4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Mini Cooper D A/T

Τόσο ίδιο, και όμως εντελώς διαφορετικό από την προηγούμενη γενιά, το νέο Mini, μέσα από ένα πλήρως αναβαθμισμένο τεχνολογικό υπόβαθρο, συνεχίζει με συνέπεια την παράδοση του πρωτότυπου μοντέλου, που το θέλει να απευθύνεται καταρχήν στον οδηγό, υποστηρίζοντας όμως ιδανικά και τη σύγχρονη εικόνα του, ως έξυπνο και στυλάτο gadget.

ΤΟ Mini στη σύγχρονη εκδοχή του ελάχιστη σχέση έχει με την πρωτότυπη δημιουργία του Σερ ¶λεξ Ισιγόνις και, πέρα από το όνομα και τις αναλογίες της σιλουέτας μαζί με κάποια βασικά σχεδιαστικά στοιχεία, δύσκολα μπορείς να βρεις ουσιαστικά χαρακτηριστικά που να συνδέουν τα δύο μοντέλα. Το όνομα «Mini» βρισκόταν σε πλήρη αναλογία με την ευρύτερη εικόνα του λιλιπούτειου, λιτού μοντέλου των '60s, που φτιάχτηκε ως ένα οικονομικό αυτοκίνητο για τις τότε αναπτυσσόμενες μεγαλουπόλεις και που αγαπήθηκε και έγινε σύμβολο, αφενός, για την ευφυέστατη χωροταξική του εκμετάλλευση και, αφετέρου, για το χαρισματικό οδηγικό ταμπεραμέντο του.
Στη μετενσάρκωσή του στον 21ο αιώνα, η σύνδεση με το παρελθόν βασίστηκε κυρίως στη διατήρηση της σχεδιαστικής ταυτότητας αλλά και της οδηγικής πιστότητας. Ωστόσο, πέρα από αυτά, το σύγχρονο Mini είναι κάτι εντελώς διαφορετικό, όχι μόνο σε διαστάσεις, αλλά και σε προσδιορισμό. Μπροστά στο πρωτότυπο μοντέλο μοιάζει με τον Γολιάθ δίπλα στον Δαβίδ, ενώ η ταυτότητα του προσιτού αντικαταστάθηκε με αυτήν του premium μοντέλου με έντονα στοιχεία lifestyle. Πάνω σε αυτήν τη φιλοσοφία, η σύγχρονη εκδοχή όχι μόνο κατάφερε να επιβληθεί, διανύοντας ήδη τη δεύτερη δεκαετία ζωής, αλλά και απέκτησε τέτοια δυναμική, ώστε να στηρίξει τη δημιουργία μιας ολόκληρης γκάμας μοντέλων.
Βέβαια, για πολλούς το πραγματικό Mini είναι το κλασικό, 3θυρο χάτσμπακ που σήμερα περνά στην τρίτη του σύγχρονη γενιά, ακολουθώντας ακριβώς την ίδια τακτική και με τις προηγούμενες, η οποία θέλει τις αρκετά διακριτικές αισθητικές τροποποιήσεις να κρύβουν την πραγματική έκταση των ουσιαστικών -και σε βάθος- αλλαγών. Το πόσο διαφορετικό αλλά και πόσο Mini είναι το νέο μοντέλο έχουμε την ευκαιρία να το διαπιστώσουμε δοκιμάζοντας εντός έδρας την πετρελαιοκίνητη έκδοση Cooper, που, με βάση τον προσανατολισμό της αγοράς, σήμερα αναμφίβολα θα αποτελέσει μία από τις πιο περιζήτητες εκδόσεις.

Πόσο νέο;
Η πρώτη ματιά στο νέο Mini σε κάνει να πιστεύεις πως πρόκειται για ένα προσεκτικό facelift του απερχόμενου μοντέλου. Η αλήθεια, όμως, είναι πως οι σχεδιαστικές αλλαγές είναι περισσότερες από αυτές ανάμεσα στην πρώτη και τη δεύτερη γενιά. Για παράδειγμα, τα εμπρός στρογγυλά φώτα έχουν μια ελαφρώς μεγαλύτερη κλίση και περιβάλλονται από ένα δακτύλιο με λάμπες LED, ενώ η μάσκα με την κλασική εξαγωνική διαμόρφωση έχει προεκταθεί προς τα εμπρός (ως μέρος της αύξησης του εμπρός προβόλου) και έχει μεγαλώσει σε διαστάσεις, ενσωματώνοντας πλέον το βασικό σώμα του προφυλακτήρα. Την ίδια στιγμή, τα περιφερειακά πλαστικά φιλέτα που διατρέχουν το αμάξωμα έχουν γίνει φαρδύτερα, ενώ τα πίσω φωτιστικά σώματα δείχνουν πλέον ιδιαίτερα μεγάλα, θυμίζοντας αυτά του Countryman.
Περνώντας στις πιο χειροπιαστές αλλαγές, θα σημειώσουμε αρχικά πως το νέο Mini είναι ακόμα λιγότερο «μίνι» σε διαστάσεις, αν και παραμένει μικρότερο από το άμεσα ανταγωνιστικό Audi A1. Είναι κατά 98 χιλιοστά μακρύτερο από τον προκάτοχό του, κατά 44 χλστ. φαρδύτερο (με το εμπρός και το πίσω μετατρόχιο αυξημένα κατά 42 και 34 χλστ.) και κατά 7 χλστ. ψηλότερο, αλλά και ελαφρώς πιο βαρύ από αυτόν. Αντίστοιχα, το μεταξόνιο έχει μεγαλώσει κατά 28 χλστ., υποσχόμενο μια μικρή βελτίωση των εσωτερικών χώρων, που όμως δεν αλλάζει τα γνωστά δεδομένα, καθώς ο χώρος για τα πόδια των (αυστηρά δύο) πίσω επιβατών παραμένει οριακός, ενώ ο χώρος αποσκευών έχει ανέβει από τα 160 στα 211 λίτρα, που και πάλι όμως δεν αποτελούν κάποια εξαιρετική τιμή για την κατηγορία.
Σε μεγάλο βαθμό η αύξηση των διαστάσεων οφείλεται στο γεγονός πως το Mini βασίζεται στην εντελώς νέα πλατφόρμα UKL της BMW (την ίδια θα έχει και η πρώτη προσθιοκίνητη BMW με την ονομασία «2 Series Active Tourer»), η οποία εξελίχθηκε για να υποστηρίξει προσθιοκίνητες και τετρακίνητες διαμορφώσεις με εγκάρσια τοποθετημένο κινητήρα, προσφέροντας ως βασικά πλεονεκτήματα την αυξημένη ακαμψία και το χαμηλό βάρος. Μαζί με την πλατφόρμα UKL, αναθεωρημένη είναι και η ανάρτηση, που διατηρεί την ίδια αρχιτεκτονική με το παρελθόν, όντας όμως πλήρως ανασχεδιασμένη. Η ακαμψία της εμπρός ανάρτησης ΜακΦέρσον έχει αυξηθεί χάρη στις βάσεις και στα ψαλίδια από νέο χάλυβα υψηλής αντοχής καθώς και λόγω της υιοθέτησης αλουμινένιων ρουλεμάν και σινεμπλόκ. Αντίστοιχα, πίσω ο επανασχεδιασμός της διάταξης πολλαπλών συνδέσμων έχει δώσει τη δυνατότητα για αύξηση του χώρου αποσκευών, διατηρώντας όλα τα γνωστά πλεονεκτήματα σε επίπεδο οδηγικών χαρακτηριστικών.
Οι αλλαγές σε όσα γνωρίζαμε δε σταματούν, μάλιστα, εδώ, καθώς το νέο Mini χρησιμοποιεί τη νέα γενιά 3κύλινδρων κινητήρων βενζίνης και πετρελαίου του ομίλου BMW, σε συνδυασμό με επίσης νέα, χειροκίνητα και αυτόματα κιβώτια 6 σχέσεων. Το «δικό μας» Cooper χρησιμοποιεί τον 3κύλινδρο 1.500άρη TwinPower Turbo πετρελαιοκινητήρα με υπερτροφοδότη μεταβλητής γεωμετρίας και την τελευταία γενιά άμεσου ψεκασμού common rail (με μέγιστη πίεση 2.000 bar), με απόδοση 116 ίππων και 27,5 χλγμ. ροπής. Σε επίπεδο προδιαγραφών, θα σημειώσουμε πως διαθέτει αλουμινένια κυλινδροκεφαλή, στρόφαλο από σφυρήλατο χάλυβα με ενσωματωμένο άξονα εξισορρόπησης, χαμηλού βάρους έμβολα και σφυρήλατες μπιέλες καθώς και μονό αντικραδασμικό άξονα. Τέλος, ο σχεδιασμός των βοηθητικών συστημάτων έχει γίνει με κριτήριο τη μείωση των απωλειών και του βάρους και την απλοποίηση της κατασκευής. Έτσι, για παράδειγμα, η παροχή της αντλίας λαδιού ρυθμίζεται ανάλογα με το φορτίο του κινητήρα, ενώ η αντλία του ψυκτικού υγρού υποστηρίζει ταυτόχρονα το σύστημα κλιματισμού. Τέλος, σε ό,τι αφορά τη μετάδοση, το νέο, αυτόματο 6άρι κιβώτιο, όπως αυτό του δικού μας Cooper, βασίζεται σε εκείνο της προηγούμενης γενιάς, είναι όμως αναθεωρημένο μηχανολογικά και με νέο λογισμικό, για περαιτέρω βελτίωση της ταχύτητας και της ποιότητας λειτουργίας.

Πόσο Mini;
Από τη στιγμή που θα καθίσεις πίσω από το τριάκτινο τιμόνι με την παχιά στεφάνη, στη χαμηλή θέση που ρυθμίζεται εύκολα στα μέτρα του καθενός, η εικόνα που έχεις μπροστά σου δηλώνει σαφώς πως βρίσκεσαι μέσα σε Mini. Η αρχική διαπίστωση, πάντως, έχει να κάνει με τη σαφή ποιοτική αναβάθμιση των υλικών, που πλέον θυμίζουν αυτά της BMW, με τα μαλακά και εξαιρετικά στην αφή πλαστικά να έχουν αντικαταστήσει τις αρκετά σκληρές επιφάνειες του παρελθόντος στο ταμπλό και στις επενδύσεις των θυρών. Την ίδια στιγμή, έχουν γίνει αρκετά ευπρόσδεκτα βήματα προς τη βελτίωση της εργονομίας. Οι διακόπτες για τα παράθυρα, τις κλειδαριές και τους καθρέφτες έχουν μεταφερθεί επιτέλους στην πόρτα, ενώ το ταχύμετρο έχει μεταφερθεί στο μικρό πίνακα οργάνων πίσω από το τιμόνι, στη θέση όμως όπου πριν υπήρχε το στροφόμετρο, το οποίο πλέον έχει χάσει τη χορταστική του όψη, φιλοξενούμενο ακριβώς δίπλα σε μια μικρότερη ημικυκλική διάταξη.
Τέλος, ο έλεγχος των λειτουργιών και των ενδείξεων της μεγάλης κεντρικής οθόνης (η οποία πλαισιώνεται από εξωτερικό δακτύλιο με διάφορους κρυφούς φωτισμούς) γίνεται από το νέο πολυδιακόπτη (όπως το i-Drive στα μοντέλα BMW) που υπάρχει στη βάση της κεντρικής κονσόλας, πίσω από τον επιλογέα. Ωστόσο, για αυτόν που κάθεται στη θέση του οδηγού η πραγματική ουσία σε ένα Mini έχει να κάνει με το ακαταμάχητο οδηγικό προφίλ του, και σε αυτόν τον τομέα η τρίτη γενιά αποδεικνύεται άξιος συνεχιστής της βαριάς κληρονομιάς του μοντέλου.
Θα σταθούμε κατ' αρχάς σε όσα προκύπτουν από το νέο κινητήρα. Σε ποιοτικό επίπεδο, η απουσία κραδασμών σε κάνει να ξεχνάς την ύπαρξη μόνο 3 κυλίνδρων, οπότε η μόνη τραχύτητα εντοπίζεται στη χροιά του ήχου του στις πιο υψηλές στροφές. Σε κάθε περίπτωση, όμως, σε κερδίζει με τη σπάνια για πετρελαιοκινητήρα ζωντάνια και ευρωστία από πολύ χαμηλά, ακόμα και αρκετά κάτω από τις 2.000 σ.α.λ., η οποία συνδυάζεται με γραμμικότητα και ευστροφία σε όλο το φάσμα στροφών, αλλά και με διατήρηση της απόδοσης ακόμα και μέχρι τον κόφτη. Απόδειξη των δυνατοτήτων του αποτελεί, άλλωστε, και η ζωντάνια των επιδόσεων που χαρίζει στο Mini, όπως το «0-100» σε λιγότερο από 10 δλ. και οι ταχύτατες ρεπρίζ, οι οποίες μπορούν να συγκριθούν ακόμα και με αυτές καλών βενζινοκίνητων μοντέλων.
Βέβαια, το ρόλο του στο κομμάτι των επιδόσεων παίζει και το κιβώτιο, με την εύστοχη κλιμάκωση και τα εξαιρετικά χαρακτηριστικά λειτουργίας, τόσο σε ταχύτητα αλλαγών όσο και σε απόκριση - που το τοποθετούν μεταξύ των κορυφαίων του είδους. Ωστόσο, ο συνδυασμός δεν πείθει απόλυτα για το οικονομικό προφίλ του, καθώς η μέση κατανάλωση κυμαίνεται στα 6,9 λίτρα/100 χλμ., ξεπερνώντας τα δεδομένα του μέσου όρου της μικρής κατηγορίας.
Από την άλλη πλευρά, βέβαια, το Mini είναι από τα αυτοκίνητα που σε προκαλούν να πατήσεις το γκάζι παραπάνω, ξεχνώντας την οικονομία. Και αυτός ο απόλυτα οδηγοκεντρικός χαρακτήρας, που έχει κληρονομηθεί ατόφιος από τις προηγούμενες γενιές, δεν απαντάται σε κανέναν εκπρόσωπο του ανταγωνισμού. Πλαίσιο, ανάρτηση και σύστημα διεύθυνσης συνθέτουν ένα σύνολο που σε κερδίζει με το ζύγισμα, την ακρίβεια και τη ζωντάνια της απόκρισης σε κάθε εντολή σου. Το τιμόνι, με μόλις 2,3 στροφές, παραμένει ξυράφι σε ταχύτητα και ακριβέστατο στη στόχευση του πατήματος των εμπρός τροχών, όμως η αίσθηση δείχνει κάπως αδιάφορη στο κανονικό πρόγραμμα λειτουργίας. Αποκτά, ωστόσο, τη σωστή διάσταση στην επιλογή Sport (που βελτιώνει και την απόκριση του κινητήρα), η οποία προσφέρεται στο πακέτο Μini Driving Modes με τρία διαφορετικά προγράμματα (Green, Mid, Sport) του έξτρα εξοπλισμού. Από την άλλη πλευρά, όμως, η αναθεωρημένη γεωμετρία έχει σχεδόν εξαφανίσει το torque-steer, ακόμα και σε περιπτώσεις απότομης μεταφοράς ισχύος σε μέτριο οδόστρωμα, σε διαδρομές με σφιχτή χάραξη.
Αντίστοιχα βελτιωμένη είναι, όμως, και η παραγόμενη πρόσφυση των εμπρός τροχών, ενώ, σε συνδυασμό με το στάνταρντ πλέον ηλεκτρονικό μπλοκέ EDLC, το Mini, εκτός από το ταχύτατο turn-in στην είσοδο της στροφής, καταφέρνει να περνά με μεγαλύτερη ταχύτητα και μέσα σε αυτήν, με τους εμπρός τροχούς να διαγράφουν τροχιές με απόλυτη ακρίβεια. Την ίδια στιγμή, το πίσω μέρος αντιδρά ταχύτατα σε ό,τι συμβαίνει, υπενθυμίζοντας πως αυτή η καρτίσια αίσθηση που συνόδευε πάντα το Mini είναι ακόμη εδώ. Χωρίς να χάνεται ο ανάλαφρος τόνος στο πάτημα, οι πίσω τροχοί ακολουθούν με ακρίβεια την επιλεγμένη τροχιά, ενώ ακόμα και στο γλίστρημα, που συνήθως θα προκύψει μόνο εσκεμμένα, με απότομη μεταφορά βάρους, το άνοιγμα της τροχιάς γίνεται γλυκά και προοδευτικά, βοηθώντας όσο ακριβώς χρειάζεται για τη βελτίωση της τοποθέτησης. Σε κάθε περίπτωση, νιώθεις πως βρίσκεσαι σε ένα χαμηλό και φαρδύ κόμπακτ αυτοκίνητο, που εμπνέει απόλυτη σιγουριά ακόμα και στην πίεση, ενώ, παρά το κοντό μεταξόνιο, που τονίζει την ευελιξία στα κλειστά κομμάτια, είναι απαλλαγμένο από κάθε είδους νευρικότητα, ακόμα και στις καμπές των πολλών χιλιομέτρων. Όλα τα παραπάνω, βέβαια, σε μεγάλο βαθμό οφείλονται και στις αρκετά σφιχτές ρυθμίσεις της ανάρτησης, η οποία έχει αποκτήσει πιο ποιοτικά χαρακτηριστικά στην κύλιση, ειδικά στις υψηλές ταχύτητες, αλλά εξακολουθεί να βάζει σε πρώτη προτεραιότητα την απόδοση έναντι της άνεσης, οπότε η απόσβεση των ανωμαλιών, αν και δίνει μια συμπαγή αίσθηση, είναι αρκετά κοφτή και απότομη.

Η συνταγή της επιτυχίας
Εφαρμόζοντας μια τακτική που έχουν αποδείξει πως γνωρίζουν πολύ καλά, οι Γερμανοί διατήρησαν τα δυνατά στοιχεία, εστίασαν στις αδυναμίες και, προικίζοντας το σύγχρονο Mini με ένα πλούσιο τεχνολογικό υπόβαθρο, κατάφεραν να μεταφέρουν στην τρίτη γενιά του τον ιδιαίτερο χαρακτήρα με τον οποίο είναι συνυφασμένη η εικόνα του μοντέλου τους, μέσα όμως από το πρίσμα μιας ακόμα πιο ποιοτικής, ολοκληρωμένης και πολυδιάστατης προσέγγισης. Παρά τον ένα λιγότερο κύλινδρο κάτω από το καπό, η απόδοση και οι ικανότητες έχουν σαφώς αναβαθμιστεί, τη στιγμή που η αύξηση των διαστάσεων έχει φέρει μια μικρή, αλλά υπαρκτή βελτίωση της χρηστικότητας, ενώ η ποιοτική και εργονομική αναβάθμιση γίνονται άμεσα αντιληπτές. Το κυριότερο; Είναι πιο ώριμο οδηγικά, χωρίς όμως να χάσει το παραμικρό από την ικμάδα και τη ζωντάνια που το κάνουν να ξεχωρίζει από τον ανταγωνισμό και που το θέτουν ως αυτονόητη επιλογή για όσους αναζητούν από ένα μικρό αυτοκίνητο κάτι παραπάνω από ένα απλό μεταφορικό μέσο._ 4Τ

ΤΟ ΧΡΩΜΑ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ
Με βασικό χαρακτηριστικό την πληρότητα του εξοπλισμού, η βασική έκδοση του νέου Mini Cooper D ξεκινά από τα 21.600 ευρώ (20.336 ευρώ με απόσυρση), περιλαμβάνοντας μεταξύ άλλων ABS, DSC, έξι αερόσακους, ηλεκτρικά παράθυρα, κλειδαριές και καθρέφτες, κλιματισμό, ηχοσύστημα και ζάντες αλουμινίου 15 ιντσών. Η προσθήκη του αυτόματου κιβωτίου υπολογίζεται σε επιπλέον 1.900 ευρώ, ενώ κατά την προσφιλή τακτική της Mini θα προσφέρονται ειδικά διαμορφωμένα πακέτα επιπλέον εξοπλισμού με συγκεκριμένο ύφος.

MINI COOPER D Auto
ΥΠΕΡ/ΟΔΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ/ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ/ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ/ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ
ΚΑΤΑ/ΧΩΡΟΣ ΠΙΣΩ ΕΠΙΒΑΤΩΝ