top icon
Blog

Με Audi TT Roadster στην αθηναϊκή Ριβιέρα

Πέριξ της πρωτεύουσας υπάρχουν κάποιες, λίγες, διαδρομές για τον Πραγματικό Οδηγό. Καθεμία με τα δικά της χαρακτηριστικά της όσον αφορά την ποιότητα της ασφάλτου και τη δυσκολία απομνημόνευσής της, όλες τους όμως με κοινό χαρακτηριστικό ότι απλώνονται σε ιδιαίτερο από πλευράς αισθητικής περιβάλλον. Τι να πει κανείς για τη «δική μας» Ριβιέρα, στα νότια της Αθήνας, και τι καλύτερο για να την «πατήσει» από το Audi TT στην ανοιχτή του έκδοση;

Η ΙΔΕΑ του ΤΤ γεννήθηκε την άνοιξη του 1994. Αυτό που δεν είναι γνωστό ευρέως είναι ότι το αρχικό πλάνο, σύμφωνα με τον Δρ Ούλριχ Χάκενμπεργκ, μέλος του ΔΣ της Audi επί θεμάτων τεχνικής εξέλιξης, δεν ήταν η παραγωγή εκείνου του πρωτοποριακού για τα δεδομένα της εποχής κουπέ, αλλά ο σχεδιασμός, η εξέλιξη και η παραγωγή ενός συμπαγούς ρόουντστερ με σαφείς γραμμές και κόμπακτ μέγεθος. Παρ’ όλα αυτά, το πρώτο ανοιχτό ΤΤ βγήκε τον Αύγουστο του 1999, ένα χρόνο μετά το λανσάρισμα της κουπέ έκδοσης, με τη δεύτερη γενιά να ακολουθεί το 2007, και πάλι σχεδόν ένα χρόνο μετά το κλειστό. Φέτος το λανσάρισμα του αυστηρά διθέσιου μοντέλου ήρθε μόλις λίγους μήνες μετά την παρουσίαση του αδερφού 2+2 κουπέ και, κατά παράδοση πλέον, σε έκδοση απλή σαν τη δική μας, αλλά και TTS.

Ακόμη λοιπόν δεν έχει σιγήσει το «ουάου» που αναφωνήσαμε αντικρίζοντας για πρώτη φορά το νέο ΤΤ, αλλά και το συγκλονιστικά λιτό κι απέριττο ταμπλό, και πλέον μπροστά μας έχουμε την ανοιχτή εκδοχή του, βγαλμένη από το ίδιο επιθετικό καλούπι, που θυσίασε τις απαλές καμπύλες του μοντέλου της προηγούμενης γενιάς, για χάρη ενός πιο μυώδους προφίλ. Μόνο, που εν προκειμένω, τη θέση της χαμηλοτάβανης αλουμινένιας οροφής έχει πάρει μια υφασμάτινη κουκούλα. Και τι κάνεις τέτοια εποχή στην Ελλάδα; Περιμένεις να σουρουπώσει, την ανοίγεις και βάζεις πλώρη… Το πού λίγη σημασία έχει, αλλά ακόμα και ο σχεδιαστής του, ο Γαλλοκαναδός Ντάνι Γκαράντ, είναι βέβαιο πως δε θα είχε αντίρρηση για ένα πέρασμα από την Αθηναϊκή Ριβιέρα.

Οπλίσατε, στοχεύσατε!

Για τον υπόλοιπο Τύπο η Αθηναϊκή Ριβιέρα έχει να κάνει με ακίνητα του ελληνικού Δημοσίου και τη διαπλοκή που κρύβεται πίσω από την εκμετάλλευσή τους. Για εμάς, όμως, είναι ο δρόμος που ξεκινάει λίγο μετά τη Μαρίνα Φλοίσβου και, γλείφοντας την ανατολική πλευρά του Σαρωνικού κόλπου, φτάνει στο ναό του Ποσειδώνα στο Σούνιο, άντε και μέχρι το Λαύριο ίσως. Εξήντα χορταστικά χιλιόμετρα, με αφετηρία ούτε μισή ώρα έξω από το κέντρο της Αθήνας, κομμένα και ραμμένα κυριολεκτικά στα μέτρα του TT Roadster, που κάλλιστα θα σε πάει για μπάνιο σε μία από τις πολλές παραλίες της διαδρομής, αλλά και θα σου εξασφαλίσει πρώτη θέση σε εστιατόρια, καφετέριες ή μπαρ κατά μήκος της.

Το βέβαιο, πάντως, είναι πως σε αυτήν του την τετρακίνητη έκδοση με τον 2λιτρο TFSI με τους 230 ίππους και το 6άρι S tronic, που στέλνει ένα χορταστικό μπάσο κροτάλισμα στην εξάτμιση σε κάθε του αλλαγή όταν αποφασίσεις να γκαζώσεις, το πιθανότερο είναι πως δε θα καταφύγεις σε στάσεις. Για όσο υπάρχει βενζίνη και οι συνθήκες το επιτρέπουν, το TT σε καθηλώνει στο φαρδύ, αναπαυτικό κάθισμά του, πίσω από το τιμόνι-σκόπευτρο και από την οθόνη των 12,3 ιντσών -εκεί που άλλοτε έβλεπες αναλογικά όργανα-, που προβάλλει τα πάντα όλα: την ταχύτητα, τις σ.α.λ., μέχρι και κάθε πληροφορία αναφορικά με την κατάσταση του αυτοκινήτου, το ηχοσύστημα, τις multimedia συσκευές και το σύστημα πλοήγησης.

Δέκα δευτερόλεπτα λέει το εργοστάσιο πως διαρκεί το κατέβασμα/ανέβασμα της οροφής (σε στάση ή μέχρι τα 50 χλμ./ώρα), αν και μετρήσαμε 7-8 με ταπεινό δευτερολεπτοδείκτη. Δεν είναι -φυσικά- λόγος κατακραυγής του γερμανικού γκρουπ αυτός, οπότε προχωράμε ξεσκέπαστοι, με τον ανεμοθώρακα -που σηκώνεται με το πάτημα ενός από τα ελάχιστα κουμπιά του ταμπλό- κατεβασμένο, αφού, με τα παράθυρα ανεβασμένα, περισσότερο χαλάει την αισθητική του ανοιχτού αμαξώματος, παρά εξασφαλίζει ότι το μαλλί θα μείνει στη θέση του. Σίγουρα πάντως στο εσωτερικό επικρατεί απόλυτη ηρεμία όσο ακόμη διατρέχεις με χαμηλές ταχύτητες την παραλιακή έξω από τη Γλυφάδα, τη Βούλα και τη Βουλιαγμένη, στις παραλίες των οποίων βλέπεις κόσμο ακόμα και λίγο πριν μπει ο Οκτώβριος.

Κάτι μπαλώματα στην άσφαλτο και οι γνωστές λακκούβες… απειλούν να αποκαλύψουν την ιδιαιτερότητα του αμαξώματος, μιας που το πίσω μέρος περνάει στον οδηγό μια υποψία στρέβλωσης, αλλά μιλάμε κυριολεκτικά για υποψία. Σύμφωνα με τα στοιχεία, άλλωστε, οι εμπρός αλουμινένιες κολόνες του Roadster, συγκριτικά με τις αντίστοιχες του κουπέ, έχουν ενισχυθεί εσωτερικά με μία επιπλέον δοκό από χάλυβα, που επεκτείνεται και στο τόξο της οροφής, τη στιγμή που ενισχυμένες με χάλυβα είναι και οι ζώνες κάτω από τον κινητήρα, το χώρο αποσκευών και τα μαρσπιέ. Από εκεί και πέρα, με δεδομένο ότι το εσωτερικό έχει απαλλαγεί από το πίσω κάθισμα, ο χώρος των επιβατών και αυτός των αποσκευών είναι ουσιαστικά ένα ενισχυμένο κουτί, με ένα διαχωριστικό στο ύψος των δύο roll bar, ακριβώς πίσω από τα καθίσματα.

Συνεχίζοντας στο δρόμο για Βάρκιζα, μετά τη λίμνη της Βουλιαγμένης, το τοπίο αρχίζει να ξεκαθαρίζει. Η οικιστική ανάπτυξη δίνει τη θέση της στη γνωστή βραχώδη ακτογραμμή της πρωτεύουσας με τους μικρούς φυσικούς κόλπους, που πολλοί επιλέγουν τη μέρα για μπάνιο, αλλά οι περισσότεροι έχουν ακουστά για παράνομες κόντρες που στήνονται εκεί δεκαετίες τώρα, μετά το σούρουπο. Το ΤΤ μπαίνει στο στοιχείο του με χαρακτηριστική ευκολία, και μόνο όταν δεις από τον καθρέφτη ότι έχει ανασηκωθεί η αεροτομή αντιλαμβάνεσαι ότι δεν είναι σταματημένο, αλλά έχει ξεπεράσει τα 120 χλμ./ώρα. Τα Λιμανάκια σίγουρα αποτελούν τη νοητή αφετηρία για τη διαδρομή προς το Σούνιο, με πρώτο «σημείο ελέγχου» την τρύπα του Καραμανλή, ή ορθότερα «Λουμπάρδα», όπως λέγεται η σήραγγα λίγο πριν από την Αγία Μαρίνα.

Στα περίπου 20 χιλιόμετρα που μεσολαβούν μέχρι να περάσεις το πάντα high Λαγονήσι, τη Σαρωνίδα και την Παλαιά Φώκαια, αναλογίζεσαι πόσο χαρακτηριστικά μοναδικό είναι το TT Roadster στο να περνάει αλώβητο με όποια ταχύτητα από όποιας ποιότητας άσφαλτο, τη στιγμή που στην πόλη κινείται αθόρυβα, αλλά και το πόσο ουδέτερο και φιλικό αποδεικνύεται για τον μέσο οδηγό, όντας ταυτόχρονα εργαλείο διασκέδασης στα χέρια εκείνου που θα του ζητήσει το μέγιστο. Tο μόνο που σου έρχεται στο μυαλό είναι ότι πρόκειται για το απόλυτο κάμπριο GT, με έναν κινητήρα που σε συνδυασμό με το κιβώτιο θα δώσει τα πάντα στον οδηγό χωρίς να τον… τρομάξει, όταν πλαίσιο και ανάρτηση, πάντα σε συνδυασμό με τα πολύ υψηλά περιθώρια πρόσφυσης, παίζουν το ρόλο τους στον εξαιρετικά εύκολο έλεγχο του αμαξώματος από τον οδηγό.

Στο πιο σφιχτό κομμάτι της διαδρομής, από την Παλαιά Φώκαια και μέχρι το Σούνιο, εκτιμάς την ταχύτητα και την ακρίβεια του πουπουλένιου σε ό,τι αφορά το βάρος τιμονιού, σημαδεύεις κορυφές και φεύγεις για την επόμενη στροφή, πάντα με τους τέσσερις τροχούς σε πλήρη επαφή με την άσφαλτο, παρά τα χιλιόμετρα ή την όχι καλή γνώση της διαδρομής. To Roadster «συγχωρεί» πιθανή κακή εκτίμηση με τα ηλεκτρονικά εντός ή εκτός, την ώρα που τα όρια των φρένων, από πλευράς διάρκειας, είναι αδύνατον να εντοπιστούν μέχρι τη στιγμή που μπροστά σου ορθώνεται ο ναός του Ποσειδώνα. Μήπως να επιστρέψουμε από τον ίδιο δρόμο;

Το τερπνόν μετά του ωφελίμου

Έχοντας ήδη οδηγήσει το αδελφό κλειστό TT, ξέραμε τι περιμένουμε. Τα βήματα που έχουν γίνει προς τα εμπρός συγκριτικά με τη γενιά που αντικαθιστά είναι πολλά και, αν κάτι έμενε να κριθεί, ήταν το κατά πόσον αυτή η ανοιχτή έκδοση μπορεί να διατηρήσει στο έπακρο όλα τα δυναμικά χαρακτηριστικά της κλειστής από τη μία, αλλά και να ξεδιπλώσει έναν πιο «βολτίσιο» χαρακτήρα από την άλλη. Το συμπέρασμα είναι θετικό και στα δύο αυτά υποθετικά ερωτήματα, και μάλιστα έρχεται τόσο ανόθευτα φυσικά, όσο φυσικά όμορφο παραμένει το πεδίο αυτής της εντός των τειχών εξόρμησης._ 4Τ

Συγκρίσεις

Με μήκος 4.177 χλστ., το διθέσιο ΤΤ είναι 21 χλστ. πιο κοντό από το μοντέλο που αντικαθιστά, με το μεταξόνιό του ωστόσο να είναι 37 χλστ. μακρύτερο (2.505 χλστ.). Επίσης, με πλάτος 1.832 χλστ., είναι 10 χλστ. πιο στενό από το προηγούμενο, ενώ είναι και 3 χλστ. πιο χαμηλό με κλειστή οροφή (1.355 χλστ.).

Όπως σε όλα τα ανοιχτά Audi, έτσι και εδώ η οροφή είναι υφασμάτινη, ενώ κατά την αποθήκευσή της δεν επηρεάζεται ο χώρος αποσκευών των 280 λίτρων. Ο σκελετός της περιλαμβάνει αντηρίδες από μαγνήσιο, αλουμίνιο, ατσάλι και πλαστικό και το συνολικό της βάρος ανέρχεται στα 39 κιλά, 3 λιγότερα από εκείνης του TT Roadster δεύτερης γενιάς.

AUDI TT ROADSTER 2.0 TFSI Quattro S tronic

ΥΠΕΡ/ΑΚΑΜΨΙΑ ΑΜΑΞΩΜΑΤΟΣ/ΟΔΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ/ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ/ΕΡΓΟΝΟΜΙΑ

ΚΑΤΑ/ΑΥΣΤΗΡΑ ΔΙΘΕΣΙΟ

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΛΜΠΑΝΕΛΛΗΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ

Ακολουθήστε το 4troxoi στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα!

ΤΙΜΕΣ - ΤΕΧΝΙΚΑ