4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Επιλογή ελαστικών για απόδοση και οικονομία

Κάνοντας τη σωστή επιλογή στη διάσταση αλλά και στον τύπο των ελαστικών, μπορούμε να εξασφαλίσουμε σημαντικά οφέλη σε απόδοση στους πιο κρίσιμους για εμάς τομείς, αλλά και να μειώσουμε το κόστος χρήσης, βελτιστοποιώντας την κατανάλωση.

Η απάντηση στο ερώτημα που αφορά την επιλογή ελαστικού δεν ήταν ποτέ απλή, καθώς δεν υπάρχει η πρόταση που καταφέρνει να είναι κορυφαία σε κάθε τομέα. Η απόλυτη απόδοση στο στεγνό, για παράδειγμα, απαιτεί χαρακτηριστικά που δε συνάδουν με την καλή συμπεριφορά στο βρεγμένο ή, αντίστοιχα, το χαμηλό προφίλ, που χαρίζει αμεσότητα και ακρίβεια στην απόκριση, λειτουργεί αρνητικά στην άνεση. Τα πάντα, λοιπόν, γύρω από το ελαστικό έχουν να κάνουν με το συμβιβασμό ανάμεσα σε όσα θέλουμε να κερδίσουμε και σε αυτά που χάνουμε, οπότε το ιδανικό ελαστικό για τον καθένα είναι αυτό που καλύπτει μεγαλύτερο μέρος των δικών του απαιτήσεων και αναγκών.
Εκτός, όμως, από την επιλογή μεταξύ των προτάσεων των διάφορων κατασκευαστών, ένα μεγάλο δίλημμα για αρκετούς είναι και η απόφαση για τη διάσταση, που, είτε ως πρώτη επιλογή είτε ως αντικατάσταση, θα συνοδεύει το αυτοκίνητο. Η κυρίαρχη τάση, φυσικά, είναι αυξητική, και αυτό οφείλεται τόσο στο πιο θελκτικό αισθητικό αποτέλεσμα που δίνουν οι μεγάλοι τροχοί, όσο και στην πεποίθηση πως το μεγαλύτερο και φαρδύτερο ελαστικό βελτιώνει το κράτημα, το φρενάρισμα, όπως και καθετί συνδεδεμένο με την απόδοση. Και αυτό, αν και ισχύει σε μεγάλο βαθμό, δεν μπορεί να γενικευτεί χωρίς προϋποθέσεις και περιορισμούς, ενώ δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε πως οι όποιες θετικές συνέπειες συνοδεύονται και από τις αρνητικές.

Πού κερδίζουμε - τι χάνουμε
Ένα από τα βασικότερα στοιχεία που υπεισέρχονται στην εξίσωση της απόδοσης επιλέγοντας ένα ελαστικό μεγαλύτερης διάστασης αφορά την αύξηση του ίχνους επαφής του ελαστικού με το οδόστρωμα. Αυτό με τη σειρά του συνεπάγεται υψηλότερη πρόσφυση και, επομένως, καλύτερο κράτημα αλλά και αυξημένη αντίσταση κύλισης, όπως και μεγαλύτερες αεροδυναμικές αντιστάσεις στις υψηλές ταχύτητες. Θα προκύψει, λοιπόν μια βελτίωση των δυναμικών χαρακτηριστικών, τόσο στις εγκάρσιες φορτίσεις κατά την επιτάχυνση και το φρενάρισμα όσο και με τους τροχούς στριμμένους. Θα πρέπει, ωστόσο, να επισημάνουμε πως το ποσοστό της βελτίωσης που προκύπτει δεν μπορεί να οριστεί απόλυτα, καθώς αφενός διαφέρει για κάθε επιμέρους χαρακτηριστικό (π.χ. η βελτίωση στο φρενάρισμα μπορεί να είναι μεγαλύτερη από αυτήν της συμπεριφοράς σε πλευρικές φορτίσεις), και αφετέρου κυμαίνεται μέσα σε ένα ιδιαίτερα ευρύ πεδίο τιμών, όντας εξαρτημένο από αρκετούς διαφορετικούς παράγοντες. Μπορεί, για παράδειγμα, η αύξηση να αφορά μόνο το πλάτος ή να συνοδεύεται από μείωση του προφίλ, ώστε να μείνει αμετάβλητη η συνολική διάμετρος, ή να υπάρχει μια συνολική αύξηση σε πλάτος αλλά και διάσταση ζάντας και τροχού.
Ως γενικό κανόνα, πάντως, θα αναφέρουμε πως η μείωση του προφίλ οδηγεί επίσης σε βελτίωση των οδικών χαρακτηριστικών, ακόμα και χωρίς να υπάρχει αύξηση του πλάτους του πέλματος, καθώς το χαμηλότερο ελαστικό είναι πιο άκαμπτο και με λιγότερες παραμορφώσεις υπό φορτίο, με αποτέλεσμα η γόμα να έχει μια πιο σταθερή και αποτελεσματική λειτουργία αλλά και ο σκελετός να προσφέρει πιο άμεση και ακριβή απόκριση. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, θα πρέπει να τονίσουμε, για όσους επιθυμούν την αντικατάσταση των ελαστικών τους με μεγαλύτερα, πως ιδανικά θα πρέπει να φροντίζουν ώστε να μη μεταβάλλεται σημαντικά (περισσότερο από 10%) η συνολική διάμετρος, καθώς αυτό θα φέρει μεγάλη αλλαγή και στο βήμα μετάδοσης. Επίσης, η σημαντική διαφοροποίηση από τις διαστάσεις του κατασκευαστή μπορεί να έχει εντελώς διαφορετικά αποτελέσματα από αυτά που επιθυμούμε, αφού είναι πολύ πιθανή η διατάραξη της γεωμετρίας της ανάρτησης.
Για αυτόν το λόγο, ακόμα και όταν θέλουμε να αυξήσουμε τη διάμετρο της ζάντας, θα πρέπει να τη συνδυάζουμε με κάποια από τις διαστάσεις ελαστικού με τις οποίες εφοδιάζει ο κατασκευαστής το δικό μας μοντέλο. Ιδιαίτερα σημαντική είναι, βέβαια, και η αποφυγή των υπερβολών, που δημιουργούν αναντιστοιχία με τις δυνατότητες και το χαρακτήρα του αυτοκινήτου μας. Είναι, για παράδειγμα, ανώφελη η τοποθέτηση ενός πολύ φαρδιού και μεγάλου ελαστικού σε ένα αδύναμο αυτοκίνητο, που δε θα μπορέσει να φέρει ποτέ το ελαστικό σε ιδανική θερμοκρασία λειτουργίας, ώστε να έχει και την επιθυμητή απόδοση.
Περνώντας στις επιπτώσεις που έχει η αλλαγή των διαστάσεων, θα ξεκινήσουμε με αυτήν που παρατηρείται στο κομμάτι των επιδόσεων. Αυτές επηρεάζονται αρνητικά λόγω της αύξησης των τριβών και των αντιστάσεων, ενώ το φαινόμενο εντείνεται περαιτέρω εάν ταυτόχρονα υπάρξει και αύξηση του βήματος. Η ένταση του φαινομένου, μάλιστα, συνδέεται άμεσα με την ισχύ του αυτοκινήτου, οπότε δεν είναι απίθανο σε ένα αδύναμο αυτοκίνητο οι επιταχύνσεις από στάση και εν κινήσει να εμφανίσουν διαφορές που ξεπερνούν το δευτερόλεπτο.
Αντίστοιχα, δεδομένη για τους ίδιους λόγους είναι η αύξηση της κατανάλωσης, που βέβαια, σε αναλογία με τους υπόλοιπους παράγοντες, εξαρτάται από την έκταση των αλλαγών. Πάντως, κατά μέσο όρο, αντικαθιστώντας τα ελαστικά με αυτά της αμέσως επόμενης διάστασης σε μεγαλύτερους τροχούς, θα πρέπει να περιμένουμε μια αύξηση της κατανάλωσης της τάξης του 3%-7%. Τέλος, σε ό,τι αφορά την άνεση, οι όποιες διαφοροποιήσεις προκύπτουν μόνο εάν υπάρξει μεταβολή στο ύψος του προφίλ, με τα πιο χαμηλά ελαστικά να δίνουν πιο ξερές αντιδράσεις στις εγκάρσιες ανωμαλίες αλλά και να αποδεικνύονται πιο επιρρεπή στους τραυματισμούς, καθώς δεν υπάρχει απορρόφηση των δυνάμεων μέσω παραμόρφωσης του σκελετού, οπότε η εκτόνωση γίνεται επάνω στην εξωτερική επιφάνεια του ελαστικού.
Από εκεί και πέρα, σε ό,τι αφορά το οικονομοτεχνικό επίπεδο, θα σημειώσουμε πως η αγορά των ελαστικών διαμορφώνεται σε μεγάλο ποσοστό από τη ζήτηση, οπότε και οι περισσότερο εμπορικές διαστάσεις είναι και οι πιο οικονομικές, ενώ για τον ίδιο λόγο οι διαφορές στις τιμές δεν ακολουθούν αναλογικά την αύξηση των διαστάσεων. Χαρακτηριστικά θα σημειώσουμε πως μια μέση τιμή ενός επώνυμου ελαστικού διάστασης 205/55/16 κυμαίνεται στα 95 ευρώ, όταν για τον ίδιο τύπο ελαστικού σε διάσταση 225/45/17 το κόστος ανεβαίνει στα 130 ευρώ, ενώ για το ακόμα μεγαλύτερο 225/40/18 η επιπλέον επιβάρυνση είναι μόλις 10 ευρώ, φθάνοντας τα 140 ευρώ.

Η πράσινη τάξη πραγμάτων
Η μάχη των κατασκευαστών για μείωση της κατανάλωσης και, κυρίως, των εκπομπών ρύπων οδήγησε στην ανάπτυξη της νέας γενιάς «πράσινων» ελαστικών χαμηλής αντίστασης κύλισης, που κερδίζουν συνεχώς έδαφος ως επιλογή πρώτης τοποθέτησης. Η επίτευξη των χαρακτηριστικών τους προέρχεται κυρίως από τη σύσταση της γόμας, στην οποία γίνεται αντικατάσταση του άνθρακα από πυρίτιο, αλλά και από την κατασκευή του σκελετού, η οποία βοηθά στον περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας του ελαστικού. Σε σχέση με ένα αντίστοιχο συμβατικό ελαστικό, το «πράσινο» ελαστικό υπόσχεται μια μείωση της κατανάλωσης της τάξης του 0,2 λίτρου/100 χλμ., ενώ, λόγω της χαμηλότερης αντίστασης, έχει μεγαλύτερη διάρκεια ζωής.
Την ίδια στιγμή, νέες τεχνολογίες τόσο στη μείξη και κατασκευή της γόμας και στο σχεδιασμό του πέλματος όσο και στη λειτουργία του σκελετού έχουν καταφέρει να αντισταθμίσουν σε επίπεδο απόδοσης το μειονέκτημα που δημιουργεί η χαμηλότερη πρόσφυση. Έτσι, τα «πράσινα» ελαστικά, έχοντας σήμερα και αρκετά χρόνια εξέλιξης, βρίσκονται πλέον πολύ κοντά σε δυναμική απόδοση, όπως στο φρενάρισμα σε στεγνό και βρεγμένο, έναντι των συμβατικών ελαστικών. Θα πρέπει πάντως να σημειώσουμε πως οι πράσινες σειρές ελαστικών συναντώνται μόνο στις μικρότερες και μεσαίες κατηγορίες, και όχι στα ελαστικά υψηλής απόδοσης._ 4Τ

Βοήθημα επιλογής
Από το Νοέμβριο του 2012 κάθε ελαστικό που πωλείται εντός ΕΕ πρέπει να φέρει υποχρεωτικά τη σχετική ετικέτα αξιολόγησης. Στην εν λόγω ετικέτα αναγράφεται η αξιολόγηση του ελαστικού σε τρεις συγκεκριμένους τομείς. Στόχος αυτής της κίνησης είναι ο καταναλωτής να έχει στα χέρια του ένα πιστοποιημένο εργαλείο σχετικά με την απόδοση κάθε ελαστικού, ώστε να μπορεί να συγκρίνει και να επιλέξει το βέλτιστο σύμφωνα με τις δικές του ανάγκες.
Οι τρεις κατηγορίες στις οποίες γίνεται η αξιολόγηση είναι η αντίσταση κύλισης, η απόδοση σε φρενάρισμα στο βρεγμένο από τα 80 χλμ./ώρα και, τέλος, ο παραγόμενος θόρυβος κύλισης. Για τα δύο πρώτα η ετικέτα αναγράφει την επίδοση του ελαστικού σε μια κλίμακα 7 βαθμίδων, ξεκινώντας από το Α για την καλύτερη επίδοση, έως το G για τη χειρότερη. Σε ό,τι αφορά την αντίσταση κύλισης, η οποία συνδέεται άμεσα με την κατανάλωση, θα σημειώσουμε πως η διαφορά ανάμεσα σε ένα ελαστικό της κατηγορίας Α και σε ένα της G μεταφράζεται σε 0,5 λίτ./100 χλμ., ενώ, αντίστοιχα, στο φρενάρισμα στο βρεγμένο η διαφορά ανάμεσα στην καλύτερη και τη χειρότερη βαθμολογία αντιστοιχεί σε σχεδόν 18 μέτρα.
Τέλος, στην ένδειξη του θορύβου αναφέρεται το όριο ανάλογα με τη συγκεκριμένη διάσταση ελαστικού, ενώ τα δύο και τρία «κύματα» που είναι καταγεγραμμένα σε κάθε περίπτωση αντιστοιχούν σε 3 και 6 dB επιπλέον θορύβου που παράγεται κατά την κύλιση του ελαστικού.