H Lotus παραμένει ένα στολίδι για την παγκόσμια αυτοκινητοβιομηχανία, με παρακαταθήκη την ένδοξη πορεία της για επτά και πλέον δεκαετίες στον κόσμο των τεσσάρων τροχών.
Όπως ο Enzo Ferrari, έτσι και ο ιδιοκτήτης της Lotus Colin Chapman, ανίχνευσε την ανάγκη ανάπτυξης εξειδικευμένων μοντέλων παραγωγής, η πώληση των οποίων θα του εξασφάλιζε κεφάλαια για τη συμμετοχή στους αγώνες. Ο Βρετανός είχε διαφορετική κοσμοθεωρία από τον Ιταλό, ακολουθώντας άλλους δρόμους από εκείνον στο σχεδιασμό και στην υλοποίησή τους.
H Lotus γεννήθηκε στα δάση της Μεγάλης Βρετανίας, αμέσως μετά τον WWII, όταν ο Colin Chapman ξεχώριζε στα trials της εποχής με ένα Austin τροποποιημένο από τον ίδιο. Ιδρύθηκε επίοημα το 1952, με αρχική έδρα το γκαράζ στο πατρικό του σπίτι.
Ο «Γέρος του Μαρανέλο» πίστευε στους μεγάλους 8κύλινδρους και 12κύλινδρους κινητήρες. Ο Colin όμως ήταν σίγουρος ότι με ένα ελαφρύ πλαίσιο και μικρού κυβισμού κινητήρες μπορείς να χτίσεις ένα ευχάριστο οδηγικά σπορ αυτοκίνητο, χωρίς να είναι απαραίτητες οι εξωφρενικές τελικές ταχύτητες και οι ακραίες επιταχύνσεις. Η ιστορία απέδειξε πως και οι δύο είχαν δίκιο…

ΤΟ ΞΕΚΙΝΗΜΑ
Τη χρονιά που παρουσιάστηκε η πρώτη Elite (1957), η Lotus είχε μία δεκαετία επιτυχημένης δραστηριότητας στην Aυτοκίνηση. Ήταν μάλιστα έτοιμη να εισβάλει στον κόσμο της F1, από τον οποίο μόνο οφέλη θα μπορούσε να αποκομίσει. Ήδη τότε υπήρχε στην παραγωγή το Super Seven, η απόλυτη «παιχνιδομηχανή» της δεκαετίας του ’50.

Μπορεί να ασκούσε μεγάλη γοητεία στους εραστές της οδήγησης, πλην όμως δεν μπορούσε να θεωρηθεί αυτοκίνητο με την ορθολογική έννοια. Αυτή την ανάγκη κάλυψαν τα τρία πρώτα σπορ μοντέλα της εταιρείας, τα οποία τη χαρακτήρισαν για τα επόμενα είκοσι χρόνια. Το διθέσιο coupe Εlite, γνωστό και ως «Type 14» στο γενεαλογικό δέντρο της Lotus, παρουσιάστηκε στο Εarls Court.

Jim Clark – Ένσς αξέχαστος πρωταθλητής στο τιμόνι της αγωνιστικής Elite
Είχε αυτοφερόμενο πλαίσιο και αμάξωμα κατασκευασμένο από ενισχυμένο πλαστικό. Για τον κινητήρα ο Chapman απευθύνθηκε στην Coventry-Climax, λόγω της επιτυχημένης συνεργασίας τους στους αγώνες. Όσον αφορά τα οικονομικά οφέλη από αυτήν, το αποτέλεσμα δεν ήταν το αναμενόμενο: το κόστος του αμαξώματος ήταν μεγάλο και δημιουργούσε ζημία, ενώ παρατηρήθηκαν και ρωγμές εξαιτίας των ιδιαιτεροτήτων του υλικού κατασκευής. Aυτά επέφεραν τη διακοπή της παραγωγής της το 1963. Έντεκα χρόνια αργότερα, η ονομασία επανήλθε στην γκάμα της Lotus, σε ένα διαφορετικής φιλοσοφίας τετραθέσιο σπορ μοντέλο.

ELAN
Στην Elan, που διέθετε ανεξάρτητη ανάρτηση και δισκόφρενα σε όλους τους τροχούς, εκφράστηκε ακόμη περισσότερο η φιλοσοφία «περί ελάχιστου δυνατού βάρους». O 4κύλινδρος σε σειρά κινητήρας της ήταν ο Twin-Cam της Ford, που κατασκευαζόταν στο Κεντ, με τις παρεμβάσεις της Cosworth. Το 1967 η Lotus παρουσίασε την «Εlan+2», που διέθετε μακρύτερο μεταξόνιο (2.450 χλστ.) και επιπλέον δύο θέσεις, η οποία δεν αλλοίωνε το σπορ πνεύμα της εταιρείας. Οι 17.000 μονάδες παραγωγής που αρίθμησαν όλες οι Εlan, αποτέλεσαν μεγάλη εμπορική επιτυχία. To 1989 η ονομασία επέστρεψε, με τους κινητήρες της Isuzu, ενώ η πρώτη γενιά αποτέλεσε τον «οδηγό» για τη σχεδίαση του Μazda «MX-5».

ΕUROPA
Ο σχεδιασμός της Εuropa («Type 46») ξεκίνησε το 1963, με υπεύθυνο προγράμματος τον Ρον Χίκμαν. Το πρώτο αυτοκίνητο της σειράς παρουσιάστηκε τον Δεκέμβριο του 1966, με την ονομασία S1. Ο τοποθετημένος στο κέντρο κινητήρας ήταν του Renault «16», διαμορφωμένος να αποδίδει 82 ίππους, ενώ συνδυαζόταν με χειροκίνητο κιβώτιο 4 σχέσεων. Οι επιδόσεις του ήταν εξαιρετικές· σε αυτό βοηθούσε και το χαμηλό του βάρος, που ήταν 686 κιλά. H δεύτερη γενιά (S2) εμφανίστηκε τον Απρίλιο του 1968.

Ο κινητήρας ήταν ίδιος, αλλά υπήρχαν ορισμένες «πολυτέλειες», όπως ηλεκτρικά παράθυρα και δερμάτινη επένδυση. Διαφορετική ήταν η επόμενη σειρά, που παρουσιάστηκε το 1971 με τον twin cam των 1.558 κ.εκ. της Cosworth. Η έκδοση «ΤC» απέδιδε 105 ίππους και εφοδιαζόταν με κιβώτιο 4 σχέσεων της Renault (από το 1973 με 5άρι). Η έκδοση «ΤC Special» (Lotus Big Valve) απέδιδε 126 ίππους, ζύγιζε 740 κιλά και ανέπτυσσε τελική ταχύτητα 203 χλμ./ώρα. Έως το 1975, η συνολική παραγωγή όλων των Εuropa ήταν 9.030 αυτοκίνητα. Τον Ιούλιο του 2006 η ονομασία εμφανίστηκε και πάλι στην γκάμα της εταιρείας.

ESPRIT
O αντικαταστάτης της Europa αποδείχθηκε ένα μοντέλο μακράς πνοής για την εταιρεία, καθώς έμεινε στην γκάμα της για 28 χρόνια (1976-2004). Παρουσιάστηκε στo Τορίνο το 1972 ως κόνσεπτ στο οποίο ο Τζουτζάρο είχε εφαρμόσει όλες τις νεωτεριστικές ιδέες του: Το στιλ σχεδιασμού «folder paper» που υιοθέτησε ήταν δική του επινόηση, την οποία είδαμε νωρίτερα στην Porsche Tapiro. Βάση για το πρωτότυπο ήταν ένα επιμηκυμένο πλαίσιο της Europa, ενώ η αρχική ονομασία Kiwi απορρίφθηκε, επειδή όλα τα ονόματα των μοντέλων της Lotus έπρεπε να ξεκινούν με το γράμμα Ε. Η πρώτη Esprit εμφανίστηκε το 1975 στο Παρίσι. Κωδικοποιημένη ως S1, σύμφωνα με την παράδοση που δημιούργησε η Europa, είχε πλαίσιο από χάλυβα και αμάξωμα από fiberglass. Με 160 ίππους στην Ευρώπη και 140 στις ΗΠΑ, συνδυαζόταν με το εξελιγμένο κιβώτιο της Citroen SM, το οποίο χρησιμοποιούσε και η Maserati Merak. H πιο δημοφιλής από όλες τις S1 δεν είχε… τροχούς, αφού είχε πρωταγωνιστήσει το 1977 διαμορφωμένη ως υποβρύχιο στην ταινία του James Bond. Η κατάσκοπος που με αγάπησε. Η δεύτερη σειρά της Esprit, που κυκλοφόρησε το 1978, έφερε πολλές βελτιώσεις που ενίσχυσαν τον χαρακτήρα του μοντέλου. Μεταξύ αυτών οι ζάντες αλουμινίου Speedline, που σχεδιάστηκαν ειδικά για τη Lotus. Το 1979, με τις επιτυχίες της Lotus 79 στη F1, παρουσιάστηκαν οι εκδόσεις JPS. Bαμμένες στα χρώματα της John Player Special, oι επετειακές Esprit αρίθμησαν 149 μονάδες.

ΣΤΟ ΧΕΙΛΟΣ ΤΗΣ ΑΒΥΣΣΟΥ…
Το 1980, η παραγωγή της Lotus είχε μειωθεί από 1.200 μονάδες ετησίως σε μόλις 383. Η επίδοση αυτή ήταν αποτέλεσμα της παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης σε συνδυασμό με την κατάρρευση των πωλήσεων στις ΗΠΑ και την περιορισμένη ανάπτυξη της γκάμας μοντέλων. Με στόχο την επιστροφή στην αγορά της Βόρειας Αμερικής, ιδρύθηκε μια ξεχωριστή αμερικανική εταιρεία, η Lotus Performance Cars Inc. Το σχήμα αυτό κατάφερε να προσφέρει νέα κεφάλαια στη μητρική εταιρεία. Τον Δεκέμβριο του 1982, ο Τσάπμαν πέθανε από καρδιακή προσβολή σε ηλικία 54 ετών. Την εποχή εκείνη είχε εμπλακεί στο σκάνδαλο της De Lorean σχετικά με τη χρήση των επιδοτήσεων της κυβέρνησης για την παραγωγή του DMC, για το οποίο η Lotus είχε σχεδιάσει το σασί. Η εταιρεία βρέθηκε κοντά στη χρεοκοπία, ωστόσο μια καλή διαπραγμάτευση με την εφορία και η προσέλκυση κάποιων νέων επενδυτών πρόσφεραν μια ολιγόχρονη παράταση ζωής.

ΑΠΟ ΤΗΝ ESSEX TURBO ΣΤΗN PROTON
Από το 1980 κυκλοφορούσε η πρώτη υπερτροφοδοτούμενη Esprit, η Essex Τurbo, με τον κινητήρα των 2.2 λίτρων να αποδίδει 210 ίππους. Μέτρησε 45 μονάδες παραγωγής, με δύο από αυτές να πρωταγωνιστούν σε ακόμη ένα φιλμ του Τζέιμς Μποντ, το Για τα μάτια σου μόνο. Τον Απρίλιο του 1981 εμφανίστηκε η τρίτη σειρά (S3), που κληρονόμησε ένα μεγάλο μέρος της αεροδυναμικής διαμόρφωσης της Essex. Το 1987 ο Πίτερ Στίβενς, o άνθρωπος που έβαλε τις τελικές πινελιές στην τριθέσια McLaren F1, ανέλαβε τον επανασχεδιασμό της Esprit. Για να γίνει αυτό, χρειάστηκε να ξεπεραστεί η αδυναμία εξεύρεσης νέων κεφαλαίων, με την πώληση του 91% των μετοχών του Group Lotus και της αμερικανικής εταιρείας τον Οκτώβριο του 1986 στην General Motors, έναντι 22,7 εκατ. λιρών.

Το 1990 παρουσιάστηκε η ισχυρότερη μέχρι τότε 4κύλινδρη Esprit, η 300 Sport, με απόδοση 300 ίππων. Η Εsprit του Stevens έγινε επίσης πρωταγωνίστρια μέσω του φιλμ The Pretty Woman, μετά την άρνηση των Ferrari και Porsche να εμπλακούν σε ταινία που αναφερόταν σε μια πόρνη. Όμως, οι πωλήσεις της Esprit τριπλασιάστηκαν το 1990 και το 1991, ενώ το αυτοκίνητο έλαβε μέρος και στο Βασικό ένστικτο…

Η πέμπτη και τελευταία σειρά κυκλοφόρησε το 1993. Η καταλυτική αλλαγή για το μοντέλο ήρθε το 1996, καθώς δέχτηκε για πρώτη φορά τον νέο V8 κινητήρα, ισχύος 349 ίππων. Από το 2000 ο V8 ήταν ο μοναδικός κινητήρας του μοντέλου, που σταμάτησε να παράγεται τον Φεβρουάριο του 2004, αριθμώντας συνολικά 10.576 μονάδες. Mέχρι τότε είχαν επέλθει άλλες δύο μεταβολές στο ιδιοκτησιακό καθεστώς, καθώς τον Αύγουστο του 1993 η GM πούλησε την εταιρεία αντί 30 εκατ. λιρών στην A.C.B.N. Holdings S.A., η οποία ελεγχόταν από τον Ρομάνο Αρτιόλι, ιδιοκτήτη της Bugatti. Το 1996 το πλειοψηφικό μερίδιο της Lotus μεταβιβάστηκε στη μαλαισιανή Proton.

H LOTUS ΣΤΟΝ 21Ο ΑΙΩΝΑ
Στη νέα χιλιετία, η Lotus εξακολούθησε να εντυπωσιάζει τον κόσμο της αυτοκίνησης, με τις γοητευτικές Elise και Exise. Τον Μάιο του 2017 η κινεζική Geely ανακοίνωσε την απόκτηση του 51% της Lotus, με το υπόλοιπο 49% να καταλήγει στην Etika Automotive, εταιρεία του κύριου μετόχου της Proton. Στις ημέρες μας συνεχίζει το ταξίδι της στις νέες τεχνολογίες σημαντικά ενισχυμένη, επιδιώκοντας να καταπλήξει ξανά…







