4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Kώστας Kαββαθάς

Αυγουστιάτικο φεγγάρι (και βροχή)

Πάλι τα ίδια. Μόνος στο σπίτι και το φετινό καλοκαίρι, πάλι για τους ίδιους, βαρετούς και
ολίγον χιουμοριστικούς λόγους. Βλέπετε, ύστερα από 40 ολόκληρα χρόνια σκληρής δουλειάς
και για λόγους που εξακολουθούν να μου διαφεύγουν (;) δεν κατάφερα να αποκτήσω τα δύο
(από τα τρία) must του κάθε επιτυχημένου: α) «σκάφος», β) «βίλα» στη Μύκονο και γ) Range
Rover. Η αποτυχία να ανταποκριθώ μου έχει δημιουργήσει ψυχολογικά προβλήματα, με
αποτέλεσμα να ντρέπομαι να εμφανιστώ δίπλα στις persones που περιφέρονται στα κέντρα και
στα γεμάτα βρόμα και δυσωδία «γραφικά» σοκάκια των κοσμικών νησιών, λέγοντας ή μία στην
άλλη: «Δεν το πιστεεεεύω!» Έκανα ένα πείραμα πηγαίνοντας στο «σμαραγδένιο» νησί, απ? όπου
έφυγα τρέχοντας, μη μπορώντας να ανεχθώ το όργιο της «λαϊκής» αρχιτεκτονικής, τη
συμπεριφορά Eλλήνων και ξένων (κυρίως... Αλβανών!) στους δρόμους και στα μαγαζιά, την
προκλητικότητα του νέου χρήματος και, το κυριότερο, τους λογαριασμούς που πληρώσαμε σε
«γραφικές» ταβέρνες για φαγητά που ένας χωρικός στη Σαρδηνία θα πετούσε στα σκυλιά.
Βλέπετε, όσο περνούν τα χρόνια, τόσο απομακρύνομαι από τα «πρότυπα» που μας έχει επιβάλει
η μεταπρατική μας κοινωνία, και ακόμα και η σκέψη ότι μπορεί να αποκτήσω «σκάφος» και να
«δέσω» δίπλα στο Στέλιο Νεοπλουτίδη μού προκαλεί ναυτία.
Από την άλλη πλευρά, πέρασε και η εποχή των enduro. Δεν είμαι σε θέση να καβαλήσω μια
Duke και ν? ακολουθήσω τους πιτσιρικάδες στην ορεινή Κορινθία. Μένουν βεβαίως οι
εξορμήσεις με 4x4, κάτι που δεν αποκλείεται να επιχειρήσω αυτόν το χειμώνα, αφού ενέχει
και το στοιχείο του ρεπορτάζ για το περιοδικό. Να ?μαι λοιπόν μόνος στο σπίτι στα
Μεσόγεια, κάτω από την πέργκολα, παρέα με τα αεροπλάνα που προσγειώνονται στο «Ελευθέριος
Βενιζέλος», να γράφω αυτές τις αράδες. Βλέπετε, το σπίτι βρίσκεται στην τελική του
διαδρόμου 33L και τα αεροπλάνα περνούν σε ύψος 700 ποδών πάνω από το σπίτι ή, για να το
θέσω στην πραγματική του διάσταση, μέσα από την... κρεβατοκάμαρά μου! Όπως καταλαβαίνετε,
έχω γίνει ακόμα πιο ειδικός στα αεροπορικά. Κοιμάμαι και καταλαβαίνω πότε περνάει Airbus
A320, Avro, 737, 750, ATR ή Dash 7, και όχι μόνο αυτό, αλλά αν ο πιλότος έρχεται «ψηλός»
ή «κοντός». Δεν έχω παράπονο, αφού για περισσότερα από 13 χρόνια είχα την τύχη να ζω στον
παράδεισο. Έξω από την πόλη, στους λόφους της Μεσογαίας, που τόσο αγαπώ από τα χρόνια που
την «όργωνα» με τις μοτοσικλέτες που καβαλούσα. Τις νύχτες άκουγα τα πάντα, από τα σκυλιά
του απέναντι κτήματος μέχρι το ατέλειωτο πήγαιν? έλα των δικών μου τετραπόδων και τις
φωνές από τις κουκουβάγιες. Και την Κυριακή το πρωί άκουγα τη? λειτουργία από το διπλανό
μοναστήρι. Τώρα ακούω το θόρυβο από τις τουρμπίνες. Η πτήση από το Λονδίνο, τα Χανιά, το
Ηράκλειο, τη Ρώμη, το Παρίσι... Η κρεβατοκάμαρά μου έχει γίνει πύργος ελέγχου και δεν
είναι λίγες οι φορές που αγωνιώ από την προσέγγιση κάποιου αεροπλάνου. «Πολύ ψηλός έχει
έρθει ο μάγκας» ή «Τράβα πίσω τις μανέτες, καπετάνιε» ή «Bάλε περισσότερα φλαπς». Και
καλά να έλθει «ψηλός». Όλο κάποιο «μαγικό» θα κάνει και θα το μαζέψει. Αν είναι «κοντός»,
μου κάνει τα νεύρα κουρέλι, καθώς τον ακούω να «βάζει κινητήρες» για να μείνει στο ίχνος
του ILS. «Ξεχάστηκες ή μιλάς με το συγκυβερνήτη για το ντέρμπι της Κυριακής;» λέω. Έτσι
οι νύχτες, ιδιαίτερα το καλοκαίρι, που τα παράθυρα είναι ανοιχτά, έχουν το δικό τους
«σασπένς».
Δεν παραπονιέμαι. Πέρα από την ενόχληση που προκαλεί, το αεροδρόμιο ήταν ένα όχι απλώς
απαραίτητο, αλλά επιβεβλημένο έργο, άλλο αν δεν έπρεπε να γίνει στα Μεσόγεια αλλά, όπως
χρόνια γράφω, στο Σαρωνικό, δίπλα και παράλληλα με το Ελληνικό, σε βάθος ενός χιλιομέτρου
μέσα στη θάλασσα, με όλες τις μαρίνες στο κάθετο και οριζόντιο τμήμα του Τ. Διαφώνησαν οι
«οικολόγοι», λένε. Εγώ λέω ότι το αεροδρόμιο στο Σαρωνικό δεν είχε τα ίδια «κέρδη» για
τους φανερούς και αφανείς νονούς. Το μόνο που είχε να κάνει η Πολιτεία ήταν να βάλει μια
επιγραφή που να λέει «δεχόμαστε μπάζα» και το τεχνητό νησί πάνω στο οποίο θα φτιάχνονταν
οι δύο παράλληλοι διάδρομοι προσγείωσης, αλλά και η γέφυρα που θα τους συνέδεε με το
παλιό (αεροδρόμιο) θα ήταν έτοιμα σε χρόνο dt. Έτσι, η Αθήνα θα διατηρούσε το παλιό
Ελληνικό για χρήση από τη Γενική Αεροπορία, για τη δημιουργία μιας πίστας αγώνων Formula
1 ― όπως πρότεινε και ο υποψήφιος Δήμαρχος Aθηναίων κ. Παπουτσής! Ναι, βρε δυσκοίλιοι,
συγκαμένοι, απαράδεκτοι και μικρομεσαίοι. Ένα αυτοκινητοδρόμιο «ευρωπαϊκών προδιαγραφών»,
όπως έχετε μάθει να λέτε. Μια πίστα για αγώνες αυτοκινήτου, με την προϋπόθεση, βέβαια,
ότι δε θα είχαν αντίρρηση οι «αγανακτισμένοι κάτοικοι» και ο Δήμος Ελληνικού. Στο σημείο
που περιγράφω θα μπορούσαν να γίνουν και τα Ολυμπιακά έργα και οι μαρίνες (για να «φάνε»
οι μεν) και η «ήπια οικιστική ανάπτυξη» (για να «φάνε» οι δε) και το πάρκο
«περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης» και, το κυριότερο, το σοβαρότερο, το μεγαλύτερο απ?
όλα, να μην έχoυν καταστραφεί τα Μεσόγεια! Στο χώρο του διευρυμένου αεροδρομίου Ελληνικού
θα κατέληγαν όλες οι γραμμές των τρένων, μετρό, τραμ και λεωφορείων, και οι επιβάτες απ?
όλα τα σημεία της Ελλάδας αλλά και του πλανήτη θα μπορούσαν να πηγαίνουν όπου ήθελαν. Στα
νησιά, στην ηπειρωτική Ελλάδα, στο εξωτερικό, στο διάστημα.
Υπάρχει, άραγε, κάποιος να μου πει γιατί δεν εξετάστηκε αυτή η λύση ή όλοι έχουν
βαρυστομαχιάσει;

Κατά την πάγια συνήθειά μου από αλλού ξεκινάω και αλλού καταλήγω, αλλά έτσι γίνεται όταν
κάποιος δεν κάνει ρεπορτάζ, αλλά απευθύνει επιστολή στους παλιούς φίλους, γι? αυτό, πίσω
στις μη διακοπές του κ. Ιλό. Μόνος στο σπίτι, ταξίδια με το R44 και οδήγηση τριών καλών
και, όπως θα αποδειχτεί, σημαντικών αυτοκινήτων: του Mazda 6, του Range Rover και του
Mini Cooper S. Παρακαλώ, όχι χαμόγελα! Το ότι τα Rover οδηγούνται και από νεόπλουτα
Cohiba δε σημαίνει ότι είναι κακά αυτοκίνητα. Eίναι από τα καλύτερα, αν όχι το καλύτερο
upper class 4x4 που υπάρχει αυτήν τη στιγμή, παίρνοντας τη θέση από τα Land Cruiser 100
και Jeep Grand Cherokee. Το οδήγησα για μία περίπου εβδομάδα και, αν εξαιρέσω τα σχόλια
εκείνων που με? αναγνώρισαν, πέρασα πολύ καλά, ευχαριστώ. Τι σημαίνει αυτό; Ότι ο όγκος
και το μέγεθος του οχήματος κάνουν ακόμα και τον πιο μετρημένο άνθρωπο να αισθάνεται ότι
είναι «διαφορετικός», κάτι που γίνεται ορατό αν παρακολουθήσουμε με προσοχή τις
συμπεριφορές ορισμένων από τους κατόχους αυτών των αυτοκινήτων. Παραβιάζουν
προτεραιότητες, προσπερνούν από δεξιά, αριστερά, πάνω ή και κάτω, και τρομοκρατούν τους
οδηγούς μικρότερων αυτοκινήτων και, βέβαια, δικύκλων (το έχω νιώσει στο πετσί μου, μια
και οδηγώ τα περισσότερα από τα μοντέλα που έρχονται στους 4Τ και βλέπω την αλλαγή των
συμπεριφορών) και, γενικά, δείχνουν την έμφυτη «βλαχιά» που κουβαλάνε.
Τι συμβαίνει, λοιπόν; Απλώς, οι άνθρωποι που απέκτησαν ένα μεγάλο 4x4 για συγκεκριμένους
λόγους (εξορμήσεις στα βουνά, κυνήγι, χρήση σε τεχνικά έργα κτλ.) ντρέπονται να τα
κυκλοφορήσουν. Παρ? όλα αυτά, όμως, το καινούργιο Range Rover εξακολουθεί να είναι ένα
από τα πιο άνετα, πλήρως εξοπλισμένα και ασφαλή αυτοκίνητα της κατηγορίας, και μπράβο
στην BMW που κατάφερε να αλλάξει την εικόνα και την ποιότητα των αυτοκινήτων της
συγκεκριμένης εταιρείας. Πρέπει να ομολογήσω ότι υπήρξαν στιγμές στην εθνική οδό που
έπιασα τον εαυτό μου να σκέπτεται ότι δε θα είχα αντίρρηση να το? αποκτήσω, αλλά, όπως
πάντα, επικράτησαν πιο ψύχραιμες σκέψεις! Ίσως, στην επόμενη ζωή, όταν επιστρέψω από την?
Καλιφόρνια! Μέχρι τότε θα μείνω με τα αυτοκίνητα των δοκιμών του περιοδικού, τη «γριούλα»
που με περιμένει υπομονετικά στο γκαράζ (την είδατε στο προηγούμενο τεύχος;) και την BMW
650GS. Παρένθεση: υπάρχουν τρεις BMW προς πώληση! Μια 650CS Scarver με λιγότερα από 1.000
χιλιόμετρα, μια R1100R, μοντέλο 2000, με 1.800 χιλιόμετρα, και η παλιά (σε χρόνια) αλλά
«καινούργια» σε χιλιόμετρα (26.000) 1100RS, μοντέλο 1984, με τον 4κύλινδρο, επίπεδο
κινητήρα. Τις δύο πρώτες μπορείτε να δείτε ―αν υπάρχουν ακόμα― στο κατάστημα του Αντώνη
Παναγιωτόπουλου στο Σταυρό, ενώ την 1100RS σ? εκείνο των αδελφών Βαγιανέλη στην
Καλλιρρόης. Kλείνει η παρένθεση.
Όσοι αγοράσατε το προηγούμενο τεύχος θα διαβάσατε το συμπέρασμα της δοκιμής του Mazda 6.
Αν όχι, το αναδημοσιεύω: «... Αναμφίβολα, η Mazda πέτυχε να κατασκευάσει ένα σύγχρονο
αυτοκίνητο με σχεδιαστικό ενδιαφέρον, έντονη προσωπικότητα, ποιότητα κατασκευής, χώρους
και οδική συμπεριφορά, στοιχεία που δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτε από τα κορυφαία της
κατηγορίας. Πρόκειται, λοιπόν, σίγουρα για έναν υπολογίσιμο αντίπαλο, και μάλιστα με
πλήρη εξοπλισμό και σε δελεαστική τιμή, που έχει όλα εκείνα τα προσόντα να αποτελέσει στη
μεσαία κατηγορία ένα? αντίβαρο στην κυριαρχία του Mondeo, ενώ διαθέτει και ένα στοιχείο
που δεν πρέπει να υποτιμηθεί: την ιαπωνική καταγωγή...» Δεν υπάρχουν λόγια για να πω πόσο
συμφωνώ με τους δοκιμαστές των 4Τ και, βέβαια, πόσο καλή εντύπωση μου έκανε αυτό το
αυτοκίνητο. Αν είσαστε στην αγορά για κάτι νέο, δείτε το. Νομίζω ότι είναι μια ευχάριστη
αυτοκινητιστική έκπληξη, που, ομολογώ, δεν περίμενα από τη συγκεκριμένη εταιρεία. Το
Mazda 6 είναι, μαζί με άλλα, υποψήφιο για τον τίτλο του Αυτοκινήτoυ της Χρονιάς 2002, η
ώρα πλησιάζει ― όταν διαβάζετε αυτές τις γραμμές θα έχω ήδη πάει στη βόρεια Δανία και θα
έχω οδηγήσει (μαζί με τον Σ.Χ.) όλα τα υποψήφια αυτοκίνητα, γι? αυτό ας περιμένουμε λίγο
για να δούμε τι θα αποφασίσουν οι 58 δημοσιογράφοι του COTY.
Στο τεύχος Σεπτεμβρίου είχαμε και τη δοκιμή του Mini Cooper S, για το οποίο θα έπρεπε να
γράψω τουλάχιστον? τρεις σελίδες. Όχι τόσο για το ίδιο το αυτοκίνητο, αλλά για τον
πρόγονό του, την εποχή που παρουσιάστηκε και τον άνθρωπο που το σχεδίασε (τον Ισιγόνη).
Δε γίνεται, όμως, για λόγους πρακτικούς (δεν υπάρχουν σελίδες και? χρόνος), γι? αυτό δυο
λέξεις για το τελευταίο μοντέλο. Πρόκειται για ένα πολύ καλό αυτοκίνητο, με ξεχωριστή
προσωπικότητα και επιδόσεις που δε σε αφήνουν ασυγκίνητο. Είναι λίγο ακριβό, ναι, αλλά
όλα τα ωραία πράγματα στη ζωή είναι ακριβά! Θα το αγόραζα; Ναι, αν είχα υπογράψει?
ανακωχή στον πόλεμο με τον... εαυτό μου!


Ταξιδεύοντας?

ΔΕΝ ξέρω αν είναι τα χρόνια που περνούν, ο νους που αναζητάει αποκούμπι, το σώμα που δεν
μπορεί ν? ακολουθήσει το μυαλό και την καρδιά (δοκίμασα να οδηγήσω ένα αγωνιστικό στο
χώμα και σταμάτησα χαμογελώντας αμήχανα), αλλά η είσοδος στον 33ο χρόνο του περιοδικού
είναι πιο «οδυνηρή» απ? ό,τι φανταζόμουν. Μπορεί, λοιπόν, να είναι τα παραπάνω, αλλά και
κάτι που με πιέζει μήνες τώρα, η ανάγκη να μιλήσω για τα όσα? απίστευτα και όμως αληθινά
έκανα στη ζωή μου, κυνηγώντας κάτι που ακόμα δεν έχω καταλάβει τι ακριβώς είναι! Όπως σας
έχω πει, είναι καιρός πια που, όταν κλείνω τα μάτια, ο νους μου πλημμυρίζει από εικόνες.
Ένα πρωινό στην άδεια πίστα της Μόντσα, άλλο σε κάποιο παλιό γκραν πρι στο Σίλβερστοουν ή
στο Νίρμπουργκρινγκ, μέρες και νύχτες στα βουνά παρακολουθώντας ή λαμβάνοντας μέρος σε
ράλι (Ακρόπολις, Εαρινό, Φθινοπωρινό, Κιλκίς-Λαχανά κτλ.), ήχοι και μυρουδιές από αγώνες
ταχύτητας στο Τατόι και στα νησιά? Και άλλες που μεταφέρουν μια παράξενη «ζέστη», όπως
εκείνες από παλιές εκθέσεις αυτοκινήτου ― Γενεύη, Φρανκφούρτη, Παρίσι (που πήγα στο τέλος
Σεπτεμβρίου). Δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο ζωντανές είναι οι αναμνήσεις από τις
παλιές εκθέσεις! Αιτία; Θαρρώ η εντύπωση που έκανε σε ένα νέο δημοσιογράφο ο τεχνολογικός
πολιτισμός και η ύπαρξη ανθρώπων που αντί να ξημεροβραδιάζονται στα καφενεία και να
κριτικάρουν την «κενωνία» που δεν τους επέτρεψε να «πιάσουν την καλή», εργάζονταν με
σοβαρότητα και συνέπεια φτιάχνοντας εκπληκτικά σε ομορφιά και τελειότητα αυτοκίνητα. Η
διαδικασία αυτή λειτουργούσε σαν καταλύτης και φάρος στην ψυχή μου. Αν οι Ιταλοί, οι
Γάλλοι και οι Γερμανοί, σκεπτόμουν, ήταν σε θέση να σχεδιάζουν και να φτιάχνουν τόσο
ωραία αυτοκίνητα, μοτοσικλέτες και αεροπλάνα, γιατί όχι και οι Έλληνες, κάποια στιγμή,
ρωτούσα με πάθος στα άρθρα μου, και ―εδώ ήταν το ωραίο― υπήρχε ένα μεγάλο κοινό που
συμφωνούσε και σκεπτόταν με τον ίδιο τρόπο. Έπρεπε να περάσει καιρός για το δημοσιογράφο,
τους Έλληνες που είχαν την επιθυμία και το κοινό για να καταλάβουν σε ποια έρημο ζουν και
να συνειδητοποιήσουν πως ο μόνος τρόπος για ένα νέο Έλληνα μηχανικό ή σχεδιαστή να κάνει
κάτι ήταν να ξενιτευτεί ή να εργαστεί στο face control κάποιου «κλαμπ».
Δεν ήταν, όμως, μόνο οι αγώνες και η τεχνολογία της αυτοκίνησης που με τραβούσαν σαν
μαγνήτης. Ήταν η κάθε μορφής μηχανή, και ιδιαίτερα εκείνες που? πετούσαν! Το δωμάτιό μου,
εκτός από τα Autocar, τα Motor, τα Autosport και MotorSport, τα Small Car και Car της
εποχής, που έγραφαν «γίγαντες» σαν τους Tζένκινσον, Mπάντι, Φίλιπς, Σετράιτ, Mπίσοπ και
άλλους που οι σημερινοί γιάπηδες δεν πλησιάζουν ούτε στο μικρό τους δαχτυλάκι, ήταν
(είναι) γεμάτο με αεροπορικά περιοδικά, που ευλαβικά αγόραζα από το Μοναστηράκι. Και
δίπλα στα περιοδικά και στα βιβλία, τα μοντέλα! Δεκάδες. Αυτοκίνητα, ανεμοπλάνα,
αεροπλάνα, σκάφη, ακόμα και? ελικόπτερα, όλα φτιαγμένα με αγάπη και μεράκι μια εποχή που
τα υλικά ήταν δυσεύρετα, πανάκριβα, μακριά από τα παιδιά που δεν είχαν «πλούσιους»
γονείς. Αυτές οι εικόνες προστίθενται σε άλλες και να ένα «βουνό» από χρώματα, σιωπηλούς
ήχους και νοητικά αρώματα που «βγάζουν» δύναμη, αγάπη για το αντικείμενο και ευγένεια
που, ακόμα, με κρατάει αγκαλιά. Γιατί; Διότι, όταν συγκρίνω τον τρόπο που λειτουργούσαν,
ονειρεύονταν και πορεύονταν πολλά από τα παιδιά της δικής μου και των δύο επόμενων γενεών
με εκείνον της μεγάλης πλειοψηφίας των σημερινών μου ?ρχεται να κόψω τις? φλέβες μου, κι
ας λένε πολλοί ότι τα πράγματα είναι καλύτερα ή «διαφορετικά»! Όχι πως δεν υπάρχουν
σήμερα εκατοντάδες νέοι και νέες που διαθέτουν το ίδιο πάθος και κάνουν τα ίδια και
καλύτερα όνειρα, αλλά, για κάποιο λόγο που δεν είμαι σε θέση να εξηγήσω (οι γνώσεις μου
στα κοινωνικοπολιτικά και στη γονιδιακή? βιολογία δε φτάνουν εκείνες των προσωπικοτήτων
της πολιτικής που εμφανίζονται στα παράθυρα), η συντριπτική πλειοψηφία δε «δίνει μία» για
το πώς «δουλεύουν» τα πράγματα σε κάθε μορφής και είδους μηχανή, από τα αγωνιστικά
αυτοκίνητα και τις μοτοσικλέτες μέχρι τα πολιτικά και στρατιωτικά αεροπλάνα, τα πλοία ή
τα διαστημικά οχήματα. Υπεύθυνοι για την απουσία της νεολαίας από τη δημιουργική
τεχνολογία (γιατί υπάρχουν και τα video games) είναι οι πολιτικοί, οι (αγράμματοι)
δάσκαλοι, το χωμένο μέχρι το λαιμό στα κοινοτικά κονδύλια καθηγητικό κατεστημένο, οι σε
διαρκή «αγώνα» (για περισσότερα ρεάλια άλλα όχι καλύτερη μόρφωση) καθηγητάδες των ΑΕΙ, οι
θαμώνες των καφέ του Κολωνακίου και ένα πλήθος αρλουμπολόγων που δεν έχει κάνει ποτέ
τίποτα για να αποκτήσει η Ελλάδα την αξιοπρέπεια που θα της άξιζε ή, έστω, αναλογούσε.
Μήπως ξεχνάς, θα πουν κάποιοι, τους νέους που σπουδάζουν στα LSE και στα Imperial, στα
Harvard και στα ΜΙΤ; Δεν τους ξεχνάω, αλλά αυτοί οι επιστήμονες και μηχανικοί δε θα
εργαστούν ποτέ στην Ελλάδα, και αν το κάνουν, θα είναι επειδή ήταν συμμαθητές με το γιο
κάποιου πολιτικού που έχει πάρει το χρίσμα (he?s been «made», που λένε και στους κόλπους
της Οικογένειας) από τους επικυρίαρχους και έρχεται στη χώρα ως πράκτορας, «σύμβουλος»,
«βοηθός» ή «δεξί χέρι» του τοποτηρητή του αυτοκράτορα. Ορισμένοι που επέλεξαν δικό τους
δρόμο αναγκάστηκαν να γίνουν υπάλληλοι σε αντιπροσωπείες αυτοκινήτων για να επιβιώσουν.

Τις πταίει; Το Sequel

Στη σχόλη του δεκαπενταύγουστου έριξα μια ματιά στα 700 (;) χρονογραφήματά μου, που
δημοσιεύτηκαν μόνο σε ένα εβδομαδιαίο περιοδικό, που δεν υπάρχει πια, στα «Επίκαιρα»,
αλλά και στις εκατοντάδες, ίσως? χιλιάδες άρθρα που δημοσιεύτηκαν στο «ΒΗΜΑ», στην
«Καθημερινή», στην «Πρωινή Ελευθεροτυπία», στον «Ελεύθερο Τύπο», στους 4Τ, στην «ΠΤΗΣΗ»
και σε άλλα έντυπα, στα οποία εργάστηκα τα τελευταία 42 χρόνια. Ο όγκος (για την ποιότητα
θα αποφασίσουν οι αναγνώστες) είναι τόσο μεγάλος που δεν πίστευα στα μάτια μου! «Να κάνω
μια επιλογή, να βγάλω ένα ή δύο βιβλία» είπα, αλλά αμέσως σκέφτηκα: ποιος ενδιαφέρεται
για τα γραπτά ενός δημοσιογράφου που επέλεξε έναν περίεργο, για τα ελληνικά πράγματα,
δρόμο; Πολλοί, είπαν φίλοι και συνάδελφοι. Γιατί; Διότι σε πολλά από αυτά τα κείμενα
λέγονται πράγματα και γίνονται προβλέψεις για τον κόσμο που έρχεται που αξίζει να
διαβαστούν. Το πρόβλημα για κάποιον που έχει αποφασίσει να γράψει οτιδήποτε γνωρίζει,
είναι πού θα βρει το χρόνο για να κάνει την επιλογή και τη διόρθωση των κειμένων ή για να
κάνει πρωτότυπη δουλειά. Όπως έχω ακούσει, εκείνοι που πήραν την απόφαση να γράψουν ένα
βιβλίο χάθηκαν από τον κόσμο μέχρι να «γεννηθεί» το πνευματικό τους παιδί.
Και καλά να είναι κάποιος καλός και καταξιωμένος συγγραφέας. Το κοινό θα αγοράσει το
βιβλίο του, οι εφημερίδες θα κάνουν τις καλύτερες κριτικές και, αν έχει και «άκρες» με
τους παρουσιαστές ή τους καναλάρχες, θα προσκληθεί στα «παράθυρα». Αν δεν έχει, τότε
είναι καταδικασμένος να περνάει το χρόνο του στο Καθαρτήριο, δηλαδή στο χώρο ανάμεσα στην
κόλαση και στον παράδεισο.
Μη νομίσετε ότι ο παλιός σας γνώριμος «καβάλησε το καλάμι». Μακριά από μένα το (βαρύ)
αμάρτημα της αλαζονείας, αλλά σκεφτείτε το παράδειγμα του περιοδικού που κρατάτε στα
χέρια σας. Ποιο δελτίο ειδήσεων ζήτησε ποτέ να μάθει ποια είναι η θέση του αρχαιότερου,
εγκυρότερου και μεγαλύτερου αυτοκινητιστικού περιοδικού στη χώρα για ένα ή περισσότερα
φαινόμενα που συμβαίνουν στους δρόμους της χώρας; Όχι τη γνώμη ενός ανθρώπου, αλλά τη
θέση ενός ειδικού εντύπου, όπως γίνεται στη Γερμανία, την Ιταλία, τη Βρετανία και τη
Γαλλία. Κανείς, ποτέ! Δε σας κάνει εντύπωση το γεγονός ότι σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες
τα δελτία ειδήσεων ζητάνε τη γνώμη των ειδικών και στην Ελλάδα αυτό δεν έχει συμβεί παρά
μόνο μία ή δύο φορές τα τελευταία... 40 χρόνια; Τις πταίει, λοιπόν; Οι ειδικοί ή το
σύστημα της ανταλλαγής «προϊόντων»; Γιατί, όταν γίνεται ένα αεροπορικό ατύχημα, κανείς δε
ζητάει τη γνώμη του διευθυντή ενός αεροπορικού περιοδικού σαν την «ΠΤΗΣΗ & Διάστημα» ή,
όταν οι «4ΤΡΟΧΟΙ» κάνουν το πρώτο Κέντρο Ασφαλούς Οδήγησης στην Ελλάδα ή το Διαγωνισμό
Σχεδίασης, που ξεκίνησε στο προηγούμενο τεύχος, κανείς δε ζητάει να μάθει τι στο διάβολο
προσπαθούμε να πετύχουμε;
Πριν από έναν περίπου χρόνο έστειλα, με χειρόγραφο σημείωμά μου, σε παλιούς συναδέλφους
που έχουν/είχαν εκπομπές στα κανάλια, το βίντεο που έδειχνε τη δουλειά που κάνουμε στο
Ελληνικό Κέντρο Ασφαλούς Οδήγησης στην πίστα των Μεγάρων. Ούτε ένας δεν έδειξε κάτι στην
εκπομπή του και, βέβαια, κανείς δεν πήρε τηλέφωνο εμένα ή το περιοδικό για να μάθει κάτι
για μια πρωτοβουλία που, αποδεδειγμένα, σώζει ζωές. Βρείτε εσείς μια εξήγηση, γιατί τα
δύο κύρια χαρακτηριστικά του Έλληνα, η ζήλια και ο φθόνος, δεν είναι αρκετά. Αν, λοιπόν,
πραγματοποιήσω ποτέ την απειλή, ένα κεφάλαιο θα είναι αφιερωμένο στις προτάσεις,
παρεμβάσεις, εμφανίσεις που κάναμε/έκανα προς τους κατά καιρούς «αρμόδιους» για θέματα
οδικής ασφάλειας. Πιστεύοντας ότι με τις ενέργειές μου μπορεί ακόμα και να άλλαζα τον?
κόσμο, πήγαινα σε κάθε επιτροπή, μάζωξη, κίνηση που με καλούσαν για να κάνω προτάσεις ή
να πω «τη γνώμη μου» για θέματα που αφορούσαν την οδική ασφάλεια. Το τι «πρόταση» και
«υπόμνημα» προς τον κ. Υπουργό έχω υποβάλει δε λέγεται! Εκατοντάδες οι σελίδες. Χιλιάδες
οι (χαμένες) ώρες. Τι γινόταν; Τίποτα. Απλώς οι «σύμβουλοι» κρατούσαν τις προτάσεις και
ύστερα από ένα χρόνο τις παρουσίαζαν για δικές τους!
Ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η υπόθεση με τη περιοχή «Γκάζι» του
Δήμου Αθηναίων. Ήταν επί δημαρχίας Έβερτ, όταν είχα παρουσιάσει μια ολοκληρωμένη πρόταση
(σε συνεργασία με το φίλο μου αρχιτέκτονα Ηλία Κρητικό) για τη δημιουργία ενός
τεχνολογικού-πολιτιστικού χώρου με το όνομα «Τεχνόπολις». Μόνο τα σχέδια είχαν κοστίσει
το 1988 πάνω από 600.000 δραχμές. Τι έγινε; Ό,τι γίνεται αν δεν έχεις πολιτική κάλυψη. Η
πρότασή μου θάφτηκε ή φυλάχτηκε για να παρουσιαστεί αργότερα με άλλο όνομα. Το μόνο που
έμεινε για να τη θυμίζει ήταν το όνομα? Τεχνόπολις! Οι παλιοί αναγνώστες ίσως θυμούνται
ότι τα σχέδιά μου για το τεχνολογικό πάρκο του Δήμου Αθηναίων δημοσιεύτηκαν μια, δυο
φορές σ? αυτές τις σελίδες, χωρίς να υπάρξει η παραμικρή αντίδραση, προφανώς επειδή αυτοί
που έπρεπε να απαντήσουν δε διαβάζουν περιοδικά «γι? αυτοκίνητα».

Περί χάσματος?

Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που έχω μιλήσει για το αποκαλούμενο «χάσμα των γενεών», το
λεγόμενο αγγλιστί «generation gap». Το βάραθρο που χωρίζει τις νεότερες γενιές από τις
παλαιότερες και που καθιστά την επικοινωνία αδύνατη. Και κάθε φορά που το κάνω, φέρνω στο
νου τη δική μου περίπτωση με τους δικούς μου? γονείς αλλά και όλους τους «μεγάλους» των
δεκαετιών του ?60 και του ?70. Και είναι αλήθεια πως δεν υπήρχε κανένα περιθώριο
συνεννόησης, αφού εμένα μου άρεσαν, για παράδειγμα, τα αγωνιστικά αυτοκίνητα και τα
ακροβατικά αεροπλάνα, ενώ οι γονείς, οι θείοι και οι κουμπάροι δεν ήξεραν καν ότι
υπήρχαν! Τι να πεις με κάποιον που σκέπτεται το καφενείο και την εκδρομή στο Ζούμπερι,
όταν εσύ, σαν νέος, του μιλάς για ταξίδια στους Πόλους, στη Γη του Πυρός ή ακόμα και στη
Σελήνη; Όμως σήμερα τα πράγματα δεν είναι έτσι, και σε πολλές περιπτώσεις συμβαίνει
ακριβώς το αντίθετο! Η αντίδραση, η συντήρηση και η δυσκοιλιότητα συναντάται στους?
νεότερους! Υπάρχουν ακόμα «παλιοί» που ορμούν σε όλα, που δεν «κωλώνουν» στις προκλήσεις,
που καταρρίπτουν ρεκόρ με αυτοκίνητα, αεροπλάνα και διαστημικά σκάφη. Και είναι εκεί που
το χάσμα λειτουργεί... ανάποδα, που ο παλιός εκτός από «αλλιώς» είναι και τόσο μπροστά
από τον νέο, που ο τελευταίος να φαίνεται γέρος που όχι μόνο περιμένει να πεθάνει, αλλά
σαπίζει κολλημένος στην μπούρδα, στη βλακεία και, όπως συμβαίνει σε υπανάπτυκτους λαούς,
στα κάγκελα των γηπέδων.
Θυμάμαι μια φορά που με το Στράτη Χατζηπαναγιώτου πήγαμε στο Paul Ricard για να
οδηγήσουμε (για πρώτη φορά στον κόσμο) ένα αυτοκίνητο της Formula 1, μια Zakspeed.
Θυμάμαι την αγωνία και την προσμονή για το μεγάλο ―για μας― γεγονός και την απίθανη
ικανοποίηση όταν τελειώσαμε το ρεπορτάζ χωρίς την παραμικρή ανωμαλία ή ζημιά στο
πανάκριβο αυτοκίνητο. Θυμάμαι ακόμα την πτήση μου με το πρωτότυπο Mirage 2000 στο
αεροδρόμιο του Ιστρ, στη νότια Γαλλία, την πρώτη ξένου δημοσιογράφου με το γαλλικό
μαχητικό και την πρώτη στην ιστορία Έλληνα δημοσιογράφου με πολεμικό αεροπλάνο. Θυμάμαι
τις δοκιμές εκατοντάδων αγωνιστικών αυτοκινήτων σε στεγνές και βρεγμένες πίστες, με
μερικούς από τους ταχύτερους και καλύτερους οδηγούς του πλανήτη. Θυμάμαι την καρδιά να
χτυπάει, τις φλέβες να φουσκώνουν, την πίεση να ανεβαίνει μαζί με τα g, αλλά και το φόβο
που (πρέπει να) αισθάνεται κάθε φυσιολογικός άνθρωπος μπροστά στον κίνδυνο, ιδιαίτερα
όταν βρίσκεται σε ένα αυτοκίνητο ή αεροπλάνο που δεν ελέγχεται από τον ίδιο. Θυμάμαι τον
ιδρώτα που «έτρεχε ποτάμι» στη φόρμα μου και που συνεχίζει να τρέχει, μια και ακόμα δε
λέω όχι όταν μου ζητήσουν να καθίσω δίπλα σε ένα μεγάλο οδηγό ράλι και να «κουτρουβαλήσω»
μια χωμάτινη ή ασφάλτινη διαδρομή ή σε έναν «πυροβολημένο» οδηγό αγώνων ταχύτητας που με
«πάει» με 340 χιλιόμετρα την ώρα σε ένα βρεγμένο, ας πούμε, Χόκενχαϊμ. Και δε λέω όχι, αν
κάποιος μου προσφέρει μια θέση δίπλα ή πίσω από ένα χειριστή ακροβατικού ή πολεμικού
αεροπλάνου που κατά τη διάρκεια της πτήσης θα «τραβήξει» μέχρι και 9 g. Καμιά φορά τα λέω
σε νέους (15άρηδες και 20άρηδες) και μου απαντούν ότι εκείνοι δε θα το έκαναν ποτέ και
ότι είμαι τρελός μόνο που το σκέπτομαι. Εσείς κρίνετε ποιος είναι καλά και ποιος όχι!
Όλη μου η ζωή πέρασε (και περνάει) μ? αυτό τον τρόπο, γιατί συγκινήσεις δεν προσφέρει
μόνο η οδήγηση αγωνιστικών αυτοκινήτων και ακροβατικών ή πολεμικών αεροπλάνων, αλλά
κυρίως η δημιουργία. Και όταν λέω «δημιουργία» εννοώ την έκδοση νέων, καλών περιοδικών
σαν το «Formula 1», το «Rally XS», το «Yachts Motor & Sailing» και, βέβαια, το «Echo &
artis», για το οποίο κάποιοι άλλοι εκτός από μας θα έπρεπε να μιλήσουν (και να γράψουν),
μια και δεν πρέπει να υπάρχει άλλο τόσο καλό πολιτιστικό περιοδικό στην Ελλάδα,
τουλάχιστον τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές. Μια ζωή λοιπόν στο κυνήγι του
αδύνατου, του ακατόρθωτου, μέσα από πράξεις που δεν αφαιρούν, αλλά προσφέρουν, από έντυπα
που ξυπνούν, αντί να αποκοιμίζουν το μυαλό και τις αισθήσεις.
Γιατί όλα αυτά; Τι είναι αυτό που με/μας κάνει να προχωράμε αντίθετα στο ρεύμα, να μην
υποκύπτουμε στα εύκολα, στο αναμάσημα της ασημαντότητας και στη λατρεία του επαρχιώτικου,
μεταπρατικού, μπακάλικου και 100% βλαχομπαρόκ life style που «ανθεί» σε υπανάπτυκτες
χώρες; Μα η πίστη ότι υπάρχει η ¶λλη Ελλάδα, οι ¶λλοι Έλληνες, ένας κόσμος που εκτιμάει
την ποιότητα, που διαθέτει αισθητική και που δε θέλει, επιτέλους, να διαβάζει και να
βλέπει σκουπίδια. Τελικά, συμβαίνουν πράγματα που σε κάνουν να πιστεύεις πως, πραγματικά,
υπάρχει? θεός!


Αντιλογισμοί

Χιλιάδες αυτοκίνητα Αλβανών που επέστρεφαν στη... νότια Αλβανία από τις διακοπές τους
εγκλωβίστηκαν στην Κακαβιά! ? Την επόμενη φορά που θα παρουσιαστεί αυτό το φαινόμενο η
κατάληξη δε θα είναι ευχάριστη ? «Ο όφις με απάτησε» δήλωσε ο Σάββας Ξηρός αναφερόμενος
στην «επίδραση» που είχε πάνω του ο Γιωτόπουλος... ? Ατιμασμένη και εγκαταλειμμένη: η
αναβίωση της παλιάς ελληνικής (και ιταλικής) κωμωδίας ? Τι άλλο έχουν να δουν τα μάτια
μας! ? Τρομοκηφισός! Αλήθεια είναι. Το διάβασα στην «Ελευθεροτυπία» και θυμήθηκα τα
κατεβάσματα του Ιλισσού, του χειμάρρου μέσα στον οποίο πέρασα τα παιδικά μου χρόνια, και
σκάω στα γέλια ? Μια βροχή, ένα «κατέβασμα» και κράτος και αυθαίρετοι παθαίνουν ταράκουλο
? Σε λίγο θα αποκαλούν «ακραίο καιρικό φαινόμενο» (τι θα πει «καιρικό», ρε αγράμματοι;)
και την παραμικρή ψιχάλα ? Δηλαδή, ρε δυσκοίλιοι, αν θέλω να παίξω McRae στο Internet
caf?, δεν μπορώ επειδή το θεωρείτε «τυχερό παιχνίδι»; ? Τι περιμένει κανείς από μια χώρα
που (μακαρίτης) κυβερνητικός εκπρόσωπος απειλούσε να καταρρίψει με... πυραύλους
εδάφους-αέρος, ο αθεόφοβος και άσχετος, τους τηλεπικοινωνιακούς δορυφόρους που θα
έμπαιναν σε τροχιά πάνω από την «υπερήφανη και ανεξάρτητη Ελλάδα»; ? Και να ήταν η μόνη
εκδήλωση ανοησίας... ? Ξεχάσαμε τα τσιγκέλια που μας περνούσε ο κρατικός ΟΤΕ, προκειμένου
να μας κάνει την τιμή να μας δώσει μια απλή τηλεφωνική γραμμή; Ξεχάσαμε τις απαγορεύσεις
στις «ιντερνετικές» εφαρμογές; ? Όπου και να κοιτάξεις, τρομοκρατημένους, τεχνοφοβικούς
και άσχετους θα βρεις ? Και είναι αυτοί που απαγορεύουν όλα τα παιχνίδια στα caf?, ακόμα
και εκείνα που έχουν σχέση με αγώνες αυτοκινήτου και μοτοσικλέτας! ? Ναι, αλλά αποκτήσαμε
(με την Κύπρο) τηλεπικοινωνιακό δορυφόρο. Όχι ολόκληρο, δηλαδή, αλλά ένα τμήμα του
Κοπέρνικου, όπως λέγεται. Με καθυστέρηση 15 ετών, πάλι καλά να λέμε ? Τουριστικά
αξιοπερίεργα. Πρώτοι σε αριθμό επισκεπτών στην Eλλάδα οι Βρετανοί (2,8 εκατ.), δεύτεροι
οι Γερμανοί (2,5 εκατ.) και τρίτοι οι... Αλβανοί ? Σε 10 χρόνια, τρίτοι θα είναι οι
Έλληνες τουρίστες (στην Eλλάδα).