4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Ρέα Βιτάλη

Για πού το έβαλες;

«... Ένα ρημάδι κορμί και τι σε σολάριουμ το καψαλίσαμε, τι τις τρίχες μαδήσαμε, τι τα δόντια ασπρίσαμε, τι τα μαλλιά μπογιατίσαμε...»

Ξεφυλλίζω ένα περιοδικό με ζώα από τον πλανήτη. Τι δημιουργήματα! Τι συνδυασμοί χρωμάτων! Συγκρίνω με την ανθρώπινη «συσκευασία». Τι σόι φτωχά δημιουργήματα είμαστε εμείς, τι άσχημα; Ούτε ένα φτερό, ένα περίεργο τρίχωμα, μια «χάρη» που έλεγαν οι μοδίστρες... Τι να σου πει ο άνθρωπος δίπλα σε ένα άλογο, μια γάτα, μια ζέβρα (ιπποπόταμε, μην παίρνεις κι εσύ αέρα!). Ποιο ζώο να μας δει γυμνούς και να μην πει «πού πας, ρε Καρακίτσο;»; Πόσο γυμνοί και απροετοίμαστοι καταφθάσαμε στον κόσμο για να τον αφεντέψουμε... Να ντυθούμε για να προφυλαχθούμε, να φορέσουμε γυαλιά, παπούτσια, καπέλο, τσάντα για τα απαραίτητα... Πόσα απαραίτητα σκαρφιστήκαμε; Ένα ρημάδι κορμί και τι παρεμβάσεις τού καταφέραμε! Τι σε σολάριουμ το καψαλίσαμε, τι τις τρίχες μαδήσαμε, τι τα δόντια ασπρίσαμε, τι τα μαλλιά μπογιατίσαμε, τι τα πετσάκια γύρω από τα νύχια βγάλαμε, για να μην πω τι πρόσωπα αλλάξαμε! Πού πας, ρε Καρακίτσο άνθρωπε; Λες και βαλθήκαμε ν’ αφήσουμε κάπου παράμερα τη φύση και πάμε, και ανάθεμα και ξέρουμε πού πάμε. Χτίσαμε σπίτια, ταμπουρωθήκαμε, καθίσαμε μπροστά στην τηλεόραση και μετά μας πήρε ο ύπνος. Και μετά μπήκαμε σ’ ένα κλουβί με ρόδες και πήγαμε σε ένα άλλο κλουβί, για να βγάλουμε λεφτά να ξεπληρώσουμε τις δόσεις των κλουβιών που επιλέξαμε. Και μετά μετρήσαμε τα χρόνια που μας μένουν μέχρι τη σύνταξη και χολοσκάσαμε. Και πήγαμε σ’ ένα άλλο κλουβί να ξεσκάσουμε, γιατί το χρωστάγαμε στον εαυτό μας, είπαμε. Και ανεβήκαμε σε ποδήλατα που έτρεχαν, αλλά δεν έτρεχαν, και σε κωπηλατικές βάρκες που διέσχιζαν ποτάμια, αλλά δε διέσχιζαν, και ανηφόρες-κατηφόρες που δε μας πήγαιναν πουθενά. Και ιδρώναμε και καμαρωνόμασταν στους καθρέπτες για τα όρια του κορμιού μας. Και μετά φύγαμε ανανεωμένοι και ψάχναμε για αγκαλιά. Αυτά είναι τα ζόρικα της φύσης! Ό,τι και να της προσφέρεις, η ηλίθια όλο αγκαλιά ψάχνει. Και μπήκαμε σ’ ένα μπαρ να συνβρεθούμε, αλλά δε βρεθήκαμε, και γελάγαμε χωρίς να γελάμε, και κουνιόμασταν χωρίς να χορεύουμε, και ήπιαμε για να φτιαχτούμε, αλλά μετά δεν ξέραμε τι να το κάνουμε το «φτιάξιμο». Και μετά είπαμε «ήρθε ο καιρός να κάνω ένα παιδί». Κι ο ένας έδωσε το ωάριο, ο άλλος πήγε για σπερματέγχυση βλέποντας ένα ζευγάρι να συνουσιάζεται και, τέλος πάντων, κάναμε ένα παιδί, αλλά μετά δεν ξέραμε πού να το αφήσουμε. Και μετά ξανακαθίσαμε σ’ έναν καναπέ και βλέπαμε τι γίνεται στον κόσμο και κάναμε τσου, τσου, τσου..._ P. B.