4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Στον Υμηττό με Simca Rallye 3 & Peugeot 205 Rallye

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ
Ημερομηνία: 11 Ιανουαρίου
Αυτοκίνητα: Peugeot 205 Rallye, Simca Rallye 3
Οδηγός: Παναγιώτης Τριανταφυλλίδης
Διαδρομή: Υμηττός-Καλοπούλα
Χιλιόμετρα: 35

Φονείς γιγάντων!

Τα «Saxoralla» δεν είναι φαινόμενο που συνάντησε η δική μας γενιά, αφού προϋπήρξαν
κατασκευές που έδειξαν το δρόμο, με κοινό παρονομαστή τη χώρα προέλευσης. Φυσικά, εννοούμε
τη Γαλλία...

Τα μικρά σε μέγεθος και με σπορτίφ χαρακτηριστικά αυτοκίνητα αποτελούσαν πάντα ένα
ξεχωριστό είδος κατασκευών, το οποίο απευθυνόταν σε ανθρώπους για τους οποίους η
αυτοκίνηση-οδήγηση δεν έχει καμία σχέση με τη μεταφορά από το ένα σημείο στο άλλο.
Μάλιστα, αρκετά από αυτά προσέφεραν, λόγω χαμηλού κόστους, τη δυνατότητα σε νέους -και όχι
μόνο- οδηγούς να εμπλακούν στο χώρο των αγώνων. Πρόκειται για κάτι που έχουμε
επανειλημμένα διαπιστώσει, με τα Peugeot 106 Rallye ή Citroen Saxo VTS να αποτελούν δύο
από τα κλασικότερα παραδείγματα τα τελευταία χρόνια.
Ωστόσο, αρκετά χρόνια νωρίτερα, υπήρξαν μοντέλα που έδειξαν ή, ακόμα καλύτερα, άνοιξαν το
δρόμο για την εξέλιξη του συγκεκριμένου είδους. Αυτοκίνητα που μίλησαν στις καρδιές των
φίλων της αυτοκίνησης, αλλά και μεσουράνησαν στο χώρο των αγώνων, δίνοντας τροφή για
όνειρα στους νέους της εποχής, τότε που η απόκτηση γρήγορου αυτοκινήτου αποτελούσε
προνόμιο μόνο των εχόντων. Μικρά σε μέγεθος, βασισμένα σε απλά και προσιτά, καθημερινά
αυτοκίνητα πόλης, με διαφοροποιημένη αισθητική, ισχυρούς κινητήρες, τροποποιημένες
αναρτήσεις και σπορτίφ χαρακτηριστικά. Θρυλικές εκδόσεις, όπως το Simca Rallye και στη
συνέχεια το Peugeot 205, με την ίδια κωδική ονομασία, έδωσαν το έναυσμα για την παραγωγή
κατασκευών που απολαμβάνουμε σήμερα. Κοινός παρονομαστής; Μα, φυσικά, η χώρα προέλευσης,
που δεν είναι άλλη από τη Γαλλία. Εξάλλου, το έχουμε πει αρκετές φορές στο παρελθόν: οι
Γαλάτες είχαν και ακόμη έχουν τον τρόπο τους...
Ο Κώστας Αποστόλου μας προσέφερε το λευκό Simca Rallye 3 που διαθέτει στη μοναδική συλλογή
του, την ώρα που ο αγωνιζόμενος και φίλος του περιοδικού κ. Νίκος Σταμόπουλος μας
συνόδευσε, με το Peugeot 205 Rallye που διατηρεί σε εξαιρετική κατάσταση στην κατοχή του,
σε μια διαδρομή στο παρελθόν και στην ιστορία...

Ας όψεται το Gordini!
Το Peugeot 205 Rallye είναι ένα μοντέλο που απολαμβάνουμε στους αγώνες μέχρι και σήμερα,
κάτι που δεν ισχύει για το Simca Rallye 3. Η συγκεκριμένη, τελευταία εξέλιξη της μικρής
βόμβας παρουσιάστηκε και ολοκλήρωσε την πορεία της στην αγορά του αυτοκινήτου ένα χρόνο
πριν από τη γέννηση του υπογράφοντα! Σοκ και δέος, λοιπόν, όταν αντικρίζεις από κοντά τη
συγκεκριμένη κατασκευή, την οποία η δική μας γενιά έχει απολαύσει από φωτογραφίες και
βίντεο στο Διαδίκτυο, ή έστω σε κάποιον αγώνα Ιστορικών.
Η ιστορία της έκδοσης Rallye είναι μεγάλη. Όλα ξεκίνησαν όταν η Simca προχώρησε σε
συνεργασία με τον Καρλ ¶μπαρθ για τη δημιουργία ενός μοντέλου βασισμένου στο Simca 1000,
το οποίο είχε σπορτίφ προσανατολισμό. Έτσι προέκυψε το Simca Abarth 1.150. Όταν στη
συνέχεια η Chrysler αγόρασε τη γαλλική εταιρεία, σταμάτησε την παραγωγή του συγκεκριμένου
μοντέλου, αφού το σχέδιό της δεν προέβλεπε... φιλοσοφία του είδους. Όμως, η επιτυχία του
Gordini R εκείνη την εποχή, σε επίπεδο τόσο αγώνων όσο και πωλήσεων, αλλά και ο αντίκτυπος
που είχε στο κοινό έμελλε να αλλάξουν τα σχέδιά της και, ουσιαστικά, την ιστορία.
Αποτέλεσμα ήταν να παρουσιαστεί το Simca Rallye, με στόχο ουσιαστικά να υπερσκελίσει το
Gordini τόσο στις πίστες όσο και στην αγορά. Μάλιστα, η αντικατάσταση του R8 Gordini από
το βαρύ και προσθιοκίνητο R12 είχε ως αποτέλεσμα το πισωκίνητο και «πισωμήχανο» Simca
Rallye να γνωρίσει τεράστια επιτυχία με το καλημέρα! Από τότε ακολούθησαν τρεις εκδόσεις
(1, 2, 3), οι οποίες είχαν μεγάλη απήχηση και στους αγωνιζομένους, αφού αρκετοί νέοι
οδηγοί είχαν τη δυνατότητα να εμπλακούν στο χώρο των αγώνων με χαμηλό κόστος. Μάλιστα, το
Simca ήταν τόσο ανταγωνιστικό, που αναδείχθηκε πραγματικός... φονέας γιγάντων, δίνοντας τη
δυνατότητα σε ταλαντούχους οδηγούς να υπερισχύσουν έναντι συνδυασμών με σαφώς ισχυρότερες
κατασκευές.
Όταν παρουσιάστηκε το Rallye 2, δεν επρόκειτο για τον αντικαταστάτη του «1», αλλά για μια
πιο ισχυρή -και ακριβή- έκδοση. Κάποιοι τότε ανέφεραν ότι ήταν η απόλυτη έκδοση του
μοντέλου. Τουλάχιστον μέχρι το 1977, οπότε και παρουσιάστηκε η τελευταία εξέλιξη με τον
κωδικό «Rallye 3». Μόλις 1.000 αντίτυπα βγήκαν από το εργοστάσιο, ενώ τρία επιπλέον
διατήρησε η Simca στην κατοχή της ως αυτοκίνητα δοκιμών. Ουσιαστικά, ήταν μια πολύ
συγκεκριμένη έκδοση, που παρήχθη με μοναδικό στόχο την έκδοση της απαραίτητης για τη
συμμετοχή στους αγώνες ομολογκασιόν. Μια αγωνιστική έκδοση δρόμου... Ο κινητήρας είχε
χωρητικότητα 1.294 κ.εκ. και, με την εφαρμογή των διπλών 40αριών καρμπιρατέρ της Weber,
είχε απόδοση 103 ίππων. Το πολυεστερικό αμάξωμα και τα αεροδυναμικά βοηθήματα, όπως και τα
εμπρός τετράγωνα φανάρια, το έκαναν να διαφοροποιείται σε σχέση με τις υπόλοιπες εκδόσεις.
Χαμηλό, με ζάντες μόλις 13 ιντσών, ανάρτηση κατευθείαν από την πίστα και τους αγώνες,
έμελλε να γίνει το απόλυτο Simca Rallye στην ιστορία.
Αυτό ακριβώς το μοντέλο βρισκόταν μπροστά μας, και μάλιστα σε άριστη κατάσταση.
Παρατηρώντας το, αναμφίβολα παρέμενε εντυπωσιακό. Χαμηλό, φαρδύ και κοντό, δε μοιάζει με
οτιδήποτε σημερινό. Δείχνει μυώδες και, εντέλει, βγάζει έναν... τσαμπουκά! Το
καταλαβαίνεις ότι δεν είναι εύκολο να τα βάλεις μαζί του, και αυτό είναι κάτι που ανέφεραν
οι περισσότεροι από όσους το είχαν οδηγήσει στο παρελθόν. «Αν γυρίσει το πίσω μέρος,
πρέπει να είσαι ιδιαίτερα ταλαντούχος για να μην καταλήξεις εκτός», μας λένε οι πιο παλιοί
και έμπειροι.
Περνάμε στο εσωτερικό, και διαπιστώνουμε ότι το Rallye 3 ήταν κατασκευασμένο για ανθρώπους
ενός ορισμένου ύψους. Όποιος είναι πάνω από 1,85 μ., καλύτερα να επιλέξει άλλο
αυτοκίνητο... Με το μικρό, 3άκτινο τιμόνι ανάμεσα στα πόδια μας, προσπαθούμε να βολευτούμε
και παρατηρούμε το εσωτερικό. Καθίσματα-μπανιέρα, με δερμάτινη όμως επένδυση, και στο
ταμπλό τα όργανα τοποθετημένα στη σειρά, λες και βρίσκονται σε παράταξη. ¶λλοι καιροί,
οπότε η εργονομία ήταν άγνωστη λέξη. Γυρνάμε το κλειδί και ο 1.300άρης κινητήρας έρχεται
στη ζωή πλημμυρίζοντας το χώρο των επιβατών με έναν μπάσο και τραχύ ήχο. «Μελωδία με
μαέστρο τα Weber»! Πατάμε το συμπλέκτη, τον οποίο περιμέναμε πιο βαρύ, και επιλέγουμε την
1η σχέση στο κιβώτιο. Η διαδρομή του επιλογέα θυμίζει αντίστοιχη σε φορτηγό του σήμερα,
ενώ το άγχος μην προκαλέσεις ζημιά στο διαμάντι που σου έχουν εμπιστευθεί σε κυριεύει.
Γκάζι, και για ακόμα μία φορά απολαμβάνεις τον ήχο του κινητήρα. Η απόκριση στο γκάζι δεν
είναι το στοιχείο που σε κερδίζει, ενώ η μέγιστη ισχύς αποδίδεται ψηλά, κοντά στο όριο
περιστροφής, όταν ο ήχος γίνεται εκκωφαντικός.
Αυτό που εντυπωσιάζει, όμως, είναι το σύστημα διεύθυνσης. Δεν είναι τόσο η αίσθηση βάρους
που έχει, όσο η αμεσότητά του σε συνδυασμό με την κοντή κρεμαγιέρα. Σε κάθε περίπτωση,
μιλάμε για αγωνιστική αίσθηση. Η παραμικρή κίνηση στο τιμόνι, όσο μικρή και ανεπαίσθητη κι
αν είναι, μεταφράζεται σε μεταφορά του εμπρός μέρους. Αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να
συλλάβει η νέα γενιά οδηγών, που δεν έχει βρεθεί στο τιμόνι αυτοκινήτων εκείνης της εποχής
και του είδους. Εκείνο, επίσης, που δε θα μπορούσαμε ποτέ να συνηθίσουμε είναι τα φρένα.
Σε επίπεδο τόσο αίσθησης όσο και απόδοσης. Πλησιάζεις στη στροφή, προσπαθείς να κόψεις,
δεν υπάρχει καμία ανταπόκριση, εξακολουθείς να πιέζεις το πεντάλ και στο τέλος παρατηρείς
ότι, αν δε χρησιμοποιήσεις όλη τη δύναμη του ποδιού σου, δεν υπάρχει ελπίδα καμία...
Εντυπωσιακό, αλλά και τρομακτικό παράλληλα. Κάτι που ισχύει και για την οδική συμπεριφορά
του, αφού είναι φανερό ότι με την κίνηση στους πίσω τροχούς και τον κινητήρα στην ίδια
θέση, και μάλιστα σε τόσο κοντό μεταξόνιο, η οδήγησή του μοιάζει με ένα παιχνίδι μεταξύ
υποστροφής-υπερστροφής. Σπαζοκεφαλιά για δυνατούς λύτες, την οποία και δε δοκιμάσαμε να
λύσουμε... Σε κάθε περίπτωση, η επαφή μαζί του ήταν εμπειρία ζωής, που μας έκανε να
σεβαστούμε ακόμα περισσότερο τους οδηγούς-ήρωες εκείνης της εποχής.

Back to the future...
Κλείνοντας την πανάλαφρη πόρτα του Simca, και με τους χτύπους της καρδιάς μας να έχουν
επανέλθει στους φυσιολογικούς τους ρυθμούς, κατευθυνόμαστε προς το 205 Rallye, το οποίο
περιμένει υπομονετικά τη σειρά του. Σαφώς πιο οικείο, όντας πιο κοντά στη δική μας εποχή.
Αναμφίβολα, όμως, αυτοκίνητο-θρύλος. Όταν παρουσιάστηκε, το 1988, κανείς δεν μπορούσε να
φανταστεί την εξέλιξη και την απήχηση που θα είχε στο κοινό. Τότε η Peugeot, σε συνεργασία
με την Talbot, προχώρησε στην παραγωγή ενός μοντέλου το οποίο θα διέθετε σπορτίφ
χαρακτηριστικά, αλλά θα ήταν πιο προσιτό σε σχέση με το ακριβό 205 GTi. Το αμάξωμα ήταν
απαλλαγμένο από οτιδήποτε περιττό σε επίπεδο εξοπλισμού, με το συνολικό του βάρος να μην
ξεπερνά τα 790 κιλά. Ο κινητήρας που του έδινε ζωή ήταν της σειράς TU των 1.100 κ.εκ. Με
τη χωρητικότητα να αυξάνεται στα 1.400 κ.εκ. και την προσθήκη πιο άγριου εκκεντροφόρου και
διπλών καρμπιρατέρ της Weber, το 8βάλβιδο σύνολο απέδιδε 103 ίππους στις 6.800 σ.α.λ. Η
εμπρός ανάρτηση προερχόταν από το GTi των 1.600 κ.εκ., διαθέτοντας αεριζόμενους δίσκους
για τα φρένα, ενώ ο πίσω άξονας προερχόταν από το ίδιο μοντέλο, αλλά με ταμπούρα.
Αισθητικά, οι λευκές ζάντες (στην περίπτωσή μας διέθετε αυτές του GTi), τα μικρά φιλέτα
πάνω από τους θόλους και, φυσικά, οι τρεις ρίγες στο εμπρός και το πίσω μέρος ήταν τα
στοιχεία που μαρτυρούσαν τη διαφορά. Από το 1988 μέχρι και τη στιγμή που σταμάτησε η
παραγωγή του, για να δώσει, το 1992, τη σκυτάλη στο «106» με τον ίδιο χαρακτηρισμό,
παρήχθησαν 30.000 κομμάτια. Από αυτά, μεγάλος αριθμός κατέληξε στις ειδικές διαδρομές,
αποτελώντας μια φθηνή, αλλά και αξιόπιστη λύση για όσους ήθελαν να εμπλακούν στους αγώνες,
και μάλιστα με επιτυχία. Βέβαια, στην Peugeot δεν έμειναν εκεί, αφού το «205» χάρισε δύο
τίτλους κατασκευαστών, το 1985 και το 1986, στη γαλλική εταιρεία, στα χέρια των κ.
Βάτανεν, Σάλονεν και Κάνκουνεν, στην πλέον θηριώδη μορφή του, υπό τους κανονισμούς του
Group B.
Παρατηρείς, λοιπόν, το μικρό αμάξωμα, το οποίο δίπλα στο Simca δείχνει αυτοκίνητο
μεγαλύτερης κατηγορίας, και συνειδητοποιείς ότι ακόμα και σήμερα είναι θελκτικό. Το 205
Rallye πιστοποιεί τον κανόνα που θέλει το απλό πολλές φορές να είναι και όμορφο... Στο
εσωτερικό αισθάνεσαι σαφώς πιο άνετα σε σχέση με το «λιλιπούτειο» Simca. Φυσικά, οτιδήποτε
έχει να κάνει με την άνεση που προσφέρεται στους επιβαίνοντες λάμπει διά της... απουσίας
του. Αν, όμως, από την κατοχή σου έχει περάσει ένα 106 Rallye, αισθάνεσαι σαν στο σπίτι
σου. Γυρνάς τη μίζα, και ο ήχος που έρχεται από τον κινητήρα έχει ταυτότητα. Είναι
χαρακτηριστικός Peugeot, και μόνο τα διπλά Weber θα τον διαφοροποιήσουν, αλλά στις πιο
ψηλές στροφές. Πατώντας το γκάζι, δε θα εντυπωσιαστείς από τη δύναμη, αφού τα καρμπιρατέρ
προτιμούν το υψηλό όριο περιστροφής. Το τιμόνι δεν έχει σχέση με αυτό του Simca, αφού
διαθέτει περισσότερες από 3,5 στροφές από άκρη σε άκρη, ενώ και η αίσθηση του επιλογέα δεν
είναι αντίστοιχη του μεταγενέστερου «106», αλλά έως εκεί.
Όταν φτάσει η στιγμή να συναντήσεις την πρώτη στροφή, αρχίζεις και καταλαβαίνεις τους
λόγους που το 205 Rallye αποτελεί ωδή στην αυτοκίνηση. Εξαιρετικό το πάτημα στο δρόμο, το
σύστημα διεύθυνσης, παρά το γεγονός ότι δε διαθέτει κοντή κρεμαγιέρα, είναι προέκταση των
χεριών του οδηγού, όντας άμεσο και σαφές, ενώ τα φρένα διαθέτουν εξαιρετική απόδοση και
αίσθηση. Και, όταν αποφασίσεις να στρίψεις στη στροφή που ανοίγεται μπροστά σου,
καταλαβαίνεις ότι αυτό που συναντάς στο «106» δεν είναι τυχαίο αποτέλεσμα, αλλά η συνέχεια
και η εξέλιξη ενός σπάνιου είδους. Όπως και το «106», το «205» είναι απόλυτο και,
φυσιολογικά, σε μεγαλύτερο βαθμό. Δεν υπάρχουν περιθώρια για «άφημα» από το πεντάλ του
γκαζιού ή του φρένου μέσα στη στροφή, ή ακόμα και για λάθος τιμονιάς ή γραμμές. Το εμπρός
μέρος συναγωνίζεται το πίσω, ποιο θα χάσει πρώτο την πρόσφυση, απαιτώντας γνώση από τον
χειριστή. Στοιχεία που πέρασαν έστω και με σαφώς πιο «πολιτισμένο» χαρακτήρα στα 106
Rallye 1,3 ή 1,6 λίτρων. Όπως σήμερα, έτσι και τότε, το «205» απαιτούσε από τον οδηγό να
διαθέτει γνώση για να κινηθεί σύμφωνα με τις δυνατότητές του...

Σεβασμός!
Έπειτα από μερικά χιλιόμετρα στο τιμόνι των Simca και «205» με τον κωδικό «Rallye»,
αρχίζεις και καταλαβαίνεις τους λόγους που οι μεγαλύτεροι ακόμα και σήμερα στάζουν μέλι
όταν μιλούν για αυτά. Μπορεί για τους νέους τέτοια μοντέλα να μοιάζουν με αρχέγονες
κατασκευές, αφού η τεχνολογία και η εξέλιξή της έχουν φέρει την αυτοκίνηση σε άλλο
επίπεδο, αλλά αμφότερα έχουν ένα μοναδικό τρόπο να σε κάνουν να τις σκέφτεσαι, και την
καρδιά σου να χτυπάει δυνατά. Είναι ο φόβος ότι, αν δεν τις σεβαστείς, θα σε τιμωρήσουν;
Είναι το δέος που αισθάνεσαι όταν βρίσκεσαι στο εσωτερικό των αυτοκινήτων που αποτέλεσαν
τον πρόγονο ενός είδους μοντέλων που μας ενθουσιάζει μέχρι και σήμερα; Ό,τι κι αν είναι,
πρόκειται για μοντέλα-ορόσημα στην αυτοκίνηση, τα οποία πιστοποιούν ότι κάποτε τα μέταλλα
είχαν ψυχή. Σήμερα; Αναμφίβολα παράγονται κάποια ανάλογα, αλλά αποτελούν είδος προς
εξαφάνιση... Σεβασμός, λοιπόν!_ Π. Τ.

«Δείχνει μυώδες και, εντέλει, σου βγάζει έναν τσαμπουκά! Το καταλαβαίνεις ότι δεν είναι
εύκολο να τα βάλεις μαζί του, και αυτό είναι κάτι που ανέφεραν οι περισσότεροι από όσους
το είχαν οδηγήσει στο παρελθόν.»

«Από την πρώτη στροφή στο τιμόνι του “205”, καταλαβαίνεις ότι αυτό που συναντάς στο “106”
δεν είναι τυχαίο αποτέλεσμα, αλλά η συνέχεια και η εξέλιξη ενός σπάνιου είδους.»