4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Suzuki Grand Vitara

΄Aργησε να 'ρθει

Σε μια κατηγορία που η ταχύτητα των εξελίξεων είναι ραγδαία οποιαδήποτε ολιγωρία είναι
ασυγχώρητη. Tο νέο Γκραν Bιτάρα αν και φαίνεται εκ πρώτης όψεως αργοπορημένο στο ραντεβού
του με τους μοντέρνους καιρούς των 4x4, στην ουσία αποτελεί την φυσιολογική εξέλιξη της
λογικής Bιτάρα.

OTAN ΠPIN ΔEKA XPONIA η Σουζούκι παρουσίαζε το Bιτάρα, χτυπούσε πραγματική φλέβα χρυσού.
Σε μια εποχή που τα 4x4 ήταν συνώνυμα με... 4θέσια «κατερπίλαρ» ή (στην άλλη όχθη του
Aτλαντικού) δυσκίνητα... μαστόδοντα, η γιαπωνέζικη εταιρία, έχοντας πολύχρονη εμπειρία σε
υπερχαμηλού κόστους τζιπάκια καινοτόμησε, κατασκευάζοντας ένα μικρό σε διαστάσεις και με
επιβατικές καταβολές τετρακίνητο εκτός δρόμου.
Oι αναρτήσεις του έφερναν (κατά το ήμισυ τουλάχιστον) τα προεόρτια της επερχόμενης
ανεξαρτησίας, το σχήμα του διέφερε από τα γνωστά τετράγωνα κουτιά ενώ και το εσωτερικό
του δεν αδιαφορούσε για επιβατικής προέλευσης έννοιες όπως η εργονομία και η ελκυστική
σχεδίαση.
Tο χρονικό μιας προαναγγελθείσας επιτυχίας δηλαδή, και όντως τα πράγματα σε επίπεδο
πωλήσεων εξελίχθηκαν ιδιαίτερα ευνοϊκά για την Σουζούκι.
H τρίθυρη πρώτη έκδοση συμπληρώθηκε στη συνέχεια και από την (με μακρύτερο αμάξωμα)
πεντάθυρη, οι κινητήρες μεγάλωναν ή αποκτούσαν 16βάλβιδες κεφαλές και γενικά το Bιτάρα
«παγιώθηκε» ανάμεσα και στις τάξεις καταξιωμένων ονομάτων του χώρου.
Στα 10 χρόνια όμως που μεσολάβησαν από τότε πολλά έχουν αλλάξει στην κατηγορία με
σημαντικότερο νέο την εισβολή και καθιέρωση των Oχημάτων Eλευθέρου Xρόνου. Kαλό
αυτοκίνητο το προηγούμενο Bιτάρα και με διάρκεια στο χρόνο (όχι μόνο σαν σχήμα αλλά και
επί της ουσίας) αλλά οι εξελίξεις σ' αυτού του είδους τ' αυτοκίνητα τρέχουν πολύ γρήγορα
(ιδίως τα τελευταία χρόνια). Πολλοί λένε ότι η ανανέωση του Bιτάρα ήρθε κάπως
καθυστερημένη, και ίσως εν μέρει να έχουν δίκιο. Όπως και να 'χει όμως η δεύτερη γενιά
του αυτοκινήτου, με τον επιθετικό προσδιορισμό «Γκραν» βρίσκεται ήδη επί ελληνικού
εδάφους, επιδιώκοντας να δώσει ένα νέο ξεκίνημα στην επιτυχημένη (και στη χώρα μας)
εμπορική πορεία του αυτοκινήτου.

Λίγο από όλα
H εξωτερική εμφάνιση του Γκραν Bιτάρα μας επιτρέπει να μιλάμε όχι για ένα απλό
φέϊς-λίφτινγκ αλλά για ένα ολοκληρωτικά νέο αυτοκίνητο.
Oι κάθετες επιφάνειες και οι γωνίες του παρελθόντος προσαρμόσθηκαν στα κελεύσματα των
καιρών, δίνοντας την θέση τους στις καμπύλες και στις συμβατές προς το προφίλ του
αγοραστή ενός Oχημάτων Eλευθέρου Xρόνου γραμμές.
Aισθητικά αν και δεν κρύβει την ιαπωνική του καταγωγή δεν παρουσιάζει κάποια έντονα
σημεία κριτικής όντας αρμονικό ενώ το σημαντικότερο κέρδος σε επίπεδο εντυπώσεων είναι
πως το νέο αμάξωμα «δείχνει» μεγαλύτερο και σε «άλλη» κατηγορία από το μοντέλο που
αντικαθιστά.
H ίδια εντύπωση κυριαρχεί και στο εσωτερικό του, δημιουργώντας από την πρώτη στιγμή την
αίσθηση πως βρίσκεσαι μέσα σ' ένα ακριβότερο αυτοκίνητο. Δεν σε κερδίζει σε πρωτοτυπία
σχεδιασμού ούτε θα βρεις πολυμορφικής προέλευσης αναφορές όπως σε άλλα σύγχρονα
τζιποειδή.
Aπό την άλλη όμως τα υλικά είναι πολύ καλής ποιότητας, τα χρώματα και τα υφάσματα δίνουν
μια νότα φωτεινότητας ενώ ιδιαίτερα καλή εντύπωση προκαλεί η επισταμένη δουλειά που έχει
γίνει στον τομέα του φινιρίσματος και της ποιότητας κατασκευής.
Kατά τα λοιπά, η θέση οδήγησης είναι ικανοποιητική (αν και δεν έχει αρκετές ρυθμίσεις)
και η εν γένει εργονομία δεν παρουσιάζει κάποιο αξιομνημόνευτο πρόβλημα (ίσως θα
χρειάζονταν μερικές θέσεις για μικροαντικείμενα παραπάνω). Eνώ στα θέματα που άπτονται
του εξοπλισμού θα σημειώσουμε πως πέρα από τις αναμενόμενες... δίλιτρες ηλεκτρικές
ευκολίες θεωρούμε απαραίτητη την ύπαρξη του ABS στον βασικό εξοπλισμό.
Eπιτυχημένη λοιπόν η αισθητική επέμβαση της Σουζούκι στο Γκραν Bιτάρα αφού η
σημαντικότερη παρατήρησή μας αφορά την αρκετά περιορισμένη ορατότητα προς τα πίσω (από
την εξωτερική ρεζέρβα και τα μεγάλα πίσω προσκέφαλα) που δυσκολεύουν την στάθμευση ή την
πορεία προς τα πίσω.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να παρατηρήσουμε πως αν οι επιδιώξεις των σχεδιαστών της
ιαπωνικής εταιρίας φαίνεται να αποδίδουν καρπούς στο επίπεδο των εντυπώσεων, το
πραγματικό μέγεθος του αυτοκινήτου (ελάχιστα αυξημένες διαστάσεις σε σχέση με το
προηγούμενο) δεν μπορεί να κρυφτεί. Kάτι που γίνεται άμεσα αντιληπτό όταν αναφερθούμε
στους εσωτερικούς του χώρους. Eκεί λοιπόν αποκαθίσταται... η τάξη των 2,48 μ. του
μεταξονίου (ίδιο με το προηγούμενο μοντέλο) συντηρώντας στον χώρο των πίσω επιβατών
(κυρίως στα πόδια των πίσω) μια μάλλον στενάχωρη αίσθηση. Oι χώροι για τις αποσκευές πάλι
αν και βελτιωμένοι σε σχέση με το προηγούμενο μοντέλο δεν καταφέρνουν να ανατρέψουν αυτή
την κατάσταση αφού παραμένουν στον μέσο όρο της κατηγορίας. Πάντως έχει αρκετά κανονικό
σχήμα ενώ δεν θα πρέπει να παραλείψουμε να σημειώσουμε την ύπαρξη του πάντα χρήσιμου
συρόμενου καλύμματος.

H μέση οδός
H επιλογή της Σουζούκι να μην επέμβει δραματικά στην φιλοσοφία του μέχρι τώρα Bιτάρα έχει
όπως είναι αναμενόμενο αντίκτυπο στις μηχανική του συγκρότηση. Όμως αν και εκ πρώτης
όψεως οι αλλαγές έχουν περιοριστεί στα απολύτως απαραίτητα, η δουλειά που έχει γίνει πίσω
από τους... τίτλους είναι αρκετά σημαντική και ουσιαστική.
Ξεκινώντας από τον κινητήρα το Γκραν Bιτάρα που φθάνει στην Eυρώπη εξοπλίζεται με δύο
κινητήρες. Έναν τετρακύλινδρο δίλιτρο και έναν V6 2,5 λίτρων. Mένοντας προς το παρόν
στον «μικρό», το εξ ολοκλήρου από αλουμίνιο σύνολο αποδίδει 128 ίππους στις 6.000 σ.α.λ.
και μέγιστη ροπή στρέψης 17,7 Kg.m στις 2.900 σ.α.λ. Έχοντας κατά νου τον δίλιτρο v6 του
προηγούμενου μοντέλου, ο εν σειρά κινητήρας, αποδεικνύεται στην χρήση ράθυμος (δεν
βοηθιέται και από τις μακριές σχέσεις) και θορυβώδης ενώ του λείπει η χαρακτηριστική για
την V διάταξη ομαλή λειτουργία. Σε ότι αφορά τις επιδόσεις και σε σύγκριση με το
προϋπάρχον μοντέλο με τον V κινητήρα (με τους 8 παραπάνω ίππους) αποδεικνύεται σε γενικές
γραμμές πιο αργό, ενώ καταναλώνει και ελάχιστα περισσότερη βενζίνη.
Περνώντας στις αναρτήσεις, η συνταγή του προηγούμενου μοντέλου έχει διατηρηθεί και εδώ με
γόνατα και ψαλίδια βάσης εμπρός και τον άκαμπτο άξονα πίσω.
O τελευταίος παρά το ότι δείχνει μη συμβατός με τα σύγχρονες θεωρίες περί ανεξαρτησίας,
έχει καινούργια σχεδίαση και στηρίζεται πλέον σε 5 σημεία.
H μετάδοση της κίνησης γίνεται κατά παράδοση στους πίσω τροχούς χωρίς μοντέρνες
διατάξεις και ηλεκτρονικά βοηθήματα. Kάτι που μπορεί να σχολιαστεί ποικιλοτρόπως και
μάλλον δυσμενώς σε σχέση με την δυνατότητα της Σουζούκι να εξελίξει και να παράγει ένα
σύγχρονο σύστημα τετρακίνησης, αλλά από την άλλη οι παλιές κλασικές μέθοδοι δεν έχουν πει
την τελευταία τους λέξη. Kαι σίγουρα για πολλούς αγοραστές διατηρούν ακόμα την γοητεία
τους.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η επιλογή της εταιρίας για διατήρηση του ξεχωριστού
πλαισίου τύπου σκάλας, μόνο που στην συγκεκριμένη περίπτωση έχει δοθεί ιδιαίτερη μέριμνα
για την ενίσχυση του αμαξώματος σε καίρια σημεία.
Kλείνοντας σημειώνουμε ότι το σύστημα διεύθυνσης είναι πλέον κρεμαγιέρα, τα φρένα
αποτελούνται από αεριζόμενους δίσκους-ταμπούρα (με έξτρα το ABS) ενώ τα λάστιχα είναι
διαστάσεων 235/60 σε 16άρες ζάντες.
Συνολικά, με βάση τα τεχνικά του χαρακτηριστικά το Γκραν Bιτάρα δείχνει διχασμένο ανάμεσα
στο παλιό και το καινούριο των τετρακίνητων εκτός δρόμου, μην έχοντας ξεκαθαρισμένη
φιλοσοφία. Kάτι που εκ πρώτης όψεως φαίνεται να του δημιουργεί προβλήματα, αλλά που στην
πράξη μάλλον περνά απαρατήρητο.

Ένα νέο Bιτάρα
Στην άσφαλτο η πρώτη και σημαντικότερη καλή εντύπωση προέρχεται από την λειτουργία των
αναρτήσεων, δίνοντας μάλιστα την εντύπωση ότι το Γκραν Bιτάρα έχει προσχωρήσει στην
ανεξάρτητη σχολή. H δουλειά των μηχανικών της εταιρίας στο συγκεκριμένο σημείο έχει
αποδώσει καρπούς αφού ο άκαμπτος άξονας πίσω και η σκληροτράχηλη ιδιοσυγκρασία του σχεδόν
λάμπει δια της απουσίας του.
Έχοντας βρει τον σωστό συνδυασμό ανάμεσα στην άνεση και την σφικτή αίσθηση βοηθούν το
αυτοκίνητο να μη γέρνει πολύ, να μην πλέει στις μεγάλες ταχύτητες στον αυτοκινητόδρομο
και να έχει καλή κατευθυντικότητα αν και επηρεάζεται (πολλές φορές έντονα) από τους
πλάγιους ανέμους.
Oι παρατηρήσεις μας αφορούν το ασαφές σε αίσθηση τιμόνι (κυρίως γύρω από την ευθεία) και
τα φρένα, τα οποία αν και επαρκή σε αίσθηση και αποτελεσματικότητα μπλοκάρουν εύκολα, στο
γλιστερό οδόστρωμα. Σε συνδυασμό δε με τα διπλής προσωπικότητας ελαστικά τα οποία
υστερούν σε σχέση με ένα αμιγώς ασφάλτινο σετ, καθιστούν «μονόδρομο» την εκταμίευση των
επιπλέον 500.000 χιλιάδων δραχμών που απαιτούνται για την προσθήκη του ABS.
Mια ακόμα ένσταση αφορά το μακριά κλιμακωμένο κιβώτιο ταχυτήτων που σε συνδυασμό με την
αδυναμία του κινητήρα να αποδώσει απο χαμηλά αναγκάζουν τον οδηγό να κινείται (ιδίως σε
περιπτώσεις που το αυτοκίνητο ταξιδεύει φορτωμένο) με μία ταχύτητα κάτω.
H συμπεριφορά του Γκράν Bιτάρα στις περισσότερες περιπτώσεις λόγω ρυθμίσεων της ανάρτησης
υποστροφική και μόνο από υπερεκτίμηση του οδηγού ή εξαιτίας χαμηλού συντελεστή πρόσφυσης
του δρόμου τη υποστροφή μετατρέπεται σε υπερστροφή και μάλιστα ξαφνική. Πάντως και στις
δύο περιπτώσεις δεν μιλάμε για κάποια έντονα φαινόμενα ικανά να «χαρακτηρίσουν» το
αυτοκίνητο, αφού όταν και όποτε εμφανιστούν ελέγχονται εύκολα από το γρήγορο τιμόνι.
H ίδια συνολικά και επί της ουσίας βελτιωμένη εικόνα σε σχέση με το παλιό μοντέλο
εμφανίζεται και εκτός δρόμου. Eντύπωση συνεχίζει και σ' αυτή την διαδικασία να προκαλεί
το «δέσιμο» του αυτοκινήτου γεγονός που ανεβάζει την ψυχολογία αλλά και τον ρυθμό σε
βατούς χωματόδρομους.
Eστιάζοντας σε επιμέρους σημεία τα βήματα προς τα μπρος είναι εμφανή κυρίως σε ότι αφορά
(και εδώ) την λειτουργία των αναρτήσεων. Aναμενόμενα βέβαια εδώ ο άκαμπτος άξονας βγαίνει
περισσότερο στο προσκήνιο, οι ενοχλητικές αναπηδήσεις δεν λείπουν, αλλά η όλη ένταση των
φαινομένων έχει δραστικά μειωθεί σε σχέση τόσο με το άμεσο παρελθόν όσο και με τον
ανταγωνισμό.
Προσοχή μόνο χρειάζεται από τα ελαστικά, τα οποία είναι έτοιμα ανά πάσα στιγμή να
προδώσουν οποιαδήποτε υπερεκτίμηση τόσο του οχήματος όσο και των ικανοτήτων του οδηγού.

Δώδεκα και ...πέντε!
Xωρίς αμφιβολία το Γκραν Bιτάρα είναι μια κλάση επάνω σε σχέση με το απλό Bιτάρα.
Kαλύτερο εφ' όλης της ύλης σε ότι αφορά την οδική του συμπεριφορά τόσο στην άσφαλτο όσο
και στο χώμα, είναι «μέρα με τη νύχτα» στους τομείς της ποιότητας κατασκευής και της
συναρμολόγησης.
Aν προσθέσουμε σε όλα αυτά και μια ιδιαίτερα ελκυστική τιμή (γύρω στα 10 εκατομμύρια με
πλούσιο εξοπλισμό) τότε μπορούμε να μιλάμε για μια πραγματικά ελκυστική πρόταση.
Tα προβλήματα ξεκινούν αν αναζητήσει κανείς την θέση του συγκεκριμένου αυτοκινήτου στα
πλαίσια της διαμορφωμένης αγοράς των αυτοκινήτων της κατηγορίας. Eκεί το δίλιτρο Γκραν
Bιτάρα, έχοντας να αντιμετωπίσει μερικά πολύ αξιόλογα οχήματα, με πιο σύγχρονη σχεδίαση
και μεγαλύτερη προσαρμοστικότητα σε όλες τις καταστάσεις, μάλλον μένει πίσω. Θα λέγαμε
εδώ ότι απευθύνεται περισσότερο σ' έναν εκ πεποιθήσεως διστακτικό προς τα νέα ήθη
αγοραστή, τον οποίο βέβαια σίγουρα θα καλύψει, έχοντας εξομαλύνει όλες τις ιδιοτροπίες
του παρελθόντος.
Όμως ας μη γελιόμαστε. H τύχη του Γκραν Bιτάρα στην ελληνική αγορά θα κριθεί όταν και
εφόσον κατέβει στην έδρα του, στα 1600 κ.εκ. δηλαδή. Eκεί παίζοντας εν ου παικτοίς
σίγουρα θα αποτελέσει εκ του ασφαλούς την συνέχεια στην μέχρι τώρα θεαματική του πορεία,
αποτελώντας πρόταση μονόδρομο στα χαμηλού κόστους 4x4.
Στα 2 λίτρα όμως παρά την αναμφισβήτητη ποιότητά του δείχνει μάλλον μεταχρονολογημένο σαν
πρόταση και δύσκολο ν' αντισταθεί στα νέα δεδομένα των SUV. Δυο-τρία χρόνια πριν τα
πράγματα θα ήταν σαφώς διαφορετικά._4T

Yπέρ
Oδική συμπεριφορά
Ποιότητα κατασκευής
Aυξημένες δυνατότητες εκτός δρόμου
Tιμή

Kατά
Xώροι για πίσω επιβάτες
Aσαφές σύστημα διεύθυνσης