4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Toyota RAV4

  • Kάτω από το καπό του νέου RAV4 παραμένει ο γνωστός 2λιτρος κινητήρας που υπήρχε και στο προηγούμενο μοντέλο. Oι περιορισμένες επεμβάσεις που έχουν γίνει κυρίως στη χαρτογράφηση προσφέρουν μια μικρή βελτίωση της απόδοσης, κάτι που στην πράξη εισπράττεται με τη μορφή της βελτίωσης της ελαστικότητας σε όλο το φάσμα στροφών. Έτσι, και το νέο μοντέλο καταφέρνει να διατηρείται κοντά στην κορυφή του ανταγωνισμού σε επίπεδο επιδόσεων, ενώ, ταυτόχρονα, αποδεικνύεται και πιο οικονομικό σε κατανάλωση σε σχέση με τον προκάτοχό του.

  • Φρέσκο σχεδιαστικά το εσωτερικό, με προσεγμένη εργονομία και ιδιαίτερα πρακτικούς χώρους για μικροαντικείμενα. ¶λλωστε, η χωροταξική διαρρύθμιση αποτελεί ένα από τα δυνατά χαρτιά του RAV4, με κυριότερη την προσφορά ενός εξαιρετικά μεγάλου χώρου αποσκευών.

¶ξιος διάδοχος

Η τρίτη γενιά RAV4 ανοίγει τα χαρτιά της και, συνδυάζοντας τη μερικώς αναθεωρημένη φιλοσοφία χρήσης με τη συνολική ποιοτική αναβάθμιση, υπερασπίζεται την πολύτιμη κληρονομιά που έχει δημιουργήσει το όνομα του ιδρυτή των SUV.

ΦΩTOΓPAΦIEΣ: NIKOΣ MAPKOMΠOTΣAPHΣ

ΟΤΑΝ, το 1994, η Toyota έκανε την κίνηση ρουά ματ, εισάγοντας με το RAV4 μια νέα για την εποχή φιλοσοφία στην κατηγορία των εκτός δρόμου οχημάτων, ίσως και οι ίδιοι οι άνθρωποι της εταιρείας να μην είχαν φανταστεί πως η νέα τους πρόταση θα γνώριζε τόσο μεγάλη απήχηση ώστε να πυροδοτήσει την αλυσιδωτή αντίδραση που οδήγησε στην καθιέρωση των SUV. Ακόμα και μετά την περίοδο του αρχικού αιφνιδιασμού, όμως, το RAV4, συγκεντρώνοντας σε ιδανικές αναλογίες τα στοιχεία του «2 σε 1», παρέμεινε το σημείο αναφοράς της κατηγορίας, με το μοντέλο πρώτης γενιάς και στη συνέχεια με αυτό της δεύτερης γενιάς. Για την Toyota, λοιπόν, η αντικατάσταση ενός τόσο δυνατού χαρτιού, όπως το best seller των SUV -με 1,8 εκατομμύρια πωλήσεις παγκοσμίως (περισσότερες από 655.000 στην Ευρώπη) μέχρι σήμερα-, κάθε άλλο παρά εύκολη υπόθεση θα μπορούσε να χαρακτηριστεί, έχοντας να υπερασπιστεί μια τέτοια παράδοση, από τη στιγμή, μάλιστα, που η τρίτη γενιά RAV4 καλείται να αντιμετωπίσει ένα σαφώς διευρυμένο και αναβαθμισμένο ανταγωνισμό, ο οποίος έχει ανεβάσει και τον πήχη των απαιτήσεων.

Χρηστική εξέλιξη
Η ωρίμανση της φιλοσοφίας των SUV μέσα από το πέρασμα των χρόνων έχει παίξει σημαντικό ρόλο στον καθορισμό των προτεραιοτήτων που τελικά διαμορφώνουν τις επιλογές και το χαρακτήρα κάθε νέας πρότασης. Το νέο RAV4 δε θα μπορούσε να αποτελεί την εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα, που ουσιαστικά υπακούει στην προσαρμογή των χαρακτηριστικών περισσότερο στις λειτουργικές απαιτήσεις που τίθενται σε κάθε επιβατικό με καθημερινό χρηστικό προσανατολισμό και λιγότερο σε αυτές που δηλώνει η πιο ειδική, εκτός δρόμου ιδιότητα. Στοιχεία επηρεασμού από αυτήν την τάση φαίνεται να υπάρχουν ακόμα και στο σχεδιασμό, στον οποίο δεν επιχειρείται μια αλλαγή ανάλογη με εκείνη που έγινε από την πρώτη στη δεύτερη γενιά. Αυτήν τη φορά, οι σχεδιαστές επέλεξαν να διατηρήσουν τους οπτικούς δεσμούς με το παρελθόν, δουλεύοντας ουσιαστικά πάνω στη φόρμα του προηγούμενου μοντέλου, με ίσως πιο ριζική διαφοροποίηση την αλλαγή της κλίσης της πίσω κολόνας, σύμφωνα με τη λογική που έχει αυτή και στο επίσης ενός όγκου αμάξωμα της Toyota Verso. Από εκεί και πέρα, το βασικό χαρακτηριστικό είναι η στρογγυλοποίηση των ακμών, κάτι που κάνει την εικόνα του RAV να δείχνει λιγότερο «τζιπίσια», όμως, από την άλλη, έχει βοηθήσει στην επίτευξη του εξαιρετικού για την κατηγορία αεροδυναμικού συντελεστή (Cd: 0,31). Την ίδια στιγμή, οι διαστάσεις είναι συνολικά αυξημένες, και μάλιστα αυτό δεν έχει να κάνει απλώς με την αύξηση των κενών χώρων στις διάφορες ζώνες πρόσκρουσης, για την επίτευξη καλύτερων αποτελεσμάτων και τη συλλογή πολλών αστεριών στα crash test, αλλά με την πιο λειτουργική και ευχάριστη φιλοξενία των επιβατών. Από τα 145 χλστ. της αύξησης του συνολικού μήκους σε σχέση με το προηγούμενο μοντέλο, τα 70 αφορούν το μεγαλύτερο μεταξόνιο, ενώ αξίζει να σημειώσουμε πως η απόσταση μεταξύ των εμπρός και πίσω καθισμάτων έχει αυξηθεί κατά 55 χλστ., προσφέροντας εμφανώς περισσότερο αέρα για τα πόδια των πίσω επιβατών. Έτσι, λοιπόν, παρά το γεγονός ότι το μεταξόνιο του RAV δε συγκαταλέγεται στα μεγαλύτερα του ανταγωνισμού, η αποτελεσματική χωροταξική εκμετάλλευση προσφέρει χώρους που βρίσκονται πάνω από το μέσο όρο. Την ίδια στιγμή, οι δυνατότητες του χώρου αποσκευών θυμίζουν πολυμορφική λογική, καθώς, χάρη και στα συρόμενα πίσω καθίσματα, αυτός μπορεί να φτάσει τα 586 λίτρα, ενώ, με τη συμβολή του συστήματος Easy Flat της Toyota, οι πλάτες των πίσω καθισμάτων μπορούν να ανακλιθούν και, στη συνέχεια, τα καθίσματα να συμπιεστούν προς το πάτωμα, δημιουργώντας μια εντελώς επίπεδη επιφάνεια για τον πίσω χώρο, που τότε φτάνει τον εντυπωσιακό αριθμό των 1.469 λίτρων. Ένα στοιχείο, λοιπόν, που δε θα λείψει από τους επιβάτες του νέου RAV4 είναι η ευρυχωρία, ενώ το ίδιο μπορούμε να πούμε πως ισχύει και για την προσφορά μιας ιδιαίτερα ποιοτικής εικόνας και αίσθησης στο χώρο φιλοξενίας τους. Πέρα, λοιπόν, από το φρέσκο και έξυπνο σχεδιασμό του ταμπλό, που χωρίζεται σε δύο επίπεδα, κυρίαρχο ρόλο σε αυτό παίζουν οι επιλογές των υλικών και του διακόσμου, καθώς δεν είναι μόνο η γνώριμη «made in Japan» ποιότητα κατασκευής, το προσεγμένο φινίρισμα και ο πλήρης εξοπλισμός άνεσης, αλλά και η συνολικά εκλεπτυσμένη και συμπαγής αίσθηση, που αντέχει στον παραλληλισμό με κατασκευές πολυτελούς χαρακτήρα. Κάτι διόλου τυχαίο, αν αναλογιστούμε πως και οι άνθρωποι της Toyota δεν κρύβουν τις βλέψεις τους για διεκδίκηση μεριδίου και στην αναπτυσσόμενη αγορά των πολυτελών μεσαίων SUV, με τις πλούσιες εκδόσεις του RAV4.

Aσφάλτινες προτεραιότητες
«Το GTi των τζιπ». Αυτός ο χαρακτηρισμός στη δοκιμή του RAV πρώτης γενιάς αντικατόπτριζε την ικανότητα του τότε πρωτοποριακού εκτός δρόμου μοντέλου να πλησιάζει στην άσφαλτο τα οδικά χαρακτηριστικά ενός καθ’ όλα αξιοπρεπούς επιβατικού. Το πλεονέκτημα αυτό του RAV ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο στη δεύτερη γενιά, που, παρά την παρουσία περισσότερων ανταγωνιστών, διατήρησε τον τίτλο του κορυφαίου SUV στην άσφαλτο. Kαι φαίνεται πως οι άνθρωποι της Toyota δεν είναι διατεθειμένοι να χάσουν αυτήν την πρωτιά. ¶λλωστε, για πολλούς αυτός ο τομέας είναι ίσως και ο πιο σημαντικός, μιας και η αλήθεια είναι πως το μεγαλύτερο ποσοστό χρήσης αυτών των αυτοκινήτων αφορά τις ασφάλτινες μετακινήσεις. Μη σας φαίνεται παράξενο, λοιπόν, που η κορυφαία, πιο πολυτελής και ταχύτερη έκδοση του νέου RAV με την ονομασία RAV4 X, η οποία, όμως, δε θα εισάγεται στην Ελλάδα, λόγω κινητήρα (βλ. σχετική ενότητα), διατίθεται μόνο με run flat ελαστικά ασφάλτινων προδιαγραφών και χωρίς ρεζέρβα! Χαρακτηριστικό είναι, μάλιστα, πως κατά την παρουσίαση του μοντέλου οι αναφορές των Iαπώνων τεχνικών στο νέο σύστημα τετρακίνησης είχαν να κάνουν κυρίως με τη λειτουργία του στο πλαίσιο του εξελιγμένου συστήματος ενεργητικής ασφάλειας (Integrated Active Drive System) και ελάχιστα με τις δυνατότητες που προσφέρει στην εκτός δρόμου κίνηση. Η αλλαγή, λοιπόν, στο σύστημα τετρακίνησης του RAV4 είναι ίσως και η πιο σημαντική σε σχέση με το παρελθόν, καθώς στη θέση της μόνιμης τετρακίνησης με κεντρικό διαφορικό και συνεκτικό συμπλέκτη έχει τοποθετηθεί πλέον το σύστημα Active Torque Control 4WD, με μόνο δύο διαφορικά και ηλεκτρονικά ελεγχόμενη σύζευξη του πίσω (βλ. «Aπό τεχνική σκοπιά»), στοχεύοντας αφενός στη μείωση των απωλειών της μετάδοσης και του βάρους και, αφετέρου, στη βελτιστοποίηση της πρόσφυσης και της μεταφοράς ισχύος μέσω της συνεχούς μεταβολής του μοιράσματός της στους εμπρός και τους πίσω τροχούς. Την ίδια στιγμή, οι προδιαγραφές της πλήρως ανασχεδιασμένης ανάρτησης συμβαδίζουν με αυτές που συναντάμε στα πιο ανταγωνιστικά σύγχρονα επιβατικά. Εμπρός διατηρείται η διάταξη ΜακΦέρσον, αλλά με νέα γεωμετρία, σχεδίαση και χαμηλότερο βάρος, ενώ αξίζει να σημειώσουμε την παρουσία ειδικών ελαστικών παρεμβυσμάτων στο σημείο στήριξης του γόνατου επάνω στο αμάξωμα, για μείωση της έντασης των κραδασμών που μεταφέρονται από το δρόμο. Παράλληλα, εντελώς νέα είναι η πίσω ανάρτηση 4 συνδέσμων, χαρακτηριστικό της οποίας είναι η διαγώνια τοποθέτηση των αμορτισέρ, χάρη στην οποία είναι δυνατή η διαμόρφωση του ιδιαίτερα ευρύχωρου χώρου αποσκευών. Μια πρώτη γεύση από τη νέα συνταγή των Iαπώνων πήραμε στην Πορτογαλία, κατά την επίσημη πανευρωπαϊκή παρουσίαση του μοντέλου, και οι όποιες επιφυλάξεις -που διατηρούμε πάντα μέχρι τη δοκιμή στην Ελλάδα- εξαφανίστηκαν, βλέποντας την ιδανική προσαρμογή των επιλογών ακόμα και στις ιδιαιτερότητες των ελληνικών δρόμων. Με λίγα λόγια, το νέο RAV4 δείχνει και πάλι το δρόμο στον ανταγωνισμό σε κάθε είδους ασφάλτινη επιφάνεια και, αν δεν ήταν η αυξημένη απόσταση από το δρόμο τής -σαφώς βελτιωμένης- θέσης οδήγησης που μαρτυρά το χαρακτήρα του αυτοκινήτου, θα μπορούσαμε να πούμε πως πλέον η αίσθηση δεν πλησιάζει απλώς, αλλά είναι αντίστοιχη επιβατικού. Στο ερώτημα, λοιπόν, εάν παραμένει το «GTi των τζιπ», η απάντηση είναι θετική σε ό,τι αφορά το ζύγισμά του στο δρόμο, το ιδιαίτερα ακριβές, άμεσο και με καλή αίσθηση τιμόνι, τα καλά σε απόδοση φρένα και την ικανότητα να ταξιδεύει και να διαγράφει τροχιές ακριβείας με μεγάλες τριψήφιες μ.ω.τ. Το ίδιο ισχύει και για την αποτελεσματικότητά του σε πιο κλειστές διαδρομές, όπου η σχετικά σφικτή ρύθμιση της ανάρτησης, που επιτρέπει αναλογικά μικρές κλίσεις (χάρη και στην ύπαρξη αντιστρεπτικής στον εμπρός και τον πίσω άξονα), καθώς και η παρουσία του λιγότερο παρεμβατικού σε σχέση με το παρελθόν VSC, που εξαφανίζει εν τη γενέσει τις όποιες ανεπιθύμητες αντιδράσεις, προσφέροντας μια κατά βάση ελάχιστα υποστροφική συμπεριφορά, συνθέτουν ένα ιδιαίτερα ευέλικτο και ευχάριστο οδηγικά σύνολο, που δε δυσανασχετεί, ακόμα και υπό πίεση. Από εκεί και πέρα, όταν ακόμα και τα γνήσια GTi έχουν κάνει μια σαφή στροφή προς την ποιοτική μετακίνηση, το «GTi των τζιπ» δε θα μπορούσε να αντισταθεί στο ρεύμα της εποχής. Σαφής, λοιπόν, είναι και η αναβάθμιση των χαρακτηριστικών κύλισης, που πλέον έχουν αποκτήσει μια πιο στιβαρή και ποιοτική αίσθηση, η οποία, σε συνδυασμό με τη βελτίωση της ηχομόνωσης, συμβάλλει στην ενίσχυση του πακέτου της άνεσης, προσδίδοντας παράλληλα μια νότα πολυτέλειας. Τι γίνεται, όμως, με τη χωμάτινη πλευρά του χαρακτήρα του; Οι πιο σκληροπυρηνικοί, που θέλουν το SUV τους να μπορεί να κινηθεί και σε συνθήκες που θυμίζουν αγώνα trial ή οι απαιτήσεις τους ξεπερνούν τις ανάγκες της απλής ρυμούλκησης ενός μέτριου φουσκωτού, μάλλον θα πρέπει να στραφούν στις προτάσεις των πιο καθαρόαιμων Forester και Vitara με τη μόνιμη τετρακίνηση και τις κοντές σχέσεις. Αυτό, όμως, δεν είναι κάτι που έχει αλλάξει σε σχέση με την προηγούμενη έκδοση του RAV4. Επί της ουσίας, λοιπόν, το μεμπτό στοιχείο είναι πως για τις εκτός δρόμου καταστάσεις δεν έχει προκύψει αντίστοιχη βελτίωση με αυτήν που έχει γίνει στην άσφαλτο. Κρίνοντας, μάλιστα, αυστηρά, μπορούμε να μιλάμε για μια μικρή μείωση των ακραίων εκτός δρόμου ικανοτήτων, που, όμως, δεν οφείλονται τόσο στις πιο «λάιτ» προδιαγραφές της τετρακίνησης, όσο στις μικρότερες σε σχέση με το παρελθόν γωνίες προσέγγισης, ράμπας και διαφυγής. Από εκεί και πέρα, όμως, για τις περιπτώσεις που το ζητούμενο, πέρα από την ευκολία στην εκδρομή στο χιονοδρομικό ή στην παραλία, είναι και η δυνατότητα να ανάβεις φλας και να μπαίνεις για μια βόλτα στο χωματόδρομο, τότε η συνταγή δεν απογοητεύει. Το αντίθετο μάλιστα, αφού το RAV δε θα σταματήσει ακόμα και μπροστά σε κακά κομμάτια, ενώ στο καλό χώμα διατηρεί τον ευχάριστο οδηγικά χαρακτήρα που έχει στην άσφαλτο, με πολύ καλή κατευθυντικότητα, αμεσότητα στις εντολές του τιμονιού (το οποίο, μάλιστα, δε μεταφέρει κραδασμούς από τις ανωμαλίες του οδοστρώματος), σαφή έλεγχο του αμαξώματος και συμπεριφορά που εμπνέει εμπιστοσύνη στο φρενάρισμα. Βέβαια, θα πρέπει να σημειώσουμε πως, λόγω των πιο σκληρών ρυθμίσεων, η ανάρτηση δεν παρουσιάζει την ενδοτικότητα που έχει ένα Forester ή ένα X-Trail και γι’ αυτό η απόσβεση, κυρίως της πίσω ανάρτησης, είναι σχετικά «ξερή» στα πολύ κατσαρά κομμάτια με φυτευτή πέτρα, όπως και στις έντονες εγκάρσιες ανωμαλίες στην άσφαλτο.

Δεσμοί με το παρελθόν
Παρά τις πιο φρέσκες σχεδιαστικές επιλογές, τη σαφή αναβάθμιση των ποιοτικών χαρακτηριστικών και τη ριζική αλλαγή στον τομέα της μετάδοσης, οι Iάπωνες δεν προχώρησαν σε μια ανάλογη κίνηση και στον τομέα του κινητήρα. Για να είμαστε πιο ακριβείς, πόνταραν περισσότερο στην εξέλιξη των πετρελαιοκινητήρων -που συνηγορούμε πως ταιριάζουν και καλύτερα στη φιλοσοφία ενός SUV- και λιγότερο στο μοναδικό διαθέσιμο βενζινοκινητήρα, που, φυσικά, έχει και το μεγαλύτερο ενδιαφέρον για την ελληνική αγορά. Ίσως, λοιπόν, απογοητευτούν όσοι περίμεναν κάποια σημαντική αναβάθμιση, όπως αυτή που έγινε στο καινούργιο Forester, καθώς κάτω από το καπό φιλοξενείται και πάλι το ίδιο 2λιτρο σύνολο με το γνωστό σύστημα μεταβλητού χρονισμού VVTi της Toyota που κινούσε και την προηγούμενη γενιά RAV4. Βέβαια, πλέον, η καλύτερη ηχομόνωση έχει μειώσει αρκετά τις ηχητικές παρεμβολές του στο θάλαμο των επιβατών, ενώ, χάρη σε μικρές βελτιώσεις που αφορούν κυρίως την αλλαγή της ηλεκτρονικής χαρτογράφησης, με στόχο τη βελτίωση της κατανάλωσης και τις χαμηλότερες εκπομπές ρύπων, η απόδοση έχει αυξηθεί ελαφρώς από τους 150 στους 152 ίππους και η ροπή από τα 19,6 στα 19,8 χλγμ. Στην πράξη, η πιο αντιληπτή διαφορά σε σχέση με το παρελθόν έχει να κάνει με την πιο ζωντανή απόκριση στις χαμηλές στροφές, όμως, από εκεί και πέρα, σε συνδυασμό και με το αυξημένο βάρος, η μικρή βελτίωση της απόδοσης δεν μπορεί να μεταφραστεί σε σημαντική βελτίωση των επιδόσεων. Aκόμα κι έτσι, όμως, η ισχύς του RAV δε βρίσκεται μόνο πάνω από το μέσο όρο, αλλά παραμένει μια από τις μεγαλύτερες ανάμεσα στο 2λιτρο ανταγωνισμό. Έτσι, όχι μόνο μπορεί να κινείται αντίστοιχα γρήγορα με την προηγούμενη έκδοση, αλλά, χάρη στη γραμμική του απόδοση σε όλο το φάσμα στροφών, αποδεικνύεται ουσιαστικά ισόπαλο τόσο με το πιο δυνατό Forester όσο και με το Honda CR-V, που οριοθετούν το άνω άκρο της κατηγορίας σε επίπεδο επιδόσεων. Ενδεικτικά, αναφέρουμε πως τα 100 χλμ./ώρα από στάση έρχονται σε 11,0 δλ. (Forester: 9,9, CR-V: 10,8), ενώ τα πρώτα 400 μ. καλύπτονται σε 17,6 δλ. (Forester: 17,2, CR-V: 17,6). Αντίστοιχες είναι, μάλιστα, και οι ισορροπίες στις ρεπρίζ, όπου η καλή ελαστικότητα του κινητήρα του RAV αντισταθμίζει με επιτυχία το ελαφρώς πιο μακρύ «βήμα» της μετάδοσης. Σημειώστε, λοιπόν, πως για τα 80-110 χλμ./ώρα με 3η, 4η και 5η σχέση απαιτούνται, αντίστοιχα, 5,9, 9,2 και 13,0 δλ. (Forester: 6,3, 9,2 και 12,9 δλ., CR-V: 6,3, 8,8 και 13,6 δλ.). Την ίδια στιγμή, οι προσπάθειες για μείωση της κατανάλωσης, τόσο μέσω της ανανέωσης του κινητήρα όσο και από τη βελτίωση της αεροδυναμικής και τη λιγότερο ενεργοβόρα μετάδοση, φαίνεται πως έχουν αποδώσει, με αποτέλεσμα η μέση τιμή των 14,2 λίτρων/100 χλμ. που καταγράψαμε να είναι σαφώς χαμηλότερη από τα 15+ λίτρα/100 χλμ. του προηγούμενου μοντέλου και κοντά στο μέσο όρο της κατηγορίας.

Γνήσιος απόγονος
Εάν θα έπρεπε να απαντήσουμε στο ερώτημα αν η τρίτη γενιά RAV4 καταφέρνει να υπερασπιστεί το βαρύ φορτίο που έχει δημιουργήσει η επιτυχία των προηγούμενων μοντέλων, θα αρκούσε να πούμε πως το νέο RAV4 είναι το καλύτερο μέχρι σήμερα. Πιάνοντας τον παλμό της τάσης που επικρατεί στο χώρο των SUV, οι Iάπωνες έχουν εστιάσει με επιτυχία στη βελτίωση του χρηστικού χαρακτήρα και τη συνολική ποιοτική αναβάθμιση. Μεγαλύτερο και πιο πρακτικό σε χώρους, με περισσότερο τονισμένο το στοιχείο της πολυτέλειας σε επίπεδο κατασκευής και φιλοσοφίας και με ενδυνάμωση του οδηγικού του προφίλ (με σαφή προσανατολισμό στην άσφαλτο, που, επί της ουσίας, αποτελεί και το βασικό πεδίο χρήσης), το νέο RAV4 καταφέρνει να ξεχωρίζει για τον προσεκτικά ισορροπημένο και ιδιαίτερα ανταγωνιστικό χαρακτήρα του σε κάθε τομέα που αφορά την καθημερινή χρήση, ακόμα και στο ρόλο του βασικού αυτοκινήτου. Σίγουρα, λοιπόν, η παρουσία του θέτει υπό αμφισβήτηση τις ισορροπίες της κατηγορίας, καθώς οι σαφείς βλέψεις για την κορυφή οδηγούν στην άμεση αντιπαράθεση με τις υπάρχουσες πιο ανταγωνιστικές προτάσεις σε επίπεδο εμπορικότητας και δυνατοτήτων, με κυριότερους εκπροσώπους τα Subaru Forester και Suzuki Vitara._ 4T

AΠO TEXNIKH ΣKOΠIA
Η βασικότερη, ίσως, αλλαγή που παρουσιάζεται στην τρίτη γενιά RAV4 είναι η αντικατάσταση της μόνιμης τετρακίνησης με τρία διαφορικά, με το ηλεκτρονικά ελεγχόμενο σύστημα Active Torque Control 4WD. Το συγκεκριμένο σύστημα τετρακίνησης δε διαθέτει κεντρικό διαφορικό, ενώ η μεταφορά της ισχύος στους πίσω τροχούς γίνεται με τη σύζευξη του πίσω διαφορικού (που είναι περιορισμένης ολίσθησης) μέσω ηλεκτρικού συμπλέκτη. Ουσιαστικά, λοιπόν, όταν δεν υπάρχει ολίσθηση και διαφορά στην ταχύτητα των εμπρός και πίσω τροχών, η κίνηση μεταφέρεται μόνο εμπρός. Από εκεί και πέρα, ανάλογα με τα δεδομένα που λαμβάνονται για την ταχύτητα κάθε τροχού, τη γωνία του τιμονιού, το άνοιγμα της πεταλούδας του γκαζιού και τη δυναμική κατάσταση του αυτοκινήτου, η κεντρική μονάδα δίνει εντολή για σύζευξη και του πίσω διαφορικού. Έτσι, η κατανομή της ροπής μεταβάλλεται συνεχώς, σε ποσοστό που κυμαίνεται από 100/0 έως 55/45 εμπρός/πίσω. Επίσης, για την αντιμετώπιση δύσκολων καταστάσεων σε συνθήκες χαμηλής πρόσφυσης, όπως σε λάσπη, με ταχύτητες μικρότερες των 40 χλμ./ώρα, υπάρχει η δυνατότητα μόνιμης εμπλοκής του πίσω διαφορικού -μέσω διακόπτη στο ταμπλό- με ποσοστό μοιράσματος της ροπής 55/45. Το πλεονέκτημα του συγκεκριμένου συστήματος είναι οι μειωμένες απώλειες ισχύος στη μετάδοση σε σχέση με ένα κλασικό σύστημα μόνιμης τετρακίνησης, καθώς και ο ακριβής καθορισμός του ποσοστού ροπής που μεταφέρεται στους πίσω τροχούς, ανάλογα με τις εκάστοτε απαιτήσεις της κίνησης. Επιπλέον, η ηλεκτρική σύζευξη προσφέρει πιο γρήγορη απόκριση σε σχέση με αντίστοιχα συστήματα που χρησιμοποιούν συνεκτικό συμπλέκτη. Από εκεί και πέρα, αξίζει να σημειώσουμε πως το Active Torque Control 4WD μαζί με το σύστημα ελέγχου της ευστάθειας VSC και το ηλεκτρικά υποβοηθούμενο σύστημα διεύθυνσης συνθέτουν το εξελιγμένο σύστημα ενεργητικής ασφάλειας Integrated Active Drive System, το οποίο, εκτός από τον κλασικό έλεγχο της δυναμικής κατάστασης του αυτοκινήτου, επενεργώντας στα φρένα και στον κινητήρα, βοηθά και τον οδηγό στην πραγματοποίηση των σωστών χειρισμών μέσω του τιμονιού. Σε περίπτωση υπερστροφής, για παράδειγμα, μεταβάλλει την ηλεκτρική υποβοήθηση, κάνοντας το τιμόνι πιο ελαφρύ προς τη φορά του «ανάποδου», που είναι η σωστή αντίδραση, και πιο βαρύ προς την αντίθετη φορά, που είναι η λανθασμένη._ Γ. Χ.

box με φωτ. κινητήρα diesel
Δυστυχώς, ατυχήσαμε
Στην Ελλάδα οι μόνες διαθέσιμες επιλογές του RAV4 σε επίπεδο κινητήρα είναι αυτές με το 2λιτρο βενζινοκινητήρα ή με το γνωστό υπερτροφοδοτούμενο πετρελαιοκινητήρα D-4D των 2,2 λίτρων της Toyota με απόδοση 136 ίππους/3.600 σ.α.λ. και ροπή 31,6 χλγμ./2.000-2.800 σ.α.λ. Στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές αγορές, όμως, η κορυφαία έκδοση RAV4 X θα κινείται από μια αναβαθμισμένη έκδοση του συγκεκριμένου πετρελαιοκινητήρα, η οποία, με τεχνολογία άμεσου ψεκασμού D-Cat και υπερτροφοδότη μεταβλητής γεωμετρίας, φτάνει τους 177 ίππους/3.600 σ.α.λ. και τα 40,8 χλγμ. ροπής/2.000-2.600 σ.α.λ. Δυστυχώς, όπως μας εξήγησε και ο αρχιμηχανικός του προγράμματος εξέλιξης του RAV4, Ίσε Κιοτάκα, ο συγκεκριμένος κινητήρας δε θα εισάγεται στην Ελλάδα, λόγω των απαιτήσεών του για καύσιμο χαμηλής περιεκτικότητας σε θείο, το οποίο δεν υπάρχει στη χώρα μας. Ο ίδιος μας εξήγησε πως στην Ευρώπη το RAV δεν προσφέρεται με τους μεγαλύτερους βενζινοκινητήρες 2.4 και 3.5 V6, που υπάρχουν στην αμερικανική αγορά, μιας και αυτοί δεν είναι σύμφωνοι με τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς εκπομπής καυσαερίων EURO 4 & 5, ενώ δεν απέκλεισε την πιθανότητα εμφάνισης ενός υβριδικού RAV4, αν και κάτι τέτοιο δεν αναμένεται στο άμεσο μέλλον, για το οποίο είναι προγραμματισμένη η εξέλιξη υβριδικών προτάσεων για μοντέλα αρκετά πιο ενεργοβόρα από το μεσαίο SUV της Toyota.

TO XPΩMA TOY XPHMATOΣ
Με όλα τα... αποθέματα του προηγούμενου RAV4 να έχουν εξαντληθεί πριν από το τέλος του 2005, η διάθεση του νέου μοντέλου έχει ήδη αρχίσει στην ελληνική αγορά σε τρία επίπεδα εξοπλισμού (Comfort, Executive και Luxury) και αποκλειστικά με 5θυρο αμάξωμα, που είναι και το μόνο που παράγεται, καθώς η 3θυρη έκδοση καταργήθηκε στη νέα γενιά του μοντέλου. Όλες οι εκδόσεις διαθέτουν στο βασικό εξοπλισμό τους συνολικά 9 αερόσακους, ABS, τηλεσκοπικά ρυθμιζόμενο τιμόνι, ηλεκτρικά παράθυρα και κλειδαριές, καθώς και μπάρες οροφής. Από εκεί και πέρα, η έκδοση Comfort προσφέρεται με air condition και ραδιοCD με 6 ηχεία, στην τιμή των 29.500 ευρώ. Χωρίς ελλείψεις παρουσιάζεται η επόμενη έκδοση, Executive, που ξεκινά από τα 32.900 ευρώ και περιλαμβάνει, επιπλέον, ζάντες αλουμινίου, δερμάτινο λεβιέ ταχυτήτων και τιμόνι με χειριστήρια του ηχοσυστήματος με το 6πλό ραδιοCD, ηλιοροφή, αυτόματο κλιματισμό και VSC. Τέλος, η κορυφαία έκδοση, Luxury, που φτάνει στα 36.650 ευρώ, περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, δερμάτινα καθίσματα, με τα εμπρός να είναι θερμαινόμενα και ηλεκτρικά ρυθμιζόμενα, έξυπνο σύστημα εισόδου και εκκίνησης χωρίς κλειδί και cruise control. Όλες οι εκδόσεις προσφέρονται και με αυτόματο κιβώτιο 4 σχέσεων, το οποίο κοστίζει επιπλέον 1.450 ευρώ. Ενδεικτικά, αναφέρουμε πως η τιμή τής καλά εξοπλισμένης έκδοσης Executive βρίσκεται λίγο πιο πάνω από το μέσο όρο των ανταγωνιστικών μοντέλων με αντίστοιχο επίπεδο εξοπλισμού, όπως, για παράδειγμα, του Grand Vitara JLXAW, που φτάνει τα 32.000 ευρώ (χωρίς ESP και με 6 αερόσακους, αλλά με δερμάτινες επενδύσεις), του Forester VS, που φτάνει τα 31.900 ευρώ (χωρίς ESP και με 4 αερόσακους) και του Honda CR-V ES Satelite, που φτάνει να 32.990 ευρώ (χωρίς ESP και με 6 αερόσακους).

TOYOTA RAV4
ΥΠΕΡ
ΟΔΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ
ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ
ΧΩΡΟΙ
ΚΑΤΑ
«ΞΕΡΗ» ΑΠΟΣΒΕΣΗ ΤΩΝ ΕΓΚΑΡΣΙΩΝ ΑΝΩΜΑΛΙΩΝ

MAΣ APEΣE
H AIΣΘHΣH KAΛOΣTHMENOY EΠIBATIKOY ΣTO ΔPOMO
ΔE MAΣ APEΣE
TO EKNEYPIΣTIKO HXHTIKO ΣHMA ΠOY ΣYNOΔEYEI THN ENEPΓOΠOIHΣH TOY VSC
ΘA ΘEΛAME
NA EIXAME ΣTHN EΛΛAΔA TON EΞAIPETIKO ΠETPEΛAIOKINHTHPA TΩN 177 IΠΠΩN

«Εάν θα έπρεπε να απαντήσουμε στο ερώτημα αν η τρίτη γενιά RAV4 καταφέρνει να υπερασπιστεί το βαρύ φορτίο που έχει δημιουργήσει η επιτυχία των προηγούμενων μοντέλων, θα αρκούσε να πούμε πως το νέο RAV4 είναι το καλύτερο μέχρι σήμερα.»