4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Γιάννης Eυσταθιάδης

«... Α, πόσο εύκολος και υπεραπλουστευμένος ο ?επαγγελματικός ρατσισμός?, που
αριστοτεχνικά, αλλά χαιρέκακα, χρησιμοποιεί το σύνηθες για να ανατρέψει το εξαιρετικό,
που δολοπλοκεί ακροβατώντας στα όρια των διαβρωτικών εντυπώσεων, μέσα από τις λέξεις των
επαγγελματικών επισκεπτηρίων...»

Tο επάγγελμα του γουλιμή

OΣO και αν εκτιμά κανείς το βίο και την πολιτεία του Χαριλάου Τρικούπη, δεν μπορεί να μη
συμφωνήσει πως η ιστορική του ρήση «Ανθ? ημών ο Γουλιμής» είναι ήκιστα δημοκρατική, καθώς
μεταφέρει μεταμφιεσμένη σε λέξεις την έπαρση του επωνύμου, του καθιερωμένου απέναντι στο
ανώνυμο και, στην ουσία, αμφισβητεί, στον κατά τα άλλα «κυρίαρχο λαό», το δικαίωμα να
επιλέγει, έστω και σφάλλοντας. Κατ? αντιστοιχίαν, η δήλωση του Λευτέρη Βερυβάκη «Ανθ?
ημών ο Ασκητής» είναι συναισθηματικά ευεξήγητη, αλλά πολιτικά άτοπη, προχωρώντας,
μάλιστα, ένα ακόμα πιο αντιδημοκρατικό βήμα από αυτό του Τρικούπη, μια και επενδύει στο
συνηθέστατο στη χώρα μας επαγγελματικό ρατσισμό. Είναι γνωστό ότι ο κ. Ασκητής είναι
«σεξολόγος» ―ειδικότητα τα μάλα χρήσιμη, που όλοι μπορεί κάποτε να χρειαστούμε, ακόμα και
ο κ. Βερυβάκης―, η οποία, εντούτοις, δεν τυγχάνει ακόμα καθωσπρεπειστικής αποδοχής.
Στοιχηματίζω πως η δήλωση Βερυβάκη δεν θα είχε γίνει ποτέ, αν ο Ασκητής ήταν «ογκολόγος»,
«αγγειοχειρουργός» ή «παθολογο-ανατόμος»· πολύ περισσότερο αν ήταν «πυρηνικός φυσικός»,
«αεροναυπηγός» ή «διπλωματικός ακόλουθος». Η εύκολη κριτική και η δημαγωγική απόρριψη,
που εδράζεται στην επαγγελματική ταυτότητα του κρινομένου, είναι συνηθισμένο σύμπτωμα της
εποχής μας.
«Τί περιμένεις από μια κριτική επιτροπή που έχει μέσα έναν κτηνίατρο?», δήλωνε
οργισμένος, πριν από μερικά χρόνια, ο Νίκος Κούνδουρος, βάλλοντας κατά του κριτικού
κινηματογράφου Αλεξάνδρου Μουμτζή, αδυνατώντας να διανοηθεί ότι μπορεί κάλλιστα να είναι
κάποιος οξυδερκής κριτικός και, παράλληλα, να κερδίζει τα προς το ζην ασκώντας με
επιτυχία το χρήσιμο αυτό επάγγελμα. (Περίεργη, μα την αλήθεια, έκρηξη, μια και ο ίδιος ο
Κούνδουρος, κατά πώς μου λένε άνθρωποι που τον ξέρουν, όταν μετέχει σε επιτροπές είναι
ελάχιστα «πατερναλιστικός» και πάντα «ακριβοδίκαιος».) Όμως, η κτηνιατρική έχει
προκαλέσει στο παρελθόν και άλλες μεγάλες έριδες. «Κτηνίατρος» και δη «στρατιωτικός»
(συνδυασμός που σκοτώνει για τους απανταχού Βερυβάκηδες) ήταν ο Μάριος Βαλυνδράς, που
ανέλαβε, μετά τη μεταπολίτευση, ηγετικό ρόλο στην ΕΡΤ. Έγινε αντικείμενο χλευασμού,
σχολίων, γελοιογραφιών και επιθεωρήσεων, αλλά ―φευ!― γνωρίζω από πρώτο χέρι πόσο καλά και
εις βάθος γνώριζε το Μέσο που λέγεται ραδιόφωνο.
«Ο Νίκος Δήμου δεν είναι συγγραφέας, είναι διαφημιστής» δήλωνε προ διετίας ο κ. Γιάννης
Καψής, την εποχή δηλαδή που ο Δήμου είχε ήδη εκδώσει πενήντα βιβλία και αρκετά χρόνια
μετά που ο Ελύτης είχε επιλέξει κριτικό κείμενό του και το ανθολόγησε σε συλλογή με
μελέτες για το έργο του. Α, πόσο εύκολος και υπεραπλουστευμένος ο «επαγγελματικός
ρατσισμός», που αριστοτεχνικά, αλλά χαιρέκακα, χρησιμοποιεί το σύνηθες για να ανατρέψει
το εξαιρετικό, που δολοπλοκεί ακροβατώντας στα όρια των διαβρωτικών εντυπώσεων, μέσα από
τις λέξεις των επαγγελματικών επισκεπτηρίων! Μπορείς να είσαι ζωγράφος και ορνιθολόγος,
συνθέτης και ψυκτικός μηχανικός, συγγραφέας και νεκροθάφτης (εκτός, ίσως, από κριτικός);
Ασφαλώς, μια και δεν είναι μόνο η Ελλάδα που αδυνατεί να συντηρήσει «ανεπάγγελτους» τους
καλλιτέχνες. Ένας από τους μεγαλύτερους ποιητές της Αμερικής δούλευε στο νομικό τμήμα
ασφαλιστικής εταιρείας και ένας από τους πιο σημαντικούς συνθέτες της ήταν ασφαλιστής, ο
οποίος, μάλιστα, κάποτε δήλωσε: «Δεν θ? αφήσω τα παιδιά μου να πεινάσουν από τις
?διαφωνίες μου? (dissonances)». Τρεις από τις μεγαλύτερες φωνές της σύγχρονης ποίησής μας
είχαν πεζότατα επαγγέλματα: ο Τάκης Σινόπουλος, ιατρός-παθολόγος, ο Μανόλης Αναγνωστάκης,
ακτινολόγος, και η Κική Δημουλά, υπάλληλος στην Τράπεζα της Ελλάδος. («Κανείς δεν γίνεται
τραπεζικός από ιδεολογία» είχε πει κάποτε ένας φίλος μου). Τραπεζικός ήταν, άλλωστε, και
ο Ηλίας Βενέζης, στο υπουργείο Εργασίας δούλευε ο Αντώνης Σαμαράκης, ενώ ο Καραγάτσης
ήταν διαφημιστής και ο Κώστας Καρυωτάκης ―αυτός, δα― δημόσιος υπάλληλος (αν και σκεφτόταν
άλλοτε ν? ανοίξει παραγγελιοδοχικό γραφείο κι άλλοτε ―προς το τέλος― να γίνει
ασυρματιστής, όπως, άλλωστε, ο Νίκος Καββαδίας). Σήμερα, στην Ελλάδα υπάρχουν συγγραφείς
βιομήχανοι, αλλά και χρηματιστές και ιατροί όλων των ειδικοτήτων και καθηγητές της μέσης
εκπαίδευσης και μαθηματικοί, ακόμα και ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας. Το πόσο καλός είναι
ένας συγγραφέας είναι μια κρίση που ποτέ δεν διασταυρώνεται με το επαγγελματικό του
πεπρωμένο και κάθε αναφορά σ? αυτό είναι εκ του πονηρού, συνιστώντας ύβρι: «Ο γνωστός
ποιητής και τμηματάρχης β΄?», «Ο σημαντικός δοκιμιογράφος και υπεύθυνος πωλήσεων?», μια
ιδιότυπη παράθεση ιδιοτήτων κατά το «Ποιητής και χωρικός» του Suppι, που αποτελεί,
εντέλει, κριτική αποτίμηση. Το να χρησιμοποιείς το επάγγελμα ως καλολογικό προσδιορισμό
της ιδιότητας, αποτελεί, ούτως ή άλλως, κακόβουλη παρέμβαση, αλλά το να επενδύεις στο
ιδιόμορφο και, άρα, ασυνήθιστο επάγγελμα, συνιστά υπέρτατη έκφραση λαϊκισμού.
Κοντολογίς, καλοδεχούμενοι οι Γουλιμήδες (εν προκειμένω, ρατσισμός και περί την
ιδιομορφία του ονόματος), αν κάτι έχουν να πουν, να προσθέσουν, να ανανεώσουν. Όμως, αν
τα μεμονωμένα άτομα (κυρίως αυτοί, τους οποίους ανοήτως ονομάζουμε «επωνύμους») σφάλλουν
ή σκοπίμως συσκοτίζουν, το λαϊκό ένστικτο παραμένει υγιέστατο. Έτσι, αν στις τελευταίες
εκλογές ―κατά τις οποίες αποδοκιμάστηκαν ορθώς τα στερεότυπα― απέτυχε το κόμμα του κ.
Τσοβόλα, αυτό δεν συνέβη γιατί στο πρόσωπό του είδαν το «γιο του αγωγιάτη», αλλά γιατί ο
ίδιος κόμισε απλόχερα στην πολιτική την ευτέλεια των λαϊκότροπων συνταγών.
Αντ? αυτού ο Γουλιμής; Ο όποιος Γουλιμής. Σίγουρα._ Γ. E.