4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Δοκιμή ενεργητικής ασφάλειας Fiat Grande Punto-Opel Corsa

HCOTY

ΔΟΚΙΜΗ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
FIAT GRANDE PUNTO - OPEL CORSA

Εσωτερικές αψιμαχίες

Πόσο διαφέρει στο δρόμο η απλή από τη σπορ έκδοση ενός μοντέλου; Εξετάζουμε τις ικανότητες των δύο εκδοχών των Fiat Grande Punto και Opel Corsa και αφήνουμε τους αριθμούς να αποκαλύψουν τη δική τους αλήθεια.

ΚΑΤΑ πόσο, άραγε, τα ιδιαίτερα τεχνικά στοιχεία της σπορ έκδοσης ενός μοντέλου διαμορφώνουν, επί της ουσίας, ένα άλλο επίπεδο δυνατοτήτων; Θέλοντας να δώσουμε μια πιο χειροπιαστή απάντηση σε αυτό το ερώτημα, στραφήκαμε στην κατηγορία των σουπερμίνι, μιας και πρωταγωνιστούν στις πωλήσεις, ενώ τη χρονιά που πέρασε απέκτησαν κάποιους σημαντικούς νέους εκπροσώπους. Επιλέξαμε, λοιπόν, τα Fiat Grande Punto και Opel Corsa, τα οποία διαθέτουν στην γκάμα τους και σπορ εκδόσεις, οπότε -ευκαιρίας δοθείσης- αναζητήσαμε τις διαφορές που προκύπτουν σε επίπεδο αίσθησης αλλά και αριθμών από την απευθείας αντιπαράθεσή τους με τις απλές εκδόσεις.
Σε επίπεδο τεχνικών προδιαγραφών, η διαφοροποίηση των απλών από τις σπορ εκδόσεις δεν έχει να κάνει απλώς με την υιοθέτηση μιας πιο σφικτής ρύθμισης στην ανάρτηση. Στην περίπτωση του Corsa Sport οι όποιες αλλαγές δε σταματούν στην επιλογή ενός πιο σκληρού συνδυασμού αμορτισέρ-ελατηρίων και την τοποθέτηση μεγαλύτερων τροχών (215/45-17 έναντι των 195/55-16 της έκδοσης Enjoy). Ελαφρώς αλλαγμένη είναι η γεωμετρία της εμπρός ανάρτησης, με το κάμπερ να έχει αυξηθεί από τη -1° στη -1,1° και το κάστερ να είναι αντίστοιχα αυξημένο από τις 3,55° στις 4°, μεγαλώνοντας, ουσιαστικά, και το μεταξόνιο. Παράλληλα, η σπορ έκδοση έχει πιο κοντό κιβώτιο, η κρεμαγιέρα, εκτός από μεταβλητή υποβοήθηση, έχει και μεταβλητό βήμα, ενώ στο βασικό εξοπλισμό περιλαμβάνεται και σύστημα ελέγχου πρόσφυσης και ευστάθειας, που, μάλιστα, δεν απενεργοποιείται. Στην περίπτωση του Grande Punto, το Sporting, εκτός από τα διαφορετικά χαρακτηριστικά απόσβεσης της ανάρτησης, «φορά» και πολύ μεγαλύτερους τροχούς από την απλή έκδοση (205/45-17 έναντι 185/65-15). Από εκεί και πέρα, η γεωμετρία δεν αλλάζει, όμως το Sporting διαθέτει αρκετά παχιά εμπρός αντιστρεπτική (διαμέτρου 19 χλστ.) καθώς και πίσω αντιστρεπτική. Σε αντίθεση, μάλιστα, με ό,τι συμβαίνει στο Corsa, δεν υπάρχουν διαφορές στο κιβώτιο ή το σύστημα διεύθυνσης, αλλά σαφώς αναβαθμισμένο είναι το σύστημα πέδησης, καθώς τα πίσω ταμπούρα της απλής έκδοσης στο Sporting έχουν αντικατασταθεί με δίσκους.

Στην πράξη
Οι δοκιμασίες μας στην πίστα των Μεγάρων εστιάζονται στην αξιολόγηση των αυτοκινήτων σε επίπεδο δυναμικής συμπεριφοράς, άνεσης και επιδόσεων. Στο σλάλομ τον ταχύτερο χρόνο σημείωσε το Corsa Sport (4,77 δλ.), που ευνοείται από το αρκετά σφικτό set up της ανάρτησης, παρουσιάζοντας γρήγορη απόκριση στην απότομη αλλαγή κατεύθυνσης αλλά και ακρίβεια στον έλεγχο της μεταφοράς βάρους. Το τιμόνι είναι γρήγορο, όμως το μεταβλητό βήμα μπερδεύει στην αρχή, με αποτέλεσμα το συχνά υπερβολικό «στραμπούλισμα» των τροχών, που οδηγεί σε μείωση της ταχύτητας. Γενικά, μάλιστα, ο ταχύτερος χρόνος προκύπτει με όσο το δυνατόν πιο προοδευτικούς και «καθαρούς» χειρισμούς, ώστε να μην προκαλείται η ενεργοποίηση του αρκετά παρεμβατικού ESP. Στην περίπτωση της απλής έκδοσης, ο ταχύτερος χρόνος ανεβαίνει στα 5,02 δλ., όμως προκύπτει ευκολότερα απ’ ό,τι στο Sport, επειδή, αφενός, δε χρειάζεται κάποια προσαρμογή σε ό,τι αφορά το τιμόνι, το οποίο και εδώ αποδεικνύεται ιδιαίτερα ακριβές και σαφές στην αρχική φάση του στριψίματος, και, αφετέρου, απουσιάζει η επέμβαση κάποιου ηλεκτρονικού συστήματος που θα οδηγούσε σε μείωση της ταχύτητας. Την ίδια στιγμή, η ελκτική πρόσφυση, παρά τα πιο στενά ελαστικά, δε φαίνεται να επηρεάζεται, όμως το ψηλότερο προφίλ των τελευταίων κάνει πιο αργές τις αντιδράσεις στην αλλαγή πορείας, ενώ η πιο μαλακή ανάρτηση κάνει τη συμπεριφορά περισσότερο προοδευτική αλλά πιο «ρευστή». Σε ό,τι αφορά το Grande Punto, η καλύτερη επίδοση του Sporting πλησιάζει εκείνη του αντίστοιχου Corsa, σταματώντας το χρονόμετρο στα 4,81 δλ., αλλά με διαφορετική... εκτέλεση. Οι αντιστρεπτικές μειώνουν σημαντικά τις κλίσεις του αμαξώματος και την έντονη μεταφορά βάρους, κάνοντας τη συμπεριφορά λιγότερο «φλύαρη» στις συνεχόμενες, απότομες αλλαγές πορείας. Ταυτόχρονα, τα μεγαλύτερα περιθώρια πλευρικής πρόσφυσης επιτρέπουν τη διατήρηση υψηλότερης ταχύτητας τη στιγμή της αλλαγής κατεύθυνσης, όμως η ελκτική πρόσφυση είναι υποδεέστερη αυτής του Corsa, αναγκάζοντας τον οδηγό να παίζει περισσότερο με το γκάζι, για να αντιμετωπίσει το σπινάρισμα και την πιο έντονη τάση υποστροφής. Η απλή έκδοση του Grande Punto ήταν η πιο αργή από τις τέσσερις στο σλάλομ (5,11 δλ.), καθώς σε αυτήν οι κλίσεις του αμαξώματος ήταν μεγάλες, τονίζοντας τη μεταφορά βάρους, που, σε συνδυασμό με την υποδεέστερη πλευρική πρόσφυση, τα υποστροφικά χαρακτηριστικά αλλά και το σχετικά αργό τιμόνι, οδηγεί σε μείωση της ταχύτητας ανάμεσα στις κορύνες. Σε ό,τι αφορά την άνεση, μια πιο απτή εικόνα της αίσθησης που λαμβάνουν οι επιβάτες μπορεί να δοθεί από το μέγεθος της κατακόρυφης επιτάχυνσης που αναπτύσσεται κατά το πέρασμα του αυτοκινήτου από μια εγκάρσια ανωμαλία. Στη δοκιμή μας, λοιπόν, αυτή η ανωμαλία στο οδόστρωμα ήταν μια μονή σειρά από «σαμαράκια», από την οποία τα αυτοκίνητα περνούσαν με ταχύτητα 40 χλμ./ώρα. Με το Vericom τοποθετημένο κάθετα στο πλαϊνό παράθυρο του συνοδηγού, η υψηλότερη τιμή κατακόρυφης επιτάχυνσης καταγράφηκε στο Corsa Sport, που έφτασε στιγμιαία το 0,37 g, επιβεβαιώνοντας τη σφικτή αίσθηση που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στα αρκετά σκληρά ελατήρια. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως στην περίπτωση του Sporting η αντίστοιχη τιμή ήταν 0,32 g, καθώς εδώ η εν γένει πιο σπορτίφ συμπεριφορά βασίζεται σε μεγάλο ποσοστό στην αντιστρεπτική, επιτρέποντας, έτσι, την υιοθέτηση λιγότερο σκληρών ελατηρίων. Στις συμβατικές εκδόσεις η ένταση των δυνάμεων απόσβεσης είναι σαφώς χαμηλότερη, με την κατακόρυφη επιτάχυνση να φτάνει τα 0,25 g στο Corsa και τα 0,24 g στο Grande Punto. Τέλος, ο πιο σπορτίφ χαρακτήρας δε συνεπάγεται και αντίστοιχη υπεροχή στον τομέα των επιδόσεων, εάν δεν υπάρχουν οι ανάλογες για κάτι τέτοιο αλλαγές. Το Corsa Sport, για παράδειγμα, καταφέρνει να είναι ταχύτερο του απλού Enjoy, λόγω των πιο κοντών σχέσεων του κιβωτίου, και, ενδεικτικά, αναφέρουμε πως οι χρόνοι για τα 70-110 χλμ./ώρα με 3η είναι 11,2 και 12,1 δλ., αντίστοιχα. Στην περίπτωση του Punto, όμως, όπου δεν υπάρχει κάποια διαφοροποίηση στη μετάδοση, προκύπτει ουσιαστική ισοπαλία ανάμεσα στο Sporting και το απλό μοντέλο, που για την ίδια ρεπρίζ χρειάζονται 10,7 και 10,8 δλ., αντίστοιχα. Στον αντίποδα, όμως, το Sporting αποκτά πλεονέκτημα στις επιβραδύνσεις, αφού στη βοήθεια που προσφέρουν τα φαρδύτερα ελαστικά και η πιο σφικτή ανάρτηση προστίθεται και η αναβάθμιση των πίσω φρένων. Έτσι, το σημαντικό δεν είναι ότι από τα 100 χλμ./ώρα σταματά στα 37,1 μ., σε σχέση με τα 38,2 μ. του απλού, αλλά το γεγονός ότι, έπειτα από δέκα συνεχόμενα φρεναρίσματα, η απόδοση δεν επηρεάστηκε σημαντικά, ανεβαίνοντας στα 38,9 μ., όταν η υπερθέρμανση των φρένων της απλής έκδοσης με τα ταμπούρα πίσω αύξησε την απόσταση ακινητοποίησης στα 41,5 μ. Αντίστοιχα στο Corsa, που και στις δύο εκδόσεις διαθέτει πίσω ταμπούρα, το σύστημα πέδησης είναι αρχικά πιο αποτελεσματικό, σταματώντας το Sport στα 36,2 μ. και το Enjoy στα 36,7 μ., όμως η καταπόνηση επιφέρει αντίστοιχη επιδείνωση, φτάνοντας την απόσταση ακινητοποίησης στα 39,4 και 40,4 μ.
Τα αποτελέσματα των δοκιμασιών στα Μέγαρα φανερώνουν, λοιπόν, πως οι σπορ εκδόσεις επιβεβαιώνουν και στην πράξη την υπεροχή σε επίπεδο αποτελεσματικότητας και δυναμικών χαρακτηριστικών. Από εκεί και πέρα, όμως, η ακριβής διαμόρφωση των δυνατοτήτων τους και ο βαθμός διαφοροποίησης από τις απλές εκδόσεις είναι άμεση συνάρτηση των επιλογών που συνοδεύουν το σπορ πακέτο εξοπλισμού. Έτσι, στη συγκεκριμένη δοκιμή μπορούμε να πούμε πως το Corsa Sport είναι περισσότερο εύστοχο, εν συγκρίσει με το Grande Punto Sporting, καθώς καταφέρνει να προσφέρει το «κάτι παραπάνω» σε σχέση με την απλή έκδοση, τόσο σε επίπεδο οδικής συμπεριφοράς όσο και σε επιδόσεις._ 4Τ

Διάγραμμα vbox slalom των δύο Punto
Στο διάγραμμα της πλευρικής επιτάχυνσης των δύο εκδόσεων του Grande Punto στο σλάλομ βλέπουμε πως στην κορυφή κάθε στροφής η πλευρική επιτάχυνση του Sporting είναι υψηλότερη, με τη μέγιστη τιμή της να φτάνει το 1,20 g, έναντι του 1,11 g του απλού Grande Punto, βοηθώντας στη διατήρηση υψηλότερης ταχύτητας. Αντίστοιχα σημαντικό, όμως, είναι και το γεγονός πως, κατά τη διάρκεια της απότομης αλλαγής πορείας ανάμεσα στις κορύνες, η μετάβαση του Sporting ανάμεσα στις μέγιστες τιμές πλευρικής επιτάχυνσης είναι πιο απότομη, φανερώνοντας την αμεσότητα που δείχνει στις εντολές του οδηγού, σε αντίθεση με την απλή έκδοση, που καθυστερεί περισσότερο, ως αποτέλεσμα του γλιστρήματος και της υστέρησης που παρουσιάζει.

Πίνακας σλαλομ μαζί με διάγραμμα
Corsa Sport Corsa Enjoy Grande Punto Sporting Grande Punto
Ταχ. χρόνος (δλ.) 4,77 5,02 4,81 5,11
Μέγ. πλευρ. επιτάχυνση (g) 1,19 1,17 1,20 1,11
Ταχ. εξόδου (χλμ./ώρα) 66,8 63,6 65,1 63,1


Διάγραμμα vericom από σαμαράκια με Corsa
Η σκληρή αίσθηση που δίνει η ανάρτηση των σπορ εκδόσεων δεν έχει να κάνει μόνο με τη μέγιστη τιμή των κατακόρυφων επιταχύνσεων που αναπτύσσονται κατά το πέρασμα από εγκάρσιες ανωμαλίες. Στο αντίστοιχο συγκριτικό διάγραμμα των δύο Corsa βλέπουμε κατ’ αρχάς πως οι αντιδράσεις είναι εντονότερες κατά το πέρασμα των πίσω τροχών από την ανωμαλία (δεύτερη κορυφή στα διαγράμματα), λόγω του μικρότερου βάρους του πίσω μέρους. Από εκεί και πέρα, στην απλή έκδοση η κατακόρυφη επιτάχυνση δεν έχει μόνο χαμηλότερη μέγιστη τιμή, αλλά η απόσβεση είναι και πιο σταδιακή και με μεγαλύτερη χρονική διάρκεια, δίνοντας, έτσι, την αίσθηση ακόμα μικρότερης έντασης στους επιβάτες.