4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Με Fiat 500L 1.3 Multijet στον Ταΰγετο

Μία μονοήμερη απόδραση στον Ταΰγετο είναι αρκετή για να αναθεωρήσετε το φρενήρη τρόπο ζωής
που έχετε επιλέξει.
Ο ΕΝΤΜΟΝΤ Αμπού, ένας Γάλλος συγγραφέας για πολλά χρόνια παρεξηγημένος από τους Έλληνες
της εποχής του, περιέγραψε μέσα από το βιβλίο του Η Ελλάδα του Όθωνα με αφοπλιστική
ειλικρίνεια και χιούμορ την Ελλάδα που αντίκρισε στη διάρκεια της περιπλάνησής του, το
1852. Παρεξηγημένος και σήμερα από τη στιγμή που τον ανακάλυψε η Frankfurter Allgemeine
Zeitung, καθώς τα γραφόμενά του μοιάζουν με καθρέφτη, όπου το είδωλο που αντικρίζουμε δε
φαίνεται να μας αρέσει και πολύ. Αντί, όμως, να διορθώσουμε την όψη μας, τα βάζουμε με την
ανακλαστική επιφάνεια...
«Η Ελλάδα είναι το μόνο γνωστό παράδειγμα μιας χώρας που ζει σε πτώχευση από την ημέρα που
γεννήθηκε», έγραφε πριν από ενάμιση αιώνα. «Αν μια τέτοια κατάσταση επικρατούσε στη Γαλλία
ή στην Αγγλία, λίγο χρονικό διάστημα αρκούσε για να δούμε φοβερές καταστροφές. Η Ελλάδα
ζει ειρηνικά μέσα στην πτώχευση για περισσότερο από 20 χρόνια. Οι προστάτιδες δυνάμεις της
Ελλάδας έχουν την υποχρέωση να εγγυηθούν τη φερεγγυότητα του ελληνικού κράτους, έτσι ώστε
να μπορεί να διαπραγματευτεί με τους εξωτερικούς δανειστές. Αλλά τα δάνεια που έχουν
ληφθεί κατασπαταλήθηκαν χωρίς κανένα όφελος για τη χώρα. Σήμερα η Ελλάδα έχει εγκαταλείψει
κάθε προσπάθεια να πληρώσει τα χρέη της και, ακόμα κι αν οι τρεις δυνάμεις συνεχίσουν να
πληρώνουν τα χρέη της, δε θα καλυτερεύσει η θέση της χώρας, επειδή τα έξοδα του κράτους θα
είναι πάντα μεγαλύτερα από τα έσοδά του.»
Ο Αμπού, όμως, δεν καταπιάνεται μόνο με τα χαρακτηριστικά της φυλής μας, αλλά και με τον
ευλογημένο τόπο στον οποίο ζούμε. Αν το αττικό τοπίο το βρήκε άνυδρο και έως ένα βαθμό
αφιλόξενο, έμεινε μάλλον εκστατικός από την επίσκεψή του στη Λακωνία. Αντιγράφουμε τη
σχετική αναφορά από τη σπάνια έκδοση των Αφών Τολίδη, διατηρώντας την ορθογραφία της
εποχής: «Η γενική όψη της Λακωνίας φέρνει κυρίως στο μυαλό την ιδέα της δύναμης. Βρίσκεις
ωστόσο και κει τοπία γεμάτα τρυφερότητα. Τέσσερες ώρες αφού αφήσαμε τη Σπάρτη, βαδίζαμε
μέσα σΆ ένα όμορφο δάσος που το νέο του φύλλωμα έλαμπε με το πιο ωραίο πράσινο σμαράγδι.
Ένα παχύ χορτάρι έφτιαχνε παντού παχειά ταπέτα στα πόδια των δρυών και των αγριελιών.
Ωραία σπάρτα και μεγάλα ρείκια, τόσο ψηλά όσο σαν μικρά δέντρα, μπερδεύονταν με σχίνα και
με κουμαριές. Χίλια διαπεραστικά αρώματα, που έρχονταν απΆ το χώμα, από τα φυλλώματα, ή
φερμένα και γω δεν ξαίρω από πού με την αύρα, ανταμώνονταν μαζύ για να μας μεθύσουν. Σε
κάθε βήμα συναντούσαμε ένα μικρό σειρήτι νερού που έπεφτε από κάποιο βράχο, για να μας
δροσίσει την όψη. Επρόκειτο για ένα μικρό ρυάκι που μας ακολουθούσε εδώ κι ένα τέταρτο της
ώρας, αόρατο και ακίνητο κάτω από τα χόρτα και που την παρουσία του την πρόδιδε ξαφνικά
ένα ελαφρό μούρμουρο, ένα ασημένιο άστραμα».
Διαβάζοντας αυτήν την περιγραφή, πώς να μην μπεις στον πειρασμό και να κινήσεις με την
πρώτη ευκαιρία προς το Νότο; Και ποια καλύτερη αφορμή από την είδηση ότι παραδόθηκε και το
τελευταίο τμήμα του αυτοκινητοδρόμου Τρίπολης-Καλαμάτας; Ευκαιρία, λοιπόν, να διασχίσουμε
τον Ταΰγετο, προσεγγίζοντάς τον από την Καλαμάτα, ακολουθώντας την ορεινή διαδρομή που
καταλήγει στη Σπάρτη.
Ως μέσο διαφυγής επιλέξαμε το Fiat 500L. Η εκπληκτική περιφερειακή ορατότητα, οι πλούσιοι
χώροι για επιβάτες, η αφθονία μικροχώρων, το μεγάλο πορτ μπαγκάζ (με αντιστάθμισμα, όμως,
το μέγεθος της ρεζέρβας, που είναι τύπου «ανάγκης») και η άνεση της ανάρτησης το καθιστούν
ιδανικό για το ταξίδι. Με τα ισχυρότερα κινητήρια σύνολα βενζίνης και πετρελαίου να
αναμένονται λίαν... προσεχώς, αναγκαστικά αρκεστήκαμε στον 1.300άρη MultiJet II με τους 85
ίππους. Από τα πρώτα χιλιόμετρα αντιλαμβάνεσαι ότι το πετρελαιοκίνητο σύνολο δεν ξαφνιάζει
με την ικμάδα του, εντούτοις επαρκεί με το παραπάνω για την οδήγηση στον αυτοκινητόδρομο,
όπου το ζητούμενο πλέον είναι το χαμηλό κόστος μετακίνησης. Κινούμενοι με ένα ρυθμό κοντά
στα 130 χλμ./ώρα, η Καλαμάτα προσεγγίζεται πλέον μέσα σε μόλις δύο ώρες, έχοντας χρειαστεί
να σταματήσουμε σε επτά σταθμούς διοδίων (συμπεριλαμβανομένου εκείνου της Αττικής Οδού),
με συνολικό κόστος 15,4 ευρώ. Οι τρεις τελευταίοι βρίσκονται στο καινούργιο τμήμα μετά την
Τρίπολη, το οποίο δεν ακολουθεί την παλιά, αγχωτική χάραξη, παρακάμπτοντας τους ορεινούς
όγκους μέσα από μια σειρά από τούνελ. Μόνο ένα πολύ μικρό τμήμα μερικών εκατοντάδων μέτρων
βρίσκεται σε εκκρεμότητα, κάτι που ουσιαστικά δεν επιβαρύνει το συνολικό χρόνο του
ταξιδιού. Ο οδηγός, που επιτέλους κατηφορίζει έως την Καλαμάτα «ατσαλάκωτος», θα πρέπει να
έχει υπόψη του ότι στο νέο κομμάτι του αυτοκινητοδρόμου θα συναντήσει μόνο ένα σταθμό
ανεφοδιασμού.
Και, ενώ το ταξίδι μας ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς, στο νότιο τμήμα της
Πελοποννήσου τα στοιχεία της φύσης μοιάζουν να συμμαχούν ενάντια στην πρόθεσή μας να
απολαύσουμε τη διαδρομή και να αποτυπώσουμε με το φακό μας το μοναδικό τοπίο. Έχοντας
αναλώσει περί τη μισή ώρα μέσα στην κίνηση της Καλαμάτας, επιτέλους ανηφορίζουμε
κατευθυνόμενοι προς τη Σπάρτη, σε ένα δρόμο που πρωτοανοίχτηκε το Ά48 από τους Γερμανούς.
Στις απανωτές στροφές, το 500L συμπεριφέρεται καλύτερα απΆ ό,τι μπορούσε να σε προϊδεάσει
το ψηλό αμάξωμα, το οποίο -παρεμπιπτόντως- και στον αυτοκινητόδρομο είχε επιδείξει καλή
συμπεριφορά, όντας ευθύβολο, παρά τους ισχυρούς πλάγιους ανέμους που έπνεαν. Το αυτοκίνητο
παίρνει σχετικά μικρές κλίσεις, τα περιθώρια πρόσφυσης είναι ικανοποιητικά, και είναι
περισσότερο η υψηλή θέση οδήγησης σε συνδυασμό με την περιορισμένη της πλευρική στήριξη
που αποθαρρύνουν τον οδηγό να ανεβάσει ρυθμούς.
Στο 18ο χλμ. της διαδρομής βγάζουμε φλας αριστερά, με προορισμό τη Νέδουσα και το φαράγγι
του Νέδωνα. Στα επόμενα 6 χιλιόμετρα βρίσκουμε πολλές αφορμές να εγκαταλείψουμε το
φιλόξενο εσωτερικό του 500L για κάποιο «κλικ», η καταρρακτώδης όμως βροχή δε δείχνει
οίκτο, ούτε απέναντι στο φωτογράφο ούτε στον ακόμα πιο ευάλωτο ψηφιακό εξοπλισμό του. Οι
στάλες στο μπροστινό μέρος του φακού είναι αναμφίβολα ένα είδος τροπαίου για τον ουράνιο
νικητή αυτής της άνισης αναμέτρησης. Ας είναι... Τουλάχιστον, η νεροποντή, που φούσκωσε τα
νερά στην περιοχή μεταμορφώνοντας το σκηνικό, έδωσε στον χειριστή της EOS την ψευδαίσθηση
της ρεβάνς μέσα από τις εικόνες που κατάφερε να καταγράψει.
Μία ώρα αργότερα βρισκόμαστε πίσω, στον κεντρικό δρόμο που διαγράφει την οροσειρά του
Ταϋγέτου. Με μήκος 115 χιλιόμετρα και πέντε κορυφές (εξού και στα βυζαντινά χρόνια
αποκαλούνταν «Πενταδάκτυλος»), ο Ταΰγετος δίνει και αυτός τη δική του μάχη επιβίωσης,
καθώς οι πυρκαγιές, η υλοτόμηση και η υπερβόσκηση ροκανίζουν σιγά σιγά τα δάση του.
«Οι Έλληνες πιστεύουν ότι, αν ανέβεις στην κορφή του Ταΰγετου την 1η Ιουλίου, βλέπεις την
Κωνσταντινούπολη στον ορίζοντα. Αυτοί οι κακόμοιροι άνθρωποι παντού βλέπουν την
Κωνσταντινούπολη» σημείωνε ο Αμπού, ωστόσο στο ψηλότερο σημείο της διαδρομής η νέφωση
περιορίζει την ορατότητα και το μόνο που μας απασχολεί είναι ο χιονισμένος δρόμος που
έχουμε μπροστά μας. Το πέρασμα κλείνει κάμποσες φορές μέσα στο χειμώνα, συνήθως για 3-4
ημέρες. Αρχίζουμε την κάθοδό μας, όταν ένα ακόμα καιρικό φαινόμενο μας υποδέχεται. Αυτήν
τη φορά η έντονη χαλαζόπτωση μαστιγώνει το αμάξωμα του 500L, πολιορκώντας μας από την
τεράστια ηλιοροφή, και καταφέρνει μεμιάς να μεταμορφώσει το οδόστρωμα σε πίστα
καλλιτεχνικού πατινάζ. Αν δεν επενέβαινε το ESP, θα μπορούσε να επιστρατευτεί ο Αλέξης
Κωστάλας, προκειμένου να περιγράψει τις πιρουέτες που θα διαγράφαμε κατηφορίζοντας προς τη
Σπάρτη.
Φτάνοντας στην Τρύπη, στρίβουμε δεξιά προς Πικουλιάνικα και Μυστρά. Εκεί συναντάμε τον
Γιώργο Κανελλόπουλο. Φανοποιός στο επάγγελμα, γεννημένος στην Αρκαδία, ήρθε στα δεκαέξι
του στον Ταΰγετο και τον ερωτεύτηκε. Εδώ και 22 χρόνια διατελεί έφορος καταφυγίων του
Ορειβατικού Συλλόγου Σπάρτης, ενώ με την ιδιότητά του ως «συνοδού βουνού» φροντίζει να
γίνουν γνωστές οι κρυμμένες ομορφιές του βουνού σε Έλληνες και ξένους ταξιδιώτες. «Έχω να
δω τη θάλασσα 18 χρόνια και δε μου λείπει», μας λέει - υποθέτουμε με μια δόση υπερβολής.
Ο Γιώργος αναλαμβάνει να μας ξεναγήσει στην Αναβρυτή, ένα χωριό που ορθώνεται στα 800 μ.
κάθετα πάνω από τον κάμπο της Σπάρτης. Από την πλατεία του Μυστρά συνεχίζουμε προς Παρόρι
και Αϊ-Γιάννη και στη συνέχεια σκαρφαλώνουμε στην απόκρημνη διαδρομή. Η ροπή των 20,4
χλγμ. του MultiJet θα μπορούσε ίσως να κάνει πιο έντονη την παρουσία της μέσα από ένα
κιβώτιο με 6 σχέσεις, αντί για το «5άρι» με το οποίο προσφέρεται, που όμως είναι εύχρηστο
και θετικό στις αλλαγές.
Η Αναβρυτή στο παρελθόν ευημερούσε, χάρη στη βυρσοδεψία. Σήμερα έχουν απομείνει μόνο 75
κάτοικοι, όταν στην απογραφή του Ά51 διέθετε δεκαπλάσιο πληθυσμό. Λίγο πιο έξω από το
χωριό βρίσκεται η Μονή Φανερωμένης, την οποία επισκέπτονται οι πιστοί από τη Λακωνία για
να κάνουν τάματα. Παλαιότερα διέθετε 18 μοναχούς, ωστόσο τώρα λειτουργεί μόλις με έναν,
τον πατέρα Ιερόθεο. Επίσης, το σχολείο δε λειτουργεί πια και έχει μετατραπεί σε
Βοτανολογικό και Γεωλογικό Μουσείο.
Την Αναβρυτή επιλέγουν ως βάση όσοι θέλουν να απολαύσουν την περιήγηση στον Ταΰγετο, καθώς
από εκεί ξεκινά ένα πλήθος μονοπατιών. Ανάλογα με τη διάθεση και τη φυσική κατάσταση του
καθενός, υπάρχουν διαδρομές που μπορεί να ακολουθήσει από 30 μέχρι 34 ώρες, οι οποίες
φτάνουν ακόμα και μέχρι την Καλαμάτα, περνώντας από την κορυφή του Ταϋγέτου. Ένα από τα
πιο φημισμένα μονοπάτια που διατρέχουν τη Λακωνία είναι και το γνωστό Ε4, που με συνολικό
μήκος 10.000 χιλιόμετρα ξεκινάει από το Γιβραλτάρ και καταλήγει στην Κύπρο. «Το λακωνικό
κομμάτι θεωρείται από τα πιο όμορφα τμήματα της διαδρομής και διαθέτει την καλύτερη
σηματοδότηση σε σχέση με της υπόλοιπης Ελλάδας», επισημαίνει ο Γιώργος. Αγαπημένη του
διαδρομή, πάντως, είναι αυτή που ξεκινάει από το Μυστρά και φτάνει στο δάσος της
Βασιλικής.
Η άνοιξη είναι η ιδανική εποχή για να απολαύσεις το τοπίο. Υπολογίζεται ότι μόνο από το
εξωτερικό έρχονται κάθε χρόνο 6.000-7.000 ταξιδιώτες για να περπατήσουν ανάμεσα στις
ομορφιές του Ταϋγέτου. Πέρα από την πεζοπορία, υπάρχουν και άλλες δραστηριότητες στην
περιοχή, με αυτοκίνητα εκτός δρόμου και ποδήλατα βουνού, ενώ μπορεί κανείς να επισκεφθεί
την καστροπολιτεία του Μυστρά, την Αρχαία Σπάρτη και το πολύ ενδιαφέρον Μουσείο της Ελιάς.
Ολοκληρώνουμε την περιπλάνησή μας στην Αναβρυτή με μία στάση στον ξενώνα του Γιώργου
Κανελλόπουλου, το Αρχοντικό, ο οποίος στεγάζεται στο σπίτι του γιατρού του χωριού, που το
εγκατέλειψε στις αρχές της δεκαετίας του Ά30, και καταλήγουμε στον Έλληνα, στην πλατεία
του Μυστρά, προκειμένου να γευτούμε τις τοπικές σπεσιαλιτέ. Το τζάκι μάς προσφέρει τη
θαλπωρή του και το τραπέζι στρώνεται με καψάλα (φρυγανισμένο ψωμί με αγουρέλαιο) και
φασολάδα, που συνοδεύεται από σύγλινο και λουκάνικο με πορτοκάλι. Αν βρεθείτε στην
περιοχή, δοκιμάστε ακόμα λακωνικό παξιμάδι, μαυρομάτικα με χόρτα και κόκορα
μπαρδουνιώτικο. «Η ιστορία του είναι ενδιαφέρουσα και συνήθως δεν τη γνωρίζουν ούτε οι
ταβερνιάρηδες που το μαγειρεύουν», σχολιάζει ο Γιώργος. «Τους Μπαρδουναίους, στην έξω
Μάνη, τους χρησιμοποιούσαν οι Τούρκοι για να συλλέγουν τους φόρους, αλλά επί τη ευκαιρία
βούταγαν και κάναν κόκορα από τους φορολογούμενους και τον έκαναν κοκκινιστό. Η διαφορά
είναι ότι στο τέλος του μαγειρέματος προστίθενται ξερή μυζήθρα και αυγό.»
Κάπου εκεί ήρθε η ώρα της επιστροφής. Αφήνουμε τον ξεναγό μας, με την όρεξή μας να έχει
ανοίξει, και υποσχόμαστε να επιστρέψουμε όχι μόνο για να γευθούμε όσα φαγητά δεν
προλάβαμε, αλλά κυρίως για να γνωρίσουμε τα τοπία εκείνα που μόνο και μόνο η αναφορά τους
έκανε το βλέμμα του Γιώργου να αστράφτει.
Η επιστροφή μας προς την πρωτεύουσα αυτήν τη φορά ακολουθεί τη λογική πορεία από τη
Σπάρτη. Με τη νέα χάραξη του αυτοκινητοδρόμου να χρειάζεται ακόμα αρκετό καιρό πριν δοθεί
στην κυκλοφορία, ευγνωμονούμε που ο δρόμος μπροστά μας είναι άδειος. Περίπου δύο ώρες
αργότερα, καθώς πλησιάζουμε, κάνουμε τον απολογισμό για το αυτοκίνητο που μας συντρόφευσε
στο ταξίδι μας. Έχοντας διανύσει 550 -δύσκολα, από κάθε άποψη- χιλιόμετρα, επιστρέψαμε
ξεκούραστοι. Η άνεση της ανάρτησης και των καθισμάτων έπαιξαν το ρόλο τους. Η κατανάλωση
κυμάνθηκε στα 6,6 λίτρα, έχοντας καλύψει όλη τη διαδρομή με ένα φουλάρισμα, με το
ρεζερβουάρ των 50 λίτρων να δίνει εμβέλεια ακόμα 150 χιλιομέτρων. Η καλή εργονομία, η
αφθονία χώρων και η πολυχρηστικότητα συμβάλλουν σε ένα ξεκούραστο κομμάτι. Μένει τώρα να
κάνουμε και τον απολογισμό για τον τρόπο που ζούμε..._ Μ. Σ.