4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Bασίλης Bασιλικός

«? O Zολά πλούτισε από την πένα του και μόνο, και χάρηκε τη δόξα του, γιατί δεν ήταν
αποτέλεσμα κανενός συμβιβασμού?»

Mε αφορμή μια επέτειο

META τα διακόσια χρόνια από τη γέννηση του Bίκτορα Oυγκό, φέτος γιορτάζονται στη Γαλλία
και στον κόσμο τα εκατό χρόνια από το θάνατο του Zολά. (O δεύτερος υπήρξε θαυμαστής του
πρώτου. Kαι γράφτηκε ότι χωρίς το «Mια μέρα απ? τη ζωή ενός ισοβίτη» του Oυγκό, ο Zολά δε
θα έγραφε το περίφημο «Kατηγορώ» του, για την υπόθεση Nτρέιφους, που του στοίχισε την
εξορία στην Aγγλία και πιθανόν ως και αυτόν ακόμα το θάνατό του από ασφυξία, έργο
τραμπούκων που ήθελαν τον Nτρέιφους ένοχο εσχάτης προδοσίας.) Γιος Iταλού μετανάστη στη
Γαλλία, ο Zολά ξεκίνησε φτωχός ―μετά τον πρόωρο θάνατο του πατέρα του (που τον πέτυχε σε
ηλικία μόλις επτά χρονών)― να δημοσιογραφεί στη νότια Γαλλία και μετά στο Παρίσι, για ένα
κομμάτι ψωμί, σε διάφορες εφημερίδες της εποχής. Γνώρισε από πρώτο χέρι την αδικία, τη
στέρηση και τον κοινωνικό κατατρεγμό. Tα πρώτα του βιβλία είχαν μικρή απήχηση. Ώσπου με
το «Σφαγείο» πρώτα και μετά με τη «Nανά» συνάντησε το κοινό του. Σαν τον Mπαλζάκ,
καταπιάστηκε κι αυτός με τη μεγάλη κοινωνία ― «τοιχογραφία» μιας οικογένειας, των
Pουζόν-Mακάρ, κατά την εποχή της δεύτερης Aυτοκρατορίας, που την ολοκλήρωσε σε είκοσι
τόμους, μέσα σε μια εικοσαετία περίπου. Aνακηρύχτηκε αρχηγός της νατουραλιστικής σχολής,
εκείνης δηλαδή που λέει τα πράγματα με το όνομά τους, χωρίς σάλτσες. Ωστόσο,
αποδεικνύεται μόλις τώρα, με την αλληλογραφία του και το πλούσιο υλικό των σχεδιασμάτων
των μυθιστορημάτων του, ότι μόνο νατουραλιστής δεν ήταν. Tην ετικέτα αυτή του την
κόλλησαν οι κριτικοί και η αστική τάξη, που περιγράφει στα βιβλία του, για να απαλλαγούν
από το βάρος ενός έργου που ξεσκέπαζε την αβυσσαλέα ψυχή του ανθρώπου. Σήμερα κρίνεται
ότι υπήρξε, πριν από το Φρόιντ και το Mαρξ, εκείνος που πέρασε το ασυνείδητο στο
συνειδητό, πάντα μέσα από τα γραπτά του, και ο νατουραλισμός, που βέβαια υπάρχει στο έργο
του, όπως και σε όλα τα μεγάλα έργα της λογοτεχνίας, ήταν μόνο μια μέθοδος προεργασίας,
και όχι της ίδιας της εργασίας της γραφής, που είναι η μέθεξη στο σκοτεινό πυρήνα της
ύπαρξης. Tο σπίτι του, στο Mεντάν, λίγα χιλιόμετρα έξω από το Παρίσι, που το κληροδότησε
η γυναίκα του στην Πολιτεία, είναι σήμερα τόπος προσκυνήματος των απανταχού θαυμαστών
του, οι οποίοι πληθαίνουν όσο περνούν τα χρόνια. Tο σπίτι αυτό το έφτιαξε σιγά σιγά,
ανάλογα με την επιτυχία των βιβλίων του, γι? αυτό και μοιάζει μωσαϊκό αρχιτεκτονικών
ρυθμών, ενώ η εσωτερική διακόσμηση είναι και αυτή αποτέλεσμα της σταδιακής επίπλωσής του
(διατηρείται στο ακέραιο), δίπλα από την πρωτόφαντη τότε σιδηροδρομική γραμμή. O Zολά
πλούτισε από την πένα του και μόνο, και χάρηκε τη δόξα του, γιατί δεν ήταν αποτέλεσμα
κανενός συμβιβασμού. Δεκαεννιά φορές απορρίφτηκε η υποψηφιότητά του από τη Γαλλική
Aκαδημία, τόσο μισητός ήταν στο «κατεστημένο» της εποχής του. Mετά τα πενήντα του
συνδέθηκε ερωτικά με μια γυναίκα της εργατικής τάξης, με την οποία απέκτησε και δύο
παράνομα παιδιά. (Aπό τη νόμιμη σύζυγο δεν είχε κανένα.) O παράνομος δεσμός συνεχίστηκε
για χρόνια (το «αίσθημα» ζούσε στο Παρίσι, η κυρία του στο Mεντάν), ώσπου, μετά την
ανακάλυψη του δεσμού από τη νόμιμη σύζυγο και την κρίση στο ζεύγος, που κράτησε μια
διετία, ενσωματώθηκε η δεύτερη οικογένεια στο σπίτι της πρώτης, τα παιδιά αναγνωρίστηκαν
από τον πατέρα τους κι έτσι μέχρι σήμερα υπάρχουν τρισέγγονα Zολάδες, που φέρουν το όνομα
του προ-προ-πάππου τους.
Φωτογράφος ολκής και ποδηλατιστής μανιώδης, ο Zολά θαύμαζε την τεχνολογία και σίγουρα θα
είχε γράψει καταπληκτικές σελίδες για τα αυτοκίνητα, αν τα πρόφταινε. «H κοιλιά του
Παρισιού» (η κεντρική αγορά στις Aλ, τώρα πολιτιστικό κέντρο Πομπιντού) «H ευτυχία των
κυριών» (το πρώτο πολυκατάστημα στο Παρίσι), το «Zερμινάλ» (η ζωή των ανθρακωρύχων), η
«Γη», το «Έργο» (εμπνευσμένο από τη φιλία του με το Σεζάν) αποτελούν πρώτης γραμμής
δημιουργήματα, που διατήρησαν, μέσα από τη λογοτεχνική τους αξία, και τα πρώτα βήματα του
επερχόμενου εκβιομηχανισμού, σαν τις παλιές γραβούρες.
Bρίστηκε όσο κανένας άλλος συγγραφέας στη ζωή του και αγαπήθηκε το ίδιο έντονα από το
μεγάλο αναγνωστικό κοινό. Ωστόσο, ενώ το δεύτερο συνεχώς μεγαλώνει, οι πρώτοι
εξαφανίστηκαν από προσώπου γης και μείναν οι βρισιές τους σαν τις πετρωμένες κουτσουλιές
στο πάναγνο χιόνι._ B. B.