πλατεία και οι συμμετέχοντες είναι
τυχεροί αφού η μπόρα δεν ξέσπασε εκείνο το απόγευμα, αλλά το επόμενο, με
έντονο μάλιστα χαλάζι.
Το επόμενο απόγευμα που μας βρήκε στο δρόμο της επιστροφής από τη μυθική
κόρη του Αισώπου. Τη Νύμφη Κέρκυρα._Ν.Σ.Ζ.

Το αυτοκίνητο

Που δεν ήταν απλά αυτοκίνητο, αλλά ένα τετρακίνητο πικ απ.
Το Ντακότα της Κράισλερ που δεν κατάφερε, στην μια περίπου εβδομάδα που το
είχαμε, να κρύψει ούτε για μια στιγμή δυο πράγματα.
Τη δυτική (πέρα κι? από τον Ατλαντικό) προέλευσή του και το μέγεθός του.
Πάντως το αμερικάνικο αυτό όχημα κατάφερε να χωρέσει τόσο στο γκαράζ
(δύσκολα) όσο και στην καρδιά μου (εύκολα).
Υπήρξαν στιγμές που το άλλαζα ευχαρίστως με κάτι άλλο. Κλασική περίπτωση η
ανάβαση προς Λάκωνες όπου το μεγάλο διαστάσεων αμάξωμα χωρούσε οριακά.
Στον ανοικτό δρόμο όμως ανακηρύσσεται αναμφίβολα «άρχοντας» αφού
«καταπίνει» τα χιλιόμετρα με μεγάλη ευκολία κρατώντας ξεκούραστους τους
επιβάτες, χαρίζοντας παράλληλα ανέσεις επιβατικού μεγάλης κατηγορίας.
H ευχάριστη έκπληξη έρχεται στον τομέα του κρατήματος και των φρένων. Παρά
το μεγάλο του βάρος το Ντακότα έχει υποδειγματική οδική συμπεριφορά που
πρέπει να οφείλεται και στα Γκουντγίαρ που «φοράει». Ιδιαίτερα όταν είναι
σε εμπλοκή και τα δύο διαφορικά το ογκώδες φορτηγό θυμίζει μικρό τρένο και
δίνει στο... μηχανοδηγό που δεν θα το φοβηθεί μια απόλυτη εμπιστοσύνη ακόμα
και στις γλιστερές επιφάνειες των ελληνικών δρόμων. Αριστες εντυπώσεις
αποκομίσαμε και από τα φρένα. Αν και το πιέσαμε αρκετά, ιδιαίτερα σε
κατηφορικά κομμάτια, το βαρύ φορτηγό δεν πρόδωσε τον οδηγό του, έχοντας
πάντα καλές επιδόσεις και σωστή αίσθηση, ενώ ένα ιδιότυπο αντιολισθητικό
σύστημα πέδησης (ABS) απαγορεύει στους πίσω τροχούς να μπλοκάρουν
ανεξέλεγκτα.
Το επίπεδο εξοπλισμού, υψηλό και μακράν από τα οχήματα της κατηγορίας του,
είναι αναμφίβολα ένα από τα κυρίαρχα πλεονεκτήματά του.
O τετράλιτρος V6 κινητήρας που κάνει το αμερικάνικο πικ-απ να κινείται
ταχύτερα από όλα τα υπόλοιπα (που έχουμε οδηγήσει) δεν θα μπορούσε να έχει
φιλικές σχέσεις με την κατανάλωση. Όλα μαζί όμως δεν συμβιβάζονται.
Παρηγοριά σε αυτόν τον τομέα η κατανάλωση αμόλυβδης (φθηνότερης) βενζίνης
που μικραίνει τη διαφορά από τον ανταγωνισμό αφού είναι το μοναδικό φορτηγό
της κατηγορίας με καταλυτικό κινητήρα.
Έχοντας διανύσει 1500 σχεδόν χιλιόμετρα έχουμε πια μια ολοκληρωμένη άποψη.
Το Ντακότα είναι η ακριβότερη, πλουσιότερη και ογκοδέστερη λύση στην
κατηγορία του.
Προφανώς δεν στοχεύει στην κορυφή των πωλήσεων, όπου οι Γιαπωνέζοι
ανταγωνιστές του έχουν την κυριαρχία, αλλά σε μια επιλεκτική και ξεχωριστή
θέση που εκ των πραγμάτων κατέχει.