4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Pέα Bιτάλη

«? Oι μόνοι που αφοδεύουν στις σελίδες της ιστορίας του εμπορίου στην Eλλάδα είναι το
ελληνικό κράτος και οι υπηρεσίες του. Bαθιά πληγή, αγιάτρευτη, ελληνική?»

Tο φτερωτό αυτοκίνητο

EIΠA να γράψω για τους πολιτικούς, αλλά δεν είναι σοφό να ξεκινάς τη χρονιά μ? αυτούς?
¶σε που είμαι και αλλεργική! Mετά είπα να γράψω τα «γεια σου» της χρονιάς που έφυγε. Kαι
ήρθε μια παράγραφος από το «Eν Λευκώ» του Kώστα Kαββαθά στο τεύχος Δεκεμβρίου να ζουμάρει
όλα τα «γεια σου» στο πρόσωπο του Kώστα Kασιδόπουλου. Στην αρχή, βέβαια, ως γνήσια
απόγονός του, με πολλές σταγόνες πείσματος και περηφάνιας μαζί? θύμωσα. «Mάστορα, το
όνομα του πατέρα μου το έχω στην καρδιά μου, όχι στο βιογραφικό μου, και ούτε γράφω τόσα
χρόνια στο περιοδικό, γιατί ήμουν κόρη του». Aλλά ο «Mάστορας», όπως μ? αρέσει να τον
λέω, ξέρει από πείσμα και περηφάνια περισσότερα? Έτσι αποφάσισα ν? ανοίξω τα χαρτιά μου
με την εμπιστοσύνη που μπορεί να τα ανοίξει κανείς σε φίλους. Tο 1965, λοιπόν, ταξιδεύει
για την Iαπωνία ένας νεαρός 28 ετών, με σκοπό να διεκδικήσει την εισαγωγή και
αντιπροσώπευση της TOYOTA στην Eλλάδα. Ήταν το πρώτο του ταξίδι στο εξωτερικό, και
μάλιστα με αεροπλάνο. Γόνος μιας ευκατάστατης εμπορικής οικογένειας, τσακώνεται με τον
πατέρα του και «αποκληρώνεται», γιατί «δεν κάθεται στα αβγά του, να ασχοληθεί με τις
δουλειές της οικογένειας». Tο να είναι «πλούσιος» στο χωριό δεν του λέει τίποτα. Eίναι
από ?κείνη τη στόφα των ανθρώπων που ο κόσμος του εφησυχασμού τον στενεύει σαν λάθος
νούμερο παπούτσι. Aπό εκείνο, λοιπόν, το πρώτο ταξίδι υπάρχουν στο συρτάρι δύο κάρτες με
μια γιαπωνέζικη παγόδα και γράφουν: «Πατέρα, θα ξεκινήσω με τα αυτοκίνητα, αλλά κάποτε
πρέπει να ασχοληθώ με αεροπλάνα. Tο μέλλον είναι εκεί»? (¶ντε μετά να μην τον...
αποκληρώσεις!) Kαι η άλλη... «Bεττάκι μου, μας περιμένει πολλή δουλειά. Σε λατρεύω». Kατά
κάποιο τρόπο τα κατάφερε και με τους δυο στόχους. Πήρε τον τίτλο του εισαγωγέα και
αντιπροσώπου της TOYOTA για την Eλλάδα και του οικοδεσπότη της εταιρείας για την είσοδό
της στην Eυρώπη και «κατέκτησε» τους αιθέρες στα 39 του χρόνια, όταν εγκατέλειψε το
μάταιο τούτο κόσμο.
Mέσα, λοιπόν, σε μια δεκαετία δημιουργήθηκε ένας κολοσσός. Πολλές φορές περνάνε σαν
τρέιλερ ταινίας μερικές σκηνές από μπροστά μου. Eίναι το δικό μου «σινεμά ο παράδεισος».
Eκείνη η τεράστια, χαρούμενη πομπή αυτοκινήτων που ξεκινούσε κάθε χρόνο από τα γραφεία
της λεωφόρου Aλεξάνδρας για να φτάσει στην Έκθεση Θεσσαλονίκης. Mεγάλο γεγονός! Mε κόρνες
περνούσαν κάθε πόλη και χωριό και στις κεντρικές πλατείες γινόταν η διαφήμιση κατά το
marketing της εποχής και το σχετικό test drive, το οποίο συνίστατο στο να... κλοτσήσουν
οι μελλοντικοί πελάτες τα λάστιχα ή να κουνήσουν με τα χέρια τους το αμάξωμα για να δουν
τη «σουσπασιόν». Kαι μπορεί όλοι οι Έλληνες να έμαθαν να προφέρουν τη λέξη TOYOTA σε
πρώτο στάδιο και μετά Tογιότα, αλλά η προγιαγιά μου δεν καταδέχτηκε ποτέ το όνομα? Γι?
αυτήν τα αυτοκίνητα ήταν «του Kωστάκη» και έτσι φώναζε, καθώς με το μαύρο της τσεμπέρι
στεκόταν στο παράθυρο, μόλις άκουγε τις κόρνες.
Θυμάμαι τα Pάλι Aκρόπολις και την αγωνία να τελειώσω γρήγορα με τις γυμναστικές
επιδείξεις στο γήπεδο του Παναθηναϊκού για να προλάβουμε στο στάδιο τον τερματισμό και
την ψυχή μου να γεμίζει ενθουσιασμό, όταν άκουγα τον «Ίκαρο» να αναγγέλλει τους νικητές.
Θυμάμαι μια ουρά ανθρώπων, όπως στα σούπερ μάρκετ, να περιμένουν υπομονετικά για να
παραγγείλουν την Corolla με χρόνο παράδοσης 12 μήνες και να με «βάζουν μέσο» οι δάσκαλοι
στο σχολείο για μικρότερο χρόνο παράδοσης. Θυμάμαι τις «μάχες» των ανθρώπων και το
«διχασμό», ιαπωνικό ή ιταλικό. Oύτε Oλυμπιακός-Παναθηναϊκός! Θυμάμαι τις Kυριακές που
παίζαμε μέσα στα αυτοκίνητα της έκθεσης και τη φράση: «¶ντε, βρε Kώστα, Kυριακή είναι,
φτάνει πια η δουλειά! Πάμε στη Bουλιαγμένη όπως όλοι οι άνθρωποι». Θυμάμαι ένα στρατηγό
επί χούντας που μπήκε με το έτσι θέλω στο γραφείο του, «Δεν μπορείτε να με έχετε να
περιμένω. Eίμαι στρατηγός!», και τον πατέρα μου να του σκίζει τη στολή και να ουρλιάζει:
«Eδώ μέσα είμαι εγώ στρατηγός!» (Για την ιστορία να αναφέρω ότι ο στρατηγός τον εκτίμησε
μετά από αυτό και έγινε καλός του φίλος μέχρι το θάνατό του.) Θυμάμαι ένα χαστούκι, το
μοναδικό, που έφαγα όταν κορόιδεψα μια ομάδα τσιγγάνων που είχε έρθει για το Hi-Lux και
τη φράση του: «Aπ? αυτούς τρως, γι? αυτό να σου λείπουν τα γέλια». Aκόμα θυμάμαι το
πείσμα του και το εμπορικό του μυαλό, όταν διεκδίκησε τα Duty Free του αεροδρομίου, που
τότε ήταν μια καταχρεωμένη εταιρεία, για να την κάνει κερδοφόρα και μετά «σου υπόσχομαι
θα τη δώσω πίσω», όπως είπε στη μάνα μου, και κράτησε την υπόσχεσή του. Tο εμπόριο ήταν
το οξυγόνο του.
Tο 1976 κλείνει το πρώτο μέρος του βιβλίου. Tη σκυτάλη παίρνει η Bέττα. Aν σήμερα μια
γυναίκα στο τιμόνι επιχείρησης είναι σπουδαίο πράγμα, πόσο μάλλον το 1976. Tο πρώτο
πράγμα που έκανε ήταν να ζητήσει να βαφτούν όλα τα κτίρια: «Πρώτον, γιατί ήταν το μόνο
που ήξερα από το σπίτι μου, το νοικοκυριό μου, και δεύτερον γιατί ο θάνατός του είχε
συγκλονίσει την Eλλάδα και όλοι έρχονταν στην εταιρεία με μαύρα συναισθήματα και πίστευαν
ότι όλα τελείωσαν. Tου το χρωστούσα. Δεν ήθελα κακομοιριά στη μνήμη του». Θυμάμαι τους
εκβιαστές που εμφανίζονται πάντα μαζί με το θάνατο, κάτι σαν φούστα-μπλούζα, να μένουν
άοπλοι μπροστά στην αποφασιστικότητα και το χαμόγελό της. Θυμάμαι ακόμα, για μια δεκαετία
τους δημοσιογράφους να ζητούν συνεντεύξεις και εκείνη να απαντάει: «Δουλεύω με τις
μπαταρίες εκείνου, δεν είναι σωστό να κομπάζω». Bέβαια, καμιά μπαταρία δεν κρατάει δέκα
χρόνια, αλλά οι αρχές της έτσι της επέβαλλαν να λέει. H εταιρεία μεγάλωσε. 120
αντιπρόσωποι, 800 υπάλληλοι. Kανονικό φυτώριο στελεχών που επανδρώνουν σήμερα όλες τις
εταιρείες του χώρου. Kαι ένα εργοστάσιο κατασκευής αμαξωμάτων στο Bόλο, που ακολούθησε με
σεβασμό τα προγράμματα των κυβερνήσεων, οπότε και έκλεισε! Aξίζει να αναφέρουμε ότι μετά
το βραβείο για την αρτιότερη κατασκευή στην Eυρώπη που μας απονεμήθηκε, άλλαξαν το νόμο,
ώστε να μην υπάρχει λόγος ύπαρξης του εργοστασίου? Aπλούστατο! (που έλεγε και η
Bουγιουκλάκη σε κάποια ταινία). Tο 1986 οι μετοχές άλλαξαν χέρια. Tο μέλλον ανήκε πια
στις πολυεθνικές. Πρωτοπόρα κίνηση σε μια εποχή που συνώνυμο του πουλάω ήταν το ξεπουλάω.
H εταιρεία παραδόθηκε, ενώ βρισκόταν, όπως πάντα άλλωστε, στην κορυφή. Ίσως η πρώτη
κερδοφόρα εταιρεία που άνοιξε το δρόμο των εξαγορών στην Eλλάδα. Eίναι αστείο πόσοι
επιχειρηματίες θα πουν έκτοτε αναστενάζοντας: «Mωρέ, δε βρίσκεται μια πολυεθνική να
αγοράσει και τη δική μου». Tο όνομα μένει πια στις καρδιές και στα στόματα λίγων, παλιών,
ειδικών? Όπως γίνεται πάντα με τα ονόματα. C? est la vie. Oι μόνοι που αφοδεύουν στις
σελίδες της ιστορίας του εμπορίου στην Eλλάδα είναι το ελληνικό κράτος και οι υπηρεσίες
του. Bαθιά πληγή, αγιάτρευτη, ελληνική. Kοινός ο αγώνας για όσους πρόκοψαν, να
προσπαθήσουν ν? αποδείξουν ότι δεν είναι ελέφαντες. Πάντα η προτελευταία σελίδα πρέπει να
έχει αίμα σε τούτη τη χώρα. Tέλος πάντων? Πολλές φορές, όποιος μαθαίνει το όνομά μου
ψάχνει να βρει στις δραστηριότητές μου την εμπορική συνέχεια εκείνου. Eίναι ανθρώπινο.
Eίμαι ήσυχη ότι σεβάστηκα την κληρονομιά του. Tην πόνεσα, τη νοιάστηκα, δεν την
εξευτέλισα. Όμως χρυσές σελίδες δε γράφονται κάθε μέρα, ούτε ο Θεός μοιράζει ανάλογα
στυλό σε όλο τον κόσμο. Mέσα όμως στην κληρονομιά του υπήρχαν δύο λέξεις. Kαλός και
απλός. Όλοι οι άνθρωποι έχουν στυλό γι? αυτές τις λέξεις. Aρκεί να ?ναι ξεκούμπωτη η
καρδιά και καθαρή η σελίδα. Eπιτρέψτε μου, λοιπόν, ύστερα από επτά χρόνια (και Kαββαθά
επιτρέποντος) να αφιερώσω το Γεια σου της καινούργιας χρονιάς στους δικούς μου Kώστα και
Bέττα και στον ταξιτζή που συνάντησα στο νησί και οδηγούσε ακόμα την Crown: «Δεν το
αλλάζω αυτό το αυτοκίνητο. Tο είχα πάρει από ένα παλικάρι? Ξέρεις τι παλικάρι ήταν;»
Ξέρω? Ξέρω? ¶λλωστε κι εγώ έχω ένα αυτοκίνητο που όλο τρέχει? Kαι πού θα σταματήσει; Tι
σημασία έχει πού θα σταματήσει! Aρκεί που θα είναι πολύχρωμες οι διαδρομές. Aρκεί που
έμαθε να σέβεται τις αποστάσεις από τα αυτοκίνητα των άλλων οδηγών._ P. B.

Y.Γ. 1: Mάστορα, καμιά φορά φωνάζω άδικα. Eπί τη ευκαιρία να σου πω ότι θυμάμαι ακόμα τη
φράση του: «O Kαββαθάς είναι ο μόνος έντιμος και δουλεύει σαν και μένα».
Y.Γ. 2: Nαι, ρε μαμά, θα το γράψω το βιβλίο.