4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Γιάννης Eυσταθιάδης

«... Ο καλλιτέχνης, είτε μεγάλος πιανίστας, είτε απλός λαϊκός τραγουδιστής, οφείλει να
αντιμετωπίζεται σαν γελωτοποιός, ταγμένος να μας διασκεδάζει...»

Naughty Sfakianaki

EINAI ευεξήγητο το γιατί η τηλεόραση προβάλλει με τόση έμφαση, είτε ως ειδησεογραφικό
στοιχείο είτε ως ζωηρή συνέντευξη είτε ως χορταστικό πορτρέτο, το βίο και τη δράση
ορισμένων λαϊκών ή ποπ τραγουδιστών.
Τα νερά, μέσα στα οποία ψαρεύει, δίνουν καλή ψαριά: οι τραγουδιστές (ο παραλληλισμός με
το ψάρι συχνά δικαιώνεται) είναι ιδιόμορφοι λαϊκοί ήρωες, με μεγάλη απήχηση στο ευρύ
κοινό. Μπορούν να μιλούν πάνω σ? όλα τα θέματα, χωρίς να είναι αναγκασμένοι να δίνουν
υπεύθυνες, συγκεκριμένες απαντήσεις (ένα ανακουφιστικό άλλοθι). Έχουν την ικανότητα να
μιλούν πολύ, και συνήθως με αφελείς, αλλά χαριτωμένους αφορισμούς, κάτι που δημιουργεί
οικειότητα και αποκτά μεγαλύτερη διείσδυση. Στις καλύτερες περιπτώσεις, παράγουν ιδιότυπα
ιδιωματικά slogans που αποτυπώνονται εύκολα (αρκετοί θα θυμούνται, ίσως, το περίφημο
«Γράψ? το όπως σ? το λέω» του Σταμάτη Κόκοτα, από τη δεκαετία του ?60). Ο ιδιωτικός τους
βίος παρέχει όλα τα στοιχεία του μελοδράματος (πάθη, έρωτες, γάμους, χωρισμούς,
καλλιτεχνικές αντιδικίες), ενώ ακόμα κι ένας ενδεχόμενος θάνατος μπορεί να προσφέρει
μελωδική αναδρομή στις επιτυχίες τους.
Διαθέτουν μεγαλύτερη θεματική γκάμα από τους πολιτικούς και είναι σαφώς πιο ομιλητικοί
από τους αθλητές, ενώ ο λόγος τους είναι πιο αυθόρμητος απ? αυτόν των ηθοποιών, οι οποίοι
αισθάνονται την ανάγκη να μιλούν με καμπύλες γραμμές, σαν να υποδύονται ρόλο (κυρίως οι
ατάλαντοι).
Το γεγονός ότι συχνά υποπίπτουν σε συντακτικά και ποικίλα νοηματικά λάθη αποτελεί ένα
πρόσθετο πλεονέκτημα, καθώς ο μέσος θεατής αισθάνεται αυτομάτως ανώτερος, στην επικράτεια
του μεσαίου χώρου του.
Υπάρχει, θαρρείς, μια άγραφη σύμβαση Μέσου και καλλιτέχνη: εσύ θα λες ό,τι θες, θα
παραδοθείς άνευ όρων στην αδηφάγο κάμερα και στις αδιάκριτες ή και προσβλητικές ερωτήσεις
του δημοσιογράφου, κι εγώ θα σου «πουλήσω» το τελευταίο σου σουξέ ή θα σου γεμίσω το χώρο
της επικείμενης συναυλίας σου. Στη συνταγή, θεωρητικά, δεν υπάρχουν καν πλαστά διλήμματα,
και η δημοσιότητα συνήθως εξαγοράζεται ακόμα και με τον εξευτελισμό (μια και τόσο η
θετική όσο και η αρνητική φήμη παράγουν σύστοιχα θετικά αποτελέσματα, δηλαδή θόρυβο).
Παρ? όλα αυτά, η συνταγή κάπου χαλάει («κόβει», που λένε οι νοικοκυρές), κυρίως όταν δεν
τηρούνται κάποια ψευτοπροσχήματα που ισορροπούν μεταξύ συναισθηματισμού και
καθωσπρεπισμού. Έτσι ―σχιζοφρενικό το φαινόμενο, αλλά πραγματικό―, ο ίδιος καταναλωτής
της «πληροφορίας», που αρέσκεται να επαναλαμβάνει ανεκδοτολογικά τις ελληνικούρες της
κυρίας ¶ντζελας Δημητρίου, εξανίσταται όταν βλέπει την κατάχρηση της ταξικής εξουσίας από
την κυρία Έλλη Στάη (ανάλογο φαινόμενο με την προ ετών διαπόμπευση του Βασίλη Λεβέντη από
τον Πάνο Παναγιωτόπουλο και τις πίτσες του, οι «σάλτσες» της οποίας περιέλουσαν
περισσότερο τον «έξυπνο» δημοσιογράφο). Δεν ξέρω από τον Νότη Σφακιανάκη τίποτ? άλλο πέρα
από μια πονηρή φάτσα, ένα νευρώδη και στακάτο λόγο και κάνα δυο τραγούδια (κάποιοι φίλοι
μού λένε πως διαθέτει έναν ενδιαφέροντα πρωτογονισμό στην τραγουδοποιία του). Ο ίδιος
είναι σούπερ-σταρ μεγάλης δημοτικότητας και ανάλογων πωλήσεων, αν και το στιλ του δεν
ακολουθεί πιστά τις νόρμες των λαϊκών ειδώλων. Στο ίδιο ακριβώς πνεύμα και η τηλεοπτική
του συνέντευξη ήταν για το γενικό κοινό «αιρετική» και γεμάτη «σκανταλιές» και «αταξίες»,
μια και τόλμησε ν? αναφερθεί υπεραπλουστεύοντας υπέρ της βασιλείας (σε εποχή δημοκρατίας)
και να δηλώσει άθεος (σε εποχή Χριστόδουλου). Οι αντιδράσεις που προκάλεσε, κυρίως μέσα
από το κανάλι που τον φιλοξένησε, είναι χαρακτηριστικές, καθώς, βραδιές ολόκληρες,
σχολιάστηκαν επικριτικά τα λεχθέντα από πλήθος προσκεκλημένων.
Το επιμύθιο είναι σαφές όσο και το μήνυμα. Τα Μέσα, οι ειδικοί και το κοινό είπαν με τον
τρόπο τους στο «κακό παιδί»: έχεις το δικαίωμα να μιλήσεις για ό,τι θες, αρκεί αυτό που
θες να εντάσσεται μέσα στα ήδη αποδεκτά στερεότυπα που μας παρηγορούν. Δεν πρέπει ούτε
στιγμή να ξεχνάς πως είσαι ένας διασκεδαστής του λαού, και κάθε δήλωσή σου οφείλει να
τείνει προς τα εκεί.
Το κοινό μπορεί να δεχθεί κάθε ιδιοτροπία σου ― μπορείς να διακόψεις ένα τραγούδι «γιατί
κάποιος έβηξε ή γιατί δεν σου άρεσε η γραβάτα κάποιου κυρίου στην πρώτη σειρά, αλλά δεν
μπορείς να επέμβεις κατά κάποιο τρόπο στα κοινά πράγματα».
Η παρενθετική φράση ανήκει στον Umberto Eco και στο κείμενο που έγραψε κάποτε, όταν ο
πιανίστας Maurizio Pollini τόλμησε να προτάξει, σ? ένα ρεσιτάλ, μια διαμαρτυρία για τους
βομβαρδισμούς στο Βιετνάμ, ενοχλώντας ακροατές και κριτικούς. Ασφαλώς, η αναλογία είναι
βλάσφημη, τα θέματα άλλης σοβαρότητας, οι αξίες μη συγκρίσιμες. Ωστόσο, το πνεύμα
παραμένει το ίδιο. «Σε μια καταναλωτική κοινωνία, η τέχνη είναι ένα γαστρονομικό αγαθό»
καταλήγει ο Eco. Ο καλλιτέχνης, είτε μεγάλος πιανίστας, είτε απλός λαϊκός τραγουδιστής,
οφείλει να αντιμετωπίζεται σαν γελωτοποιός, ταγμένος να μας διασκεδάζει.
«Καλή μας όρεξη!» όπως καταλήγει ο Eco._ Γ. E