4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Ο άνθρωπος με το μπαστούνι

«Στο διάστημα της θεραπείας, να περπατάτε όσο γίνεται λιγότερο, να αποφεύγετε τις σκάλες… Α, και καλού-κακού, πάρτε ένα μπαστούνι…»
«Μπαστούνι;» «Ναι, για να μην επιβαρύνετε το πόδι σας… Θα σας ξαναδώ σ' ένα μήνα».

ΠPIN από κάμποσους μήνες, επανήλθε δριμύτερος ένας έντονος πόνος στο γόνατό μου, ηδύτατον κατάλοιπον, ως φαίνεται, παλαιών αθλητικών ενασχολήσεων. Βρέθηκα ―αναγκαστικά― στον προθάλαμο ιατρού σχετικού με τα ορθοπεδικά (προκειμένου για την αφεντιά μου: «ορθοπαιδικά») και περίμενα υπομονετικά παρέα με πολλούς ποδοσφαιριστές της Β' Εθνικής, όπως συνάγεται από τις σχετικές συζητήσεις, τις οποίες παρακολούθησα, ενώ περιεργαζόμουν περιοδικά του '97 που υπήρχαν στο τραπεζάκι (έχω παρατηρήσει πως, στα ιατρεία, όλα τα τσαλακωμένα από το ξεφύλλισμα τεύχη των περιοδικών είναι περασμένων ημερομηνιών, ίσως για να θυμίζουν στους ασθενείς πρότερες ημέρες αθωότητας, τότε που ήσαν ακόμα υγιείς). «Μηνίσκος» απεφάνθη ο αθλητίατρος, και αισθάνθηκα μεμιάς να μου βγάζει κόκκινη κάρτα, όχι προς τα αποδυτήρια, αλλά προς το χειρουργείο. «Πρέπει να εγχειριστείτε εν τάχει» μου είπε, κροταλίζοντας τη γλώσσα του και τα ελληνικά του. Αμάθητος από χειρουργεία, αλλά και προσπαθώντας να αποφύγω την περιττή εμπειρία στα νοσοκομεία μας, άρχισα να εκλιπαρώ (θα το έκανα και γονυπετής, αν δεν πονούσα) για κάποια φαρμακευτική αγωγή. «Καλώς. Αφού επιμένετε, θα σας δώσω μια αγωγή με αντιφλεγμονώδη». Μετά, κοιτάζοντάς με ασκαρδαμυκτί, είπε: «Κι επειδή σας βλέπω όχι και τόσο θαρραλέο, μη φοβηθείτε με τις παρενέργειες που θα διαβάσετε στις οδηγίες ότι έχουν… Αρκεί να δείτε τί γράφουν ακόμα και για την ασπιρίνη…» Τον κοίταξα με ευγνωμοσύνη, κι εκείνος, γράφοντας τη συνταγή, πρόσθεσε: «Στο διάστημα της θεραπείας, να περπατάτε όσο γίνεται λιγότερο, να αποφεύγετε τις σκάλες… Α, και καλού-κακού, πάρτε ένα μπαστούνι…» «Μπαστούνι;» «Ναι, για να μην επιβαρύνετε το πόδι σας… Θα σας ξαναδώ σ' ένα μήνα».
Από την επομένη, η ζωή μου άλλαξε, μια και για αρκετό διάστημα αισθανόμουν σαν Τειρεσίας που προέβλεπε με υποστήριξη ράβδου το μέλλον μου. Η αρχική συστολή ―ένιωθα λίγο σαν μαθητής Ωδείου που κυκλοφορεί κρατώντας θήκη με βιολοντσέλο― έγινε ευφρόσυνη αγαλλίαση. «Μην περιμένετε στην ουρά· περάστε κατευθείαν στο ταμείο» μου είπε η υπάλληλος της Τράπεζας, ενώ τριάντα τουλάχιστον άτομα με κοίταζαν ζηλόφθονα. Την ίδια αντιμετώπιση είχα και σε δημόσιες υπηρεσίες, όπου η κατάσταση του κοπαδιού ήταν ακόμα χειρότερη. «Περάστε εσείς» μου είπε η κυρία στο check-in του αεροδρομίου κι, ενώ παρέκαμπτα ουρά 15 μέτρων, πρόσθεσε σε κάποιον που τόλμησε να διαμαρτυρηθεί: «Τί θέλετε; Δεν βλέπετε…»
Σε υπερπλήρεις ανελκυστήρες, συνήθως έβγαινε κάποιος για να μου δώσει τη θέση του, σε αίθουσες αναμονής μού πρόσφεραν κάθισμα, ενώ οι συναλλαγές μου αυτομάτως απλοποιήθηκαν. «Κανονικά θα έπρεπε να πάτε και για δύο ακόμα υπογραφές… αλλά, να μη σας ταλαιπωρώ… θα το κάνω εγώ μετά… είναι τυπικό το θέμα» μου είπε με κατανόηση φαλακρός υπάλληλος μεγάλου οργανισμού. Σε επίσκεψή μου σε άλλο γιατρό ―οφθαλμίατρο―, η ώρα ήταν 8:00 μ.μ. και ακόμα ο κ. Καθηγητής δεχόταν ραντεβού των 6:00. Είδα την πικρή απόγνωση της αίθουσας αναμονής, καθώς η βοηθός με οδήγησε στο ιατρείο κατά προτεραιότητα.
Το ιερό μου μπαστούνι διαρκώς μεγαλουργούσε: «Για σας, θα κάνω μια εξαίρεση» είπε ο συνοφρυωμένος αστυφύλακας που μοίραζε αφειδώς κλήσεις. Και, δείχνοντάς μου το παράνομα παρκαρισμένο αυτοκίνητό μου, συμπλήρωσε: «Αλλά πάρτε το και φύγετε αμέσως». Έως και ταξί σε ώρα αιχμής έβρισκα με σχετική ευκολία. Ενώ δεκάδες συμπολίτες μου πρώτα χειρονομούσαν απεγνωσμένα και μετά έσκυβαν με ταπείνωση για να πουν το πού πάνε (σαν ιδιότυπη τριτοκοσμική προσευχή στον κίτρινο θεό), τις περισσότερες φορές αυτά σταματούσαν μπροστά μου και με ρωτούσαν οι οδηγοί τους. Ακόμα και τη σωματική μου ακεραιότητα διαφύλαξε μια μέρα, όταν ένας θρασύς μοτοσικλετιστής που ερχόταν αντίθετα στον παράδρομο (η νέα μάστιγα του λεκανοπεδίου) και, εκνευρισμένος που δεν του είχα δώσει προτεραιότητα, κινήθηκε απειλητικά εναντίον μου, αλλά, μόλις είδε το ιερό όργανο δίπλα μου, αποχώρησε βρίζοντας. Χάρη σ' αυτό, η ποιότητα της καθημερινής ζωής μου βελτιώθηκε σημαντικά. Οι συναλλαγές έγιναν πιο ανθρώπινες, οι διεκπεραιωτικές εργασίες πιο σύντομες, τα υποχρεωτικά ραντεβού πιο ευέλικτα. Στα μέσα μεταφοράς, στις δημόσιες υπηρεσίες, στους ιδιωτικούς οργανισμούς, στην αστυνομία, στα νοσοκομεία, στα ταμεία, η αγία ράβδος μου έκανε πάντα το θαύμα της. Ήταν το ιερό προσωπικό μου σύμβολο, που το κρατούσα μόνο εγώ, χωρίς κανείς ποτέ να αντιδικεί αν θα το σηκώσει ο Οδυσσέας ή ο Ούτις. Ο μήνας πέρασε ―το αντιφλεγμονώδες έκανε καλά τη δουλειά του― και ο πολύτιμος σύντροφος παροπλίστηκε σε κάποια ντουλάπα. Και, αμέσως ―ως μαγικός εφιάλτης―, τα πράγματα γύρισαν στην προτέρα κατάσταση· σαν να σήμανε η αμείλικτη δωδεκάτη της Σταχτοπούτας, και το γυάλινο παραμύθι μετατράπηκε παρευθύς σε νεοελληνική κολοκύθα. «Ας μη θεωρηθεί πως διαφεύγω στην απραξία ενός τεχνάσματος»: ξαναθυμάμαι τον ωραίο στίχο του Γιώργου Μπλάνα, καθώς, τυχαία, ανοίγω εκείνη την ντουλάπα και το ξαναβλέπω. Διεστραμμένες σκέψεις μου έρχονται στο νου. «Γιατί όχι;» αναλογίζομαι χαμογελώντας. «Άλλωστε… ποιος θα καταλάβει αν πραγματικά πονώ… Ναι· αύριο, το δίχως άλλο, θα το ξαναβγάλω…»
Το αποφάσισα, αφού καλά το ξέρω πια πως είναι ο μόνος τρόπος για να επιβιώσω.
Έτσι: ανάπηρος πολίτης ανάπηρης χώρας, σε ανάπηρη εποχή!