4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Γιάννης Eυσταθιάδης

Tο τέλος του αυθορμητισμού

«... Ζούμε σε μια εποχή όπου οι διαδηλώσεις καθοδηγούνται, τα συνθήματα λογοκρίνονται, οι
συνάξεις ελέγχονται, οι συναθροίσεις τιθασεύονται...»

ΣAN να ?ναι οι εξεγέρσεις σκηνοθετημένες από τον Αϊζενστάιν (αλλά με λιγότερη ευφυΐα):
«Ναι: τώρα ρίξτε το καροτσάκι στις σκάλες!»
«Τώρα πυροβολήστε! Οι κάμερες είναι οπλισμένες?»
Σαν να ?ναι οι επαναστάσεις σκηνές από τους Κόκκινους του Warren Beatty:
«Αμολήστε τα πλήθη! Ζητωκραυγάστε! Σωπάστε?»
«Πείτε τα συνθήματα που είναι γραμμένα στο σενάριο!»
Και οι διαδηλωτές; Πόσο πιο φυσικοί και αληθινοί φαντάζουν αυτοί μέσα από το σελιλόιντ
των Συντρόφων του Monicelli, απ? όσο αυτοί που περιβάλλονται από τις κομματικές ομάδες
περιφρούρησης?
Όσο για τους απεργούς αγρότες, καλύτερα να ?ναι οι φανταστικοί ήρωες του Bertolucci στο
1900, παρά οι πραγματικοί δικοί μας καταληψίες, που εγκατέλειπαν την εθνική οδό για να
γυρίσουν στα σπίτια τους και να ξαναέρθουν μόνον όταν το βράδυ οι κάμερες ήταν παρούσες.
Ζούμε σε μια εποχή μη διάκρισης εξουσιών, όπου οι πολιτικοί «εκκλησιάζονται» και οι
κληρικοί «εκκοσμικεύονται» [«Πού την είδατε την εκκοσμίκευση;», ρωτούσε, με γνήσια
πραότητα, ιεράρχης, αλλά πού να τη δει, όταν εκείνος ήταν μέσα στην τηλεόραση και όλοι
αυτοί που τη βλέπουν (οι θεατές) απ? έξω;] Ζούμε σε μια εποχή όπου οι διαδηλώσεις
καθοδηγούνται, τα συνθήματα λογοκρίνονται, οι συνάξεις ελέγχονται, οι συναθροίσεις
τιθασεύονται. Το αυθόρμητο περιβάλλεται από ένστολες ή, έστω, σημασμένες ομάδες
περιφρούρησης (που συχνά κάνουν τη δουλειά τους με μεγαλύτερο ζήλο κι από την αστυνομία),
οι ντουντούκες εκπέμπουν παλλόμενα μότο (;), τα οποία έχουν εντούτοις την έγκριση
κεντρικών επιτροπών ή εντεταλμένων οργάνων. Ακόμα και οι πρόσφατες μαθητικές
κινητοποιήσεις, με ρυθμικά συνθήματα «Δεν-θα-πε-ρά-σει?» ή τραγουδάκια του στιλ «Κάτσε
καλά, Γεράσιμε» μπροστά στην κάμερα, θύμιζαν μάλλον σχολική εκδρομή και φιλική καζούρα,
παρά υπεύθυνη, σκληρή πολιτική πράξη. Όσο για τις άγριες σκληροπυρηνικές «θύρες» των
ποδοσφαιρικών ομάδων, προσπαθούν απεγνωσμένα, καμιά φορά σε συνεργασία με τις διοικήσεις,
να καταστέλλουν τα άτακτα παιδιά τους. Α, Θεέ μου, τι «πολιτισμένοι άγριοι» είναι όλοι!
Τελευταίο παράδειγμα, η πολυσυζητημένη «λαοσύναξη». Νιώθω πως, αν εξαιρέσει κανείς μια
μικρή μερίδα πατροπαράδοτων ευαίσθητων και κάμποσους πολιτικούς που σπεκουλάρουν, η
μεγάλη πλειονότητα ήταν ένα ομοιογενές σύνολο ευνουχισμένων οπαδών. Θα ήθελαν να
εκφράσουν αναθέματα και κατάρες κατά της Κοινότητος, αλλά βρέθηκαν υποχρεωμένοι να
ζητωκραυγάσουν υπέρ του «Ελλάδα-Ευρώπη-Ορθοδοξία», όπως ευφυώς επέβαλε το marketing της
εκκλησίας. Και, ω! της ειρωνείας: ενώ ήρθαν να διαδηλώσουν εναντίον του κινδύνου της
κατάργησης του σταυρού, τον κατήργησαν αυτοί πρώτοι, μια και η απόφαση των υπευθύνων
απαγόρευε σταυρούς και εικόνες, και επέτρεπε μόνο σημαίες! Εν εναντία περιπτώσει, λέει, η
τηλεοπτική εικόνα, ταξιδεύοντας στις διακρατικές οθόνες, θα δυσφημούσε τη χώρα. Εν
ονόματι αυτής της Εικόνας, φαίνεται, οι πιστοί θα αρνούνται την πίστη τους, οι διαδηλωτές
θα συναινούν σε ωράριο μη κοινής ησυχίας με την αστυνομία, ενώ οι καταληψίες θα
επιδιώκουν τη συναίνεση των αφεντικών και οι απεργοί πείνας τη σύμφωνη γνώμη των χορηγών
fast food. Και σ? αυτήν την Εικόνα, οι συγκρούσεις, οι αντιπαραθέσεις, οι ρήξεις, δεν θα
περνούν εντέλει τα όρια μιας ανώδυνης αντιπαράθεσης, και οι ύμνοι θα είναι πλέον
«καθιστοί», μπροστά στην οθόνη της τηλεόρασης.
«Μη με διακόπτετε, εγώ δεν σας διέκοψα.»
«Εγώ σας άκουσα, εσείς γιατί?»
«Βάλτε μια τελεία, παρακαλώ?»
«Να καλησπερίσουμε στη συντροφιά μας?»
«Ακούστε με? γιατί με διακόπτετε;?»
«Πρέπει να κλείσουμε, δεν έχουμε χρόνο?»
Κανένας ουσιαστικός διάλογος δεν έχει το μέλλοντα χρόνο του, όλοι οι γραφικοί μονόλογοι
ολοκληρώνονται σε χρόνο παρελθόντα που διαρκώς ανακυκλώνεται κι όπως εύστοχα έγραψε στην
«Καθημερινή» ο Γιώργος Κοροπούλης:
«Λίγοι επιλεγμένοι, σταθεροί ?συνομιλητές?, με φόντο δείγματα πλήθους, υποτίθεται πως
εκπροσωπούν την κοινωνία σε όλη την ποικιλία της. Εκπροσωπούν όμως αποκλειστικά την
αποδεκτή, νόμιμη ποικιλία της επιφάνειάς της: σ? αυτόν τον καθρέφτη που μερικεύει,
ολόκληρη η κοινωνία καλείται εκ των υστέρων να καθρεφτιστεί».
Καθρεφτιζόμενη εκεί η κοινωνία, βλέπει τις «αυθόρμητες» πολιτικές συγκεντρώσεις να
σκηνοθετούνται για να παράξουν ολοένα και μεγαλύτερο πλήθος, τις διαιτησίες του
παγκόσμιου κυπέλλου να στήνονται για να προάγονται οι ομάδες με τη μεγαλύτερη
θεαματικότητα, τις αντιπαραθέσεις να μεταβάλλονται σε «κόντρα-πλακέ» για να χτυπάνε τα
υψηλά νούμερα, τις τράπουλες σημαδεμένες να βγάζουν πάντα «φουλ» το κίβδηλο. Όλα
πειθαρχημένα, νοικοκυρεμένα, ευπρεπή, όπως επιτάσσει η νέα τάξη του θεάματος, που δεν
προαισθάνεται την εκκωφαντική μοναξιά του αυτονοήτου. Τραυματισμένη από πολλά η μνήμη του
καιρού, ξαναγυρίζει επαιτώντας στην παραμυθία των τελευταίων αυθορμητισμών, κι έτσι
ξαναθυμόμαστε όλοι τον γαλλικό Μάη, λιγότερο σαν εξέγερση και πιο πολύ σαν απόδειξη
αυθεντικής νοσταλγίας. Μοναχικοί και απελπισμένοι, ξαναγυρίζουμε στις ιδιωτικές και
απυρόβλητες συνήθειες, όπως, ας πούμε, σε μια παρτίδα σκάκι. Κι όμως ―Θεέ και Κύριε!―
ακούω και πάλι πως στη δίχρωμη σκακιέρα συναντήθηκαν, προς δόξαν της υπέρτατης show biz,
o μετρ Κασπάροφ και ο Sting! Για ποιαν αντιπαράθεση μιλάμε τώρα και για ποια alea jacta
est, αφού το αλεατορικό σκηνοθετείται κι αυτό, και σε δεκαπέντε ―λέει― λεπτά περατούται
(τόσο κράτησε η παρτίδα). Πεσσών πεσόντων, τα πάντα στον κόσμο είναι ματ!_ Γ. E.