4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

1ο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Drift - Greek Drift Stars GP

Drift wars
Η πλαγιολίσθηση στην αγωνιστική μορφή της είναι αντίστοιχη μιας εντυπωσιακής χορογραφίας, που απαιτεί απόλυτη ακρίβεια και ικανότητα. Με την ευκαιρία της διοργάνωσης για πρώτη φορά στη χώρα μας Πανελλήνιου Πρωταθλήματος Drift, γνωρίζουμε τα μυστικά του άκρως απαιτητικού και θεαματικού αθλήματος μέσα από τη ματιά των πρωταγωνιστών αλλά και των νέων ταλέντων του χώρου.

ΟΙ πρώτες καταγραφές αγωνιστικού drift προέρχονται, φυσικά, από τη γενέτειρα του drift, την Ιαπωνία, και φθάνουν αρκετές δεκαετίες πίσω, με το ξεκίνημα να γίνεται στο πλαίσιο του Ιαπωνικού Πρωταθλήματος Τουρισμού και με πρωτεργάτες μερικά από τα ονόματα-θρύλους, όπως τον Κουνιμίτσου Τακαχάσι, ο οποίος τη δεκαετία του '70 δημιούργησε και διέδωσε πολλές από τις βασικές τεχνικές της πλαγιολίσθησης. Το μοναδικό θέαμα που προκύπτει από το συνδυασμό των πλαγιολισθήσεων ακριβείας με τους ήχους των τερατωδών κινητήρων και τον καπνό των καμένων ελαστικών κέρδισε το κοινό, οδηγώντας στη δημιουργία αθλητικών διοργανώσεων και πρωταθλημάτων σε όλο τον πλανήτη. Μεταξύ των πιο γνωστών, το D1 Grand Prix στην Ιαπωνία, το Formula D στις ΗΠΑ, τα King of Europe και British Drift Championship στην Ευρώπη και αρκετά ακόμα σε Κίνα, Ανατολική Ασία, Νέα Ζηλανδία και Αυστραλία.
Στη χώρα μας τα πρώτα βήματα για πιο οργανωμένες εκδηλώσεις drift έγιναν λίγο μετά τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, με το άθλημα να κερδίζει συνεχώς την αποδοχή των θεατών και να εμπλουτίζεται σε αριθμό αλλά και ποιότητα συμμετοχών. Κάπως έτσι φθάνουμε στο σήμερα, όπου, με την ευκαιρία της διοργάνωσης για πρώτη φορά Πανελλήνιου Πρωταθλήματος Drift, βρεθήκαμε στο φιλόξενο χώρο της Driving Academy του Θωμά Παπαπάσχου, που, άλλοτε από το μπάκετ και σήμερα ως μέλος της ΟΜΑΕ, συνεχίζει την ενεργή εμπλοκή του στην προσπάθεια εδραίωσης του drift στις υψηλότερες βαθμίδες των μηχανοκίνητων αθλημάτων στη χώρα μας. Μαζί μας, για να μας ξεναγήσουν στη φιλοσοφία και στα μυστικά του νεοσύστατου πρωταθλήματος, μερικοί από τους πρωταγωνιστές αλλά και από την ταλαντούχα νέα γενιά, που σίγουρα θα μας απασχολήσουν με την ικανότητα και τις επιδόσεις τους, όπως ο περσινός τροπαιούχος και νικητής στους δύο πρώτους φετινούς αγώνες, Χρήστος Χαντζαράς, ο ενθουσιώδης Νάσος Ξενικός, ο πολύπειρος Στάθης Παπαργυρόπουλος, ο αποτελεσματικός Αποστόλης Κυριακούδης και ο πάντα χαμογελαστός, βενιαμίν της παρέας, Μάνος Ασλάνης.

Σε πορεία ανάπτυξης
Αν και η επαφή του ελληνικού κοινού με το drift είχε αρχίσει να καλλιεργείται από το πρώτο μισό της δεκαετίας του 2000, πρακτικά η αγωνιστική πλαγιολίσθηση ως άθλημα ξεκίνησε να αποκτά υπόσταση το 2007-2008 μαζί με τη διοργάνωση κάποιων κατά τόπους επάθλων με κανόνες, με πιο δομημένη οργάνωση και βέβαια με πιο σωστά αυτοκίνητα. Σε όλο το διάστημα μέχρι σήμερα, μία από τις βασικές επιδιώξεις οργανωτών αλλά και αθλητών παραμένει η γνωστοποίηση και η διάδοση του πραγματικού προσώπου του αγωνιστικού drift, όπως μας εξηγούν και οι οικοδεσπότες μας στα μυστικά του θεσμού. «Παλιότερα το drift ήταν αρκετά παρεξηγημένο και θεωρούνταν ως μια πιο περιθωριακή δραστηριότητα, καθώς στη συνείδηση του κόσμου είχε συνδεθεί με ερασιτεχνικές επιδείξεις που γίνονταν σε αλάνες και εγκαταλελειμμένους χώρους. Η πραγματικότητα είναι πως το drift δεν έχει απολύτως καμία σχέση με τις σβούρες σε μια αλάνα. Πρόκειται για άθλημα που απαιτεί ικανότητα και αφοσίωση για να προκύψει η καλή επίδοση.»
¶λλωστε, κάθε προσπάθεια που γίνεται με στόχο την ανάπτυξη είναι τουλάχιστον επιβεβλημένη, καθώς το επίπεδο του ελληνικού drift, αν και πρόκειται για ένα σχετικά νέο άθλημα, είναι ιδιαίτερα υψηλό. Σε πάρα πολλές από τις διοργανώσεις που γίνονται υπάρχουν συμμετοχές από το εξωτερικό και, μέχρι πρόσφατα, οι Έλληνες οδηγοί ήταν αήττητοι. Αντίστοιχα, πολλοί Έλληνες δίνουν το ηχηρό «παρών» και έχουν κερδίσει την αναγνώριση και το σεβασμό, με σημαντικές διακρίσεις σε αγώνες του εξωτερικού. Αξίζει μάλιστα να σημειώσουμε πως στη χώρα μας έχουμε τον μικρότερο σε ηλικία drifter στον κόσμο, τον 11χρονο Σταύρο Γρύλλη από την Κω, που «δημιουργεί» πίσω από το τιμόνι της BMW E36 που προετοιμάζει ο Σωτήρης Τούντας.
Την ίδια στιγμή, το drift έχει το σημαντικό πλεονέκτημα της ευελιξίας σε σχέση με το χώρο διεξαγωγής, και αυτό το δεδομένο μπορεί να λειτουργήσει ως σημαντικός παράγοντας ανάπτυξης. Ένας αγώνας μπορεί να διεξαχθεί σε πίστα για αυτοκίνητα ή καρτ, σε κάποιο λιμάνι ή ακόμα και στην οποιαδήποτε μεγάλη έκταση με την κατάλληλη οριοθέτηση. Σε άλλες μορφές αγώνων δεν υπάρχει τέτοια δυνατότητα, και αυτός είναι και ο λόγος που το drift έχει δημιουργήσει μικρούς πυρήνες σε όλη την επικράτεια της χώρας μας. Είναι χαρακτηριστικό, άλλωστε, πως το πρωτάθλημα καλύπτει γεωγραφικά όλη την Ελλάδα, με το πρόγραμμα να περιλαμβάνει αγώνες σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Ηράκλειο και Τρίπολη.
Βέβαια, όλοι οι εμπλεκόμενοι μας σημειώνουν τις προϋποθέσεις που θα μπορούσαν να βοηθήσουν ώστε ο θεσμός να πατήσει γερά στα πόδια του και να αναδείξει την πλήρη δυναμική του. «Η καθιέρωση αγώνων σε κανονική πίστα ή σε κατάλληλους ανοιχτούς χώρους, όπως σε λιμάνια ή αεροδρόμια, αντί για πίστες καρτ που σήμερα φιλοξενούν πολλές διοργανώσεις, θα λειτουργούσε αναμφίβολα θετικά. Στις πίστες καρτ η στενότητα και η σφιχτή χάραξη δυσκολεύουν τους χειρισμούς και δεν επιτρέπουν την ανάπτυξη ταχύτητας, με αποτέλεσμα να μην προκύπτει και το θέαμα που πραγματικά μπορούν να δώσουν τα αυτοκίνητα. Είναι εντελώς διαφορετικό να βλέπεις ένα αυτοκίνητο με 50-60 χλμ./ώρα, και άλλο να το βλέπεις με τη διπλάσια και πλέον ταχύτητα. Ο κόσμος σίγουρα θα ενθουσιαστεί με ένα τέτοιο θέαμα.»

Εκ των έσω
Μιλώντας με τους ανθρώπους που δημιουργούν πίσω από το τιμόνι κερδίζοντας το χειροκρότημα και το θαυμασμό των θεατών, καταλαβαίνεις πως η αφορμή που οδηγεί στο μαγικό κόσμο του drift μπορεί να διαφέρει για τον καθένα. Αυτό, όμως, στο οποίο όλοι συμφωνούν είναι πως η επαφή μαζί του είναι αρκετή για να δημιουργήσει μια ακαταμάχητη έλξη. «Το μικρόβιο του drift κολλάει όταν ζήσεις την εμπειρία από κοντά. Για κάποιον που θέλει να μπει στον κόσμο του drift, το πρώτο βήμα έχει να κάνει με τη διαπίστωση του αν πραγματικά το άθλημα τον εκφράζει. Θα πρέπει να βρει ένα φθηνό αυτοκίνητο, να βάλει μια σχετικά καλή ανάρτηση, ένα μπλοκέ διαφορικό και τον κατάλληλο εξοπλισμό ασφαλείας και να συμμετάσχει σε κάποιες διοργανώσεις ή προπονήσεις, ώστε να δει αν του αρέσει και του ταιριάζει η όλη διαδικασία.»
Βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η όποια απόφαση σχετικά με την εμπλοκή θα πρέπει να προκύπτει μέσα από τον υπολογισμό όλων των παραμέτρων. Όπως και σε κάθε μηχανοκίνητο σπορ, το κυνήγι της διάκρισης απαιτεί αφοσίωση, πολύ χρόνο για προπόνηση και, φυσικά, μια αξιόλογη οικονομική επένδυση. Θα μπορούσε, μάλιστα, κάποιος να ισχυριστεί πως, αναλογικά με το χρόνο που διαρκεί το αγωνιστικό κομμάτι του drift, το κόστος του είναι ιδιαίτερα υψηλό. Για παράδειγμα, μπορεί σε έναν αγώνα, για λίγα περάσματα διάρκειας ορισμένων δευτερολέπτων, να απαιτηθούν μέχρι και δέκα καινούργια λάστιχα. Όμως σε αυτό το επιχείρημα η ομόφωνη απάντηση των ανθρώπων που έχουν ζήσει σε πρώτο πρόσωπο την εμπειρία είναι πως η ανταμοιβή που λαμβάνεις σε ευχαρίστηση βρίσκεται σε απόλυτη αντιστοιχία. Σε κάθε περίπτωση, ο οδηγός είναι ο βασικός καταλύτης του αποτελέσματος.
«Ακόμα και με ένα μέτριο, αδύναμο αυτοκίνητο, σε μια διαδρομή που αυτό βολεύεται, ένας καλός οδηγός μπορεί να καταφέρει ένα εξαιρετικό αποτέλεσμα. Δεν είναι υπερβολικό, μάλιστα, να πούμε πως περισσότερο από κάθε άλλο μηχανοκίνητο άθλημα το drift αναδεικνύει τον οδηγό και το αποτέλεσμα βασίζεται περισσότερο σε αυτόν και λιγότερο στο αυτοκίνητο. Πρόκειται για μια άσκηση απόλυτης ακρίβειας, στην οποία παίζει ρόλο και η παραμικρή λεπτομέρεια. Ακριβώς όπως και στη ρυθμική γυμναστική, ο οδηγός μπορεί να έχει εκτελέσει μια εξαιρετική πλαγιολίσθηση, και μια καθυστέρηση στην απόκριση του κινητήρα ή ένα παραπάνω σπινάρισμα στο τέλος να του καταστρέψει όλη τη βαθμολόγηση. Σε κανένα άλλο είδος αγώνων η λεπτομέρεια δεν παίζει τόσο μεγάλο ρόλο.»
Ουσιαστικά μιλάμε για μια χορογραφία που διαρκεί μόλις 30 δευτερόλεπτα και στην οποία ακόμα και ένα πολύ μικρό λάθος μπορεί να κοστίσει πολύ ακριβά. Μάλιστα, οι μετρ του είδους σημειώνουν πως η ουσία του drift βρίσκεται στα διπλά περάσματα. Εκεί υπάρχει πραγματική μάχη, καθώς ο κάθε αθλητής κρίνεται με βάση τον διπλανό του. «Η μαγεία του drift είναι πως βρίσκεσαι πίσω από έναν οδηγό που περιμένεις να κάνει τα πάντα και είσαι σε απόσταση ενός μέτρου, ή και μισού μέτρου, ή καμιά φορά ακουμπάς μαζί του και πρέπει σε αυτό το χιλιοστό του δευτερολέπτου που σας χωρίζει να κάνεις ό,τι και αυτός.»
Όσο για τη βαθμολογία που διαμορφώνει την κάθε επίδοση, αυτή έχει ως βασικά κριτήρια την ταχύτητα περάσματος, τη γραμμή, τη γωνία πλαγιολίσθησης και, φυσικά, το θέαμα. Οι βαθμοί δίνονται από κριτές, με το φετινό πρωτάθλημα να υποστηρίζεται από μια βασική τριάδα κριτών, η οποία πλαισιώνεται και από άλλα 5-6 μέλη με σχετική εμπειρία, που μπορούν να συνδράμουν όποτε χρειαστεί. Επιπλέον, μία από τις προσπάθειες που γίνονται σήμερα σε συνεργασία με την ΟΜΑΕ είναι η διεύρυνση του σώματος των κριτών. Για αυτόν το σκοπό θα πραγματοποιηθούν σεμινάρια και στη συνέχεια οι ενδιαφερόμενοι θα περάσουν από κατάλληλα τεστ για την απόκτηση διπλώματος κριτή.

Όλα για το θέαμα
Ο παράγοντας του εντυπωσιασμού συγκαταλέγεται στα βασικά συστατικά του drift, έχοντας άλλωστε άμεση σύνδεση με το θέαμα, προς τέρψη των θεατών αλλά και τη συγκομιδή πολύτιμων βαθμών. Ίσως αυτός να είναι και ένας από τους λόγους που τα αυτοκίνητα, ακόμα και σταθμευμένα, τραβούν το βλέμμα με τα έντονα χρώματα και την προκλητική εμφάνιση. Ωστόσο, η διαφορετικότητα δε μένει μόνο στα οπτικά ερεθίσματα. Σε αντίθεση με άλλες μορφές αγώνων, στο drift δεν υπάρχει ο κλασικός διαχωρισμός σε κατηγορίες με βάση το επίπεδο εξέλιξης, καθώς το μόνο στοιχείο κατηγοριοποίησης είναι η παρουσία εξοπλισμού ασφαλείας στο αυτοκίνητο.
Στη «μεγάλη», καθαρά αγωνιστική κατηγορία, στην οποία επιτρέπονται και τα διπλά περάσματα, είναι υποχρεωτική η ύπαρξη roll bar και πλήρους πακέτου εξοπλισμού ασφαλείας. Από εκεί και πέρα, όμως, οι κανονισμοί είναι εντελώς ελεύθεροι σε ό,τι αφορά τις μηχανικές επεμβάσεις, με αποτέλεσμα το drift να φαντάζει σαν παράδεισος για κάθε μηχανικό, καθώς αφήνει ελεύθερη τη φαντασία και τη δημιουργικότητά του σχετικά με τις επιλογές σε κινητήρα, μετάδοση, ανάρτηση και γεωμετρία. Επιτρέπονται, για παράδειγμα, η αλλαγή κινητήρα ή ακόμα και διάταξης, η αλλαγή του κιβωτίου και του διαφορικού, ενώ δε λείπουν περιπτώσεις κατάργησης του εμπρός διαφορικού, ώστε ένα τετρακίνητο να μετατραπεί σε πισωκίνητο.
Οι ίδιες ελευθερίες ισχύουν, μάλιστα, και για τις αλλαγές που μπορούν να γίνουν στις εδράσεις και σε όλη την αρχιτεκτονική της ανάρτησης αλλά και στο αμάξωμα, στο οποίο ο μόνος περιορισμός είναι να μην πειραχτεί κάτι στο κομμάτι μεταξύ των εμπρός και των πίσω θόλων, αφήνοντας όμως ελεύθερη τη διαμόρφωση του εμπρός και του πίσω μέρους, τόσο για τις όποιες μηχανολογικές ανάγκες όσο και για τη μείωση του βάρους, που κατά μέσο όρο κυμαίνεται στα 1.100 κιλά. Συνδυάστε, λοιπόν, αυτήν την τιμή με τους περίπου 500-600 ίππους που πλέον έχουν τα κορυφαία αυτοκίνητα του πρωταθλήματος, και έχετε μια πολύ καλή εικόνα για τις αναλογίες ειδικής ισχύος και για το επίπεδο δυνατοτήτων και επιδόσεων.
Ωστόσο, για τον ερασιτέχνη και για αυτόν που θέλει να πάρει μια γεύση από τον κόσμο του drift, υπάρχει και η κατηγορία των street legal αυτοκινήτων, από την οποία ξεκίνησε ουσιαστικά το drift στην Ελλάδα και για την οποία έχει θεσπιστεί Κύπελλο στο φετινό πρωτάθλημα. Σε αυτήν μπορούν να συμμετέχουν αυτοκίνητα προδιαγραφών δρόμου, χωρίς να υπάρχει υποχρέωση για εξοπλισμό ασφαλείας, τα οποία όμως κινούνται μόνα τους στην αξιολογούμενη διαδρομή. Είναι ένας πολύ καλός προθάλαμος για κάποιον που θέλει να μπει στο αγώνισμα, να διαπιστώσει εάν του αρέσει και στη συνέχεια, όταν αποκτήσει περισσότερη αυτοπεποίθηση και εμπειρία, να περάσει, αναβαθμίζοντας τον εξοπλισμό ασφαλείας, στη μεγάλη κατηγορία. Την ίδια στιγμή, σε μια προσπάθεια για τη διατήρηση του κόστους σε πιο χαμηλά επίπεδα, τα αυτοκίνητα όλων των κατηγοριών είναι υποχρεωμένα να φορούν στους αγώνες συμβατικά λάστιχα δρόμου.
Αξίζει να σημειώσουμε, μάλιστα, πως ένα μεγάλο πλεονέκτημα του drift είναι ο πλουραλισμός απόψεων σε σχέση με τα αυτοκίνητα που μπορούν να πρωταγωνιστήσουν. Σε αντίθεση με άλλα μηχανοκίνητα σπορ, όπου συνήθως η παρουσίαση ενός νέου μοντέλου ή κάποιας νέας εξέλιξης ουσιαστικά βάζει στο περιθώριο το προηγούμενο, στο drift η ελευθερία των κανονισμών επιτρέπει τη συνεχή αναβάθμιση και ανανέωση, ώστε κάθε αυτοκίνητο να παραμένει ανταγωνιστικό. Για αυτόν το λόγο, δεν υπάρχει κάποια δεδομένη συνταγή επιτυχίας, και τα αυτοκίνητα που συμμετέχουν μπορεί να μετρούν αρκετές δεκαετίες ζωής ή να ανήκουν στη σύγχρονη γενιά, να προέρχονται από Ευρώπη, Ασία ή Αμερική, να έχουν κοντό ή μακρύ μεταξόνιο ή οποιοδήποτε άλλο βασικό κατασκευαστικό χαρακτηριστικό.

Προσπάθεια με προοπτική
Κοινή άποψη των ανθρώπων που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή τόσο μέσα όσο και έξω από το μπάκετ είναι πως το μεγάλο στοίχημα σε σχέση με το νέο πρωτάθλημα είναι η προσέλκυση όσο το δυνατόν πιο μεγάλου αριθμού συμμετοχών, αφού αυτές είναι το καλύτερο όπλο για την εδραίωση και την ανάπτυξη του θεσμού. «Αυτήν τη στιγμή υπάρχουν αρκετά αγωνιστικά αυτοκίνητα που δε συμμετέχουν, λόγω έλλειψης του απαιτούμενου οικονομικού προϋπολογισμού, κάτι που, όπως σε όλες τις μορφές μηχανοκίνητου αθλητισμού, εγείρει την ανάγκη για εύρεση και προσέλκυση χορηγών και οικονομικών πόρων, είτε για τη συμμετοχή είτε για την αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό αρκετών υφιστάμενων αυτοκινήτων. Κάτω από ιδανικές συνθήκες και με βάση τα αυτοκίνητα που υπάρχουν, θα μπορούσε ένας αγώνας να συγκεντρώσει κοντά στις εκατό συμμετοχές.» Και, βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως το drift μπορεί να αποτελέσει έναν ισχυρό πυλώνα για την περαιτέρω αναβάθμιση και ενίσχυση του μηχανοκίνητου αθλητισμού στη χώρα μας. Με το δεδομένο της έλλειψης μεγάλου αριθμού πιστών ή αντίστοιχων αγωνιστικών υποδομών, το drift είναι μια εξαιρετική λύση για κάποιον που θέλει να εμπλακεί στο μηχανοκίνητο αθλητισμό, καθώς είναι μια αγωνιστική μορφή που μπορεί να προσαρμοστεί πολύ εύκολα σε διάφορα χωροταξικά δεδομένα και που, κατά συνέπεια, μπορεί να βρει πεδίο ανάπτυξης σε κάθε γωνιά της Ελλάδας._ Γ. Χ.

Με δύο νίκες στους ισάριθμους φετινούς αγώνες, ο Χρήστος Χαντζαράς με την BMW M3 E36 έχει κερδίσει ένα σημαντικό προβάδισμα στη μάχη του πρώτου επίσημου πρωταθλήματος drift. Ο ίδιος, άλλωστε, ξεκίνησε τη χρονιά ως ένα από τα φαβορί για την κατάκτηση του τίτλου, καθώς, εκτός από τις πολλές και σημαντικές διακρίσεις σε πανελλήνιο και πανευρωπαϊκό επίπεδο που έχει κατακτήσει από το 2009, όταν και ξεκίνησε την αγωνιστική του εμπλοκή, είναι και ο τροπαιούχος του Κυπέλλου Drift τα δύο τελευταία έτη.

Δίνοντας ιδιαίτερη σημασία στη σωστή προετοιμασία του αυτοκινήτου, ο Νάσος Ξενικός μπήκε διερευνητικά στο χώρο του drift το 2007, πάντα πίσω από το τιμόνι του Lada 2105, με το οποίο συνεχίζει και σήμερα, ενώ ξεκίνησε την πλήρη εμπλοκή του το 2010. Με σημαντική παρουσία και εμπειρία σε Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό, σημειώνει το υψηλό επίπεδο των Ελλήνων οδηγών, το οποίο αποδεικνύεται τόσο από τις προσκλήσεις που λαμβάνουν από ξένους οργανωτές για συμμετοχή σε διεθνείς διοργανώσεις όσο και από την αναγνωρισιμότητα που πολλοί οδηγοί έχουν κερδίσει στο κοινό άλλων χωρών.

Έχοντας βρεθεί από το 2005 στο αγωνιστικό μπάκετ σε Αναβάσεις, ράλλυ και σπριντ, ο Αποστόλης Κυριακούδης επέλεξε τελικά την εμπλοκή με το drift το 2008. Δεν κρύβει πως κάθε μηχανοκίνητο άθλημα έχει μια ιδιαίτερη έλξη για τον οδηγό, με τους υπόλοιπους αγώνες να βάζουν ως κύριο δεδομένο τη μεγαλύτερη διάρκεια, τη στιγμή που το drift εξιτάρει με την απαίτηση της απόλυτης ακρίβειας για τα λίγα δευτερόλεπτα που διαρκεί.

Από τους πιο έμπειρους στο χώρο του drift, ο Στάθης Παπαργυρόπουλος έχει μια αγωνιστική πορεία που ξεκινά από το 2001, προσμετρώντας πολλές συμμετοχές και διακρίσεις σε αγώνες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, μεταξύ των οποίων και τον τίτλο του Drift Wars το 2012. Ασχολείται ιδιαίτερα ενεργά με το χώρο ως οδηγός, διοργανωτής αλλά και κριτής, ενώ σήμερα μεταξύ άλλων είναι και κριτής στον Πανευρωπαϊκό θεσμό Kings of Europe, που θεωρείται ο πλέον σημαντικός στο χώρο του drift στην Ευρώπη.

O 22χρονος Μάνος Ασλάνης εκπροσωπεί τη νέα γενιά των ταλαντούχων οδηγών. Η αγωνιστική του εμπλοκή ξεκίνησε το 2011 ως χόμπι και, σταδιακά, η έλξη του drift τον ώθησε σε μια συνεχώς πιο προσεγμένη και εστιασμένη παρουσία. Μεγάλο κίνητρο για τον ίδιο αποτέλεσαν από την πρώτη στιγμή η συμμετοχή και ο συναγωνισμός με οδηγούς που θαύμασε και που λειτούργησαν ως πρότυπα σε μικρότερη ηλικία.