4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Valentino Rossi

Ένα παιδί μετράει τα άστρα

Κείμενο: Θανάσης Χούντρας, Στέφανος Κόκκαλης
Φωτογραφίες: Θάνος Ηλιόπουλος


Ο «μικρός» των MotoGP είναι ο μεγαλύτερος οδηγός μοτοσικλέτας της εποχής μας. Πέρα από
αυτό όμως, είναι μια προσωπικότητα που κατάφερε να φέρει τα πάνω κάτω σε ένα θεσμό που
περνούσε τη μεγαλύτερη κρίση του, μέχρι τη στιγμή που ανέτειλε το πιο λαμπρό άστρο. Ως
«Rossifumi» (στα 125), «Valentinic» (στα 250) ή «Doctor» (στα 500 και MotoGp), ο
Valentino Rossi ή «Vale» αποτελεί μια αστείρευτη πηγή ζωντάνιας και αυθορμητισμού, ένα
ανεξάντλητο ταλέντο που κατάφερε να κεντρίσει ξανά το ενδιαφέρον όλου του κόσμου και να
βάλει σε νέα τροχιά το κορυφαίο πρωτάθλημα μοτοσικλέτας του πλανήτη.

ΠΩΣ μπορεί; Πώς παραμένει παιδί σε έναν κόσμο σκληρό, ανταγωνιστικό, απόλυτα
επαγγελματικό; Ο Bαλεντίνο έχει ένα μαγικό χάρισμα. Παραδίδει ολοκληρωτικά την ύπαρξή του
στη δημιουργικότητα του μυαλού του, κι έτσι μπορεί να παίξει το παιχνίδι της ζωής σύμφωνα
με τους κανόνες ενός ανέμελου παιδιού.
Το «παιδί» που στα 22 του κατέκτησε το πρώτο του πρωτάθλημα στα GP500 και στα 24 του έχει
ήδη στεφθεί παγκόσμιος πρωταθλητής τέσσερις φορές, οδεύοντας ολοταχώς για την πέμπτη,
έχει κερδίσει κάτι πολύ ευρύτερο και σημαντικότερο από τους τίτλους: τη λατρεία του
κόσμου. Έχει ξυπνήσει το πάθος σε ένα περιβάλλον που, μολονότι στα χαρτιά ορίζεται από
αυτό, το είχε απολέσει σε επικίνδυνο βαθμό. Για να το καταλάβουμε αυτό, θα
χρησιμοποιήσουμε τα λόγια του Tζέρεμι Mπέργκες, αρχιμηχανικού της ομάδας, ο οποίος έχει
ζήσει και τον άλλο μεγάλο αναβάτη, Mικ Nτούχαν: «Ο Pόσι απολαμβάνει τον αγώνα, ο Nτούχαν
τη νίκη».
Ο king Kένι Pόμπερτς περιγράφει την ατμόσφαιρα στο «τσίρκο» των GP πριν από την έλευση
του Pόσι: «Ο κόσμος παραπονιέται ότι οι αναβάτες δεν έχουν πια τόση πλάκα, δεν το
διασκεδάζουν όπως παλιά. Ε, λοιπόν, ναι, πάρτε το χαμπάρι, δεν έχουν το χρόνο να το
διασκεδάσουν.»
Η στάση ζωής του Pόσι συνοψίζεται σε τρεις λέξεις: joie de vivre, δηλαδή χαρά της ζωής.
Το έχει παραδεχτεί: το κίνητρό του για ό,τι κάνει είναι η απόλαυση της κατάστασης: «Nιώθω
σαν θεατής πάνω σε μια μοτοσικλέτα GP». Γλεντάει τους αγώνες, γλεντάει τη ζωή, σε σημείο
που να αμφιβάλει κανείς αν είναι... αληθινός. Θυμίζει χαρακτήρα γραμμένο από σεναριογράφο
του Χόλιγουντ που είχε απωθημένο του το «Σούπερμαν». Θα μπορούσε να είναι κι έτσι, αλλά ο
Pόσι δεν είναι σούπερμαν. Απλώς, μερικές φορές, του αρέσει να φορά τη στολή αυτού του
ήρωα.
Ωστόσο, αυτό που κάνει έχει σχέση με τις πτήσεις. Στο βιβλίο του «The Great Shark Hunt»,
ο Hunter S. Thompson αναφέρει ότι οι τελευταίοι ήρωες των πτήσεων ήταν οι θρυλικοί
πιλότοι-δοκιμαστές των jet, οι «καουμπόηδες των ουρανών», που μπορούσαν να προσγειώσουν
ένα Β-52 σε δύο τροχούς και, ύστερα, να καβαλήσουν τις μοτοσικλέτες τους και να ξεχυθούν
στην έρημο Mojave, τρομοκρατώντας τους φιλήσυχους οδηγούς που είχαν την ατυχία να βρεθούν
μπροστά τους. Στη συνέχεια, το ?70, η USAF άρχισε να απαιτεί ένα «τεχνολογικό» μοντέλο
πιλότου, σύμφωνα με το οποίο οι ίδιοι εκείνοι μυθικοί πιλότοι ήταν άχρηστοι, αν μετά τη
δύσκολη προσγείωση δεν μπορούσαν να περιγράψουν σε μια κόλλα χαρτί το πώς και το γιατί
κατάφεραν να την εκτελέσουν. Κάτι τέτοιο συμβαίνει και στα GP σήμερα. Ο όγκος εργασίας
που απαιτεί το στήσιμο μιας μοτοσικλέτας δεν αφήνει χρόνο για διασκέδαση.
Ο «Vale», όμως, είναι εξαιρετικός και στο να «στήνει» τη μοτοσικλέτα του. Αναλύει,
αιτιολογεί και μεταφέρει στους μηχανικούς του την αίσθησή της με ψηφιακή ακρίβεια - τι
χρειάζεται βελτίωση ή αλλαγή. Νιώθει άνετα με τις τεχνικές λεπτομέρειες της RC211V, τους
αισθητήρες και την τηλεμετρία, με την ανάγνωση διαγραμμάτων και καμπυλών. Λίγοι αναβάτες
στην ιστορία διαθέτουν και αυτό το ταλέντο. Ο μεγάλος Mike «the Bike» Hailwood, που
επίσης κέρδισε το πρώτο του πρωτάθλημα GP500 στα 22 του, ήταν κλασική περίπτωση...
τεχνοφοβικού. Όποια μοτοσικλέτα κι αν οδηγούσε, όταν τον ρωτούσαν πώς του φάνηκε,
απαντούσε: «Eίναι πολύ καλή». Ακόμα και με σκασμένο λάστιχο είχε κερδίσει αγώνα, αλλά
στον τερματισμό δεν παραπονέθηκε για τίποτα!

Μετακόμισε στην Αγγλία, γιατί ήταν αδύνατο να ζήσει άλλο στην Ιταλία, αφού είχε πάψει να
έχει ιδιωτικό χρόνο και χώρο. Εξακολουθεί, ωστόσο, να μοιράζει χαμόγελα και αυτόγραφα
στις ορδές που τον κυνηγούν σε κάθε αγώνα. Ένας οδηγός που ξεγελά μόνιμα τα όρια, παίζει
κρυφτό με τους νόμους της βαρύτητας και της ισορροπίας, τρελαίνει τα χρονόμετρα και τους
αντιπάλους του με ασύλληπτα προσπεράσματα, παραμένοντας, ωστόσο, απλός και... γήινος,
θερμός συνομιλητής και αυστηρός με τον εαυτό του: κάνει μόνο ό,τι τον διασκεδάζει και
αποφεύγει να παίρνει τα πράγματα στα σοβαρά...
Χρησιμοποιώντας την πανάρχαια ελληνική τέχνη της πρόκλησης χάους στο πρόγραμμα των άλλων
(της «τρίπλας» δηλαδή), καταφέραμε να τον συναντήσουμε στο Εστορίλ της Πορτογαλίας, λίγο
μετά τα πρώτα χρονομετρημένα δοκιμαστικά του 11ου γύρου του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος
Tαχύτητας. Προσπαθούσε επί μιάμιση ώρα να αποσώσει ένα σάντουιτς (το μεσημεριανό του) με
το δεξί χέρι, ενώ το αριστερό έγραφε αδιάκοπα αυτόγραφα. Tαυτόχρονα, συνομιλούσε με VIP,
τηλεοπτικούς παράγοντες, μηχανικούς, τον Γκρατσιάνο, τη Ρομπέρτα και ένα φιλαράκι του.
Από τότε που μετακόμισε στην Αγγλία, η μία στις τέσσερις λέξεις του είναι «fuck», λέξη
που ακούγεται σαν «feck». Το ακούς και χαμογελάς, γιατί ακόμα και η βρισιά του λιγνού,
ψηλού παλικαριού με την αντρίκεια χειραψία είναι πηγή απόλαυσης. Ο τρόπος που το
ενσωματώνει στις προτάσεις του -αυθόρμητος και καθόλου επιθετικός- θυμίζει 5χρονο παιδί
που μόλις έμαθε κακές λέξεις και για έξι μήνες δεν κάνει τίποτε άλλο από το να τις
χρησιμοποιεί στα πάντα, χωρίς βέβαια να προσβάλει ή να μειώνει. Τον ακούς και
καταλαβαίνεις ότι το κάνει γιατί απολαμβάνει με παιδική αθωότητα μια νέα κατάκτηση.

Ήταν ένας Γολγοθάς μέχρι να καταφέρουμε να φτάσουμε εδώ, γεγονός που σημαίνει ότι το
πρόγραμμά σου είναι εξαιρετικά πιεστικό. Πόσο επηρεάζει έναν οδηγό που πρέπει, πάνω από
όλα, να συγκεντρώνεται στην προσπάθειά του όλη αυτή η πίεση για συνεντεύξεις και συνεχή
επαφή με τον κόσμο;
Είναι πολύ δύσκολο, γιατί δεν υπάρχει πολύς διαθέσιμος χρόνος. Eίμαστε εδώ για να κάνουμε
αγώνα, όχι συνεντεύξεις. Πάντα, όμως, προσπαθώ να δεχτώ όσο γίνεται περισσότερο κόσμο,
αλλά σε λιγότερο χρόνο, ώστε να μην αποσπάται η προσοχή μου από αυτό που πρέπει να κάνω.
Kαταφέρνεις να μη στρεσάρεσαι από την επαφή με τόσο κόσμο;
Φέτος, ναι. Πέρσι, η χρονιά ήταν ένα δράμα, οπότε αποφασίσαμε να περιορίσουμε τη διάρκεια
κάθε συνέντευξης, κι έτσι, φέτος, είναι πιο καλά. Ή το κάνεις έτσι ή την «έβαψες».
Πόσο περνάει ο λόγος σου στην επιλογή των ανθρώπων της ομάδας;
Σίγουρα πολύ. Αυτό το σπορ, ίσως όχι όσο το ποδόσφαιρο, βασίζεται στην ομαδική δουλειά.
Τελικά, είναι ο οδηγός της ομάδας αυτός που φαίνεται, αλλά πίσω από τη μοτοσικλέτα
υπάρχουν οι μηχανικοί, οι άνθρωποι της ομάδας, άνθρωποι από το εργοστάσιο Honda... Το
management, όμως, γίνεται από εμένα. Αν δε μου αρέσει κάποιος, θα τον αντικαταστήσω...
Ποιος είναι ο «μαέστρος» της ομάδας;
Εγώ...
Υπήρξαν κρίσιμες στιγμές στην καριέρα σου;
Είναι μάλλον δύο, το ?98 και το 2000, με πιο σημαντική την πρώτη. Ξεκίνησα το 1996, μια
χρονιά που ως πρώτη ήταν πολύ καλή, η επομένη, όμως, ήταν ακόμη καλύτερη, αφού κατέκτησα
το παγκόσμιο πρωτάθλημα κερδίζοντας σε έντεκα αγώνες, και πάρα πολύς κόσμος ήρθε σε μένα.
Πολλοί οι «φίλοι», όλος ο κόσμος ήταν μαζί μου. Το ?98, πέρασα στα 250, όπου συνάντησα τα
πρώτα προβλήματα. Ήμουν αρκετά γρήγορος, αλλά έκανα κάποια λάθη, είχα πτώσεις και πολλοί
άρχισαν να λένε: «Tώρα δεν είναι όπως στα 125, τα 250 είναι πιο δύσκολα, έχουν
περισσότερη δύναμη, ίσως τελικά δεν είναι τόσο καλό» και μπλα... μπλα... μπλα... Αυτό
ήταν κάτι πολύ κακό για μένα αρχικά, αλλά και σημαντικό για την καριέρα μου, γιατί
συνειδητοποίησα ποιος είναι πραγματικά φίλος μου και ποιος όχι.
Σε έκανε να σκέφτεσαι διαφορετικά και μέσα στον αγώνα;
Σίγουρα ναι. Όταν από τα 125 περνάς στα 250, πρέπει να αλλάξεις το στιλ, τις γραμμές,
αλλά περισσότερο τη στρατηγική σου. Στα 125, πας συνέχεια -σε όλο τον αγώνα- στο 100% και
ελπίζεις να είσαι πιο γρήγορος από τους άλλους. Στα 250, και φυσικά περισσότερο στη
μεγάλη κατηγορία, πρέπει να σκέφτεσαι και να μπορείς να αλλάξεις τον τρόπο που οδηγείς.
Θυμάσαι τώρα να οδηγήσεις ένα 125;
Εεεε, χμ, όχι...
Αν μπεις τώρα σε έναν αγώνα των 125, τι θα γίνει;
Α, μπα, πολύ δύσκολα... Δεν ξέρω, αλλά δε νομίζω. Στα 250, μπορεί, αλλά για τα 125...
Πάει πολύς καιρός. ¶σε που είμαι πολύ μεγάλος για τα 125. Είμαι 65 κιλά -πολλά γι? αυτή
την κατηγορία-, οπότε σίγουρα θα πρέπει να δώσω μια σκληρή μάχη.
Θα είχε ενδιαφέρον για σένα να επιστρέψεις σε μικρότερη κατηγορία;
Ίσως για μια φορά να κάνω έναν αγώνα στα 250 και ΜotoGp (την ίδια μέρα). Αυτό είναι
δυνατόν, αλλά μόνο για πλάκα. Όλη τη χρονιά αποκλείεται, αλλά για έναν αγώνα, γιατί όχι;
Είναι ξεκάθαρο, λοιπόν, ότι η πορεία 125-250-500 (MotoGp) είναι μονόδρομος. Δε γυρίζεις
ποτέ πίσω;
Ποτέ... Μόνο αν έχεις μεγάλα προβλήματα.
Ποιος είναι ο αγαπημένος σου οδηγός;
Ο Kέβιν Σβαντς! Ήταν πάντα ο αγαπημένος μου. Μ? άρεσαν κι άλλοι -ο Pέινι, o Nτούχαν-, ο
Σβαντς, όμως, με ενθουσίαζε πάντα, έβγαζε περισσότερο συναίσθημα.
Αναφέρεσαι στον ενθουσιασμό που εκδηλώνετε και οι δύο με τον ίδιο τρόπο;
Ακριβώς. Kαι γι? αυτό ήμουν πάντα μεγάλος υποστηρικτής του.
Ο Mικ Nτούχαν (πέντε φορές παγκόσμιος πρωταθλητής της κατηγορίας GP500 που από το 2002
αντικαταστάθηκε από τη MotoGp) είναι δίπλα σου τα τελευταία δύο χρόνια, συμβάλλοντας στην
προσπάθεια. Όμως, η πρακτική του στον αγώνα είναι αντίθετη από τη δική σου. Εκείνος πάντα
προτιμούσε να απομακρυνθεί από τους υπολοίπους το συντομότερο δυνατό, ενώ εσύ μένεις για
πολλή ώρα μαζί τους, πριν κάνεις την επίθεσή σου.
Κάθε οδηγός έχει τη δική του μέθοδο στον αγώνα, διαφορετικό στιλ οδήγησης, αλλά και
διαφορετική στρατηγική. Mπορείς να το αποφασίσεις από πριν αυτό, όχι, όμως, πάντα.
Μερικοί οδηγοί μπορεί να πιέσουν από την αρχή και να «ξεκολλήσουν» από τους υπολοίπους,
ενώ κάποιοι άλλοι δεν μπορούν να απομακρυνθούν εύκολα, αλλά είναι ικανότεροι στις μάχες.
Όταν κάθεσαι για πολλούς γύρους πίσω από έναν οδηγό, τι σκέφτεσαι, τι τσεκάρεις;
Το πρόβλημα με τα 1000άρια των MotoGp, αλλά και με τα δίχρονα 500 παλαιότερα, είναι ότι
δεν μπορείς με τίποτα να πηγαίνεις συνέχεια στο 100%. (σ.σ.: είναι η δική του εκδοχή για
κείνο που είχε πει ο J. Manuel Fangio για τη στροφή Calvaire του σιρκουί της Reims, που
αναφέρεται στο βιβλίο «Gli Indisciplinati» -Οι Ανυπότακτοι- του Luca delli Carri: «Aν
κάποια μέρα ανακαλύψεις ότι μπορείς να πάρεις μια στροφή στο όριο, ενώ οι άλλοι όχι, τότε
μην το τολμήσεις, εκτός και αν έτσι θα κατακτήσεις τον αγώνα ή το πρωτάθλημα. Αν,
αντίθετα, υποκύπτοντας στην ψευδαίσθηση της παντοδυναμίας, στρίβεις πάντα με τέρμα γκάζι,
θα πεθάνεις».) Φθείρει τα λάστιχα, τον οδηγό, τη μοτοσικλέτα... Είναι πιο εύκολο να γίνει
το λάθος. Γι? αυτό, για μένα, είναι καλύτερα να «ζυγίζω» τον οδηγό όταν τον έχω μπροστά
μου, το επίπεδό του, την κατάστασή του στον αγώνα, και να δοκιμάζω στο τέλος. Πάντως,
κάθε αγώνας είναι διαφορετική ιστορία. Δεν υπάρχει γενικός κανόνας.
Είναι πιο εύκολο να ακολουθείς κάποιον από το να προσπαθείς να μείνεις μπροστά του;
Σίγουρα. Είναι το slip-stream, αλλά και το γεγονός ότι δεν έχεις πολλά να κάνεις.
Παρακολουθείς, βλέπεις πού φρενάρει, τις γραμμές του, και απλώς ακολουθείς. Η οδήγηση της
μοτοσικλέτας είναι μια υποσυνείδητη διαδικασία, οπότε είναι δύσκολο να γνωρίζεις τι
ακριβώς κάνεις στο μεγαλύτερο διάστημα του αγώνα. ¶λλωστε, συμβαίνουν τόσο πολλά και τόσο
γρήγορα όταν κινείσαι πέρα από το όριο μονομαχώντας με κάποιον αντίπαλο. Η προσαρμογή του
τρόπου που φρενάρεις, επιταχύνεις, στρίβεις και μετακινείς το σώμα σου είναι συνεχής. Nα
σημειώσω εδώ ότι τα 125 ήταν ένα παιχνίδι, τα 250, κάτι «σοβαρό», αλλά τα MotoGp κάτι
πολύ, πολύ, πολύ σοβαρό. Είναι επικίνδυνο!
Προσαρμόζεις και τον τρόπο που ελέγχεις...
Φυσικά, βρίσκεις τα σημεία που θα μπορούσες να κάνεις ένα προσπέρασμα, βλέπεις πού
κερδίζεις, πού χάνεις, την κατάσταση των ελαστικών του... Έτσι, καθίσταται πιο εύκολο να
επιτεθείς, γιατί ξέρεις τι γίνεται.
Έχεις μοτοσικλέτα;
Ασφαλώς. Έχω μια CBR 900. Δεν έχω, όμως, πολλές ευκαιρίες να την οδηγήσω.
Το απόφθεγμά σου για τη ζωή;
Προσπαθώ να μην παίρνω τίποτα πολύ σοβαρά, να τα βλέπω όλα σαν μέρος ενός αστείου.
Δε μας εκπλήσσει... Mε ποιους οργανώνεις όλες αυτές τις φάρσες;
Με φίλους, το fan club (σ.σ.: Tavullia -το χωριό του- Chihuahua Fan Club) και τον ¶λντο
Nτρούντι (σ.σ.: ο σχεδιαστής που επιμελείται τις φόρμες, τα αυτοκόλλητα της μοτοσικλέτας
και όλο αυτό το πολύχρωμο... σκηνικό που μας έρχεται στο μυαλό όταν μιλάμε για το
Bαλεντίνο). Oι ιδέες είναι κυρίως δικές μου, και τις «δουλεύουμε» με το fan club, και
μερικές είναι του ¶λντο, που είναι πολύ καλός σ? αυτό το παιχνίδι...
Εντάξει, ποια είναι η επόμενη ιδέα;
Χα! Έχουν αλλάξει λίγο τα πράγματα πια. Παλιά, στήναμε συνέχεια κάτι καινούργιο, τώρα
πια, όχι τόσο συχνά. Γιατί δεν είναι πια έκπληξη, δεν έχει πλάκα, γίνεται παρωχημένο.
Τώρα πια, μόνο όποτε υπάρχει μια καλή ιδέα για ειδικούς αγώνες ή για το πρωτάθλημα την
προχωράμε. Και να σας πω, δε νομίζω ότι αντιλαμβάνονται όλοι τα αστεία μου. Για
παράδειγμα, στο Mugello, το 2001, όταν βάψαμε τη μοτοσικλέτα με χαβανέζικα μοτίβα και
έπεσα στον αγώνα, είπαν ότι ήμουν κουρασμένος, επειδή είχα ξενυχτήσει την προηγουμένη
βάφοντας τη μοτοσικλέτα!
(σ.σ.: Στο τέλος του συγκεκριμένου αγώνα, στο Εστορίλ, ανέβηκε στο βάθρο αγκαλιά με ένα
λούτρινο πιθηκάκι, μια καινούργια ιδέα που «απευθύνεται» στην «παρέα» του, τους
ανταγωνιστές του...)
Βιντεοσκοπείς τους αγώνες σου;
Πάντοτε. Ακόμη και τα δοκιμαστικά. Κυρίως για να βλέπω τους άλλους οδηγούς, αλλά και τα
δικά μου λάθη.
Τους βλέπεις μόνος σου;
Μπορεί να τους παρακολουθώ με τους φίλους μου, αλλά κυρίως εγώ «βλέπω» τι γίνεται. Γιατί,
αν ξέρεις την πίστα, καταλαβαίνεις περισσότερα. Κάποιες φορές μάλιστα, διαπιστώνω ότι
κάποιος οδηγός ακολουθεί άλλες γραμμές σε μια στροφή, που μπορεί να είναι πιο γρήγορες,
οπότε δοκιμάζω κι εγώ. Είναι σημαντικό να βλέπεις στην τηλεόραση τι γίνεται, διακρίνεις
πράγματα που δεν μπορείς όταν οδηγείς.
Υπάρχει κάποιος σημαντικός άνθρωπος στη μέχρι τώρα καριέρα σου;
Ο πιο σημαντικός είναι σίγουρα ο Γκρατσιάνο (σ.σ.: ο πατέρας του, παλιός αγωνιζόμενος στα
GP, μια εκκεντρική προσωπικότητα και φιγούρα, ουμανιστής και σχεδόν χίπης στη φιλοσοφία
ζωής.) Στην αρχή, ήταν πολύ μεγάλη η βοήθειά του, γιατί όλοι σε αυτόν το χώρο τον ήξεραν
και ήταν πιο εύκολο και για μένα να ενταχθώ. Η βοήθεια από κάθε μεριά ερχόταν πιο εύκολα.
Και από τότε είναι πάντα δίπλα μου.
Από τεχνικής άποψης;
Αργότερα, ήρθαν manager, μηχανικοί, αρκετοί άνθρωποι που ήταν σημαντικοί για μένα.
Κυρίως, όμως, ο φίλος μου Ούτσο, οι αρχιμηχανικοί της ομάδας της Aprilia, Μάουρο Νοτσόλι
και Ροσάνο Μπράτσι, και τώρα ο Tζέρεμι Mπέργκες. Είναι σπουδαίοι άνθρωποι. Πάντα υπάρχει
καλό «δέσιμο» στην ομάδα που δουλεύουμε, κι αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Στην Aprilia,
είμαστε μια οικογένεια.
Έχεις το ίδιο πάθος για τη νίκη και το πρωτάθλημα, όπως τότε, το 1998 και το 1999;
Α, είναι λίγο διαφορετικά τώρα. Αλλά ναι, κάθε φορά που κερδίζεις είναι πάντα πολύ μεγάλη
η ένταση, η συγκίνηση. Ειδικά όταν πρόκειται για παγκόσμιο πρωτάθλημα (σ.σ.: έχει τέσσερα
από δαύτα και πάει ολοταχώς για το πέμπτο...). Στην αρχή, όλα είναι καινούργια, οπότε η
ένταση είναι σίγουρα μεγαλύτερη.
Αν έπρεπε να επιλέξεις ανάμεσα σε μια νίκη έπειτα από μια δυνατή μάχη και το να κρατηθείς
πίσω με σκοπό την κατάκτηση ενός πρωταθλήματος, τι θα διάλεγες;
Πάντα, το πιο σημαντικό είναι να κερδίσεις ένα πρωτάθλημα.
Θα απαντούσες το ίδιο το 1998 ή το 2000;
Μπορεί όχι. Στην αρχή, τα πράγματα ήταν αλλιώς. Τότε, το να κερδίσεις έναν αγώνα ήταν ένα
όνειρο, σωστά; Τώρα, όμως, η κατάκτηση του πρωταθλήματος είναι ο κύριος στόχος.
Παρακολουθείς τις στατιστικές; Αναρριχάσαι στην κατάταξη των μεγαλύτερων οδηγών όλων των
εποχών. Ξέρεις πού βρίσκεσαι;
Ναι, τις παρακολουθώ. Ξέρω ότι έχω πενήντα τέσσερις νίκες, όσες και ο Mικ Nτούχαν στην
τέταρτη θέση (σ.σ.: μετά τη νίκη στον αγώνα, είχε περάσει και αυτόν). Μπροστά μου
βρίσκεται ο Mάικ Xέιλγουντ με εβδομήντα έξι, δηλαδή είκοσι δύο περισσότερες. Είναι πολύ
δύσκολο, δεν ξέρω αν θα φτάσω ως εκεί... Χρειάζονται τρεις ή τέσσερις καλές χρονιές
ακόμη.
Ανήκεις ήδη στους μεγάλους της ιστορίας. Πώς θα ήθελες να σε θυμούνται;
Δεν ξέρω, πραγματικά. Νομίζω, όμως, ότι είναι πολύ δύσκολο να ξεχωρίσεις τους καλύτερους
οδηγούς της ιστορίας. Είναι οκτώ ή δέκα, και ελπίζω να είμαι μέσα σε αυτούς - ο καθένας
ξεχωρίζει τον καλύτερο κατά τη γνώμη του. (σ.σ.: για πρώτη φορά χαμηλώνει το βλέμμα και
καθαρίζει τη φωνή του, σαν να πρόκειται να ξεστομίσει κάτι βαρύ.) Νομίζω ότι πιο
σημαντικοί είναι όσοι άλλαξαν λιγότερο ή περισσότερο αυτό τον κόσμο ή ένα κομμάτι του
(των GP). Όπως ο Kένι Pόμπερτς ή... (δεν του ερχόταν άλλος στο μυαλό). Αυτό προσπαθώ να
κάνω κι εγώ.
Το προσπαθείς;
Προσπαθώ, πάνω απ? όλα, να φτιάξω την καριέρα μου. Θα ήμουν πολύ ικανοποιημένος αν, στο
μέλλον, έλεγαν ότι ο Bαλεντίνο άλλαξε κάτι στους αγώνες, έφερε κάτι καινούργιο.
Παρακολουθώντας κάποιος την πορεία σου όλα αυτά τα χρόνια, αποκομίζει την αίσθηση ότι
έχεις ένα μυστικό, απόκρυφο σχέδιο αναστροφής του κλίματος στους αγώνες, που περιλαμβάνει
τα πάντα: την εικόνα, το κέφι, τα συναισθήματα του κόσμου, ακόμη και το να φέρεις
οικογένειες στις κερκίδες, και όχι μεμονωμένους θεατές...
Κάπως έτσι είναι. Απολαμβάνω και διασκεδάζω. Προσπαθώ πάντα να είμαι ευδιάθετος και να
εγείρω ευχάριστα συναισθήματα στον κόσμο. Και αυτό αρέσει. Νομίζω ότι η ατμόσφαιρα στα GP
είναι πιο ευχάριστη τώρα, και αυτό μ? αρέσει πολύ. Επίσης, είναι και κάτι άλλο. Πάντα
διάλεγα το δύσκολο δρόμο στην καριέρα μου. Όταν κέρδισα πρωτάθλημα στα 125, θα μπορούσα
να μείνω ακόμη ένα ή δύο χρόνια σ? αυτή την κατηγορία που ήξερα καλά. Παρ? όλα αυτά, πήγα
στα 250, όπου αμφισβητήθηκα. Το δεύτερο χρόνο, όμως, ήρθε το πρωτάθλημα. Και πάλι έφυγα
και πήγα στα 500. Κάθε φορά έβαζα ένα μεγάλο στοίχημα, και στον κόσμο αρέσει αυτό. Νιώθει
την ίδια αγωνία για το «άγνωστο» που νιώθω κι εγώ. Γιατί το να μείνεις τέσσερα, πέντε
χρόνια σε μια κατηγορία με την ίδια μοτοσικλέτα είναι φυσιολογικό, αναμενόμενο, ο κόσμος,
όμως, προτιμά πάντα την αλλαγή, την καινούργια πρόκληση.
Ποιο είναι το επόμενο στοίχημα λοιπόν;
Δεν ξέρω... Πρέπει να αποφασίσουμε.
Τα αυτοκίνητα ίσως;
Ναι, είναι πιθανόν. Όμως, όλοι ξεχνάνε ένα σημαντικό παράγοντα, ότι ίσως να μην είμαι
αρκετά καλός στην οδήγηση αυτοκινήτου. Μπορεί και να είμαι, δεν ξέρω. Ξεκίνησα την
αγωνιστική μου καριέρα στα καρτ, οδηγώ συχνά αυτοκίνητα rally - μου αρέσει πολύ αυτό,
λίγο λιγότερο από τη μοτοσικλέτα, με μικρή διαφορά. Μπορεί, όμως, να δοκιμάσω Formula 1
σε τρία χρόνια, να είμαι 10'' πιο αργός και να τελειώσει εκεί.
Πιστεύεις, αλήθεια, ότι υπάρχει περίπτωση να είσαι 10'' πάνω;
Όχι? αλλά σίγουρα δε θα είναι εύκολα.
Δίνεις την εντύπωση ότι πρέπει να σ? αρέσει κάτι για να το κάνεις. Είναι έτσι;
Απόλυτα. Aυτό είναι το πιο σημαντικό πράγμα για μένα. Δε μ? αρέσει, όμως, ο κόσμος της
Formula 1, ούτε οι αγώνες, αλλά το να οδηγείς ένα τέτοιο αυτοκίνητο θα πρέπει να είναι
ωραίο.
Θα μπορούσες να αλλάξεις και τον κόσμο της F1;
Γιατί όχι; (Γέλια?) Αυτό είναι, όμως, πολύ μεγάλη κουβέντα... Θα μπορούσα να πάω στα
rally, μ? αρέσει πολύ να οδηγώ αυτοκίνητα rally. Ή και τίποτα, δεν ξέρω...
Προτιμάς τo WRC ή την F1;
Θα προτιμούσα τo WRC, αλλά καταλαβαίνω ότι είναι πάρα πολύ δύσκολο. Γιατί δεν είναι
πίστα, δεν υπάρχει ακρίβεια, προγραμματισμός σε κάθε στροφή, δεν έχει γραμμές. Πρέπει να
ελέγχεις το αυτοκίνητο σε συνεχώς διαφορετικές καταστάσεις. Οπότε, για μένα, θα ήταν πιο
εύκολο να οδηγήσω F1, πιο βατό, γιατί ξέρω τις πίστες, ξέρω τους κανόνες κάθε στροφής.
Δεν ξέρω, όμως, τους κανόνες των rally.
Είπες, όμως, ότι προτιμάς το δύσκολο δρόμο. Οπότε, να υποθέσουμε ότι, αν δοθεί η
ευκαιρία, θα διαλέξεις και πάλι αυτόν;
Το βρίσκω πολύ πιθανό. Αλλά, ξέρεις, δεν εξαρτάται και τόσο από το τι θέλω εγώ...
Έχεις οδηγήσει μονοθέσιο;
Ναι, έχω οδηγήσει κάτι πιο «μικρό», σαν φόρμουλα Renault. Αλλά για μένα δεν έχει καμία
αξία να οδηγήσω F1 για τους δημοσιογράφους, για να γράψουν κάτι καινούργιο ή για να έχω
να λέω ότι οδήγησα. Αν είναι, θέλω να κάνω ένα πραγματικό test, μια μέρα ολόκληρη, για να
καταλάβω αν είναι εφικτό ή όχι, αν μ? αρέσει ή όχι - αυτό είναι το σημαντικότερο για
μένα...
Παίζεις ακόμη κιθάρα;
Όχι, δυστυχώς... Έκανα έξι, επτά χρόνια, όταν ήμουν νέος. Tώρα, πάει...
Ποια είναι η σχέση σου με το φόβο;
Φοβάμαι, ναι. Πιστεύω ότι οποιοσδήποτε οδηγεί αυτές τις μοτοσικλέτες πρέπει να έχει
καταλάβει ότι υπάρχει κίνδυνος. Αυτό ισχύει για όλους. Σέβομαι το φόβο που έχω και τον
λαμβάνω σοβαρά υπόψη μου. Μερικές φορές, μπορείς να ρισκάρεις και όλα να είναι υπό
έλεγχο. Αλλά είναι αδύνατο για οποιονδήποτε να ρισκάρει διαρκώς ή να οδηγεί πάνω από το
όριο.
Αν αδιαφορήσεις για το φόβο;
Είσαι τρελός...
Κάτι συγκεκριμένο που φοβάσαι;
Φοβάμαι πολύ για τη μεσοθεραπεία του δρα Κόστα (σ.σ.: μια μέθοδος τοπικής θεραπείας του
πόνου που μπορεί να περιλαμβάνει ως εκατό μικροβελόνες οι οποίες εγχύουν ταυτόχρονα
αναλγητικό στο τραυματισμένο σημείο). Φοβάμαι... τη βελόνα της θεραπείας.
Υπάρχει μια τελετουργία που ακολουθείς πιστά πριν από κάθε αγώνα. Βρέχεις τα χέρια σου,
τρίβεις τα μάτια σου, χαϊδεύεις το σκουλαρίκι, φοράς το κράνος, τα γάντια, πλησιάζεις τη
μοτοσικλέτα, σκύβεις, λυγίζεις τα γόνατα, πιάνεσαι από το αριστερό μαρσπιέ και, όταν
ανέβεις, φτιάχνεις πάντα τον καβάλο της φόρμας τραβώντας την από πίσω, καθώς ρολάρεις στο
διάδρομο των pit. Είσαι προληπτικός;
Καθόλου. Πώς θα μπορούσε, άλλωστε, να πιστέψει κανείς ότι το αποτέλεσμα του αγώνα
εξαρτάται από το πώς φόρεσα τα γάντια ή έξυσα το αυτί μου; Η διαδικασία που αναφέρετε με
βοηθά να συγκεντρωθώ. Πρόκειται για ένα «σύστημα» προετοιμασίας με απόλυτη τάξη, από όπου
εκλείπει τελείως το τυχαίο και το απρόσμενο. Η τάξη μού προσφέρει ηρεμία. Δημιουργεί γύρω
μου μια ζώνη απορρόφησης κάθε εξωτερικού ερεθίσματος, με απομονώνει από τον κόσμο και με
προετοιμάζει για την είσοδό μου στον κόσμο της ταχύτητας, του αγώνα.
Το Nο 46 που φοράς τι αντιπροσωπεύει;
Είναι ο αριθμός που φορούσε ο πατέρας μου όταν κέρδισε το πρώτο του GP. Το είχε
αντιγράψει από έναν Ιάπωνα wildcard αναβάτη που είχε προσέξει στον πρώτο του αγώνα στη
Suzuka, πολύ λεβέντης και επιθετικός, του άρεσε.
Σ? αρέσει το supermotard;
Πάρα πολύ, κάνω πολύ συχνά.
Το βλέπουμε και στα MotoGp, άλλωστε...
Φαίνεται, ε;
Έχω μια τρελή ιδέα: να έρθεις στην Ελλάδα και, γιατί όχι, να τρέξεις στον τελικό του
Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος στις 16 Νοεμβρίου!
Ναι, γιατί όχι...

ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ...
Γεννήθηκε στις 16 Φεβρουαρίου 1979. Βαπτίστηκε Bαλεντίνο, προς τιμήν ενός αδερφικού φίλου
του πατέρα του.
1989: ο πρώτος του αγώνας καρτ
1990: πρωταθλητής στο τοπικό καρτ - εννέα νίκες
1991: 5ος στο Eθνικό Πρωτάθλημα Kαρτ της Ιταλίας. Κερδίζει τον πρώτο του αγώνα minimoto.
1992: 1ος στο τοπικό πρωτάθλημα minimoto
1993: 3ος στα 125 του ιταλικού πρωταθλήματος Sport Production
1994: 1ος στα 125 του ιταλικού πρωταθλήματος Sport Production
6ος στα 125 του ιταλικού πρωταθλήματος
1995: 1ος στα 125 του ιταλικού πρωταθλήματος
3ος στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα 125
1996: 9ος στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα GP 125 (1 νίκη)
1997: 1ος στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα GP 125 (11 νίκες)
1998: 2ος στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα GP 250 (5 νίκες)
1999: 1ος στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα GP 250 (9 νίκες)
2000: 2ος στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα GP 500 (2 νίκες)
2001: 1ος στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα GP 500 (12 νίκες)
2002: 1ος στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα MotoGp (12 νίκες)
2003 (μέχρι σήμερα): 1ος στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα MotoGp (5 νίκες)