top icon
Αγώνες

F1: GP Αυστραλίας-Απόηχος

Το GP Αυστραλίας παρείχε ό,τι θα μπορούσε να ζητήσει κανείς από έναν αγώνα F1: μάχες, προσπεράσματα, διαφορετικές στρατηγικές, ανατροπές, λίγη βροχή, επέμβαση του αυτοκινήτου ασφαλείας, ατυχήματα -ευτυχώς όχι σοβαρά.

Έπειτα από το βαρετό GP του Μπαχρέιν, είχαμε συστήσει υπομονή, τη στιγμή που είχε πιάσει φρενίτιδα μερικά από τα υψηλόβαθμα στελέχη της Formula 1, ότι πρέπει να αλλάξουν οι κανονισμοί για να βελτιωθεί το θέαμα. Ευτυχώς, η υπομονή αυτή χρειάστηκε να διαρκέσει μονάχα δυο εβδομάδες, μέχρι δηλαδή το δεύτερο γύρο της φετινής σεζόν. Το GP Αυστραλίας παρείχε ό,τι θα μπορούσε να ζητήσει κανείς από έναν αγώνα F1: μάχες, προσπεράσματα, διαφορετικές στρατηγικές, ανατροπές, λίγη βροχή, επέμβαση του αυτοκινήτου ασφαλείας, ατυχήματα -ευτυχώς όχι σοβαρά. Το φετινό Aυστραλιανό GP διέθετε λοιπόν όλα τα συστατικά για να χαρακτηριστεί ένας κλασικός αγώνας, όντας ένας από τους καλύτερους των τελευταίων ετών, αποδεικνύοντας ότι η F1 είναι όσο υγιής θα μπορούσε να είναι και ότι δε χρειάζεται άμεσες αλλαγές για να κάνει πιο ενδιαφέρον το θέαμα. Αυτό δε σημαίνει βέβαια ότι όλοι οι υπόλοιποι αγώνες του 2010 θα είναι όσο θεαματική ήταν η Αυστραλία. Ωστόσο, το GP στο Albert Park έκανε όσους καλούσαν για άμεσες αλλαγές να αλλάξουν γνώμη και να συστήνουν και αυτοί πλέον υπομονή για να δούμε πως θα εξελιχθεί το πρώτο κομμάτι της σεζόν, πριν προβούν οι ιθύνοντες της F1 σε βεβιασμένες αντιδράσεις αμφιβόλου αποτελεσματικότητας.
 
Το Albert Park πάντοτε παράγει ενδιαφέροντες αγώνες και αυτό επαυξάνει τους ισχυρισμούς ότι το θέαμα εξαρτάται κατά πολύ και από τις πίστες στις οποίες διεξάγονται οι αγώνες. Το Μπαχρέιν σπανίως προσέφερε συναρπαστικούς αγώνες, σε αντίθεση με τη Μελβούρνη. Ωστόσο το έργο της πίστας του Albert Park έγινε πιο εύκολο και από τη βροχή που έπληξε την περιοχή πριν την εκκίνηση του αγώνα. Αυτή, ξέπλυνε το λάστιχο που είχε στρωθεί στην αγωνιστική γραμμή και προσέφερε έδαφος για πολλές μάχες στους πρώτους γύρους.
 
Όπως εξελίχθηκε ο αγώνας, αντάμειψε τη διορατικότητα και την λήψη ρίσκων, όπως απέδειξε περίτρανα η νίκη του Τζένσον Μπάτον, ο οποίος πρώτος από όλους, έκανε τη μετάβαση στα σλικ ελαστικά στον 6ο γύρο και ενώ η πίστα ήταν ακόμα βρεγμένη σε μερικά σημεία. Η απόφαση αυτή λήφθηκε αποκλειστικά από τον 30χρονο Βρετανό περυσινό Πρωταθλητή και του αξίζουν τα εύσημα για αυτήν, αν και του ήταν πιο εύκολο να τη λάβει, καθώς παρά τις καλές προϋποθέσεις που είχε χτίσει για τον αγώνα με την απόδοσή του στις κατατακτήριες δοκιμές του Σαββάτου, οι πρώτοι γύροι του αγώνα δεν εξελίσσονταν όπως θα ήθελε. Είχε εμπλακεί στο ατύχημα της πρώτης στροφής με τον Alonso, το οποίο του κόστισε αρκετές θέσεις και εντέλει τον έριξε πίσω από τον team mate του (που είχε εκκινήσει 7 θέσεις πίσω του), σε συνδυασμό με τα προβλήματα θερμοκρασίας που αντιμετώπιζε με τα ενδιάμεσα ελαστικά. Ωστόσο, μόλις επέστρεψε στην πίστα ο Mπάτον με τα σλικ ελαστικά είχε αμέσως μια έξοδο από την πίστα, η οποία έκανε τον ίδιο αλλά και πολλούς άλλους να πιστέψουν ότι η επιλογή του ήταν πρόωρη. Όταν όμως σημείωσε τον καλύτερο χρόνο στους δυο επόμενους τομείς της πίστας, έγινε προφανές ότι τα σλικ ελαστικά ήταν ταχύτερα. Οι περισσότεροι οδηγοί ακολούθησαν το παράδειγμά του στον 8ο γύρο, αλλά μέχρι τότε ο Button είχε φέρει στην ιδανική θερμοκρασία τα ελαστικά του και τους προσπερνούσε με ευκολία για να φτάσει στη δεύτερη θέση. Αξίζει να σημειωθεί, αν και δε θα είχε καμία επιρροή στο τελικό αποτέλεσμα, ότι αν ο Button δεν είχε βγει εκτός πίστας αμέσως μετά το pit stop του, θα είχε βρεθεί εμπρός από τον επικεφαλής μέχρι εκείνη τη στιγμή, Sebastian Vettel, προσφέροντάς μας μια διαφορετική μάχη, καθώς είναι σίγουρο ότι ο Γερμανός, διαθέτοντας ταχύτερο μονοθέσιο, θα πίεζε τη McLaren ασφυκτικά. Εντούτοις, η έξοδος του Button από την πίστα του χρησίμευσε στην καθυστέρηση των αντιπάλων του να μιμηθούν το παράδειγμά του, καθώς πίστεψαν ότι είναι ακόμα πολύ νωρίς για τη μετάβαση στα σλικ και καθυστέρησαν να πραγματοποιήσουν την κίνηση αυτή κατά ένα -αποφασιστικό για την έκβαση του αγώνα- γύρο. Ωστόσο, με την εγκατάλειψη του Vettel, αυτά αποτελούν λεπτομέρειες.
 
Δεδομένου ότι όλοι οι οδηγοί εκκίνησαν με τα ενδιάμεσα ελαστικά, είχε αφαιρεθεί η αναγκαιότητα να χρησιμοποιηθούν αμφότερες οι γόμες σλικ. Αυτό εμφάνισε ένα καινούργιο δίλημμα στις ομάδες. Να διανύσουν με τη μαλακή γόμα 50 γύρους (κάτι που θεωρητικά ήταν αδύνατο, ωστόσο η νωπή πίστα μείωσε το ρυθμό φθοράς των σλικ ελαστικών, που λειτουργούσαν σε χαμηλότερες θερμοκρασίες), ή να καλέσουν τους οδηγούς τους για ένα ακόμα pit stop γύρω στους 20-25 γύρους πριν τον τερματισμό. Ο Button, από την πρώτη στιγμή που πραγματοποίησε το pit stop του, είχε στο μυαλό του ότι θα πρέπει να βγάλει τον υπόλοιπο αγώνα με το σετ σλικ ελαστικών που είχε επιλέξει να τοποθετηθεί στο μονοθέσιό του, προφυλάσσοντάς το από το graining, αλλάζοντας τις ρυθμίσεις του διαφορικού και αμβλύνοντας τη γωνία του flap της εμπρός αεροτομής, για να πιέσει όταν ο team mate του απειλούσε να αποσπάσει τη δεύτερη θέση από τον Robert Kubica.
 
Ο Button ήταν κύριος του αγώνα του στην Αυστραλία και αυτή ήταν η ειδοποιός διαφορά από τον team mate του στη McLaren, Lewis Hamilton, το γεγονός που απέδειξε ότι η εμπειρία του 30χρονου Βρετανού έχει ακόμα κάτι να διδάξει στον Πρωταθλητή του 2008. Με αυτή τη νίκη, στο δεύτερο μόλις αγώνα του Button με τη McLaren, ο Βρετανός προειδοποίησε δεν πρόκειται να αφήσει τον ήδη εδραιωμένο στην ομάδα Hamilton να τον επισκιάσει τόσο εύκολα όσο υπέθεταν πολλοί πριν την έναρξη της σεζόν. Δεν υπάρχει καλύτερος κριτής του τι συμβαίνει ανά πάσα στιγμή με τη συμπεριφορά του μονοθεσίου και την κατάσταση της πίστας από τον ίδιο τον οδηγό, όσα GB πληροφοριών και αν μεταδίδονται μέσω της τηλεμετρίας στο pit wall. Ο Button το απέδειξε τον κανόνα, υποδεικνύοντας στην ομάδα τη στρατηγική που έπρεπε να ακολουθήσει. Αντιθέτως, ο Hamilton, ο οδηγός που φέτος προσπαθεί ακόμα περισσότερο να είναι κύριος της μοίρας του «απολύοντας» ουσιαστικά τον πατέρα του από τη θέση του μάνατζέρ του, στην Αυστραλία βασίστηκε περισσότερο στα δεδομένα που συλλέγει η ομάδα, παρά στο δικό του ένστικτο. Ο Hamilton είχε καταφέρει να ανέβει στην τρίτη θέση, πιέζοντας τον Kubica με την πιο αργή Renault, όταν οι Webber και Rosberg έκριναν ότι θα ήταν καλύτερο να κατευθυνθούν προς τα pits, κάτι που θα τους έκανε λόγω των φρέσκων ελαστικών, ταχύτερους στο τελευταίο κομμάτι του αγώνα. Η McLaren εκτίμησε τα δεδομένα και την απειλή που θα παρουσίαζαν προς το τέλος οι δυο προαναφερθέντες οδηγοί και κάλεσαν τον Ηamilton στα pits. O Βρετανός υπάκουσε, ωστόσο μερικούς γύρους αργότερα συνειδητοποίησε ότι οι 4 -πλέον- προπορευόμενοί του, δεν πρόκειται να μπουν στα pits ξανά και επέκρινε δριμύτατα την επιλογή της ομάδας του μέσω του ασυρμάτου. Η McLaren υπολόγισε, πολύ σωστά, ότι με φρέσκα ελαστικά, τα μονοθέσιά της θα ήταν πολύ πιο γρήγορα στο τελευταίο κομμάτι του αγώνα, ωστόσο παρέβλεψε τον πολύ σημαντικό παράγοντα θέσεως στην πίστα, καθώς τα προσπεράσματα δεν είναι εύκολα… Τα ελαστικά του Hamilton είχαν ήδη περάσει την ακμή της απόδοσής τους όταν ο Βρετανός βρέθηκε πίσω από τις Ferrari στους τελευταίους γύρους και κατά συνέπεια δεν είχε τη δυνατότητα να τις προσπεράσει, με αποτέλεσμα, από εκεί που είχε ένα σίγουρο βάθρο στα χέρια του, να καταλήξει στην 6η θέση. Ο Hamilton δήλωσε αργότερα ότι κατανόησε τους λόγους για τους οποίους η McLaren έκανε αυτή την επιλογή στρατηγικής, υποχωρώντας από την επικριτική του στάση την ημέρα του αγώνα. Σύμφωνα με τα ήδη υπάρχοντα δεδομένα, σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο επηρεάζει τη φθορά των ελαστικών το στυλ οδήγησης των οδηγών, πολλοί υπέθεσαν ότι ο Hamilton δε θα μπορούσε να κάνει τα ελαστικά του να επιζήσουν μέχρι το τέλος του αγώνα, όπως κατάφερε ο Button. Ωστόσο -εφόσον ισχύει αυτό-, οφείλεται και στο ότι ο Hamilton έδωσε πολλές μάχες στους αρχικούς γύρους του πρώτου του σετ σλικ ελαστικών, παραμένοντας πολύ ώρα πίσω από άλλα μονοθέσια και κατά συνέπεια καταπονώντας το περισσότερο από τον Button, που είχε επικεντρωθεί στην προφύλαξη των δικών του ελαστικών. Σίγουρα, η Aυστραλία δεν επεφύλασσε στον Hamilton ένα από τα καλύτερα σαββατοκύριακα και ίσως μπορούμε να μιλάμε για έναν από τους αγώνες που δε θα βρίσκεται στην καρδιά του Βρετανού τα επόμενα χρόνια, αν θυμηθούμε ότι εκεί ξέσπασε πέρυσι το σκάνδαλο με την αναληθή κατάθεση ενώπιον των αγωνοδικών του αγώνα. Φέτος, ο Hamilton δέχθηκε την Παρασκευή σοβαρή επίπληξη από την αστυνομία επειδή έκανε burnout με ανάποδα τιμόνια στο ξεκίνημά του από ένα φανάρι (ενώ πίσω του βρισκόταν ο Bruno Senna) με το αυτοκίνητό του -μια ασημί Mercedes C63 AMG που κατασχέθηκε και αποτελεί πλέον συλλεκτικό κομμάτι, με πολλούς ενδιαφερόμενους αγοραστές- στους δρόμους της Μελβούρνης, το Σάββατο απέτυχε να προκριθεί στο Q3, ενώ ο αγώνας του εξελίχθηκε όπως προαναφέρθηκε… Για αυτό άλλωστε απολαμβάνει το γεγονός ότι πλέον βρίσκεται στη Μαλαισία!
 
To σαββατοκύριακο της Αυστραλίας ήταν για τη Red Bull ακόμα χειρότερο από αυτό του Μπαχρέιν, καθώς η ομάδα ξεκίνησε τον αγώνα καταλαμβάνοντας την πρώτη σειρά εκκίνησης με τα δυο μονοθέσιά της και τον ολοκλήρωσε αποκομίζοντας μόλις 2 βαθμούς… Επρόκειτο για ένα replay τους αγώνα του Μπαχρέιν για τον Sebastian Vettel, ο οποίος και πάλι ήταν άψογος, κατέκτησε την pole position και παρέμεινε επικεφαλής του αγώνα μέχρι να εγκαταλείψει. Το αίτιο της εγκατάλειψής του όμως δεν ήταν κατάρρευση του συστήματος πέδησης του εμπρός αριστερού τροχού όπως είχε αρχικά ανακοινωθεί. Η προμηθεύτρια φρένων της Red Bull, Brembo, αποσαφήνισε την κατάσταση, ανακοινώνοντας ότι οι στροφές του βιδώματος του μπουλονιού του εμπρός αριστερού τροχού στον εμπρός άξονα της Red Bull του Vettel είχαν καταστραφεί. Ωστόσο, οι έρευνες μετά τον αγώνα απέδειξαν ότι το μπουλόνι βιδώθηκε κανονικά στο pit stop του Γερμανού και αναζητούνται άλλα αίτια του προβλήματος. Η ομάδα μελετάει μερικές λύσεις οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν στη Μαλαισία για να αποκλειστεί η επανάληψη του προβλήματος.
 
Εντούτοις, η εγκατάλειψη του Vettel δεν ήταν το μοναδικό πράγμα που απασχόλησε τη Red Bull, η οποία αντιμετώπισε κατηγορίες ότι χρησιμοποιεί ένα σύστημα που ρυθμίζει την απόσταση του μονοθεσίου από το έδαφος, ανάλογα με το φορτίο καυσίμου του ρεζερβουάρ. Οι κατηγορίες αυτές προκλήθηκαν από τηλεοπτικά πλάνα που δείχνουν το μονοθέσιο της Red Bull να ακουμπάει στο έδαφος στις κατατακτήριες δοκιμές, τη στιγμή που θα έπρεπε να έχει μεγάλη απόσταση από αυτό, εφόσον θα διατηρούσε τις ίδιες ρυθμίσεις για να εκκινήσει τον αγώνα με 160 κιλά επιπλέον βάρος από τα καύσιμα. Όπως έχουμε αναφέρει, η μεγαλύτερη απόσταση από το έδαφος επηρεάζει αρνητικά την αεροδυναμική απόδοση για αυτό και το συγκεκριμένο σύστημα, αν χρησιμοποιείται, παρέχει ένα σημαντικό πλεονέκτημα στην ομάδα. Σύμφωνα με τις φήμες, η Red Bull χρησιμοποιεί ένα έξυπνο σύστημα αποσβεστήρων (αμορτισέρ), εκμεταλλευόμενη το υπό πίεση αέριο με το οποίο λειτουργούν αυτοί. Μια θεωρία αναφέρει ότι τα αμορτισέρ πιέζουν το μονοθέσιο στην ιδανική του απόσταση από το έδαφος για τις κατατακτήριες δοκιμές, ενώ πριν τον αγώνα απελευθερώνουν την πίεση αυτή, επιτρέποντας στο μονοθέσιο να ανυψωθεί για να δεχθεί το φορτίο καυσίμου με το οποίο θα εκκινήσει τον αγώνα. Ο διευθυντής της Red Bull, Christian Horner, δήλωσε ότι η ομάδα του θα δεχόταν ευχαρίστως μια αποσαφήνιση των κανονισμών επί του συγκεκριμένου ζητήματος από την πλευρά της FIA, αρνούμενος κατηγορηματικά ότι η RB6 χρησιμοποιεί ανάλογα συστήματα. Παρά τις αρχικές αναφορές για το αντίθετο, η FIA δεν έχει ξεκινήσει έρευνα για να διαπιστώσει αν η Red Bull χρησιμοποιεί παράνομα συστήματα αναρτήσεων και θα το κάνει μονάχα εφόσον κατατεθεί επίσημη διαμαρτυρία από άλλη ομάδα. Πάντως η McLaren προετοιμάζει κάτι παρόμοιο για το GP της Κίνας…
 
Μελανό σημείο για τη Red Bull αποτέλεσε και ο αγώνας του Mark Webber στην πατρίδα του, ο οποίος έδειξε -όπως έχει κάνει και στο παρελθόν- έλλειψη ψυχραιμίας όταν οι καταστάσεις δεν εξελίχθηκαν προς όφελός του. Η Red Bull καθυστέρησε να φέρει τους δυο οδηγούς της στα pits για σλικ ελαστικά σε σύγκριση με τους αντιπάλους της, καθώς αυτοί σταμάτησαν στους γύρους 9 και 10, ενώ όλοι οι υπόλοιποι στους γύρους 8 και 9. Ο Horner δήλωσε ότι αυτό συνέβη πολύ απλά διότι οι οδηγοί της Red Bull δεν αντιμετώπιζαν προβλήματα με τις θερμοκρασίες λειτουργίας των ενδιάμεσων ελαστικών, όπως π.χ. συνέβαινε με τη McLaren. Aκολουθώντας την ιεραρχία που επέβαλε η κατάταξη στην πίστα, ο Vettel σταμάτησε πρώτος στα pits, διατηρώντας την πρωτοπορία, ωστόσο ο Webber έπεσε μετά από το pit stop του στην 6η θέση (από τη 2η). Σε όποια σχεδόν μονομαχία συμμετείχε στη συνέχεια, διέπραξε λάθη που τον οδήγησαν σε μικροεπαφές, εκτός πίστας ή/και μερικές θέσεις πίσω και στο τέλος κατέληξε να εμβολίσει τον Hamilton στον προτελευταίο γύρο και να κατευθυνθεί ξανά στα pits για αντικατάσταση εμπρός αεροτομής, καταλήγοντας στην 9η θέση, για να δεχθεί έπειτα επίπληξη από τους αγωνοδίκες για την πρόκληση του συμβάντος…
 
Θα πρέπει να δοθούν τα εύσημα επίσης στο συνδυασμό του αγώνα, που δεν ήταν άλλος από τον Robert Kubica με τη Renault. Ο Πολωνός ήταν επιθετικός στο πρώτο κομμάτι του αγώνα, άλλαξε ελαστικά έγκαιρα και αμύνθηκε εκπληκτικά έναντι των επιθέσεων οδηγών με ταχύτερα μονοθέσια, για να διατηρηθεί στη δεύτερη θέση μέχρι την καρό σημαία, παρά το γεγονός ότι τα ελαστικά του είχαν παρουσιάσει graining πολλούς γύρους πριν την καρό σημαία. Η Renault σίγουρα δεν αποτελεί μονοθέσιο που να μπορεί να διεκδικήσει υπό κανονικές συνθήκες θέση στο βάθρο και ο Kubica τόνισε ότι η ομάδα θα πρέπει να εκμεταλλεύεται παρόμοιες ευκαιρίες, σε απρόβλεπτες καταστάσεις.
 
Αγώνας περιορισμού ζημιών αποτέλεσε το GP Αυστραλίας για τη Ferrari, καθώς στην πρώτη στροφή, ο Fernando Alonso βρισκόταν στην τελευταία θέση. Ο Felipe Massa μπορεί να βρέθηκε στη δεύτερη θέση έπειτα από μια εκπληκτική εκκίνηση, ωστόσο αντιμετώπιζε προβλήματα με τη θερμοκρασία λειτουργίας των ενδιάμεσων και αργότερα πολύ περισσότερο των σλικ ελαστικών του. Αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο ο Βραζιλιάνος «πάλευε» με το μονοθέσιό του καθ’ όλη τη διάρκεια του αγώνα, χωρίς να βρίσκει επαρκή πρόσφυση. Παρ’ όλα αυτά, κατάφερε να ανέβει στο βάθρο. Ο Massa ήταν αποφασισμένος να μην αφήσει τον Alonso να τον προσπεράσει και τα κατάφερε, κοστίζοντας ίσως στην ομάδα ένα καλύτερο αποτέλεσμα, καθώς ο Ισπανός είχε περισσότερες πιθανότητες να απειλήσει τον Kubica, όντας φανερά ταχύτερος από τον team mate του. Δεδομένου όμως ότι δεν υπάρχουν διαταγές από τη Ferrari παρά μόνο υπό προφανείς συνθήκες στο τέλος της σεζόν (με τον ένα οδηγό να διεκδικεί τον τίτλο και τον άλλο όχι), ο Massa έδωσε σκληρή μάχη στην Αυστραλία για να νικήσει τον team mate του έπειτα από την ήττα που δέχθηκε στο Μπαχρέιν. Η μοναδική διαταγή της ομάδας ήταν η διατήρηση των θέσεων μεταξύ των δυο οδηγών, αφότου αποφασίστηκε ότι κανείς από τους δυο δεν πρόκειται να πραγματοποιήσει δεύτερο pit stop. H Ferrari εξέτασε το ενδεχόμενο ενός δεύτερου pit stop για τους οδηγούς της, ωστόσο έτσι όπως προόδευαν οι χρόνοι, είδε ότι υπάρχει πιθανότητα να λειτουργήσει το ρίσκο διατήρησης των ίδιων ελαστικών. Έπειτα από 2-3 γύρους η επιλογή αυτή είχε γίνει δέσμευση, καθώς πλέον και να πραγματοποιούνταν τα pit stop τους, οι οδηγοί δε θα μπορούσαν να ανακτήσουν τις θέσεις τους. Αξίζει να τονιστεί η επιθετικότητα του Alonso στην ανάκτηση των θέσεων έπειτα από το συμβάν της πρώτης στροφής μέχρι να φτάσει πίσω από τον Massa. Η επαφή της πρώτης στροφής με τον Button, ήταν ένα αγωνιστικό συμβάν, με μερίδιο ευθύνης να επιβαρύνει τόσο τον Ισπανό όσο και τον Βρετανό.  Ο Alonso από εκεί και ύστερα οδήγησε με την ψυχολογία ότι είτε θα ανακτήσει θέσεις είτε θα έχει ατύχημα, χωρίς να έχει τίποτα να χάσει, μέχρι να συναντήσει το φράγμα του Massa.
 
Eπικριτικοί ήταν πολλοί όσον αφορά τον αγώνα του Michael Schumacher, ο οποίος έπεσε στην τελευταία θέση στον πρώτο γύρο, αφού κατέστρεψε την εμπρός αεροτομή της Mercedes του το μονοθέσιο του Alonso καθώς διέγραφε τετ-α-κέ στην πρώτη στροφή. Το γεγονός αυτό μας απέτρεψε να μάθουμε τι θα μπορούσε να έχει κάνει στον αγώνα. Ο Γερμανός είχε μάχες με Virgin και Lotus, αλλά τον περισσότερο αγώνα τον πέρασε κοιτώντας το διαχύτη της Toro Rosso του Jaime Alguersuari, τον οποίο προσπάθησε να αποφύγει μπαίνοντας στα pits στον 29ο γύρο, αλλά βρήκε και πάλι μπροστά του προς το τέλος του αγώνα. Ο Schumacher κατάφερε όμως να ανακτήσει δυο θέσεις στους τελευταίους γύρους και να πάρει τον τελευταίο βαθμό, όντας ιδιαίτερα μαχητικός την τελευταία στιγμή. Είναι προφανές ότι χρειάζεται ακόμα χρόνο εξοικείωσης, όπως είχαμε αναφέρει από το Μπαχρέιν, ωστόσο θα πρέπει αρκετά σύντομα να επιδείξει, με κάποιο τρόπο, εκλάμψεις, έστω, του καλού εαυτού του.
Την Παρασκευή, αρκετές ομάδες ήταν δυσαρεστημένες από το γεγονός ότι ο Schumacher αψήφησε κόκκινες σημαίες έπειτα από το πρώτο ατύχημα του Kamui Kobayashi στην πρώτη περίοδο ελεύθερων δοκιμών, συνεχίζοντας το γύρο του σε πλήρη ρυθμό, χωρίς να δεχθεί κάποια ποινή από τους αγωνοδίκες. Το άλλο συμβάν που αφορούσε τον Schumacher ήταν το γεγονός ότι πήγε και έπιασε τον Alonso στο parc ferme έπειτα από τις κατατακτήριες δοκιμές, πιστεύοντας ότι τον έκλεισε και ρωτώντας τον αν η ομάδα τον είχε ενημερώσει ότι βρισκόταν πίσω του σε έναν γρήγορο γύρο. Ο Γερμανός δήλωσε ότι ο Alonso, στην ενημέρωση των οδηγών ήταν από αυτούς που ζητούσαν αλληλεγγύη στο συγκεκριμένο ζήτημα. Ο Alonso από την πλευρά του ήταν ήδη ενοχλημένος από την παρουσία του Schumacher στο motorhome της Ferrari την Πέμπτη, όπου συνομιλούσε με τους πρώην συνεργάτες του.
 
Το ζήτημα μποτιλιαρίσματος ήταν ιδιαίτερα επίκαιρο στην μικρή σε μήκος (αλλά και πλάτος) πίστα του Albert Park αποτέλεσε μείζον θέμα στην Αυστραλία. Πολλοί κατηγορούν και την τοποθέτηση των καθρεπτών στα pod wings των μονοθεσίων, όπου οι κραδασμοί θολώνουν την εικόνα τους και ο οδηγός δεν αντιλαμβάνεται τι συμβαίνει πίσω του.
Ακολουθήστε το 4troxoi στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα!

ΤΙΜΕΣ - ΤΕΧΝΙΚΑ