4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Καρτέλ...

Τραπεζική Σοβιετία!

Η τρόικα ζητούσε να ανοίξουν κλειστά επαγγέλματα, όπως των φορτηγατζήδων, των κομμωτριών, των ταξιτζήδων. Στον τραπεζικό κλάδο, όμως, όπου είχε το πάνω χέρι, λειτούργησε εντελώς αντίστροφα.

Όταν στις αρχές του 2010 Έλληνες και ξένοι ειδικοί προσπαθούσαν να ανιχνεύσουν τις παθογένειες της ελληνικής οικονομίας, τόσο η τρόικα όσο και οι εγχώριοι υποστηρικτές της εντόπιζαν το πρόβλημα στην έλλειψη ανταγωνισμού. Ζητούσαν το άνοιγμα της οικονομίας, τη διάλυση των ολιγοπωλίων «στην τελευταία σοβιετική οικονομία της Ευρώπης». Στο πνεύμα αυτό, οι νεοφιλελεύθεροι κήνσορες απαιτούσαν την απελευθέρωση των κλάδων των φορτηγατζήδων, των ταξιτζήδων, των κομμωτριών. Τι συνέβη όμως με τον πιο νευραλγικό βραχίονα της οικονομικής δραστηριότητας, τις τράπεζες;
Τέσσερα χρόνια αργότερα, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι το πιο υπερσυγκεντρωμένο στην Ευρώπη, με ποσοστά σταλινικού τύπου: οι τέσσερις εναπομείνασες ουσιαστικά τράπεζες, οι λεγόμενες «συστημικές», συγκεντρώνουν πάνω από το 90% του συνολικού ενεργητικού, τη στιγμή που, για παράδειγμα, στη Γερμανία οι πέντε πρώτες τράπεζες κατέχουν το 33%...
Αλλά και στο δείκτη Herfindahl, ο οποίος μετρά την τραπεζική συγκέντρωση, η Ελλάδα για το 2012 (δηλαδή πριν από τον τελευταίο γύρο συγχωνεύσεων) κατέγραφε ένα από τα μεγαλύτερα σκορ σε ευρωπαϊκό επίπεδο: 1.487. Επί του συνόλου των 27 χωρών της ΕΕ, η Ελλάδα ήταν 4η (την περνούσαν μόνο η Ολλανδία, η Εσθονία και η Λιθουανία).
Σύμφωνα με ρεπορτάζ της Ευγενίας Τζώρτζη στην Καθημερινή, αν συνυπολογιστούν οι συγχωνεύσεις του 2013 (κάτι που αναμένεται να ανακοινωθεί σύντομα), η χώρα μας διαθέτει το πιο υπερσυγκεντρωμένο τραπεζικό σύστημα της Ευρώπης! Σ' ευχαριστούμε, ω τρόικα, που μας έκανες «Σοβιετία».
Θα μπορούσε να υποστηριχθεί πως ο μικρός αριθμός τραπεζών οφείλεται στο μικρό πληθυσμό της χώρας. Όμως, στην Ελλάδα το 2012 αντιστοιχούσαν 217.117 κάτοικοι ανά τραπεζικό ίδρυμα (οι περισσότεροι σε όλη την Ευρώπη), τη στιγμή που ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 55.504.
Ο χώρος των τραπεζών ήταν ολιγοπωλιακός στην Ελλάδα και πριν από το ξέσπασμα της κρίσης. Έχουν, ωστόσο, περάσει δέκα ολόκληρα χρόνια από τότε που ο Γιάννης Κωστόπουλος, πρόεδρος της Alpha Bank και πατριάρχης του πιστωτικού μας συστήματος, έκανε τη διάσημη δήλωσή του: «Δυόμισι τράπεζες αρκούν στην Ελλάδα». Η δήλωση έγινε το 2004, αλλά η κρίση συνετέλεσε στην εκπλήρωση της προφητείας. Για να είμαστε πάντως δίκαιοι, ο κ. Κωστόπουλος αναφερόταν κυρίως στις μεγάλες τράπεζες, αφήνοντας χώρο για την ύπαρξη μικρών τραπεζών εξειδικευμένων σε κάποιο ιδιαίτερο κομμάτι της τραπεζικής «πίτας».
Σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο ήρθε η τρόικα να «εξυγιάνει» το τραπεζικό σύστημα. Η πολιτική που επελέγη δεν ήταν ο έλεγχος, η ρύθμιση ή το άνοιγμά του, αλλά η υπερσυγκέντρωσή του. Δογματικά αποφασίστηκε ότι ορισμένες τράπεζες θα κριθούν «συστημικές» και θα σωθούν, και ότι οι κρατικές τράπεζες πρέπει να κλείσουν ή να συγχωνευθούν, ακόμα κι αν αυτό κόστιζε ακριβότερα στο Δημόσιο (βλ. περίπτωση Αγροτικής). Μέσα σε ένα χρόνο έκλεισαν έντεκα τράπεζες, ενώ παράλληλα γιγαντώθηκαν οι «συστημικές», με λεφτά φυσικά των Ελλήνων φορολογουμένων, αλλά χωρίς τον έλεγχό τους.
Ο Χαράλαμπος Γκότσης, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, σε άρθρο του στην Ελευθεροτυπία θεωρεί πως «η υπερσυγκέντρωση θα δημιουργήσει προσκόμματα στη χρηματοδότηση κυρίως των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που δε διαθέτουν εναλλακτικούς τρόπους χρηματοδότησης».
Αντιθέτως, την ώρα που δυναμικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις ασφυκτιούν στερούμενες χρηματοδότησης, το τωρινό αδιαφανές καθεστώς χρηματοδότησης διαπλεκόμενων και χρεοκοπημένων επιχειρήσεων μέσων ενημέρωσης θα συνεχιστεί ανέπαφο._ Ν. Λ.

ΚΡΙΣΗ

Το πιο κρυφό και ύπουλο κοινωνικό σενάριο

Κοινωνικός αυτοματισμός, σχέδια επιβίωσης, το ατομικό συμφέρον αντιμέτωπο με το συλλογικό. Κάπως έτσι εξελίσσονται οι υπόγειες διεργασίες αυτήν την εποχή στη χώρα.

Ζούμε σε εποχή ιδεολογικής σύγχυσης. Μια κοινωνία που αγωνιά για το μέλλον της και για την προοπτική της. Ένας κόσμος που έχασε τις σταθερές που τον όριζαν - όσο σαθρές κι αν ήταν.
Ο καθένας έχει μία θεωρία για το πώς φτάσαμε ως εδώ. Μια θεωρία που συνήθως είναι κατασκευασμένη κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να αθωώνει τον ίδιο και τους ομοίους του και να ενοχοποιεί όλους τους άλλους. Ως προς το παρελθόν, άλλωστε, δεν υπάρχει πρόβλημα, οι θεωρίες που πλάθει ο καθένας δεν κοστίζουν τίποτα, δε φορολογούνται, δε βλάπτουν την υγεία - μπορεί μάλιστα να κάνουν και καλό, υπό την έννοια της δωρεάν ψυχανάλυσης.
Δυστυχώς, δεν ισχύει το ίδιο και ως προς τις θεωρίες που αφορούν τη διέξοδο από αυτό το χάλι. Εδώ οι απόψεις είναι αισθητά λιγότερες, και μπορεί να πει κανείς ότι υπάγονται σε ορισμένες ευδιάκριτες κατηγορίες:

* Μια μεγάλη οικογένεια θεωριών συνδέει την υπέρβαση της κρίσης με την υπακοή στα κελεύσματα των δανειστών, των διεθνών οργανισμών και των εταίρων. Οι θιασώτες τους, στην πλειονότητά τους, δεν είναι ενθουσιασμένοι με τις προτεινόμενες λύσεις, αφήνονται όμως σε αυτές μοιρολατρικά, θεωρώντας ότι δεν υπάρχει άλλη ασφαλής λύση.

* Μια δεύτερη οικογένεια συνδέει την υπέρβαση της κρίσης με την απομάκρυνση των δύο παραδοσιακών μεγάλων κομμάτων από την εξουσία και με την απόκρουση των μνημονίων και των συνεπειών τους. Εδώ υπάρχει κατά κανόνα μεγαλύτερος ενθουσιασμός και αισιοδοξία, μικρότερος όμως βαθμός ασφάλειας.

Υπάρχουν, όμως, και μεγαλύτερες αποκλίσεις. Κάποιοι υπερτονίζουν την ανάγκη τιμωρίας των ενόχων. ¶λλοι επιμένουν ότι το κλειδί δεν είναι «να επιστρέψουν τα κλεμμένα». ¶λλοι μιλούν για νομοτελειακή έξοδο της χώρας από το ευρώ. Μερικοί νοσταλγούν τα προ του 2009 κεκτημένα και ελπίζουν ότι θα σταθεί δυνατή η επιστροφή σε αυτά (τουλάχιστον όσον αφορά τον εαυτό τους). Υπάρχει μια κατηγορία που δεν ελπίζει σε πολλά πράγματα, επιθυμεί ωστόσο να ανατραπεί το πολιτικό σκηνικό, να ξεκουμπιστούν οι κυβερνώντες, να αναδειχθεί η Αριστερά στην εξουσία, και μετά βλέπουμε.

* Υπάρχουν τέλος και οι εντελώς πεσιμιστές, οι οποίοι δεν ελπίζουν σε πολλά πράγματα, θεωρούν ότι η χώρα έχει μπει σε μακροχρόνιο τούνελ δυσανεξίας, χωρίς ίχνος ευοίωνων προοπτικών.

Στο υπόστρωμα, όμως, των εξελίξεων κυοφορούνται και πιο κρυφές θεωρίες. Δεν εννοώ με αυτό σχέδια και συνωμοσίες που προέρχονται από σκοτεινά κέντρα. Μιλάω για κάτι πιο διάχυτο, ίσως και πιο ύπουλο, για υποδόριες σκέψεις και επιθυμίες, για άδηλους σχεδιασμούς, που προκύπτουν από δόγματα της ανάγκης και της επιβίωσης.
Ακούω συχνά τα τελευταία χρόνια να διατυπώνεται η απορία για ποιο λόγο ο ελληνικός λαός επιτρέπει στα κόμματα που κυβερνούν τόσα χρόνια, που ευθύνονται τόσο για την κρίση όσο και για τις μνημονιακές πολιτικές, να συνεχίζουν το έργο τους. Σε μία άλλη διατύπωση, για ποιο λόγο να επιβραβεύεται το πολιτικό σύστημα για όσα έχει κάνει και για όσα συνεχίζει να κάνει.
Καταρχήν, δεν πρόκειται για τον ελληνικό λαό. Πρόκειται για μια μειοψηφία, η οποία ωστόσο δεν είναι καθόλου αμελητέα. Είναι ένα ποσοστό που με βάση τις τελευταίες εκλογές μπορεί να θεωρηθεί ότι κυμαίνεται από το 30% έως το 40%.
Τι θέλουν, λοιπόν, αυτοί οι άνθρωποι; Έχουν σοβαρούς λόγους να επιβραβεύσουν τις πολιτικές της ακραίας λιτότητας, της ύφεσης και της ανεργίας, της ακραίας φοροεισπρακτικής λογικής; Δεν έχουν αυτοί δουλειές που κινδυνεύουν, δεν έχουν απώλεια εισοδήματος, δεν έχουν ακίνητα, δε φορολογούνται; Και, ακόμα, γιατί να θέλουν να πριμοδοτήσουν τις πολιτικές δυνάμεις που ευθύνονται για την ψευτοανάπτυξη, για τον υπέρμετρο δανεισμό, για το πελατειακό κράτος και για τη διαφθορά;
Είμαι πεπεισμένος ότι το κλειδί έγκειται στο γεγονός ότι μεγάλο μέρος των μεσαίων στρωμάτων έχει υιοθετήσει, έστω και δυσανασχετώντας, ένα κρυφό κυβερνητικό σενάριο. Δεν πρόκειται για το υποτιθέμενο success story, αλλά για ένα άλλο, που υποβόσκει, το οποίο προβλέπει άδηλα να συνεχίσουν αυτά τα στρώματα να τα κουτσοβολεύουν όπως όπως, έστω και με απώλειες, επιρρίπτοντας όμως το κύριο βάρος της κρίσης στους ανέργους, στους ανασφάλιστους, στους απόρους, στους απλήρωτους, στους επισφαλώς εργαζομένους.
Εδώ είναι η ουσία. Αυτό το 30%-40% πλήττεται μεν από την κρίση, αλλά έχει πειστεί ότι η καλύτερη για αυτούς διέξοδος είναι να διατηρήσουν τη σχετική τους κοινωνική θέση. Είναι λοιπόν διατεθειμένοι να πληρώνουν εν μέρει το τίμημα αυτών των πολιτικών, εφόσον διαπιστώνουν ότι το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος τους το πληρώνει ένα άλλο 40% του πληθυσμού, το οποίο συντρίβεται καθημερινά, ζει μέσα στην ανέχεια και στον κοινωνικό αποκλεισμό, στερείται των απολύτως αναγκαίων μέσων επιβίωσης αλλά και των στοιχειωδών υπηρεσιών υγείας και κοινωνικής πρόνοιας, κινδυνεύει να χάσει το σπίτι του είτε από τις τράπεζες είτε από το κράτος, και από πάνω φορολογείται ανάλγητα (ναι, στις μέρες μας φορολογούνται κι εκείνοι που δεν έχουν καν εισόδημα, μέσω των τεκμηρίων διαβίωσης και ιδίως μέσω του ΦΠΑ).
Πρόκειται για την πιο αποκρουστική όψη της κρίσης, για μαζική συνενοχή, για κοινωνική συνωμοσία που οιστρηλατεί έναν ιδιότυπο και βουβό κοινωνικό εμφύλιο πόλεμο.

Μυωπία και ουτοπία

Αυτή η λογική που μόλις περιγράψαμε, εκτός από ανάλγητη και ανήθικη, θα αποδειχθεί τελικά και άκρως αναποτελεσματική. Εκτός από μυωπική, σύντομα θα φανεί ότι είναι και ουτοπική.
Το success story ήταν και θα παραμείνει ένας μύθος, ένα τέχνασμα ώστε να κερδίσουν χρόνο οι δανειστές και οι κυβερνώντες. Γιατί αυτή η στρατιά των αναξιοπαθούντων που φορτώνεται στις πλάτες της τα μεγαλύτερα βάρη της κρίσης, ακόμα κι αν δεν αντιδράσει και δεν πάρει τις τύχες της χώρας στα χέρια της, είναι αυτή που θα καθορίσει εντέλει τις εξελίξεις.
Όσο αυτή η τάξη είναι βουτηγμένη στην ανέχεια και στην απόγνωση, τόσο θα βαθαίνει η κρίση, τόσο ο φαύλος κύκλος της ύφεσης θα αναπαράγεται συμπαρασύροντας κι άλλα κομμάτια του κοινωνικού ιστού, μικρομεσαίες επιχειρήσεις και ύστερα μεγαλύτερες, που δε θα βρίσκουν τους πελάτες και τους τζίρους που χρειάζονται για να επιβιώσουν. Όσο θα κλείνουν νοσοκομεία, σχολεία, κοινωνικές δομές, τόσο το πρόβλημα θα βαθαίνει, τα εισοδήματα θα μειώνονται, η αγοραστική δύναμη του πληθυσμού θα πέφτει και οι επιχειρήσεις θα πελαγοδρομούν.
Δεν υπάρχει τρόπος εξόδου μέσα από αυτήν τη διαδρομή. Όσοι ποντάρουν στην καταστροφή των άλλων για να επιβιώσουν, θα πέφτουν σιγά σιγά μόνοι τους στην παγίδα που έστησαν για τους άλλους.

Ποιοτική διέξοδος

Παρά την ιδεολογική σύγχυση που μας περιβάλλει, γίνεται ολοένα και πιο κατανοητό πως η κρίση δεν είναι αυτό που μας λένε ή, τέλος πάντων, δεν είναι κυρίως αυτό. Πρόκειται, πριν και πάνω απ' όλα, για κρίση αξιών: οι κοινωνίες, παρασυρμένες στη δίνη της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας-καζίνο και του life-style, έβαλαν τα κέρδη πάνω από τους ανθρώπους, τους αριθμούς πάνω από τις ζωές, το χρήμα πάνω από την ευτυχία και τη γνώση, πάνω δηλαδή από την πραγματική ευημερία.
Η λύση έγκειται στην ανατροπή αυτής της εξίσωσης: στην αλλαγή προτεραιοτήτων. Μια κοινωνία αλληλεγγύης, συλλογικότητας, πολιτισμού, καινοτομίας και γνώσης θα οδηγήσει την τραπεζοκρατία και τα χρηματιστήρια στο περιθώριο, θα επαναφέρει το χρήμα στην πραγματική του θέση, ένα μέσο ανταλλαγής, και όχι ο αυτοσκοπός του παγκόσμιου γίγνεσθαι, θα πριμοδοτήσει την παραγωγή και τη δίκαιη διανομή του πλούτου, την ισότητα, την ειρήνη, την προστασία του περιβάλλοντος.
Θα χρειαστεί να διαλέξουμε -έστω από ανάγκη- ένα άλλο μοντέλο ανάπτυξης και συνύπαρξης, πιο φτωχικό ίσως, με λιγότερα... κυβικά, αλλά στραμμένο στην ποιοτική ευημερία. Αν, βέβαια, προλάβουμε..._ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΚΑΣΔΑΓΛΗΣ

ΑΥΤΟΨΙΑ

Ας μιλήσουμε για τη Νορβηγία

Πρόκειται για συχνό παράδειγμα προς μίμηση, για μια χώρα-πρότυπο που αρνείται τις σειρήνες των ιδιωτικοποιήσεων και, «παρ' όλα αυτά», ευημερεί.

Έξω από την Εθνική Σκηνή του Μπέργκεν, δίπλα στο άγαλμα του Ίψεν, που στέκει εκεί από το 1981, συναντήσαμε τυχαία τον Δημήτρη. Ή, μάλλον, μας συνάντησε αυτός. ¶κουσε που μιλούσαμε ελληνικά και μας πλησίασε. Καθίσαμε στο γρασίδι και μας είπε την ιστορία του. Μετανάστης στη Νορβηγία, εδώ και έξι μήνες. Ευχαριστημένος, οικονομικά και ηθικά. Δε θέλει να γυρίσει πίσω. Είχε προηγηθεί μία ολόκληρη χρονιά προετοιμασίας στην Ελλάδα, κατά την οποία μάζευε λεφτά κάνοντας διπλοβάρδιες σε δουλειές του ποδαριού και μαθαίνοντας νορβηγικά. Τι τον οδήγησε σε τέτοια στοχοπροσήλωση; Ο Δημήτρης Καζάκης, αρχηγός του ΕΠΑΜ, ο οποίος εδώ και χρόνια σε ομιλίες και κείμενα παραπέμπει στη Νορβηγία ως πρότυπο ανάπτυξης για την Ελλάδα.
Και δεν είναι ο μόνος. Το ίδιο έκανε και ο Αλέξης Τσίπρας, όταν ρωτήθηκε προβοκατόρικα σε τηλεοπτική συνέντευξη ποια χώρα είναι το πρότυπό του (κι αν είναι η Αργεντινή ή η Βενεζουέλα). Αλλά και η γερμανική εφημερίδα Handelsblatt είδε στην εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων την οδό που θα επιτρέψει στην Ελλάδα να γίνει «μια νέα Νορβηγία, αλλά στη Μεσόγειο».
Το 1972 ήταν χρονιά-σταθμός για τη Νορβηγία. Ήταν η χρονιά που ο νορβηγικός λαός ψήφισε για πρώτη φορά σε δημοψήφισμα και απέρριψε την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση (τότε ακόμη ΕΟΚ). Είναι επίσης η χρονιά που η νορβηγική κυβέρνηση ίδρυσε τη Statoil, την κρατική -όπως περήφανα λέει και τ' όνομά της- εταιρεία πετρελαίου, που από τότε έως σήμερα ελέγχει την εξόρυξη και την παραγωγή πετρελαίου και εξασφαλίζει την οικονομική και κοινωνική ευημερία για αυτήν και τις επόμενες γενιές Νορβηγών, τροφοδοτώντας το αποθεματικό του περίφημου Ταμείου Πετρελαίου. Πολλοί αναλυτές ανατρέχουν σε αυτές τις δύο αποφάσεις, προσπαθώντας να ανιχνεύσουν τις αιτίες του νορβηγικού θαύματος.
Όσο κι αν η σημερινή τους οικονομική κατάσταση είναι τόσο δραματικά διαφορετική, η Νορβηγία μοιάζει με την Ελλάδα. Είναι μια μικρή χώρα της ευρωπαϊκής περιφέρειας με πολύ ιδιαίτερη γεωγραφία. Καμία άλλη χώρα της Ευρώπης δεν είναι τόσο νησιωτική, όσο η Νορβηγία και η Ελλάδα.
Είναι μια χώρα που δύο φορές στο παρελθόν (το 1972 και το 1994) έχει ψηφίσει σε δημοψήφισμα εναντίον της ένταξής της στην ΕΕ, έστω με μικρή πλειοψηφία. Και, φυσικά, για ευρώ ούτε λόγος. Κεντρικό ρόλο στην ψήφο εναντίον της ένταξης έπαιξε η προστασία των δύο εθνικών βιομηχανιών, της αλιείας και του πετρελαίου, οι οποίες, αν η χώρα ήταν μέλος της ΕΕ, θα έπρεπε να συμμορφωθούν με τους κανόνες της εσωτερικής αγοράς της ΕΕ.
Η παραξενιά των Νορβηγών, οι οποίοι σε ανύποπτο χρόνο είπαν όχι στο όνειρο της ευρωπαϊκής ιδέας, θα μπορούσε πάντως να χρησιμοποιηθεί τόσο από τους ευρωσκεπτικιστές όσο και από τους ευρωπαϊστές.
Οι ευρωπαϊστές σημειώνουν πως η χώρα είναι εκτός Ευρώπης μόνο στα χαρτιά. Σύμφωνα με την έκθεση μιας επίσημης επιτροπής, είναι κατά 75% ενσωματωμένη στους θεσμούς της ΕΕ. (Συμπτωματικά, το ίδιο ποσοστό, 75%, των πολιτών της είναι εναντίον της ένταξης της χώρας στην Ένωση...) Παράλληλα, πρόκειται για ένα από τα πιο δραστήρια και πρόθυμα μέλη του ΝΑΤΟ (πάντα πιεζόμενη από τη γειτνίαση με τη Ρωσία, στα βόρεια σύνορά της).
Η Νορβηγία μετέχει στην ΕΕ εμμέσως, δια του «Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου», ενώ είναι επίσης μέλος του Σένγκεν. Κατά μία έννοια, η Νορβηγία είναι πιο ευρωπαϊκή από τη Βρετανία. Είναι χαρακτηριστικό ότι είχε ενσωματώσει στο δίκαιό της το μεγαλύτερο μέρος των ευρωπαϊκών οδηγιών, περισσότερες ακόμα και από τα πλήρη μέλη της ΕΕ, σε ποσοστό σχεδόν 100%: το 2011 η Νορβηγία είχε ενσωματώσει 1.774 από τις 1.777 ευρωπαϊκές οδηγίες! (Μόνο η Μάλτα είχε ενσωματώσει περισσότερες).
Αλλά και αυτή η τάση είναι υπό ανατροπή, ή έστω υπό αναθεώρηση: καθώς η ευρωπαϊκή κρίση οξυνόταν, αναλόγως οξυνόταν και η απροθυμία της Νορβηγίας να παραμείνει προσδεδεμένη στο ευρωπαϊκό άρμα. Έτσι, το 2013 η Κομισιόν σε έκθεσή της απείλησε τη Νορβηγία με κυρώσεις, τόσο για τη μη ενσωμάτωση 400 νέων οδηγιών όσο και επειδή «αντιστέκεται στις προσπάθειες της ΕΕ για φιλόδοξη απελευθέρωση». Στο ίδιο μήκος κύματος, ένας Δανός ευρωβουλευτής χαρακτήρισε τη χώρα «εγωίστρια».
Για τους ευρωσκεπτικιστές, αυτή ακριβώς η υβριδική σχέση της Νορβηγίας με την ΕΕ δείχνει πως υπάρχει για τις μικρές, περιφερειακές χώρες εναλλακτικός δρόμος από την πλήρη ένταξη, μια αλά καρτ δηλαδή συμμετοχή στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα._ ΝΙΚΟΛΑΣ ΛΕΟΝΤΟΠΟΥΛΟΣ

Ο θρίαμβος του Δημοσίου
Διαδοχικές νορβηγικές κυβερνήσεις διασφάλισαν πως ο έλεγχος και η κυριότητα της εξόρυξης πετρελαίου θα παραμείνουν στα χέρια του νορβηγικού δημοσίου.
Όταν στη δεκαετία του '60 η ολλανδική Philips, σε μια εποχή που λίγοι πίστευαν πως στη νορβηγική υφαλοκρηπίδα μπορεί να υπάρχει πολύ πετρέλαιο, πρότεινε στην κυβέρνηση να πάρει έναντι αδράς αμοιβής τα δικαιώματα αποκλειστικής εκμετάλλευσης, εισέπραξε ένα μεγάλο όχι.
Αρχικά το νορβηγικό δημόσιο προσκάλεσε ξένες εταιρείες, καθώς είχε ανάγκη την τεχνογνωσία τους. Καθιέρωσε όμως τον κανόνα πως σε καμία άδεια παραγωγής δεν μπορούν οι ιδιώτες να έχουν πάνω από το 50%. Το 1972 ιδρύθηκε η Statoil και δόθηκαν δικαιώματα εξόρυξης και παραγωγής στις εταιρείες Norsk Hydro και Saga Petroleum, αμφότερες νορβηγικές. Έπειτα από διαδοχικές συγχωνεύσεις, οι τρεις εταιρείες ενώθηκαν τελικά υπό τη σκέπη της Statoil, το 2007. Με άλλα λόγια, σχεδόν μισό αιώνα μετά τις πρώτες έρευνες για υδρογονάνθρακες, η παραγωγή πετρελαίου στη Νορβηγία τελεί υπό πλήρη κρατικό έλεγχο, αφού το 67% ανήκει στο δημόσιο. Αυτό δεν αποτρέπει τη Statoil από το να είναι μία από τις πιο κερδοφόρες εταιρείες (26η στον κόσμο).
Την ώρα που η Ελλάδα διαμέσου του ταμείου αποκρατικοποιήσεων προσπαθεί να πείσει τον υπόλοιπο κόσμο πως στη χώρα βρίσκεται σε εξέλιξη «το μεγαλύτερο πρόγραμμα αποεπένδυσης στον κόσμο» (απόσπασμα από την ιστοσελίδα του ΤΑΙΠΕΔ), την ώρα που η Εθνική Τράπεζα κάνει τηλεοπτική καμπάνια με κύριο επιχείρημα τον «ιδιωτικό χαρακτήρα» της τράπεζας (παρ' ότι επί της ουσίας διασώθηκε και ανακεφαλαιοποιήθηκε με τα λεφτά των φορολογούμενων), η Νορβηγία υπερηφανεύεται για το ακριβώς αντίθετο: για το δημόσιο και εθνικό χαρακτήρα της πετρελαϊκής βιομηχανίας της.
Η προσήλωση στον δημόσιο -αλλά και εθνικό- χαρακτήρα δεν αφορά μόνο το πετρέλαιο. Όταν η Λιάνα Κανέλλη ανέφερε, κατά τη διάρκεια τηλεοπτικής εκπομπής, ότι στη Νορβηγία υπάρχουν 5.000.000 δημόσιοι υπάλληλοι, νεοφιλελεύθεροι σχολιαστές δεν έχασαν την ευκαιρία να σπάσουν πλάκα μαζί της, σχολιάζοντας πως στη Νορβηγία (μια χώρα 5,5 εκατ. ανθρώπων) οι δημόσιοι υπάλληλοι διορίζονται με τη γέννησή τους. Η κ. Κανέλλη μπορεί να έκανε λάθος στους αριθμούς, αλλά επί της ουσίας είχε δίκιο. Η Νορβηγία έχει αναλογικά σε σχέση με την Ελλάδα διπλάσιους δημόσιους υπαλλήλους και καθεστώς μονιμότητας. (Φυσικά, αυτό δε σημαίνει ότι ο δημόσιος τομέας τους είναι το ίδιο αναποτελεσματικός με τον ελληνικό.)_ Ν. Λ.

Φυλετικά ανέκδοτα τέλος!
Είναι λοιπόν όλα ανθηρά στη Νορβηγία; Η χώρα διανύει ασφαλώς την καλύτερή της στιγμή. Οι μισθοί είναι μεγαλύτεροι από ποτέ, ο κάθε Νορβηγός -στατιστικά μιλώντας- είναι εκατομμυριούχος, ο νορβηγικός λαός μετατρέπει το από αιώνες σύμπλεγμα κατωτερότητας απέναντι στους άλλους δύο Σκανδιναβούς γείτονες, τη Σουηδία και τη Δανία, σε αίσθημα υπεροψίας. Οι γείτονες Σουηδοί αναγκάζονται να μεταναστεύσουν εκεί κατά χιλιάδες, αναζητώντας καλύτερη ζωή και κατ’ ανάγκη κάνοντας τις δουλειές που οι Νορβηγοί σνομπάρουν. Τέλος τα ανέκδοτα για Νορβηγούς ψαράδες και ξυλοκόπους.
Ωστόσο, αμφιβολίες σχετικά με το μέλλον αρχίζουν να μπολιάζουν, χαμηλόφωνα ακόμη, το δημόσιο διάλογο. Σε αυτό συντελούν και οι εξωτερικές πιέσεις. Στο διεθνή Τύπο δε λείπουν οι αναλύσεις (με σαφέστατο ιδεολογικό πρόσημο) για το ότι το νορβηγικό θαύμα πλησιάζει στη λήξη του, καθώς και η γκρίνια για την εμμονή στο δημόσιο χαρακτήρα της οικονομίας, αλλά και για νουθεσίες για... «μεταρρυθμίσεις» του γενναιόδωρου συστήματος πρόνοιας. Με κεντρικό επιχείρημα ότι η οικονομία στη Νορβηγία χάνει διαρκώς σε ανταγωνιστικότητα, ιδίως συγκρινόμενη με της Γερμανίας (μα... όλοι χάνουν σε ανταγωνιστικότητα συγκρινόμενοι με τη Γερμανία), το ΔΝΤ, στην έκθεσή του για το 2013, πρότεινε και εκεί τη γνωστή συνταγή...
Και όμως, το νορβηγικό θαύμα έχει το αδύνατο σημείο του, μόνο που κατά την ταπεινή μας γνώμη δεν είναι αυτό που το ΔΝΤ υποδεικνύει. Η κυρίαρχη αφήγηση για την ευρωπαϊκή κρίση έχει οδηγήσει σε μια κεφαλαιώδη παρεξήγηση: ότι τα αίτιά της ήταν πως οι λαοί του Νότου, με πρώτους τους Έλληνες, ζούσαν πάνω και πέρα από τις δυνατότητές τους. Αυτό, φυσικά, ήταν πέρα για πέρα σωστό σε ό,τι αφορά το δημόσιο χρέος. Στον προηγούμενο Αντίλογο αποδείξαμε ότι το ιδιωτικό χρέος των Ελλήνων, είτε ως νοικοκυριών είτε ως επιχειρήσεων, είναι κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Το ακριβώς αντίθετο πρόβλημα απασχολεί τη Νορβηγία. Λόγω της χρηστής διαχείρισης του αποθεματικού του Ταμείου Πετρελαίου, το δημόσιο χρέος είναι εξαιρετικά χαμηλό, παρά το πλούσιο κράτος πρόνοιας. Παρασυρμένοι, όμως, οι Νορβηγοί από την ευημερία των τελευταίων ετών, και με το υψηλό κίνητρο των χαμηλών επιτοκίων, έχουν προσφύγει σε ιδιωτικό δανεισμό-ρεκόρ..._ Ν. Λ.