4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Mίκαελ Σουμάχερ

Η θέα από την κορυφή

Ο Μίκαελ Σουμάχερ είναι ο λόγος που όλοι παρακολουθούν F1. Oι μισοί γιατί θέλουν να τον
δουν να κερδίζει και οι άλλοι μισοί γιατί θέλουν να τον δουν να χάνει. Με τον έναν ή τον
άλλο τρόπο, ο Γερμανός μαγνητίζει εκατομμύρια θεατές αποτελώντας το σημείο αναφοράς την
τελευταία δεκαετία. Σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις του μιλάει για όλα! Για τη δόξα
και τα πλούτη για τους ομόσταυλούς του, για τον ανταγωνισμό, για την κυριαρχία της
Ferrari αλλά και για την αποχώρησή του από την ενεργό δράση.

Συνέντευξη: Biranit Goren, διευθυντής σύνταξης του Atlas F1
Απόδοση: Τάκης Πουρναράκης
Φωτ.: Αutomedia

ΣTA πρώιμα νεανικά του χρόνια, ο μικρός Μίκαελ συνήθιζε να πηγαίνει στην πίστα καρτ που
δούλευε ο πατέρας του και να παρακολουθεί τα μεγαλύτερα παιδιά. Συχνά τα καρτ
συγκρούονταν και ο μικρός Μίκαελ, όταν έφευγαν οι υπόλοιποι, πήγαινε στο σημείο της
σύγκρουσης και προσπαθούσε να ξεχωρίσει κανένα καλό εξάρτημα για το καρτ που έφτιαχνε.
«Το πρώτο μου καρτ ήταν φτιαγμένο από εξαρτήματα που προέρχονταν από δέκατο (!) χέρι»
θυμάται σήμερα, δύο δεκαετίες αργότερα, και γελάει. Αυτήν τη στιγμή είναι ο πιο καλά
αμειβόμενος αθλητής στον πλανήτη και ο πιο πετυχημένος πιλότος F1 της εποχής του.
Μέρος της δουλειάς του είναι να συναντάει εκατοντάδες δημοσιογράφους κάθε χρόνο και να
απαντά σε χιλιάδες ερωτήσεις. Πολύ δύσκολα μπορεί κάποιος να σκεφτεί κάτι που δεν τον
έχουν ήδη ρωτήσει. Mερικές μάλιστα από τις ερωτήσεις που του έχουν υποβάλει είναι
απίστευτες. Για παράδειγμα, φέτος στην Ουγγαρία, μόλις δύο μέρες πριν γράψει ένα ακόμη
κεφάλαιο στην ιστορία της F1 ισοφαρίζοντας το ρεκόρ των 51 νικών του Αλέν Προστ, ενώ
παράλληλα πήρε και το δεύτερο τίτλο του με τη Ferrari, κάθισε στο μότορχομ μαζί με μια
ομάδα δημοσιογράφων για το καθιερωμένο «media briefing» και άκουσε την εξής ερώτηση:
«Ποιο είναι το IQ (σημ.: δείκτης ευφυΐας) σου, Μίκαελ;» ρώτησε κάποιος. «Έχεις κάνει το
τεστ της Μένσα;» συμπλήρωσε κάποιος άλλος. Τα μάτια του Σουμάχερ «παίζουν», όταν κάποιος
τον στριμώχνει με μια απροσδόκητη ερώτηση. «Δεν ξέρω και δε με νοιάζει» ήταν η απάντηση.
«Είμαι ένας συνηθισμένος άνθρωπος που πιθανόν οδηγεί λίγο πιο γρήγορα από τους
υπόλοιπους» συμπλήρωσε ο Γερμανός.
Πολιτικά ορθόν. Το Σουμάχερ τον αγαπάς ή τον μισείς, δεν μπορεί κανείς όμως να ισχυριστεί
ότι είναι αδιάφορος. Ιδιαίτερα μετά την καταλυτική του υπεροχή φέτος, που σάρωσε όλα τα
ρεκόρ.

Από τα αλώνια στα σαλόνια
Η βιογραφία του Σουμάχερ είναι λίγο πολύ γνωστή. Γεννήθηκε στις 3 Ιανουαρίου του 1969 στο
Κέρπεν και μεγάλωσε σε μια κατ? εξοχήν αγροτική περιοχή της Γερμανίας. Η μητέρα του
Ελίζαμπεθ ασχολούνταν αρχικά με τα οικιακά και αργότερα κρατούσε την καντίνα στην τοπική
πίστα καρτ. Στον ίδιο χώρο δούλευε και ο πατέρας του, επιδιορθώνοντας καρτ, αν και το
επάγγελμά του ήταν οικοδόμος.
Ο Σουμάχερ σαν παιδί ήταν μετρημένος και ολιγαρκής. Ο ίδιος τονίζει ότι μεγάλωσε με
παραδοσιακές οικογενειακές αρχές, πειθαρχία και σκληρή δουλειά, σε μια κλειστή επαρχιακή
κοινωνία. Αυτές οι αρχές τον «χαρακτήρισαν» και στα πρώτα βήματα της καριέρας του. Ο
Σουμάχερ δεν υπήρξε ποτέ «κοσμικός», δεν περνούσε το χρόνο του με πάρτι στο Σεντ Τροπέ ή
γυρνώντας αριστερά και δεξιά με μοντέλα. Αντ? αυτών, δούλευε σκληρά, πραγματικά σκληρά,
για να βοηθήσει την εξέλιξη της αγωνιστικής του καριέρας, που άρχισε όταν σε ηλικία 6 (!)
ετών κέρδισε το τοπικό πρωτάθλημα καρτ.
«Δε σχεδίαζα να γίνω αυτό που είμαι», λέει ο Σουμάχερ σήμερα, «το έκανα για να
διασκεδάσω, σαν χόμπι, και είχα πολύ φτωχό εξοπλισμό». Όμως βιάζεται να προσθέσει: «Είχα
το πλεονέκτημα ότι ήμουν πολύ νέος και πολύ ελαφρύς. Ίσως αυτός να ήταν ο λόγος που
νικούσα τότε...»
Αυτή είναι μια τυπική απάντηση του Σουμάχερ. Ο κόσμος τον φαντάζεται σαν ένα αλαζονικό
πρόσωπο, αλλά στην πραγματικότητα αυτός συνεχώς αιτιολογεί την επιτυχία του ― τότε γιατί
ήταν ελαφρύς, σήμερα γιατί έχει το καλύτερο μονοθέσιο ή γιατί είναι τυχερός. Η συνέντευξη
μαζί του είναι γεμάτη απαντήσεις σ? αυτό το πνεύμα. Έχει γίνει πιο μετρημένος με τον
καιρό. Ωρίμασε!
Η πορεία της σχέσης του με τη γυναίκα του Κορίνα είναι επίσης γνωστή: η Κορίνα είχε δεσμό
με το Φρέντσεν και μέσω αυτού γνώρισε το Σουμάχερ. Είναι αχώριστοι από το 1991 και
διάγουν μια ήρεμη οικογενειακή ζωή στο σπίτι τους στην Ελβετία, κοντά στη λίμνη Γενεύη.
Το ζεύγος έχει δύο παιδιά, την τετράχρονη Τζίνα-Μαρία (ήδη οδηγεί ένα καρτ ειδικά
κατασκευασμένο γι? αυτήν, αλλά ο μπαμπάς της λέει ότι είναι ακόμη πολύ νωρίς για να
αποφασίσει ―η ίδια, βέβαια― αν θέλει να ασχοληθεί με τους αγώνες) και τον Μικ που είναι
μόλις 2 ετών. Στην οικογένεια Σουμάχερ ανήκουν επίσης μερικά άλογα (η μεγαλύτερη αγάπη
της Κορίνας) και αρκετά σκυλιά (δύο απ? αυτά ονομάζονται Μπέρνι και Μαξ!).
Παρότι ο Σουμάχερ κερδίζει πάνω από 50 εκατομμύρια δολάρια το χρόνο, ο ίδιος λέει ότι δεν
μπορεί να απολαύσει τα πλούτη του ακόμη. «Το θετικό είναι ότι έχω οικονομική εξασφάλιση
και ανεξαρτησία, λέει, το αρνητικό όμως είναι ότι δεν μπορώ να τα χρησιμοποιήσω πολύ
συχνά, καθώς είναι πολύ δύσκολο να διατηρήσω την ανωνυμία μου. Για παράδειγμα, έχω τα
χρήματα να αγοράσω ένα σκάφος, αλλά αν το κάνω θα με κυνηγούν παντού οι παπαράτσι και
αρκετοί άνθρωποι με κάθε πρόσχημα θα προσπαθούν να με επισκεφτούν. Δεν είναι αυτός ο
τρόπος που θέλω να ζήσω. Εν κατακλείδι, όμως, και μιλώντας με κάθε ειλικρίνεια είμαι σε
πολύ καλή θέση, γιατί μπορώ να διαλέξω τι θέλω να κάνω και δεν υπάρχει κανένας λόγος να
παραπονιέμαι. Kάποια στιγμή θα πάψω να είμαι τόσο ?γνωστός? και τότε θα μπορώ και πάλι να
περπατήσω ελεύθερος. Όχι τώρα, βέβαια, ίσως όχι σε 5 χρόνια, αλλά κάποια στιγμή στο
μέλλον πιστεύω...»

Biranit Goren: Λαμβάνοντας υπόψη τη φτωχική παιδική σου ηλικία, σοβαρολογώ: Πώς
χρησιμοποίησες το πρώτο σημαντικό ποσό χρημάτων που αποκόμισες από τους αγώνες;

Μichael Schumacher: Τα έδωσα στον πατέρα μου.

Β.G.: Ναι; Πότε έγινε αυτό;

Μ.S.: Όταν κέρδισα για πρώτη φορά σε αγώνα F3 στο Μακάο. Έμεινα έκπληκτος όταν πήρα στα
χέρια μου αυτά τα χρήματα, δεν το περίμενα, και ήταν η πρώτη φορά που έπαιρνα χρηματικό
έπαθλο. Δε χρειαζόμουνα τόσα χρήματα τότε, κέρδιζα ήδη αρκετά για να πληρώνω το νοίκι μου
και τα έξοδα διαβίωσής μου, αλλά ο πατέρας μου και η οικογένειά μου δεν ήταν σε καλή
οικονομική κατάσταση και ήξερα ότι είχαν χρέη. Έτσι έδωσα τα χρήματα στον πατέρα μου.

Είναι περιττό να αναφέρουμε ότι οι γονείς του Σουμάχερ είναι εξασφαλισμένοι οικονομικά
εδώ και πολλά χρόνια. Έχει όμως ιδιαίτερη αξία να αναφέρουμε ότι η ζωή των γονιών του
Σουμάχερ δεν άλλαξε, επειδή ο γιος τους έγινε διάσημος, γεγονός που δείχνει τη δομή της
οικογένειας μέσα στην οποία μεγάλωσε ο Μίκαελ. Ο πατέρας του, για παράδειγμα, θα μπορούσε
να παίξει πιο ενεργό ρόλο στην καριέρα του, αλλά το αρνήθηκε αφήνοντας τη δουλειά στον
«οικογενειακό» μάνατζερ των Σουμάχερ, τον Ουίλι Βέμπερ. Ο μπαμπάς Σουμάχερ, Ρολφ,
συνεχίζει να εργάζεται στην πίστα καρτ στο Κέρπεν, η οποία είναι δική του τώρα, και η
μαμά Σουμάχερ, Ελίζαμπεθ, παραμένει στην ίδια πόλη (σημ: έχουν πάρει διαζύγιο).

Στο κέντρο της προσοχής
Σε ένα από τα σημεία καμπής της καριέρας του Σουμάχερ, όταν αυτός «έπεσε» πάνω στο
Βιλνέβ, στη Χερέθ το ?97 ―τελευταίος αγώνας της χρονιάς, στον οποίο κρινόταν το
πρωτάθλημα―, δεν υπήρχε σχεδόν κανείς φίλαθλος της F1 που να μην κατέκρινε το Γερμανό,
ενώ στο βρετανικό κυρίως Τύπο γράφονταν «πύρινα» editorial που ζητούσαν την κεφαλή του
επί πίνακι ή, στην καλύτερη περίπτωση, τον αποκλεισμό του από αρκετούς αγώνες στο
ξεκίνημα της νέας χρονιάς.
Μέσα σ? αυτή την ατμόσφαιρα ήταν μάλλον έκπληξη η ανάλυση ―ανεπίσημα φυσικά― από
πρωτοκλασάτο στέλεχος αντίπαλης προς τη Ferrari ομάδας, που έλεγε ότι κανείς δεν ήθελε να
λείψει από τους αγώνες ο Σουμάχερ. «Είτε μας αρέσει είτε όχι, η παρουσία του φέρνει
μεγαλύτερη προβολή και στους δικούς μας χορηγούς. Όλοι παρακολουθούν F1 για το Σουμάχερ.
Οι μισοί γιατί θέλουν να τον δουν να νικάει και οι άλλοι μισοί γιατί θέλουν να τον δουν
να χάνει».
«Αυτό είναι αλήθεια» παραδέχτηκε ο Σουμάχερ, όταν του είπα αυτή την άποψη. Έδειξε να
εξοργίζεται μάλιστα, αλλά δεν πτοήθηκα?

B.G.: Όπως και να το δει κανείς είσαι στο κέντρο της προσοχής, ο σταρ της παράστασης. Πώς
αισθάνεσαι κουβαλώντας αυτό το βαρύ φορτίο;

M.S.: Ειλικρινά δεν το έχω σκεφτεί ποτέ έτσι. Συμμετέχω σ? αυτό το άθλημα, γιατί το
αγαπώ. Έχω μερίδιο ευθύνης για την πορεία της Ferrari, μικρό, βέβαια, αναλογικά με αυτό
που κουβαλάει ο Ζαν Τοντ και οι άλλοι τεχνικοί της ομάδας. Αλλά μέχρι εκεί. Δε νιώθω ότι
έχω επωμιστεί κανένα άλλο φορτίο.

B.G.: Δε νιώθεις το φορτίο του «πρώτου ρόλου»; Σχεδόν όλη η F1 περιστρέφεται γύρω σου τα
τελευταία χρόνια...

M.S.: Σίγουρα αισθάνομαι ότι συμβαίνει κάτι τέτοιο, αλλά όχι στο βαθμό και στη διάσταση
που του δίνεις. Αν η παράσταση που δίνουμε τραβάει το ενδιαφέρον, με αποτέλεσμα η F1 να
ευημερεί, αυτό δεν οφείλεται σε μένα. Μολονότι μπορεί να παίζω κάποιο ρόλο, δε με έχει
απασχολήσει.

B.G.: Και ούτε επηρεάζει τον τρόπο συμπεριφοράς σου; Πιθανόν να προσέχεις λίγο
περισσότερο τι λες ή τι κάνεις;

M.S.: Ναι, φυσικά. Αλλά, εντελώς ειλικρινά, τα χειρότερα λάθη που έχω κάνει ήταν στην
αρχή και στη μέση της καριέρας μου. Μαντεύω ότι αυτό είναι φυσιολογικό, επειδή ακόμη δεν
έχεις εξοικειωθεί τόσο πολύ με τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τις φυσιογνωμίες των
εκπροσώπων τους και πολύ συχνά αυτό που προσπαθείς να πεις διαστρεβλώνεται και γυρνά
εναντίον σου. Με την πάροδο των χρόνων δημιουργείται η απαραίτητη εξοικείωση που σου
επιτρέπει να ανοιχτείς λίγο χωρίς να φοβάσαι.

Πράγματι, οι δημοσιογράφοι γενικά δείχνουν άνετοι με το Σουμάχερ και τον εμπιστεύονται
περισσότερο απ? ό,τι στο παρελθόν. Αυτό δε σημαίνει ότι τον εκτιμούν όλοι, αλλά οι
περισσότεροι δείχνουν ότι τον σέβονται όταν τον συναντούν αυτοπροσώπως. Στη Μόντσα,
φέτος, ο Σουμάχερ ήταν ιδιαίτερα σοκαρισμένος από τις τρομοκρατικές ενέργειες στη Νέα
Υόρκη και ακύρωσε όλες τις προγραμματισμένες συνεντεύξεις: «Θα κάνω μόνο τη δουλειά μου,
που είναι να τρέξω. Τίποτα άλλο» ξεκαθάρισε ο Γερμανός. Κανείς δημοσιογράφος όμως δεν τον
κατηγόρησε γι? αυτό, παρότι υπήρχαν αρκετοί οπαδοί της Ferrari στις κερκίδες που
αναρωτιούνταν αν ο Σουμάχερ ήταν ειλικρινής.
Σήμερα, στα πάντοκ ο Σουμάχερ χαίρει σεβασμού περισσότερο από κάθε άλλο μέλος της
Ferrari. Πολλοί κριτικάρουν τη Ferrari ότι έχει γίνει ομάδα του Σουμάχερ, καθώς όλα
περιστρέφονται γύρω απ? αυτόν. Πρέπει όμως να ρίξει κανείς μια προσεκτική ματιά στη
συνολική του προσφορά στη Scuderia εκτός πίστας και τότε μόνο μπορεί να αντιληφθεί γιατί
ο Ζαν Τοντ αφήνει το Γερμανό να παίζει τον κεντρικό ρόλο στο φαίνεσθαι της ομάδας.
Πάρτε για παράδειγμα το περσινό Βελγικό GP. Ήταν μια από τις χειρότερες περιόδους
κατατακτήριων δοκιμών για την ομάδα, με το Σουμάχερ να παίρνει την 4η θέση και τον
Μπαρικέλο τη 10η. Επιπροσθέτως, υπήρχε διάχυτη η εντύπωση ―όχι μόνο στο κόκκινο
στρατόπεδο― ότι η τύχη χαμογελούσε στο Μίκα Χάκινεν εκείνη την περίοδο. Και, βέβαια, το
φάντασμα μιας ακόμη ανολοκλήρωτης χρονιάς για τη Scuderia πλανιόταν στον αέρα.
Στα πιτ της Ferrari κυριαρχούσε η θλίψη. Στα πρόσωπα των μηχανικών ―ακόμη και σ? αυτό του
τεχνικού διευθυντή Ρος Μπρον― μπορούσες να διαβάσεις την απογοήτευση. Συμπεριφέρονταν σαν
να είχαν ήδη ηττηθεί. Ο Μπαρικέλο για πρώτη φορά έδειχνε αποσβολωμένος. Ακόμη και τότε, ο
Σουμάχερ με μεγάλη αυτοπεποίθηση προσπαθούσε να εμψυχώσει τους μηχανικούς, τον Μπρον, τον
Μπαρικέλο, λέγοντας ενθαρρυντικά λόγια: «Θα τα καταφέρουμε, μην ανησυχείτε» έλεγε σε
όλους και στον καθένα τους ξεχωριστά. Αργότερα ο Μπρον επισήμανε ότι εκείνη τη στιγμή ο
μόνος που το πίστευε ήταν ο Σουμάχερ και η δική του πεποίθηση παρακίνησε και όλους τους
υπόλοιπους. Έχοντας δει με τα μάτια μου όλη αυτήν τη σκηνή να διαδραματίζεται, καταθέτω
σήμερα ότι ο ρόλος του ως «ψυχή» της ομάδας είναι καταλυτικός.
Είχαν περάσει αρκετές εβδομάδες από εκείνο το απόγευμα στο Σπα, όταν ρώτησα το Σουμάχερ
αν ο ίδιος πίστευε αυτά που έλεγε. «Ναι» μου απάντησε. «Το μονοθέσιο ήταν κακοστημένο στο
Σπα. Αν έχεις ένα κακό μονοθέσιο, δεν μπορείς να κάνεις τίποτα, αν όμως έχεις ένα
κακοστημένο, αυτό εύκολα διορθώνεται. Γι? αυτό δεν ανησυχούσα».
Όπως και να ?χει το πράγμα, ο Σουμάχερ έφυγε από το Σπα βρισκόμενος στη δεύτερη θέση του
Πρωταθλήματος Οδηγών πίσω από το Χάκινεν. Κέρδισε και τους τέσσερις εναπομείναντες αγώνες
και πήρε το πολυπόθητο ―ύστερα από 21 χρόνια― για τη Ferrari Πρωτάθλημα Οδηγών.
Μπορεί, λοιπόν, κανείς να επικρίνει το ότι όλη η ομάδα περιστρέφεται γύρω απ? αυτόν, τη
στιγμή που αυτός δίνει πνοή στη Ferrari;

Η «ανεβασμένη» χρονιά
Δε θυμάμαι ποτέ το Σουμάχερ τόσο χαλαρό όσο φέτος. Έχοντας παρακολουθήσει την καριέρα του
την τελευταία δεκαετία, η φετινή του παρουσία ήταν μια εντυπωσιακή αλλαγή για έναν
άνθρωπο που συνήθιζε να τρώει τα νύχια του μέχρι την πέτσα (ενώ φέτος τα έχει λιμαρισμένα
και περιποιημένα). Με βάση τα δεδομένα ίσως θα έπρεπε να ανησυχεί κανείς, καθώς φέτος ο
Σουμάχερ έκανε λιγότερες δοκιμές απ? ό,τι συνήθως (το προσωπικό του ρεκόρ σημειώθηκε το
?98, που έκανε περισσότερα χιλιόμετρα δοκιμών από κάθε άλλο πιλότο), δεν οδήγησε και πολύ
συχνά οριακά (δε χρειαζόταν, ίσως, αν αναλογιστεί κανείς πόσο καλή ήταν φέτος η F2001)
και έχει πια πετύχει όλους τους στόχους που θα μπορούσε κάποιος πιλότος να θέσει στην
αρχή της καριέρας του, ακόμη κι αν τότε αγωνιζόταν μόνο για ευχαρίστηση.
Έχοντας συναντήσει το Σουμάχερ αρκετές φορές στο παρελθόν, βασικά στα GP, κάθισα μαζί του
για μια συνέντευξη εφ? όλης της ύλης λίγες μέρες πριν από το πέσιμο της αυλαίας του
πρωταθλήματος στην Ιαπωνία, την ημέρα που έκανε τις τελευταίες του φετινές δοκιμές (σημ:
οι δοκιμές φέτος απαγορεύονται από 14/10 έως και 31/12). Όπως ίσως θυμάστε, είχε ήδη
ξεκαθαρίσει η μάχη και των δύο πρωταθλημάτων, είχε μόλις πάρει από τον Προστ το ρεκόρ των
περισσότερων νικών και απείχε πολύ λίγο από το απόλυτο ρεκόρ βαθμών που κατέκτησε λίγες
βδομάδες αργότερα. Παρ? όλα αυτά, όταν ρώτησα το Σουμάχερ για τη φετινή χρονιά, είχε μια
επιμονή να παρουσιάζει τα πράγματα πιο δύσκολα απ? ό,τι ήταν. «Δεν είχες συναγωνισμό
φέτος» του είπα. «Σε κάποιους αγώνες μονομάχησες με τον αδερφό σου και σε κάποιους άλλους
με τον Κούλθαρντ, αλλά γενικά δεν είχες συναγωνισμό».
Ο Σουμάχερ με διακόπτει απότομα: «Πραγματικά το πιστεύεις αυτό;» με ρωτά έκπληκτος.
«Απολύτως» του απαντώ. «Ήταν σαν υγιεινός απογευματινός περίπατος. Αυτό συμπεραίνεις αν
κοιτάξεις τις διαφορές στη βαθμολογία». «Ναι, κοιτώντας μόνο τους βαθμούς φαίνεται ότι
έχεις δίκιο» παραδέχεται. «Αλλά νομίζω ότι δεν πρέπει να το δεις έτσι. Πρέπει να δεις τις
διαφορές στα γυρολόγια για να καταλάβεις αν υπήρχε ανταγωνισμός. Νικώντας, παίρνω 10
βαθμούς και ο αντίπαλός μου στην καλύτερη περίπτωση 6, όμως απ? αυτήν τη διαφορά δεν
μπορείς να καταλάβεις πόσο εύκολα ή δύσκολα πήρα τη νίκη. Οι Williams το 1992 ήταν
άπιαστες. Ο Μάνσελ ήταν ένα δευτερόλεπτο γρηγορότερος απ? όλους τους υπόλοιπους, μόνο
κάτω από ειδικές συνθήκες κατάφερνε κάποιος να τον πλησιάσει. Αυτό είναι κατά την άποψή
μου απόλυτη κυριαρχία. Αλλά φέτος; Δε νομίζω ότι είχαμε απόλυτη κυριαρχία ή έστω μεγάλη
διαφορά στο ρυθμό περιστροφής. Είχαμε απόλυτη κυριαρχία όσον αφορά τη βαθμολογία και το
τελικό αποτέλεσμα. Αλλά όσον αφορά το ρυθμό περιστροφής; Δες προσεκτικά την Ουγγαρία για
να καταλάβεις τι εννοώ...»

B.G.: Ναι, ας δούμε την Ουγγαρία ― ήσουν ένα δευτερόλεπτο ταχύτερος απ? όλους τους
υπόλοιπους!

Μ.S.: Στις δοκιμές ναι, αλλά όχι στον αγώνα. Αν δεις τους ταχύτερους γύρους, γρηγορότερος
ήταν ο Χάκινεν. Εντάξει, το ξέρω ότι ήταν σε διαφορετική στρατηγική, αλλά ακόμη και ο
Κούλθαρντ, που ήταν σε ίδια, ήταν ταχύτερος από μένα. Αν το δεις έτσι, θα καταλάβεις ότι
εκμεταλλευτήκαμε όσο καλύτερα μπορούσαμε τις δυνατότητές μας. Αυτό είναι η πραγματικότητα
και όχι ότι ήμασταν «μίλια» μακριά και κάναμε περίπατο. Έδωσα το 100% του εαυτού μου για
να πετύχω αυτό που πέτυχα.

Β.G.: Ακόμη δεν έχω πεισθεί, αλλά ας πάμε στην περσινή χρονιά, όταν μονομαχούσες με το
Χάκινεν για τον τίτλο και ήταν πολύ πιο δύσκολο να τον κατακτήσεις. Δε σου έλειψε φέτος
ένας ανταγωνιστής, η μάχη με κάποιον;

Μ.S.: Ο λόγος που το βλέπεις έτσι είναι γιατί φέτος υπήρχαν τρεις, τέσσερις ή και πέντε
διαφορετικοί πιλότοι ικανοί για τη νίκη σε κάθε αγώνα. Στο παρελθόν ήμασταν μόνο δύο. Και
έτσι δείχνει σαν να μην είχα ανταγωνισμό. Εγώ ήμουν σταθερά διεκδικητής της νίκης, ενώ οι
υπόλοιποι εναλλάσσονταν. Αλλά υπήρχε πάντα κάποιος που έπρεπε να κερδίσω και χρειαζόταν
να παλέψω σκληρά γι? αυτό, δεν ήταν εύκολο. Αγώνες όπως το Βέλγιο ή το Μονακό, που
εξελίχθηκαν σε εύκολη υπόθεση, ήταν σπάνιες περιπτώσεις και συνέβησαν γιατί κάποιος
εμπόδιζε τον Κούλθαρντ ή του έσβησε ο κινητήρας στην εκκίνηση. Δεν ξέρουμε πόσο δυνατός
θα ήταν, αν είχε μια απροβλημάτιστη κούρσα, σίγουρα θα με δυσκόλευε πολύ περισσότερο.
Μέχρι ένα βαθμό ήμασταν και τυχεροί, επειδή οι αντίπαλοί μας δεν κατάφερναν να εκκινήσουν
σε κάποιους αγώνες και έτσι πήρα 2-3 νίκες πιο εύκολα απ? ό,τι περιμέναμε. Αλλά αν
αναλύσεις προσεκτικά την κατάσταση, τότε θα δεις ότι δεν ήταν για μας μια εύκολη χρονιά,
πολύ περισσότερο δεν ήταν μια χρονιά απόλυτης κυριαρχίας.

Β.G.: Όπως και να ?χει, φέτος έγραψες ιστορία. Ας μιλήσουμε λίγο γι? αυτό. Πότε άρχισες
να το συνειδητοποιείς ότι θα καταρρίψεις όλα αυτά τα ρεκόρ ή δε σε απασχόλησε καθόλου;

Μ.S.: Φυσικά και με απασχόλησε ― δεν είναι ότι αδιαφορώ για τέτοια πράγματα. Και είμαι
πολύ περήφανος που κατέρριψα αυτά τα ρεκόρ, δεν το κρύβω αυτό. Ξέρεις, κατά τη διάρκεια
του αγώνα στο Βέλγιο (όταν κατέρριψα το απόλυτο ρεκόρ νικών φτάνοντας τις 52) σκεφτόμουν
ότι σήμερα είναι η μέρα μου, θα τα καταφέρω, αλλά στην πραγματικότητα περίμενα να
δυσκολευτώ περισσότερο. Το Ουγγαρόρινγκ ταιριάζει απόλυτα με τα χαρακτηριστικά του
μονοθεσίου μας, αλλά μετέπειτα δεν περίμενα να είμαστε πουθενά αλλού δυνατοί, εκτός από
τη Σουζούκα. Έτσι έφτασα στο Σπα περιμένοντας δυσκολίες και δεν πίστευα ότι θα έπαιρνα
την 51η...

Β.G.: 52η...

Μ.S.: (χαμογελάει) Συγγνώμη, ναι, την 52η νίκη. Όταν τελικά τα κατάφερα ήμουν πολύ
χαρούμενος. Πρωταρχικός μου στόχος δεν είναι τα ρεκόρ, έχουν όμως και αυτά σημασία για
μένα και πιθανόν να λένε ένα κομμάτι της ιστορίας μου.

B.G.: Ο Προστ είχε πει κάποτε ότι ύστερα από τόσες πολλές φορές ακόμη και η νίκη παύει να
είναι κάτι τόσο ξεχωριστό, τόσο μοναδικό. Γίνεται ρουτίνα...

Μ.S.: Ελπίζω πως όχι. Ελπίζω να μη συμβεί αυτό και σε μένα. Τουλάχιστον δεν έχει συμβεί
μέχρι την 53η, οπότε...

B.G.: Έχεις όμως τα ίδια συναισθήματα, όταν ανεβαίνεις στο βάθρο, με αυτά που είχες στην
αρχή της καριέρας σου;

Μ.S.: Κάθε νίκη είναι διαφορετική. Και δεν μπορεί να συνηθίσει κανείς στις νίκες. Στη
Βουδαπέστη, αν επιλέξω αυτήν τη νίκη για παράδειγμα, κέρδισα τον αγώνα και το πρωτάθλημα,
ήταν λοιπόν κάτι διαφορετικό. Στο Βέλγιο, το μυαλό όλων μας βρισκόταν στην κατάσταση της
υγείας του Μπούρτι, οπότε τα συναισθήματα ήταν διαφορετικά. Κάθε νίκη είναι αλλιώτικη και
την απολαμβάνεις με διαφορετικό τρόπο. Στο τελείωμα της περσινής χρονιάς κέρδισα τέσσερις
συνεχόμενους αγώνες και στο ξεκίνημα της φετινής άλλους δύο. Εγώ δεν αισθάνθηκα σαν να
κέρδισα έξι συνεχόμενους. Ήταν τέσσερις νίκες και μετέπειτα άλλες δύο. Αν κερδίσω δέκα
συνεχόμενους αγώνες, μπορεί να χαθεί το νόημα, αλλά ως τώρα δεν έχω νιώσει έτσι. Θέλω να
πω ότι δεν αισθάνομαι κυρίαρχος, δεν έχω δεδομένο ότι θα βρίσκομαι πάντα στο βάθρο,
αντιμετωπίζω και εγώ δυσκολίες.

Ρωγμές στην πανοπλία του
Το να ισχυριστεί κανείς ότι όλοι εκτιμούν το Σουμάχερ είναι μεγάλη ανακρίβεια. Πιο παλιά
ήταν αρκετά δύσκολο να έχει κανείς μια ολοκληρωμένη εικόνα για το αν ένας πιλότος είναι
συμπαθής ή αντιπαθής στο ευρύ κοινό. Ο Σουμάχερ όμως πρωταγωνιστεί σε μια εποχή που κάθε
του κίνηση καταγράφεται και αναμεταδίδεται σε ολόκληρο τον κόσμο, κάθε του αντίδραση
αναλύεται και συζητιέται εξονυχιστικά και στις χιλιάδες δικτυακές διευθύνσεις που έχουν
θέμα την F1. O Σουμάχερ είναι ο «καλός» ή ο «κακός», σχεδόν όλων των συζητήσεων.
Ο ίδιος ξέρει ότι δε θα κερδίσει ποτέ βραβείο ευρείας αποδοχής και παρά την επιμονή του
ότι αυτό δεν τον προβληματίζει, αισθάνθηκα μια πικρία στη φωνή του, ιδιαίτερα όταν του
ανέφερα μερικά αρνητικά σχόλια που έχουν γραφτεί γι? αυτόν. Είναι προς τιμήν του, πάντως,
ότι δε «γλιστράει» αποφεύγοντας τις απαντήσεις, ούτε δίνει αβασάνιστα μια απάντηση,
αντίθετα επιμένει ακόμη και όταν βλέπει ότι στο μόνο σημείο που μπορούμε να συμφωνήσουμε
είναι στο ότι διαφωνούμε.
«Κοίτα, το ξέρω ότι δε με συμπαθούν όλοι», μου λέει, «όταν φτάνεις σε ένα σημείο, όπως
αυτό που είμαι εγώ τώρα, έχεις τους οπαδούς σου που σε υποστηρίζουν σε κάθε περίπτωση,
υπάρχουν όμως και αυτοί που υποστηρίζουν άλλους πιλότους ή απλώς δε συμπαθούν εμένα. Αυτό
είναι φυσιολογικό και δε σκοπεύω να προσπαθήσω να το αλλάξω».
Μετριοπαθής προσέγγιση χωρίς αμφιβολία, αλλά υπάρχει και η άλλη όψη του νομίσματος. Πάντα
ήθελα να υποβάλω στο Σουμάχερ δύο ερωτήσεις σχετικά με την καριέρα του: πρώτον, εάν
πιστεύει ότι θα είχε καταφέρει να καταρρίψει όλα αυτά τα ρεκόρ αν ζούσε ο ¶ιρτον Σένα
και, δεύτερον, γιατί δε συνυπήρξε ποτέ στην ίδια ομάδα, επί ίσοις όροις, με κάποιον
κορυφαίο πιλότο. Αλλά πριν υποβάλω αυτές τις ερωτήσεις σκεφτόμουν να τις «γλυκάνω» με
κανένα κομπλιμέντο. Μολονότι ήξερα ότι ούτε μ' αυτό τον τρόπο θα το κατάπινε εύκολα.
«Υπάρχει ομοφωνία ότι είσαι ο καλύτερος πιλότος της τελευταίας δεκαετίας» ξεκίνησα την
ερώτησή μου, αλλά ο Σουμάχερ με διέκοψε λέγοντας: «Δε συμφωνώ μ' αυτό».
«Δε συμφωνείς;» τον ρώτησα έκπληκτος. «Όχι» ξαναλέει σταθερά. «Θα συμφωνούσα αν με
χαρακτήριζες τον πιο σταθερό τα τελευταία 10 χρόνια».
«Πραγματικά πιστεύεις ότι δεν είσαι ο καλύτερος;» επέμεινα. Βαριανασαίνει προτού
απαντήσει: «Κοίταξε, είναι αλαζονικό να λέω ότι είμαι ο καλύτερος, δε θα το πω ποτέ αυτό
και δεν ξέρω καν αν είναι αλήθεια. Είμαι ο πιο επιτυχημένος πιλότος ― θα συμφωνήσω και σ?
αυτό. Αλλά πραγματικά δεν ξέρω αν είμαι ο καλύτερος ή ο ταχύτερος. Ούτε ξέρω πώς μπορεί
να αξιολογηθεί αυτό».
Ωραία, είμαι τυχερός που έφερε τη συζήτηση εκεί που ήθελα.

Β.G.: Εντάξει, θα σου πω κάτι. Ποτέ δεν είχες ανταγωνισμό από τον έτερο πιλότο της ομάδας
σου, όπως ο Σένα είχε τον Προστ και ο Προστ το Σένα. Θα ήθελες να συμβεί αυτό κάποτε; Θα
μπορούσες να συνυπάρξεις στην ίδια ομάδα με το Χάκινεν, το Βιλνέβ, το Φισικέλα ή τον
Τρούλι;

Μ.S.: (χαμογελάει) Σαν να το έχω ξανακούσει αυτό (λέει και μετέπειτα αρχίζει να μιλά πιο
βιαστικά, σχεδόν νευρικά). Ξέρεις, ο καθένας έχει διαφορετικό τρόπο να υποστηρίζει τη
γνώμη του. Όλοι αυτοί που χρησιμοποιούν το ίδιο επιχείρημα με σένα ξεχνούν ότι συνυπήρξα
με τους Πατρέζε, Πικέ, Mπραντλ, Χέρμπερτ, Λέτο, Φερστάπεν και άλλους. Υπήρξαν αρκετοί
πιλότοι δίπλα μου στην ίδια ομάδα. Και δε νομίζω να μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι ο
Πικέ δεν ήταν αρκετά καλός για ανταγωνιστής.

Β.G.: Ο Πικέ; Σοβαρά μιλάς; Ήταν στο τέλος της καριέρας του τότε...

Μ.S.: Συμφωνώ, αλλά ήταν μόλις 35 ετών. Δε νομίζω ότι είναι δίκαιο να λες ότι ποτέ δεν
είχα ισχυρό ανταγωνιστή στην ίδια ομάδα. Σκέψου, όταν πρωτοπήγα στην Benetton, δεν είχα
δικαίωμα λόγου στην ομάδα. Τώρα στη Ferrari, όταν ψάχνουν για πιλότο, κοιτούν ανάμεσα σ?
αυτούς που μπορούν να έχουν. Και δεν είμαι εγώ αυτός που λέει δε θέλω τον Κούλθαρντ ή το
Βιλνέβ, αυτοί λένε ότι δε θέλουν να έρθουν στην ίδια ομάδα με μένα. Οπότε, τι μπορώ να
κάνω; Δεν είναι δική μου ευθύνη επειδή δε θέλουν να έρθουν στη Ferrari... Θέλω, πάντως,
να ξέρεις ότι δεν έχω καμιά ευθύνη για όλο αυτό.

Β.G.: Αν κατάλαβα καλά, αυτό που λες είναι ότι εσύ από την πλευρά σου θα καλωσόριζες τον
ανταγωνισμό;

Μ.S.: Δεν έχω πρόβλημα με τον εσωτερικό ανταγωνισμό. Αλλά νομίζω ότι σε αρκετές
περιπτώσεις έδειξα το ποιος είμαι. Αν κάποιος θέλει στοιχεία για αντιπαραβολή, υπάρχουν
αρκετά. Αν κάποιος θέλει σώνει και καλά να το δει από την άλλη όψη, τότε εντάξει. Αλλά
κατά την άποψή μου ο Πικέ, για παράδειγμα, ήταν πολύ γρήγορος και με νίκησε στην Αδελαΐδα
στις δοκιμές και στο Εστορίλ στον αγώνα, οπότε νομίζω ότι υπήρχε ανταγωνισμός μεταξύ μας.
Και ήταν αρκετά τσαντισμένος που πήρα στην ομάδα τη θέση του Μορένο, που ήταν φίλος του,
οπότε μη νομίζεις ότι ήταν εύκολα για μένα ή μου χαρίστηκε.

Β.G.: Είναι κάτι ακόμη που με απασχολεί. Πιστεύεις ότι θα είχες κατακτήσει τέσσερα
πρωταθλήματα, αν είχες για αντιπάλους σου το Σένα, τον Προστ και το Μάνσελ; Πιστεύεις ότι
θα έφτανες μέχρι εδώ, αν ο Σένα δεν είχε σκοτωθεί;

Η αναφορά στο όνομα του Σένα προκαλεί ένα σκοτείνιασμα στο βλέμμα του Σουμάχερ. Όσο
κυνικός και αν είναι κανείς, δεν μπορεί να παραβλέψει ότι ο θάνατος του Σένα έχει
επηρεάσει με έναν ανεξήγητο τρόπο το Γερμανό. Πέρυσι, όταν ισοφάρισε το ρεκόρ νικών του
Σένα, φτάνοντας τις 41 στο Ιταλικό GP, η εικόνα του Βραζιλιάνου κυριαρχούσε στο μυαλό του
και δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τα δάκρυά του στη συνέντευξη Τύπου.
Εκείνο το σαββατοκύριακο, και πιο συγκεκριμένα την Πέμπτη, μιλούσε για το Σένα και η φωνή
του είχε μια παράξενη χροιά. «Προφανώς ήταν το είδωλό μου» δήλωσε με σπασμένη φωνή, όταν
ρωτήθηκε για τα συναισθήματά του απέναντι στο Βραζιλιάνο. Και αργότερα, όταν κάποιος τον
ρώτησε ποιον θεωρεί τον ταχύτερο πιλότο, εξαιρουμένου του εαυτού του, ζήτησε διευκρίνιση:
«Από τους εν ενεργεία πιλότους; Όλων των εποχών;» Αιφνιδιασμένος ο δημοσιογράφος είπε:
«Εννοώ ανάμεσα στους Χάκινεν, Βιλνέβ, Χιλ...» «Γιατί δεν αναφέρεις το Σένα;», απόρησε ο
Σουμάχερ, «αυτός ήταν ο ταχύτερος. Αναμφισβήτητα».
Συνυπολογίζοντας κανείς αυτό, ίσως είναι άδικο να ρωτήσει το Σουμάχερ αν θα μπορούσε να
κερδίσει το είδωλό του.
«Ποιος ξέρει;» απαντά στην ερώτησή μου, κάπως αργά. «Δεν ξέρω. Σκέψου το ως εξής: θα ήταν
πολύ πιο δύσκολο να κατακτήσω το πρώτο μου πρωτάθλημα το 1994, αν είχα ως ανταγωνιστή το
Σένα, που ήταν πολύ ταχύτερος από το Χιλ. Από την άλλη πλευρά, βέβαια, παρότι ο
κινητήρας μου δεν ήταν τόσο δυνατός όσο ο δικός του, κατάφερα να κερδίσω το Σένα στα ίσα
στη Βραζιλία, σε μια δίκαιη μονομαχία. Αλλά τότε το μονοθέσιό του ήταν δυσκολοδήγητο. Η
Williams βελτιώθηκε μετέπειτα και εγώ έτρεξα μόνο στους 12 από τους 16 αγώνες εκείνης της
χρονιάς, οπότε μπορεί να είχα πάρει το πρωτάθλημα αν ζούσε ο Σένα, μπορεί όμως και όχι.
Δυστυχώς δε θα μάθουμε ποτέ, οπότε ο καθένας κρατάει τη δική του άποψη για το αν θα τα
είχα καταφέρει ή όχι. Προσωπικά δε θέλω να το σκέφτομαι, γιατί ξέρω ότι ποτέ δε θα μάθω
την απάντηση».

Το τέλος πλησιάζει...
Για πόσο καιρό ακόμη μπορεί ο Σουμάχερ να διατηρηθεί στην κορυφή της F1 και ποιο είναι το
κίνητρο για να συνεχίσει ο ίδιος να προσπαθεί από τη στιγμή που έχει πετύχει όλους τους
στόχους που θα μπορούσε να θέσει κάποιος;
Ο Χάκινεν δήλωσε ότι ο Σουμάχερ θα αποχωρήσει σύντομα. Ο Ρος Μπρον αποκάλυψε ότι έγινε
συζήτηση για αποχώρηση φέτος στο Ιταλικό GP. Όσοι είδαν το Σουμάχερ εκείνο το
σαββατοκύριακο, παρατήρησαν ότι η συμπεριφορά και τα λεγόμενα του Γερμανού διέφεραν από
το συνηθισμένο. Ίσως για πρώτη φορά να σκεφτόταν ως πατέρας και όχι ως οδηγός αγώνων.
Ο ίδιος είναι ανένδοτος, τονίζει ότι αυτή η στιγμή δεν έχει έρθει ακόμη και απομακρύνει
από το μυαλό του τη σκέψη ότι κάποτε πρέπει να κάνει τόπο στα νιάτα. Του θύμισα μια φράση
του μεγάλου Φάντζιο. Ο Αργεντινός, όταν αποχώρησε, είπε ότι είχε πετύχει περισσότερα απ?
όσα τόλμησε ποτέ να ονειρευτεί και δεν είναι καλό για το θεσμό να βρίσκεται το ίδιο
πρόσωπο στην κορυφή για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Ο Φάντζιο τόνισε ότι ήταν καιρός να
κατέβει απ? τη σκηνή για να αναδειχτούν νέοι πρωταγωνιστές. «Πιστεύεις ότι το ίδιο ισχύει
και για σένα τώρα;» ρώτησα το Σουμάχερ.
«Όχι ακόμη» απάντησε. «Ακόμη αγαπώ αυτό που κάνω και πιστεύω ότι με την αξία μου
βρίσκομαι εδώ, απολαμβάνω το συναγωνισμό και για όσο καιρό θα αισθάνομαι έτσι θα συνεχίσω
να αγωνίζομαι. Βεβαίως θα έρθει και η μέρα της αποχώρησης, αλλά ακόμη δεν τη βλέπω να
πλησιάζει».

Β.G.: Λίγο πιο παλιά είχες δηλώσει ότι αν βρεθεί κάποιος νέος ταλαντούχος πιλότος που θα
σε πιέσει πέρα από τα όριά σου, θα αποχωρήσεις. Βλέπεις από τους εν ενεργεία πιλότους
κάποιον που έχει την ικανότητα να σε εξωθήσει μέχρι εκεί;

Μ.S.: Ξέρεις, μετά απ? αυτό που έγινε με τον Μπάτον είμαι λίγο πιο προσεκτικός στις
κρίσεις μου σ? αυτό το θέμα. Όλοι θεωρούσαν ότι ο Μπάτον είναι ο νέος σούπερ σταρ, που θα
σαρώσει τους πάντες και τα πάντα, όμως η συνέχεια υπήρξε διαφορετική. Υπάρχουν βεβαίως
πάλι δύο όψεις, η μία που λέει ότι ο Μπάτον είναι πράγματι όσο καλός πιστεύαμε, αλλά ο
Φισικέλα είναι ακόμη καλύτερος, και η άλλη που λέει ότι ο Μπάτον «κατέρρευσε». Υπάρχουν
νέοι ταλαντούχοι πιλότοι, όπως ο Μοντόγια, ο Ράικονεν, ο Χάιντφελτ, που δείχνουν πολύ
καλοί. Αλλά κανείς δεν ξέρει τι θα καταφέρουν στο μέλλον. Θα περιμένουμε και θα δούμε.

Β.G.: Μίκαελ, όταν έρθει η στιγμή να κρεμάσεις το κράνος και τα γάντια, πώς πιστεύεις ότι
θα σε θυμούνται οι φίλαθλοι;

Μ.S.: Ειλικρινά; Δεν έχει καμιά σημασία. Διαφορετικοί άνθρωποι έχουν σχηματίσει
διαφορετική εικόνα για μένα. Αυτό που έχει σημασία είναι εγώ να ξέρω τι είμαι, ποιος
είμαι και πού είμαι. Και αν οι άνθρωποι με «βλέπουν» όπως είμαι, τότε αυτό θα με
ευχαριστεί. Αλλά αυτό δεν ελέγχεται. Εγώ είμαι περήφανος για τον εαυτό μου και γι? αυτά
που έχω πετύχει.

Και ποιος θα μπορούσε να απαιτήσει περισσότερα...