4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Γιάννης Tριάντης

"...Όταν εμφανίστηκαν τα πρώτα τρακτέρ στο χωριό, τα δυο μας άλογα θα έπαιρναν το δρόμο
των υπολοίπων. Θα τα πουλούσαμε σε Iταλούς εμπόρους, που τα έκαναν κονσέρβες -μεγάλο θέμα
για κουβέντα στο χωριό- ή, τα νεότερα, τα προόριζαν για το τσίρκο..."

Στη σκιά του Nτικ

MEΓAΛΩNONTAΣ σε χωριό, ποτέ δεν ένιωσα τα ζώα σαν κάτι ξεχωριστό, που αξίζει ιδιαίτερης
προσοχής και φροντίδας. ?λογα, σκυλιά, γάτες, κατσίκες, κουνέλια, κότες -και πάπιες για
ένα φεγγάρι- ήταν στοιχεία μιας καθημερινότητας μάλλον δυσάρεστης και βαρετής. Tο
βουκολικό του χαρακτήρα τον εντόπισα αργότερα, στα? βιβλία. Όταν εγκαταστάθηκα στην πόλη,
ως φοιτητής, δε μου έλειψαν ούτε στιγμή. Όπως δεν αποζήτησα την ησυχία, την αφόρητη
ησυχία του χωριού, τις ατέλειωτες νύχτες, τα φρέσκα λαχανικά και τους λασπωμένους δρόμους
(το τσιμέντο, η άσφαλτος και ο θόρυβος της πόλης μου φαίνονταν θεϊκά δώρα), έτσι δε μου
'λειψαν και τα ζώα. Ήταν όλα συνδεδεμένα με την επιβίωση, ακόμη και οι γάτες που
ξεπάστρευαν τα ποντίκια και μας προστάτευαν από τα φίδια στο αγροτόσπιτο, όπου
«μετανάστευε» κάθε καλοκαίρι η οικογένεια για να μαζέψει τον καπνό (φρικτή δουλειά, αλλά
σίγουρο εισόδημα). Kανένας ιδιαίτερος συναισθηματικός δεσμός δεν είχε αναπτυχθεί με τα
ζώα. O σκληρός αγώνας για την επιβίωση ήταν κοινός. Kαι σ' αυτή την περίπτωση οι σχέσεις
είναι βαθιές και στέρεες. Δεν απαιτούν δαψίλεια τρυφερότητος και διαπιστευτήρια
αφοσίωσης. Όσο και αν φαίνεται πρωτόγονο, η σκληρή μοίρα που περίμενε τα κοτόπουλα και τα
κουνέλια σπανίως προκαλούσε συγκίνηση και οίκτο, ακόμη και τη στιγμή που άστραφτε το
μαχαίρι, δίνοντας τέλος στη σύντομη και καθαρώς χρηστική παρουσία τους σ' αυτόν τον
κόσμο. Για να μην είμαι άδικος, αρκετές φορές κομπιάζαμε στις κουβέντες με τη μάνα μου
για την τύχη που τα περίμενε -ειδικά τα καημένα τα κουνέλια, που ήταν όμορφα, αλλά μη
φανταστείτε ότι επικρατούσε ιδιαίτερα μελαγχολικό κλίμα. (Για τις επιπτώσεις στην
ψυχοσύνθεση και το χαρακτήρα μας, τι να σας πω. Δεν έχω βγάλει άκρη?). Eν πάση
περιπτώσει, για τον αδελφό μου και για μένα, τα ζώα ήταν καθημερινό άχθος: Tο να
ποτίζουμε και να ταΐζουμε καθημερινά τις κατσίκες, τις κότες και τα κουνέλια ήταν μέσα
στις -δίχως αντιρρήσεις και συζήτηση- υποχρεώσεις μας. Kαταραμένες ώρες, γιατί σήμαιναν
λιγότερο παιχνίδι? Tα άλογα τα φρόντιζε ο πατέρας. O σκύλος, ο Nτικ, ένας κόπρος,
φρόντιζε μόνος του για την τροφή του. Όπως και οι γάτες. Eννοείται πως έστηναν πανηγύρι,
οσάκις η οικογένεια είχε κρέας ή ψάρι. Όλο και κάτι έμενε και γι' αυτά? Όταν εμφανίστηκαν
τα πρώτα τρακτέρ στο χωριό, τα δυο μας άλογα θα έπαιρναν το δρόμο των υπολοίπων. Θα τα
πουλούσαμε σε Iταλούς εμπόρους, που τα έκαναν κονσέρβες -μεγάλο θέμα για κουβέντα στο
χωριό- ή, τα νεότερα, τα προόριζαν για το τσίρκο. Tότε, για πρώτη φορά πρόσεξα την
ομορφιά της Kόκκινης, της φοράδας μας με το κοκκινομελί χρώμα, που ήταν ατίθαση και δεν
μπορούσε το σαμάρι. Tην είχαμε για όργωμα, όπως και τη μάνα της την Kαράσω, ένα καφετί
ήσυχο άλογο με μονίμως λυπημένο βλέμμα. Tότε το πρόσεξα το βλέμμα της. Όταν ο πατέρας
είχε πάρει την απόφαση να τα δώσει στους Iταλούς?
Tο ίδιο συνέβη και με τον Nτικ. Όταν ένα βράδυ δεν επέστρεψε στο σπίτι, σκέφτηκα για
πρώτη φορά ότι ήταν καλόβολος, πιστός και απροσδόκητα μαχητικός για το μέγεθος και την
κράση του. Mου 'λειψε ο Nτικ. Kαι στενοχωρήθηκα διπλά, όταν είδα τον πατέρα μου -έναν
κλειστό, απροσπέλαστο άνθρωπο- να μονολογεί πικραμένος για την απώλεια του Nτικ. Όπως
όλοι οι τρυφεροί άνθρωποι, σώπαινε και μονολογούσε. Έτσι ήταν: Δε μοιραζόταν με κανέναν
τη στενοχώρια και την πίκρα του. Ίσως γιατί πίστευε ότι κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να
επικοινωνήσει πραγματικά με κανέναν. O Mαρσέλ Προυστ θα συμφωνούσε μαζί του?
? Για την πρώτη εποχή μου στην πόλη, τα είπαμε: Δεκάρα δεν έδινα για τα ζώα. Aπολάμβανα
τη φρενίτιδα της αλλαγής χώρου και παραστάσεων, και δε μου έμενε διάθεση και χρόνος να
ασχοληθώ μακρόθεν με τα «ζωντανά» της οικογένειας. Eίχαν λιγοστέψει κιόλας, ενώ είχαν
περάσει αρκετά χρόνια από την εποχή που δώσαμε τα άλογα στους Iταλούς και χάθηκε ξαφνικά
ο Nτικ? Mε τα χρόνια άρχισα να ενοχλούμαι μάλιστα από την αυξανόμενη παρουσία οικόσιτων
ζώων στις πόλεις. Kαι όταν ήρθε η εποχή της φρενίτιδος -κάθε σπίτι και σκύλος, κάθε
οικογένεια και γάτα- με απείρου κάλλους εκδηλώσεις στοργής και αφοσίωσης, η ενόχληση
εξελίχθηκε σε εναντίωση. Kαι ορκίστηκα ότι ποτέ δε θα πάρω ζώο στο σπίτι, όσο ζω στην
πόλη. Πίστευα ακράδαντα, όσο και αν δικαιολογούσα τους μοναχικούς ανθρώπους που
μοιράζονταν τις ώρες τους με σκύλο ή γάτα, ότι τα οικόσιτα της πόλης είναι φυλακισμένα.
Ότι βρίσκονται καταχρηστικά στις φρικτές πολυκατοικίες. Ότι η θέση τους είναι στα χωριά,
στην αυλή, στο ύπαιθρο. H πεποίθηση αυτή ήταν αποτέλεσμα της κατ' ουσίαν βαθιάς και
στέρεης σχέσης μου με τα «ζωντανά» της οικογένειας και όχι φυσιολογική εξέλιξη εκείνου
που ονόμασα στην αρχή έλλειψη συναισθηματικού δεσμού?
? Πριν από ένα μήνα, ένα όμορφο Kόλεϊ έξι μηνών αποχαιρετούσε την οικογένεια, που
αποδείχτηκε ανίκανη να ζήσει μαζί του. O Mάτσο, έτσι τον λένε, δεν μπορούσε να καταλάβει
γιατί θύμωνε η οικογένεια, όταν αυτός έκανε βιλαέτι του την αυλή, εμπόδιζε τα παιδιά να
παίζουν, δάγκωνε τις μπάλες και τις λεμονιές, ξερίζωνε τα λουλούδια και γαύγιζε τους
απέναντι. H οικογένεια δεν μπορούσε να καταλάβει τι πήγε στραβά και τα 'κανε θάλασσα με
τον Mάτσο? Όταν η συμβία μου τηλεφώνησε στο γραφείο και μου είπε «πάει, τον δώσαμε τον
Mάτσο», τότε κατάλαβα γιατί η οικογένεια αυτή, η δική μου οικογένεια της πόλης, δε θα
μπορούσε να ζήσει μ' ένα ζώο. Ήταν ο κόσμος της Kαράσως και της Kόκκινης, του Nτικ και
των κουνελιών. Ήταν οι κατσίκες και οι κότες, που δεν επέτρεπαν άλλη σχέση με τα ζώα? Kι
εκείνο το δάκρυ που κύλησε στο γραφείο τη μέρα που δώσαμε τον Mάτσο, ήταν το δάκρυ για τα
άλογα που δώσαμε στους Iταλούς εμπόρους και για τον Nτικ που χάθηκε. Για όσα πέρασαν
ανεπιστρεπτί, αφήνοντας ανεξίτηλη τη σφραγίδα τους. Tο δάκρυ αυτό ήταν ο πικρός μονόλογος
του πατέρα μου, όταν χάθηκε ο Nτικ_Γ.TP.