top icon
Συγκριτικές δοκιμές

Opel Corsa 1.3 DTE ecoFLEX – Renault Clio 1.5 dCi – Toyota Yaris 1.4 D-4D – VW Polo 1.4 TDI

Έχοντας καθιερωθεί ως τα πιο δυνατά χαρτιά στο χρηματιστήριο της ελληνικής αγοράς, τα μικρά πετρελαιοκίνητα μοντέλα βρίσκονται και πάλι στο επίκεντρο των εξελίξεων, χάρη στην έλευση του νέου Corsa, που ανανεώνει τους διαξιφισμούς του με το Yaris για τη διεκδίκηση της κορυφής της κατηγορίας, υπό το βλέμμα των πάντα υπολογίσιμων Polo και Clio.

ΜΕ την οικονομοτεχνική παράμετρο να έχει αναρριχηθεί στην κορυφή των κριτηρίων επιλογής, τα μοντέλα της κατηγορίας Β στις πετρελαιοκίνητες εκδόσεις τους κερδίζουν όλο και περισσότερο έδαφος στη μάχη της εγχώριας αγοράς. Τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των πωλήσεων δείχνουν, μάλιστα, μια διαφοροποίηση των δεδομένων σε σχέση με το παρελθόν, καθώς καλούνται σήμερα να εκπληρώσουν χρέη του βασικού μεταφορικού μέσου ακόμα και μιας οικογένειας. Αυτό, με τη σειρά του, έχει εντείνει τη βαρύτητα των παροχών κάθε πρότασης, υπό το πρίσμα ενός πιο σφαιρικού πλαισίου απαιτήσεων, οι οποίες θέτουν υπό εξέταση τις παραμέτρους που σχετίζονται με το κομμάτι της οικονομίας, την ευστοχία του οδηγικού προφίλ, το χωροταξικό ταλέντο αλλά και το σύνολο των στοιχείων που συνδέονται με την άνεση και την ασφάλεια.

Με αυτά τα δεδομένα στο προσκήνιο, η Opel βάζει στο παιχνίδι το καθ’ όλα νέο Corsa, που στην πετρελαιοκίνητη έκδοση δε συνοδεύεται από τη ριζοσπαστική αναβάθμιση που έφερε ο υπερτροφοδοτούμενος 1.000άρης στην γκάμα των βενζινοκινητήρων, καθώς ποντάρει στη δοκιμασμένη λύση του αειθαλούς 1.3 CDTI με την υπογραφή της Fiat, ο οποίος, συνδυάζοντας ιδανικά την απόδοση με την οικονομία, έχει συμβάλει σε μεγάλο ποσοστό στην εμπορική ευστοχία της συγκεκριμένης έκδοσης. Βέβαια, μιλάμε για μία από τις πλέον ανταγωνιστικές κατηγορίες, με καθιερωμένες παρουσίες αλλά και πλουραλισμό προτάσεων, οπότε το Corsa καλείται καταρχήν να αντιμετωπίσει τον πλέον δυνατό εμπορικά αντίπαλο στη μορφή του πρόσφατα φρεσκαρισμένου Toyota Yaris, χωρίς να ξεχνάμε ωστόσο και την υπεραξία του βασικού εκπροσώπου του ομίλου VAG, VW Polo, που συνδύασε το τελευταίο facelift με την προσθήκη του νέου 1.4 TDI, ή τη δυναμική της γαλλικής σχολής όπως αυτή εκφράζεται από το Renault Clio.

Στην κατεύθυνση της λογικής

Αν και θεωρητικά η συγκεκριμένη κατηγορία απευθύνεται κυρίως σε ένα νεότερο ηλικιακά κοινό, φαίνεται πως μέρος της εξελικτικής πορείας της είναι και η διαμόρφωση ενός πιο σοβαρού προφίλ. Αυτό φαίνεται να προκύπτει από την υιοθέτηση μιας αρκετά συγκρατημένης λογικής, που αποφεύγει το οποιοδήποτε ρίσκο ή τις αποκλίσεις από την πεπατημένη, θυμίζοντας την τακτική στην οποία μας έχουν συνηθίσει μεγαλύτερες κατηγορίες με πιο συντηρητικό ύφος. Θα σταθούμε, για παράδειγμα, στο γεγονός πως, αν και το Clio είναι αυτό με τα περισσότερα χρόνια παρουσίας στην παρούσα μορφή, δείχνει εντούτοις το πιο φρέσκο και τολμηρό αισθητικά μεταξύ των μοντέλων της δοκιμής μας. Από την πλευρά του, το Corsa διατηρεί τις αναλογίες των όγκων της προηγούμενης γενιάς, έχοντας προσαρμόσει σε αυτές στοιχεία της σύγχρονης οικογενειακής ταυτότητας της Opel, όπως τα μεγάλα φωτιστικά σώματα με τη χαρακτηριστική οδόντωση, την αρκετά σφηνοειδή διαμόρφωση του εμπρός μέρους με τη μεγάλη εισαγωγή αέρα στον προφυλακτήρα αλλά και τα επιμηκυσμένα σε σχέση με το παρελθόν πίσω φώτα. Ως αποτέλεσμα, η εικόνα δείχνει ιδιαίτερα οικεία, φωνάζοντας «Corsa» ακόμα και σε αυτόν που δε γνωρίζει τα χαρακτηριστικά της νέας γενιάς.

Την ίδια στιγμή, σε σχέση με το πρόσφατο φρεσκάρισμά τους, το μεν Yaris παραθέτει ως πιο βασική αλλαγή τη διαμόρφωση του χαρακτηριστικού «Χ» στη μάσκα, που είδαμε αρχικά στο Aygo, και πιθανώς θα ακολουθήσει και σε άλλα μοντέλα, στο δε Polo θα χρειαστεί μια ιδιαίτερα εκπαιδευμένη και παρατηρητική ματιά για να αντιληφθείς τις αλλαγές στα εμπρός φώτα και στον προφυλακτήρα σε σχέση με τα προ «facelift» μοντέλα. Από την άλλη πλευρά, απομονώνοντας το στοιχείο της αισθητικής, η μίμηση της τακτικής μεγαλύτερων κατηγοριών έχει οδηγήσει σε μια αντίστοιχη ωρίμανση της ποιοτικής προσέγγισης, κυρίως σε ό,τι αφορά τα ερεθίσματα που λαμβάνεις πλέον ως επιβάτης. Παρά, λοιπόν, την όποια συγγένεια της εξωτερικής εικόνας του νέου Corsa με αυτήν του προκατόχου του, είναι αντίστοιχα δεδομένο πως, ανοίγοντας την πόρτα και περνώντας στο εσωτερικό, αντιλαμβάνεσαι εξαρχής τη σαφή αναβάθμιση τόσο ποιοτικά όσο και εργονομικά.

Έτσι, θετικές εντυπώσεις προκύπτουν από τα υλικά, και κυρίως τα μαλακά πλαστικά του ταμπλό, τον ευανάγνωστο πίνακα οργάνων και την απλούστευση που έχει προκύψει στην κεντρική κονσόλα, η οποία κορυφώνεται στις πιο πλούσιες εκδόσεις με τη μεγάλη πολυλειτουργική οθόνη αφής 7 ιντσών του συστήματος IntelliLink, που μεταξύ άλλων υποστηρίζει τη συνδεσιμότητα με όλα τα smartphone, δίνοντας πρόσβαση σε μεγάλο αριθμό εφαρμογών. Η λειτουργία της οθόνης δεν απαιτεί παρά ένα σχετικά σύντομο διάστημα προσαρμογής, και σίγουρα δίνει αρκετούς πόντους στην εργονομία, η οποία κερδίζει και από την τοποθέτηση του επιλογέα λίγο πιο ψηλά σε σχέση με το παρελθόν.

Το μόνο αγκάθι στην ευρύτερη θετική εικόνα της εργονομίας, που περιλαμβάνει και την εύκολα ρυθμίσιμη θέση οδήγησης, είναι τα εμπρός καθίσματα με την έντονη υποστήριξη της μέσης, που τελικά αποδεικνύεται κουραστική, και μάλιστα σε αρκετά σύντομο διάστημα. Από εκεί και πέρα, το Corsa συνεχίζει την πολύ καλή παράδοση που δημιούργησε ο προκάτοχός του στο χωροταξικό τομέα. Άλλωστε, με μόνη διαφοροποίηση τα μόλις 2 εκατοστά μεγαλύτερου μήκους, η νέα γενιά διατηρεί τα αριθμητικά δεδομένα του προηγούμενου μοντέλου σε ό,τι αφορά το μεταξόνιο και το πλάτος, προσφέροντας ένα ιδιαίτερα ευρύχωρο εσωτερικό, με πλέον δυνατά στοιχεία τον αρκετό αέρα για τα πόδια και κυρίως το κεφάλι των πίσω, οπότε το μόνο που ίσως αναζητήσεις είναι κάπως μεγαλύτεροι και πιο πρακτικοί χώροι για μικροαντικείμενα.

Σε αυτό το κομμάτι, μόνο το Yaris καταφέρνει να επιδείξει αντίστοιχη ικανότητα, ενώ αναπληρώνει τον οριακά πιο φειδωλό χώρο για τα γόνατα των πίσω με την επίπεδη διαμόρφωση του πατώματος, που διευκολύνει την περιστασιακή φιλοξενία και τρίτου πίσω επιβάτη. Την ίδια στιγμή, το πρόσφατο facelift του ιαπωνικού μοντέλου συνοδεύεται και από μια σαφή αναβάθμιση της αίσθησης του εσωτερικού, χάρη στη χρήση των πιο ποιοτικών στην αφή πλαστικών που βρίσκουμε και στο μεγαλύτερο Auris. Πάντως, σε επίπεδο εργονομίας θα σημειώσουμε πως, παρά το εξαιρετικό κάθισμα με την πολύ καλή στήριξη, η θέση οδήγησης πιθανώς να μη βολέψει ιδανικά τα ψηλά αναστήματα, λόγω της σχετικά χαμηλής τοποθέτησης του τιμονιού.

Τους δύο πρωτοπόρους σε ευρυχωρία ακολουθεί το Polo, που θα δυσκολέψει ελαφρώς τους πίσω επιβάτες με σωματότυπο πέραν του μέσου όρου, όμως από την άλλη αποδεικνύεται αρκετά πρακτικό στην καθημερινή χρήση, χάρη στους αρκετούς και εύχρηστους βοηθητικούς χώρους, και ειδικά σε αυτόν στη βάση της κεντρικής κονσόλας. Παρά, μάλιστα, την ποιοτική προσέγγιση των αντιπάλων, η πρόταση της VW καταφέρνει να δίνει μια περισσότερο τονισμένη premium αίσθηση, κερδίζοντας στα σημεία ως προς τη λεπτομέρεια του φινιρίσματος. Μοιραία, σε αυτήν την αναμέτρηση το Clio μένει πιο πίσω, πληρώνοντας κυρίως το τίμημα της πιο σφηνοειδούς σιλουέτας του σε ό,τι αφορά το εσωτερικό ύψος, ειδικά για τους πίσω, ενώ φαίνεται πως οι Γάλλοι δεν κατάφεραν να πετύχουν την καλύτερη χωροταξική εκμετάλλευση, αφού, παρά το μεγαλύτερο σε μήκος μεταξόνιο, τα πόδια των πίσω επιβατών βρίσκονται πάντα σε επαφή με τις πλάτες των εμπρός καθισμάτων. Από την άλλη πλευρά, πάντως, το Clio παραθέτει το μεγαλύτερο χώρο αποσκευών και έχει αναμφίβολα την καλύτερη θέση οδήγησης, καθώς θα βολέψει όλα τα αναστήματα και τις προτιμήσεις, ενώ η χαμηλή τοποθέτησή της σε κάνει να αισθάνεσαι μέσα στο αυτοκίνητο.

Τεχνολογικοί αντιλογισμοί

Οι περισσότεροι θα συμφωνήσουν πως το τεχνολογικό highlight του νέου Corsa αφορά το νέο 3κύλινδρο υπερτροφοδοτούμενο 1.000άρη βενζινοκινητήρα, αυτό όμως δε σημαίνει πως η νέα γενιά δε συνοδεύεται από τις απαραίτητες αλλαγές σε καίριους τομείς, που αγγίζουν όλες τις εκδόσεις του μοντέλου. Το ήδη υπάρχον πλαίσιο, που χρησιμοποιήθηκε ως βάση, ανασχεδιάστηκε σε αρκετά τμήματα και δέχθηκε μια ευρεία σειρά επεμβάσεων, που οδήγησαν στην αύξηση της ακαμψίας με ταυτόχρονη μείωση του ύψους του κέντρου βάρους. Από την προηγούμενη γενιά έχει μεταφερθεί και η αρχιτεκτονική της ανάρτησης, αλλά με μια εφ’ όλης της ύλης αναθεώρηση της γεωμετρίας, με ενισχυμένο υποπλαίσιο εμπρός, νέας σχεδίασης και πιο στιβαρό ημιάκαμπτο άξονα πίσω, σε συνδυασμό βέβαια με διαφοροποιημένα χαρακτηριστικά σε αμορτισέρ και ελατήρια. Το πακέτο των αλλαγών συμπληρώνεται από το εντελώς νέο σύστημα διεύθυνσης, με νέα κρεμαγιέρα, διαφορετικά σημεία στήριξης και αναθεωρημένο λογισμικό.

Επί της ουσίας, λοιπόν, εστιάζοντας στην πετρελαιοκίνητη έκδοση, το πιο ισχυρό στοιχείο σύνδεσης με την προηγούμενη γενιά εντοπίζεται στον κινητήρα. Το σύνολο των 1.300 κ.εκ. που αρκετά χρόνια τώρα μοιράζεται η Opel με τον όμιλο Fiat καλά κρατεί, καταθέτοντας σε επίπεδο προδιαγραφών μία από τις πιο αποδοτικές προτάσεις της αγοράς, καθώς στο Corsa έχει επιλεγεί η πιο δυνατή έκδοση των 95 ίππων, χωρίς όμως κάποια ευχάριστη έκπληξη στον τομέα της μετάδοσης, αφού παραμένει το γνωστό κιβώτιο των 5 σχέσεων, με κάποιες μόνο βελτιώσεις στο μοχλικό του σύστημα. Η κατηγορία, μάλιστα, δείχνει με μια πρώτη ματιά να διαθέτει μια αρκετά ταυτόσημη αντίληψη, οπότε, τουλάχιστον σε επίπεδο απόδοσης, οι υπόλοιποι τρεις αντίπαλοι βρίσκονται σε απόλυτη ισορροπία, με τον κάθε κατασκευαστή να έχει το δικό του στοιχείο διαφοροποίησης. Για παράδειγμα, ο νεότερος ηλικιακά 1.4 TDI του Polo είναι και ο μόνος 3κύλινδρος της παρέας, τη στιγμή που οι Ιάπωνες παραθέτουν ως πλεονέκτημα το 6άρι κιβώτιο, ενώ οι Γάλλοι με το μεγαλύτερο σε χωρητικότητα κινητήρα έχουν το πάνω χέρι σε επίπεδο ροπής.

Στην πράξη το γαλλικό σύνολο κερδίζει και τους περισσότερους πόντους σε επίπεδο λειτουργίας, συνδυάζοντας τα αρκετά ποιοτικά για την κατηγορία χαρακτηριστικά με την ευρωστία και τη γεμάτη αίσθηση σε χαμηλές και μεσαίες στροφές. Παρά την πιο θορυβώδη λειτουργία, παραπλήσια είναι και η εικόνα του D-4D, που εκμεταλλεύεται την πυκνότερη κλιμάκωση που επιτρέπει η επιπλέον μία σχέση στο κιβώτιο, για να καλύψει την ελαφριά του υστέρηση έναντι του Γάλλου αντιπάλου πολύ χαμηλά, δίνοντας την εντύπωση περισσότερου νεύρου και μεγαλύτερης ευστροφίας. Από εκεί και πέρα, ο 1.300άρης CDTI του Corsa δείχνει ελαφρώς βελτιωμένος σε ό,τι αφορά τα χαρακτηριστικά λειτουργίας και την τραχύτητα που μας είχε συνηθίσει, με την πολύ καλή ηχομόνωση να μειώνει περαιτέρω το θόρυβο που φθάνει στην καμπίνα των επιβατών.

Αυτό που παραμένει αμετάβλητο έχει να κάνει με το εύρος λειτουργίας και τη βέλτιστη περιοχή στροφών, η οποία ξεκινά κοντά στις 2.500 σ.α.λ. και, χάρη στην καλή ευστροφία ψηλά, φθάνει μέχρι τις 4.500 σ.α.λ., με το αδύναμο σημείο του να εντοπίζεται και πάλι στη μικρή υστέρηση χαμηλά. Από την πλευρά του, ο 1.400άρης TDI αιφνιδιάζει θετικά με την πολιτισμένη λειτουργία και την απουσία αυξημένων κραδασμών, παρά την ύπαρξη μόνο 3 κυλίνδρων. Όμως και εδώ η βελόνα του στροφομέτρου πρέπει να περάσει την ένδειξη των 2.000-2.200 σ.α.λ. ώστε η αίσθηση να γίνει πιο γεμάτη, την ώρα που η ευστροφία του δεν κολακεύεται από την αρκετά μακριά κλιμάκωση του κιβωτίου, ενώ στις πολύ χαμηλές στροφές μέσα στην πόλη ο οδηγός θα χρειαστεί ορισμένες φορές να πατινάρει λίγο το συμπλέκτη ώστε να αποφύγει το σκορτσάρισμα και κάποιο πιθανό σβήσιμο.

Μεταφράζοντας τα παραπάνω στη γλώσσα των αριθμών, βλέπουμε πως το Yaris έχει τον πρώτο λόγο σε επιδόσεις από στάση και εν κινήσει, εξαργυρώνοντας το αβαντάζ των 6 σχέσεων. Καταφέρνει λοιπόν να σπάσει το φράγμα των 100 χλμ. από στάση σε 11,4 δλ., ακολουθούμενο μόνο από το πιο δυνατό σε ισχύ Corsa με 11,7 δλ., όταν τα Clio και Polo βρίσκονται πάνω από τα 12 δλ. Το πλεονέκτημα του ιαπωνικού μοντέλου διατηρείται, όμως, και στις περισσότερες ρεπρίζ, με το Clio να αποδεικνύεται πιο σβέλτο ανάμεσα στους αντιπάλους με 5άρι κιβώτιο, με επιλεγμένες την 3η και την 4η σχέση και το Polo να πλησιάζει με 5η. Από την άλλη πλευρά, πάντως, στον τομέα της κατανάλωσης, που διαμορφώνει σε μεγάλο βαθμό και την οικονομία σε επίπεδο χρήσης, η πλειονότητα των αντιπάλων καταθέτει ένα ιδιαίτερα ελκυστικό προφίλ, με το Clio να επιδεικνύει ένα οριακό προβάδισμα, καθώς η μέση κατανάλωση αγγίζει τα 5,4 λίτρα/100 χλμ., και με τα Yaris και Corsa να ακολουθούν σε απόσταση αναπνοής με 5,5 λίτρα/100 χλμ. Περισσότερο λαίμαργο αποδεικνύεται το Polo, που ξεπερνά τα 6 λίτρα/100 χλμ., αφού τελικά στην πράξη οι μακριές σχέσεις αναγκάζουν τον οδηγό να έχει και βαρύτερο πόδι.

Εντός και εκτός

Η λογική των εκπτώσεων στο οδηγικό κομμάτι, με άλλοθι την κατά κύριο λόγο αστική χρήση, έχει προ πολλού εκλείψει από τις προτάσεις της μικρής κατηγορίας, από όπου δε λείπουν και οι περιπτώσεις με άποψη και χρώμα. Ανάμεσα σε αυτές, υπερασπίζοντας και την άλλοτε γαλλική κυριαρχία, συγκαταλέγεται το Clio, που αναμφίβολα παραθέτει μία από τις πιο ολοκληρωμένες αλλά και ενδιαφέρουσες οδηγικά προτάσεις στην κατηγορία. Το αριθμητικό του πλεονέκτημα σε ό,τι αφορά το μήκος του μεταξονίου αλλά και το πλάτος των μετατροχίων του μεταφράζεται σε μια εξαιρετική σιγουριά και προοδευτικότητα στο πάτημα τόσο στο ταξίδι, όπου αποδεικνύεται ευθύβολο και ακριβέστατο ακόμα και με μεγάλες τριψήφιες ενδείξεις στο ταχύμετρο, όσο και σε επαρχιακές διαδρομές με ποικιλία χάραξης. Εκεί κερδίζει τις εντυπώσεις με την επιλογή των ρυθμίσεων της ανάρτησης, που συνδυάζει την ακρίβεια και τη ζωντάνια της απόκρισης με ένα πολύ καλό επίπεδο άνεσης και απόσβεσης των ανωμαλιών.

Δυνατό στοιχείο σε κάθε περίπτωση είναι η πρόσφυση του εμπρός μέρους ακόμα και σε οδόστρωμα μέτριας ποιότητας, κάτι που αφενός κάνει εξαιρετικά σπάνια την επέμβαση του ESP και αφετέρου, σε συνδυασμό με το ακριβέστατο τιμόνι, βοηθά στην επιλογή και τη στόχευση της ιδανικής τροχιάς, τη στιγμή που το προσεγμένο ζύγισμα επιτρέπει την εύκολη διόρθωση τόσο με την κατάλληλη ρύθμιση της γωνίας των εμπρός τροχών όσο και με το παίξιμο του γκαζιού και την ανάλογη συνεισφορά από το ζωντανό αλλά προοδευτικό πίσω μέρος. Με λίγα λόγια, το Clio είναι από τις προτάσεις που δεν αποκλείουν από την εξίσωση την παράμετρο της πιο συμμετοχικής και απολαυστικής -αν ζητηθεί- προσέγγισης, απέναντι μάλιστα στο περισσότερο τυπικό και τυποποιημένο προφίλ των αντιπάλων. Από αυτούς τα Polo και Yaris δείχνουν μια παραπλήσια προσέγγιση, που θα ανταποκριθεί απόλυτα στις όποιες απαιτήσεις, χωρίς όμως να ενθουσιάσει ή να προκαλέσει για κάτι παραπάνω, με την κάθε πρόταση να παραθέτει τα όποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ως παράγοντα διαφοροποίησης.

Έτσι, στο μεν Yaris αυτό προκύπτει μέσα από την πιο τονισμένη ζωντάνια, που με τη σειρά της οφείλεται στο πακέτο των καλύτερων επιδόσεων, του εξαιρετικού επιλογέα και του ελαφρού αλλά με σαφή αίσθηση τιμονιού. Η ανανεωμένη γενιά, χάρη σε επιλεκτικές αλλαγές του πίσω ημιάκαμπτου άξονα, έχει αποκτήσει μια ελαφρώς πιο συμπαγή αίσθηση στην κύλιση, ωστόσο αυτό δεν αποβαίνει εις βάρος της άνεσης που προσδίδουν οι σχετικά μαλακές ρυθμίσεις της ανάρτησης. Η ευελιξία και η ευκολία χειρισμών προδίδουν έναν ιδιαίτερα ευχάριστο και εύχρηστο χαρακτήρα στην κίνηση στην πόλη, τη στιγμή που έξω από αυτήν το ιαπωνικό μοντέλο προβάλλει ως κύριο πλεονέκτημά του την ομοιογένεια και την προοδευτικότητα κάτω από όλες τις συνθήκες. Μπορεί να μη διαθέτει το πολυδιάστατο οδηγικό ταλέντο του Clio, όμως ουδέποτε θα προβληματίσει, αφού ακόμα και στην πίεση η εικόνα του δεν ξεφεύγει από το πλαίσιο των τυπικών και εύκολα ελεγχόμενων υποστροφικών τάσεων, με το πίσω μέρος να μην μπαίνει στην εξίσωση του καθορισμού της διαγραφόμενης τροχιάς.

Στο ίδιο μήκος κύματος ακολουθεί και το Polo, ισοσταθμίζοντας την αδυναμία του στο κομμάτι των επιδόσεων με την πιο αποτελεσματική, συγκριτικά με του Yaris, γεωμετρία της εμπρός ανάρτησης σε ό,τι αφορά την παραγωγή πρόσφυσης αλλά και το σαφώς βελτιωμένο στην ανανεωμένη γενιά, γρήγορο και πιο πλούσιο σε πληροφόρηση τιμόνι. Ωστόσο, το μικρό VW προβάλλει ως δυνατό χαρτί τη μεταφορά της ευρύτερης ποιοτικής του προσέγγισης και στα εν γένει δυναμικά χαρακτηριστικά του. Κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι, άλλωστε, το γεγονός πως το Polo προσεγγίζει με μεγαλύτερη ακρίβεια από ό,τι οι αντίπαλες προτάσεις την αίσθηση μεγαλύτερης κατηγορίας, χάρη σε στοιχεία με ποιοτικό αντίκρισμα, όπως είναι η πολύ καλή ηχομόνωση και η στιβαρή κύλιση, που ενισχύουν περαιτέρω το στοιχείο της άνεσης και της ευχάριστης φιλοξενίας.

Το Corsa, από τη μεριά του, δηλώνει τη διαφοροποίηση σε σχέση με το παρελθόν, καταρχήν με την ιδιαίτερα εύστοχη αλλαγή στο σύστημα διεύθυνσης, που, αν και αρκετά ελαφρύ, διαθέτει πλέον την ακρίβεια, την ταχύτητα αλλά και τη ζωντάνια στην απόκριση ώστε να μπει στη λίστα με τα δυνατά στοιχεία του αυτοκινήτου, σε αντίθεση με τον επιλογέα, που είναι ελαφρώς πιο σαφής σε σχέση με το παρελθόν, χάρη σε αλλαγές στο μοχλικό σύστημα, χωρίς όμως να έχει την ακρίβεια που είδαμε στο νέο 6άρι της βενζινοκίνητης έκδοσης. Σε κάθε περίπτωση, η ευχάριστη έκπληξη από το τιμόνι σε συνδυασμό με τη βελτίωση της ακρίβειας της εμπρός γεωμετρίας αλλά και την αναβαθμισμένη κύλιση δηλώνουν μια σαφή βελτίωση σε σχέση με το απερχόμενο μοντέλο, αν και δεν είναι ορατή μια ευρύτερη ρήξη με το χαρακτήρα του χθες. Ο λόγος για τον ξεκάθαρο προσανατολισμό στην άνεση, στο βωμό της οποίας έχει θυσιαστεί μέρος της ζωντάνιας της απόκρισης και της ακρίβειας των αντιδράσεων, λόγω της υιοθέτησης αρκετά μαλακών ρυθμίσεων. Αυτή η επιλογή καθώς και στοιχεία που συνδέονται μαζί της, όπως οι αυξημένες κλίσεις του αμαξώματος αλλά και κάποιες τάσεις πλεύσης στις υψηλές ταχύτητες, διαμορφώνουν ένα ήπιο οδηγικό προφίλ που σίγουρα δε θα προβληματίσει, καταθέτοντας ομοιογένεια και φιλικότητα κάτω από όλες τις συνθήκες, αλλά και δε θα προκαλέσει τον οδηγό για παραπάνω αναζητήσεις, που ξεφεύγουν από το πλαίσιο της απλής μετακίνησης.

Παραθέτοντας τα ατού

Οι συνθήκες έντονου ανταγωνισμού δημιουργούν αποδεδειγμένα το καλύτερο περιβάλλον για πρόοδο. Αυτό το δεδομένο αντικατοπτρίζει με μεγάλη επιτυχία τα βήματα που έχουν συντελεστεί τα τελευταία χρόνια στη μικρή κατηγορία, διαμορφώνοντας έναν όλο και πιο ολοκληρωμένο χαρακτήρα, αφού αυτή ανταποκρίνεται στα δεδομένα μιας ευρύτερης χρήσης, που ξεφεύγει από το πλαίσιο του αστικού προσανατολισμού. Ωστόσο, δε λείπει η πιο ειδική εστίαση κάθε πρότασης, που μέσα από τα πιο δυνατά ατού της φανερώνει σε μεγάλο βαθμό και τον προσανατολισμό της. Σε αυτό το πλαίσιο, το νέο Corsa δείχνει πως επιμένει στη λογική της πρακτικότητας, δίνοντας βάρος στους τομείς που εξυπηρετούν τις πιο χρηστικές πτυχές της καθημερινότητας και εστιάζοντας περισσότερο στη λογική, και όχι στο συναίσθημα. Μέσα από το πρίσμα μιας ποιοτικής αναβάθμισης σε κατασκευαστικό επίπεδο και με αρωγό την ενίσχυση του τεχνολογικού προφίλ του, το μικρό best-seller της Opel συνεχίζει να προβάλλει τα πολύ δυνατά στοιχεία των εξαιρετικών για την κατηγορία χωροταξικών δυνατοτήτων, της οικονομίας στη χρήση που συνοδεύει την πετρελαιοκίνητη έκδοση και, βέβαια, του ελκυστικού πακέτου σχέσης/τιμής. Στοιχεία που μέχρι τώρα έχουν αποδώσει τα μέγιστα στην κρίσιμη μάχη της αγοράς και, φυσικά, θα είναι το πιο αποτελεσματικό όπλο και της νέας γενιάς.

Αντίστοιχα, το Polo ποντάρει στο χαρτί του τονισμένου πρεστίζ που χαρακτηρίζει την ποιοτική προσέγγιση των γερμανικών προτάσεων του ομίλου VAG, σε συνδυασμό με τη μηχανολογική αρτιότητα που συνοδεύει ακόμα και τις πιο γήινες προτάσεις τους. Απευθυνόμενο, λοιπόν, στο κοινό που βάζει τα παραπάνω χαρακτηριστικά στην πρώτη γραμμή, ο αντίλογος προκύπτει εκ των έσω, καθώς ο νέος μικρός TDI δεν καταφέρνει να αλλάξει τις ισορροπίες έναντι του 1.200άρη TSI, που παραμένει η ιδανικότερη και πιο ολοκληρωμένη επιλογή σε επίπεδο κινητήρα. Ωστόσο, η αναζήτηση των προτάσεων που καταφέρνουν να ανταποκριθούν με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα σε ευρύτερο φάσμα απαιτήσεων μας οδηγεί εκτός των γερμανικών συνόρων, προς τη μεριά των Yaris και Clio, με τη μεταξύ τους ισορροπία να κρίνεται στις λεπτομέρειες, που εντέλει συνδέονται και με τις προσωπικές προτιμήσεις.

Η πετρελαιοκίνητη έκδοση του Yaris είναι αναμφίβολα η πιο ολοκληρωμένη παρουσία στην γκάμα του μοντέλου, συνδυάζοντας τους γενναιόδωρους χώρους, την πρακτικότητα και την ευχρηστία με ένα εξαιρετικό πακέτο επιδόσεων και οικονομίας αλλά και ένα ισορροπημένο οδηγικό προφίλ. Και, βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η παράδοση στον τομέα της αξιοπιστίας έχει δώσει στο όνομα «Toyota» εξαιρετική αντοχή στο χρόνο, εξασφαλίζοντας μια ζηλευτή δυναμική στη μεταπώληση. Με το χέρι στην καρδιά, πάντως, η επιλογή μας γέρνει περισσότερο προς τη μεριά του Clio, καθώς καταφέρνει να αναπληρώσει με το παραπάνω την όποια χωροταξική αστοχία έναντι των αντιπάλων με τον ολοκληρωμένο και ταλαντούχο χαρακτήρα του, όντας καλοφτιαγμένο, οικονομικό και σβέλτο αλλά και προικισμένο με ένα οδηγικό ταμπεραμέντο που αγγίζει τις πιο ευαίσθητες χορδές του οδηγού._ 4Τ

ΤΟ ΧΡΩΜΑ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ

Εξετάζοντας τις πετρελαιοκίνητες εκδόσεις με 5θυρο αμάξωμα των τεσσάρων μοντέλων στο βασικό πακέτο εξοπλισμού, οι πιο προσιτές οικονομικά προτάσεις έρχονται από τα Yaris και Corsa. Το νέο Corsa 1.3 DTE ξεκινά από τα 14.383 ευρώ (με απόσυρση) για την έκδοση Enjoy, η οποία περιλαμβάνει μεταξύ άλλων έξι αερόσακους, ESP, εμπρός ηλεκτρικά παράθυρα, ηλεκτρικούς καθρέφτες και κλειδαριές, air condition και ηχοσύστημα με χειριστήρια στο τιμόνι. Αντίστοιχα κύρια στοιχεία εξοπλισμού, αλλά χωρίς αερόσακους οροφής, προσφέρει η έκδοση Cool του Yaris με 14.400 ευρώ με απόσυρση. Το Polo 1.4 ΤDI των 90 ίππων ξεκινά από τα 14.690 ευρώ (με απόσυρση) για την έκδοση Trendline, με εξοπλισμό παραπλήσιο αυτού των δύο προηγούμενων μοντέλων, αλλά στάνταρντ σύστημα αποφυγής σύγκρουσης και hill assist. Τέλος, η πιο αλμυρή πρόταση έρχεται από το Clio, που φθάνει τα 14.950 ευρώ (με απόσυρση) για τη βασική του έκδοση Expression, η οποία διαθέτει επιπλέον των ανταγωνιστών σύστημα πολυμέσων με οθόνη αφής 7 ιντσών και cruise control.

OPEL CORSA 1.3 DTE

ΥΠΕΡ/ΧΩΡΟΙ/ΤΙΜΗ

ΚΑΤΑ/ΚΛΙΣΕΙΣ ΑΜΑΞΩΜΑΤΟΣ

RENAULT CLIO 1.5 dCi

ΥΠΕΡ/ΟΔΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ/ΑΝΕΣΗ

ΚΑΤΑ/ΧΩΡΟΙ ΠΙΣΩ ΕΠΙΒΑΤΩΝ

TOYOTA YARIS 1.4 D-4D

ΥΠΕΡ/ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ/ΧΩΡΟΙ

ΚΑΤΑ/ΧΑΜΗΛΗ ΘΕΣΗ ΤΙΜΟΝΙΟΥ

VW POLO 1.4 TDI

ΥΠΕΡ/ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ/ΣΤΑΝΤΑΡΝΤ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

ΚΑΤΑ/ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

ΔΟΚΙΜΗ

VW POLO 1.4 TDI 75 PS

Νέα βάση

Η βασική πετρελαιοκίνητη έκδοση του ανανεωμένου Polo βάζει στο επίκεντρο το οικονομικό προφίλ σε επίπεδο κτήσης αλλά και χρήσης.

ΜΕΤΑΞΥ των σημαντικών στοιχείων της ανανέωσης του Polo ήταν και η απαραίτητη από καιρό προσθήκη ενός μεσαίου κυβισμού πετρελαιοκινητήρα. Ο νέος 3κύλινδρος 1.400άρης TDI έχει αναλάβει, μάλιστα, διπλό ρόλο, καθώς στην έκδοση των 90 ίππων, που ήδη έχουμε γνωρίσει, αντικαθιστά τον αντίστοιχης ισχύος 1.6 TDI, ενώ στην πιο αδύναμη εκδοχή με 75 ίππους παίρνει τη θέση του παλαιότερου τεχνολογικά 1.2 TDI, που συνόδευε τις βασικές αλλά και τις BlueMotion εκδόσεις του μικρού VW. Αυτή η αλλαγή στη βάση συνοδεύεται από θετικό πρόσημο, καθώς ο νέος κινητήρας φέρνει και μια ουσιαστική αναβάθμιση στο κομμάτι των επιδόσεων, βελτιώνοντας ουσιαστικά και την ευχρηστία μέσα στην πόλη. Ο λόγος για αυτό εντοπίζεται κυρίως στην επιπλέον ροπή αλλά και στην ανάπτυξή της σε πιο χαμηλές στροφές προς όφελος της ελαστικότητας, κάτι που συνεπάγεται και μειωμένη ανάγκη για προσφυγή στον επιλογέα στην κίνηση σε αστικό περιβάλλον.

Ενδεικτικά θα αναφέρουμε πως με το νέο κινητήρα το Polo κερδίζει 1,1 δλ. έναντι του 1.2 TDI στην εκκίνηση από στάση μέχρι τα 100 χλμ./ώρα, ενώ το όφελος είναι ακόμα μεγαλύτερο στις επιταχύνσεις εν κινήσει, ειδικά με τις μεγαλύτερες σχέσεις, για παράδειγμα για τα 80-110 χλμ./ώρα με 4η και 5η, όπου το 1.4 TDI χρειάζεται 8,9 και 11,9 δλ., όταν οι αντίστοιχοι χρόνοι για τον προκάτοχό του ήταν 10,3 και 13,9 δλ. Η βελτίωση, λοιπόν, της αδυναμίας που υπήρχε στο κομμάτι των επιδόσεων προσδίδει μια συνολικά πιο ολοκληρωμένη εικόνα στη βασική έκδοση του Polo σε χρηστικό επίπεδο. Ωστόσο, θα σημειώσουμε πως ο 3κύλινδρος κινητήρας της VW έχει μια πιο τραχιά λειτουργία έναντι των σύγχρονων 4κύλινδρων συνόλων του ανταγωνισμού, ενώ σε σχέση με την πιο ισχυρή έκδοση των 90 ίππων οι αναμενόμενα υποδεέστερες επιδόσεις δε συνοδεύονται από ένα αντίστοιχο όφελος στην κατανάλωση, η μέση τιμή της οποίας κυμαίνεται στα 6,3 λίτρα/100 χλμ. και στις δύο περιπτώσεις.

Την ίδια στιγμή, ο εν λόγω κινητήρας προσφέρεται μόνο με το βασικό εξοπλιστικό πακέτο Conceptline, από το οποίο απουσιάζουν κάποια στοιχεία άνεσης, όπως πίσω ηλεκτρικά παράθυρα, θύρα USB και bluetooth ή, εναλλακτικά, με το πακέτο BlueMotion, που όμως είναι το ακριβότερο της πετρελαιοκίνητης σειράς. Έτσι, η συγκεκριμένη έκδοση του Polo δείχνει να στρέφεται περισσότερο στο πεδίο των εταιρικών πωλήσεων, καθώς με μια επιβάρυνση που δεν ξεπερνά τα 1.000 ευρώ υπάρχει η επιλογή της ταχύτερης, αντίστοιχα οικονομικής σε καύσιμο και καλύτερα εξοπλισμένης έκδοσης Trendline με τον κινητήρα των 90 ίππων, που δείχνει περισσότερο εύστοχη._ 4Τ

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΘΑΝΟΣ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ, ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΛΜΠΑΝΕΛΛΗΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ

Ακολουθήστε το 4troxoi στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα!

ΤΙΜΕΣ - ΤΕΧΝΙΚΑ