top icon
Blog

Τι είναι η πατρίδα μας;

Δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι οι 2.246.064 ψηφοφόροι που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς, είχαν κατά νου ότι θα εξασφάλιζαν έτσι αναβαθμισμένες παρελάσεις.

Μάλλον κάποιες άλλες εικόνες είχαν στο μυαλό τους, αν υποθέσουμε ότι το θέμα του εορτασμού των εθνικών επετείων ήταν αυτό που τους απασχολούσε. Η ιδέα μάλλον κατέτεινε, όλα τα προηγούμενα χρόνια, στην κατάργηση των παρελάσεων, αυτού του αναχρονισμού. Πρώτα πρώτα για λόγους οικονομικούς, αλλά και οικολογικούς. Επίσης, για λόγους αισθητικής και ουσίας.

Πότε τέλος πάντων θα αποδεχτούμε ότι πατριωτισμός δεν είναι τα στρατιωτικά αγήματα και οι μπάντες, η εξέδρα των επισήμων, η κατάθεση στεφάνων; Πατριωτισμός είναι να μοχθείς για να βοηθήσεις τη χώρα σου να προκόψει, να δημιουργείς αξίες, πνευματικές αλλά και υλικές, να την κάνεις πιο όμορφη, πιο σύγχρονη, πιο αποτελεσματική, πιο φιλική στους πολίτες της και στους ξένους.

Και αν ήταν μόνο οι παρελάσεις, εντάξει, κανένα πρόβλημα, θα το τρώγαμε κι αυτό – εδώ τόσα έχουμε υποστεί και λέξη δε λέμε, εδώ έληξε το 18μηνο και οι χρυσαυγίτες θα βρεθούν πάλι ανάμεσά μας, και δεν τρέχει κάστανο.

Ίσως και να μην κολλούσα στις παρελάσεις αν δεν έβλεπα γύρω μου να ξεδιπλώνεται όλη αυτή η ρητορεία για τους Γερμανούς και τις κατοχικές αποζημιώσεις – είδος παράτας κι αυτή.

Δεν είμαι εναντίον της διεκδίκησης του κατοχικού δανείου και των πολεμικών επανορθώσεων, αλλά δε μου αρέσει ο τρόπος. Ούτως ή άλλως, τη χρήση θεμάτων εξωτερικής πολιτικής για εσωτερική κατανάλωση τη βρίσκω εξαιρετικά επιζήμια. Όχι τώρα – πάντα έτσι ήταν.

Πιστεύω ότι για τέτοια θέματα (θα μου πεις και για πολλά άλλα) η πολιτεία δεν πρέπει να μιλάει, πρέπει να πράττει. Να στρωθούν και να μελετήσουν έως τις τελευταίες συνέπειές τους όλες τις νομικές, πολιτικές και διπλωματικές παραμέτρους του θέματος. Να κυνηγήσουν κάθε ευκαιρία, να οργανώσουν συμμαχίες, να αποφύγουν τις νομικές παγίδες. Δε χρειάζονται δημόσιες ρητορείες, δουλειά χρειάζεται, πείσμα, μεράκι, έμπνευση και γνώση. Αθόρυβα και σιωπηλά – υπηρεσιακά.

Και, προπαντός, να μη δίνουμε την εντύπωση ότι πάμε να ρεφάρουμε για τα δάνεια που πήραμε, ότι ψάχνουμε για μία ακόμα φορά να αποφύγουμε τα ψυχρά δεδομένα με κάποιο κόλπο. Κάτι δηλαδή σαν τις μετοχές της Τράπεζας της Ανατολής ή τα ομόλογα του Σώρρα. Ή, ακόμα ακόμα, τα… πετρέλαια του Αιγαίου. Πρώτα πρώτα γιατί είναι αμφίβολο αν υπάρχουν. Κι έπειτα, ποιος αποφάσισε να μετατρέψει την όμορφη αυτή χώρα, τα νησιά της, τις θάλασσες και τις παραλίες της, την περιουσία της δηλαδή, σε απέραντο διυλιστήριο; Μέχρι εκεί φτάνει ο πατριωτισμός;

Ας στρωθούμε, λοιπόν, να βρούμε λύσεις. Όπου χρειάζεται δουλειά να δουλέψουμε, κι όπου απαιτείται αντίσταση να αντισταθούμε. Και αν είναι να κερδίσουμε κάποτε τις πολεμικές επανορθώσεις, καλώς να τις κερδίσουμε. Όχι όμως ως μπάλωμα στον τρύπιο προϋπολογισμό μας, αλλά ως δίκαιο αίτημα που δουλέψαμε σιωπηρά και σθεναρά για να το κερδίσουμε. Και, πάντως, χωρίς παράτες._ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΚΑΣΔΑΓΛΗΣ

ΠΟΛΙΤΙΚΟ CRASH TEST

Ιχνηλατώντας την ταυτότητα της πολιτικής συγκυρίας

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου η χώρα μπήκε σε μια μεγάλη στροφή. Το αν αυτή η στροφή θα είναι ιστορική ή απλώς πολιτική είναι κάτι που δεν έχει κριθεί ακόμη.

Θεωρητικά, με την άνοδο της ριζοσπαστικής Αριστεράς στην εξουσία, η απάντηση σε αυτό το δίλημμα θα έπρεπε να θεωρείται δεδομένη και αυτονόητη. Ο ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα που άγγιξε σχεδόν την αυτοδυναμία, υποσχέθηκε προεκλογικά βαθιές τομές σε όλα τα πεδία: στην αντιμετώπιση του χρέους και των δανειστών, στο μεταναστευτικό, στην εξωτερική πολιτική, στη δημόσια διοίκηση, στην παιδεία, στην υγεία, στη στάση της πολιτείας απέναντι στις μεγάλες επιχειρήσεις -ελληνικές και ξένες- και ειδικότερα απέναντι στο φαινόμενο που έχει ονομαστεί διαπλοκή, με έμφαση στις τράπεζες και στα μίντια. Στα περιβαλλοντικά θέματα, στο ασφαλιστικό, στη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών. Το κλίμα, άλλωστε, που επικράτησε αμέσως μετά την ανάδειξη της νέας κυβέρνησης και την έναρξη των συζητήσεων με τους εταίρους και δανειστές επιβεβαίωσε αυτού του είδους τους προσανατολισμούς.

ΤΑ ΦΡΕΝΑ

Ωστόσο, τα όσα εξελίχθηκαν το αμέσως επόμενο διάστημα έθεσαν ως ένα βαθμό εν αμφιβόλω την αρχική ορμή. Η Αριστερά συγκυβερνά με ένα μικρό κόμμα συντηρητικών ιδεολογικών προσανατολισμών, τους ΑΝ.ΕΛ. Η διαπραγματευτική διαδικασία, παρά το δυναμικό ξεκίνημα της κυβέρνησης, σύντομα οδηγήθηκε σε πιο γνώριμα -και δυσοίωνα- μονοπάτια, με τους δανειστές να αποκαθιστούν σε μεγάλο βαθμό την πρωτοβουλία των κινήσεων, απειλώντας τη χώρα με πιστωτική ασφυξία. Η εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας προερχόμενου από το συντηρητικό πολιτικό μπλοκ, που κυβερνούσε ανέκαθεν τη χώρα, μετρίασε πρόωρα τον ενθουσιασμό αρκετών αριστερών ψηφοφόρων. Η κυβέρνηση άργησε να βρει το ρυθμό της στα θέματα της καθημερινότητας, ενώ παρατηρήθηκαν αρκετές δυσλειτουργίες και καθυστερήσεις, ένδειξη τουλάχιστον απειρίας. Τέλος, τα κριτήρια με τα οποία καλύφθηκαν αρκετές θέσεις-κλειδιά της κρατικής μηχανής δε δικαίωσαν ούτε τη δυναμική του νέου κυβερνητικού σχήματος ούτε τις προσδοκίες ότι, ως κυβέρνηση κοινωνικής σωτηρίας, θα επανδρωνόταν με τα ικανότερα δυνατά πολιτικά και τεχνοκρατικά στελέχη, ανεξαρτήτως κομματικής προέλευσης.

Και, βέβαια, δεν είναι δυνατόν να περάσει απαρατήρητη ή να αποδοθεί απλώς σε κακοπροαίρετες αντιπολιτευτικές τακτικές η εμφάνιση κάποιων φαινομένων «εθνολαϊκισμού», που, αν δεν αποτελούν προϊόν πολιτικού πρωτογονισμού, απειρίας και εσωτερικών αντιφάσεων στο κυβερνητικό μπλοκ, προϊδεάζουν για τον κίνδυνο άσκησης μιας ρητορείας που αποβλέπει στον εντυπωσιασμό -ίσως και τον αποπροσανατολισμό– της κοινής γνώμης, σε μια λογική που δεν έχει καμία σχέση με τις παραδόσεις και την κουλτούρα της Αριστεράς. Ούτε η άμετρη πολυλογία των υπουργών στα ΜΜΕ, που -αν μη τι άλλο- οδήγησαν συχνά σε πολυγλωσσία αλλά και σε αρκετές παλινωδίες.

ΤΟ ΝΤΕΜΠΡΑΓΙΑΖ

Φυσικά, είναι πολύ νωρίς ακόμη για την εξαγωγή οριστικών συμπερασμάτων. Ωστόσο, η ποιότητα, το βάθος και η έκταση της πολιτικής μεταβολής παραμένουν ζητήματα ανοιχτά. Πολύ περισσότερο, το κατά πόσον θα μπορούσε όλη αυτή η διαδικασία να θεωρηθεί ότι ικανοποιεί τα χαρακτηριστικά αυτού που προεκλογικά ονομάστηκε «Ανατροπή».

Κατά την άποψή μου, το θέμα δε θα κριθεί κυρίως από την έκβαση των πραγμάτων σε ό,τι αφορά το χρέος και τις μεταρρυθμίσεις, υπό την προϋπόθεση βεβαίως ότι θα υπάρξει μια στοιχειώδης εξομάλυνση της κατάστασης. Ακόμα κι αν αυτό που έχει αποκληθεί «έντιμος συμβιβασμός» αποδειχθεί ότι θα απέχει σημαντικά από τις ρητές προεκλογικές υποσχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι άλλωστε δεδομένο ότι η βαθιά κρίση της ελληνικής οικονομίας δεν παρέχει σημαντικούς βαθμούς ελευθερίας σε οποιαδήποτε κυβέρνηση, ακόμα και αν αυτή αποδειχθεί ανθεκτική στις διεθνείς αλλά και στις εσωτερικές πιέσεις και συνεχίσει να διεκδικεί τερματισμό της λιτότητας και χαλάρωση των δημοσιονομικών μέτρων που είχαν επιβληθεί με τα μνημόνια.

Ποια είναι λοιπόν τα κριτήρια για να αποφανθεί κανείς αν όλη αυτή η διαδικασία της νέας διακυβέρνησης θα θεωρηθεί ιστορική στροφή, αλλιώς «το τέλος της μεταπολίτευσης», και είσοδος σε μια νέα ιστορική περίοδο, ή θα αποτελέσει μία ακόμα σειρά από άγονες πολιτικές μανούβρες στο ίδιο καζάνι που η ελληνική κοινωνία βράζει τόσα χρόνια, στις ίδιες διαδικασίες που νομοτελειακά την έφεραν έως εδώ;

Όσον αφορά τα δημοσιονομικά θέματα και την οικονομία γενικότερα, δύο βασικά κριτήρια, απολύτως αλληλένδετα μεταξύ τους, είναι το κατά πόσον θα αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η ανθρωπιστική κρίση και θα αναχαιτιστεί η ανεργία. Και, ακόμα περισσότερο, με δεδομένο ότι πολύ δύσκολα, ελλείψει πόρων, θα βγει η χώρα από το πλαίσιο της λιτότητας, κατά πόσον θα επιβληθούν λύσεις που θα εξισορροπούν το βαθιά ταξικό και αντιλαϊκό χαρακτήρα των μνημονιακών μέτρων, σε ποιο βαθμό δηλαδή θα μοιραστεί με δικαιοσύνη το βάρος της κρίσης ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς. Που σημαίνει, για να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, να πληρώσουν οι πλούσιοι το μερίδιο που τους αναλογεί. Εύκολο να το λες, αλλά πολύ δύσκολο να το πραγματοποιήσεις, αφενός γιατί το κεφάλαιο εξακολουθεί να έχει μεγάλη ισχύ, και αφετέρου γιατί το χρήμα έχει φτερά και πετάει, έχει τον τρόπο του να κρύβεται σε λογαριασμούς στο εξωτερικό, σε off-shore εταιρείες, σε θυρίδες ευαγών πιστωτικών ιδρυμάτων, σε «έξυπνες» επενδύσεις, σε λογιστικά μαγειρέματα και σε ύποπτες -πλην νομότυπες- τριγωνικές συναλλαγές.

ΤΟ ΑΜΟΡΤΙΣΕΡ

Το δεύτερο κριτήριο είναι αν θα έχει συνέχεια η συνήθης πατερναλιστική αντίληψη των κυβερνήσεων, που πολιτεύονταν ερήμην του λαού με μόνο οριακό φρένο τους το συνυπολογισμό του πολιτικού κόστους, ή αν θα βρει τρόπο η κυβέρνηση να εμπλέξει στις πολιτικές διαδικασίες το λαϊκό παράγοντα, υλοποιώντας τη θεμελιώδη εξαγγελία της. Σημαντική πτυχή αυτού του στοιχήματος είναι να υπάρξει η μέγιστη διαφάνεια και η αντίστοιχη ειλικρίνεια των κυβερνώντων ως προς τα δεδομένα, τους επιδιωκόμενους σκοπούς και τα μέσα, να είναι ανοιχτή στο δημόσιο έλεγχο, να μη διανοηθεί «να βαφτίζει το κρέας ψάρι» μετερχόμενη φτηνά επικοινωνιακά κόλπα, να βάλει στην ατζέντα της το δημόσιο έλεγχο και -γιατί όχι;- την ευθεία αποδοχή τυχόν λαθών, αστοχιών, ή ακόμα και την αδυναμία υλοποίησης κάποιων υποσχέσεών της, μη αποκλειομένων των διαδικασιών της αυτοκριτικής, της ανάληψης αλλά και της απόδοσης ευθυνών, εφόσον υπάρχουν τέτοιες.

ΤΑ ΓΚΑΖΙΑ

Η πεμπτουσία, όμως, των πραγμάτων που θα έκαναν να αναγνωριστούν τα χαρακτηριστικά μιας βαθιάς και ποιοτικής στροφής στην ελληνική πολιτική σκηνή αφορά τις μικρές και μεγάλες επαναστάσεις που πρέπει να γίνουν στην καθημερινότητά μας. Να πάψει το κράτος να είναι εχθρός του πολίτη, να χτυπηθεί στο δόξα πατρί η γραφειοκρατία, να πνεύσει παντού άνεμος ελευθερίας, αλληλεγγύης, συνεργασίας και δημιουργικότητας, να μπουν στο περιθώριο οι πελατειακές λογικές, τα φακελάκια, οι ρεμούλες σε βάρος των δημόσιων πόρων και η υποταγή της δημόσιας σφαίρας στη λογική του ιδιωτικού κέρδους. Και, όταν εμφανίζονται πελατειακά και εν γένει παραβατικά φαινόμενα, να χτυπιούνται αλύπητα, να περιθωριοποιούνται και να τιμωρούνται, όχι ελέω μιας υποτιθέμενης ηθικής υπεροχής της Αριστεράς, αλλά με βάση δομές και διαδικασίες που θα περιορίζουν, θα δυσκολεύουν, αλλά εντέλει, όταν παρά ταύτα εκδηλώνονται, θα εντοπίζονται και θα εξοστρακίζονται χωρίς εξαιρέσεις και συμβιβασμούς.

Να πραγματοποιηθούν μεγάλα ανοίγματα στην παιδεία, την έρευνα και την καινοτομία, να πληγεί ανεπανόρθωτα η παραπαιδεία, μαζί με την παπαγαλία, να απαλλαγεί η νεολαία από όλη αυτήν την οπισθοδρομική λογική που καταδυναστεύει το μυαλό, την ψυχή και το χρόνο της, να της δοθούν κίνητρα και όραμα, ευκαιρίες και ερεθίσματα, να ξαναγίνουν τα παιδιά χαρούμενα και δημιουργικά.

Και, βέβαια, να μπει πάλι μπρος η οικονομία, να αναπνεύσουν οι εργαζόμενοι, οι μικρομεσαίοι και οι αγρότες, να φτιάξουμε νέα επιχειρηματικά μοντέλα, ανοιχτά και εξωστρεφή, να δώσουμε ώθηση σε νέες δουλειές, σε νέες εφαρμογές, σε ποιοτικά προϊόντα και υπηρεσίες, φροντίζοντας πάντα για το περιβάλλον και την αειφορία, το υπόβαθρο που μόνο πάνω σ' αυτό μπορεί να φτιαχτεί σε νέες βάσεις μια υγιής οικονομία._ Χ. Κ.

ΟΙΝΟΠΟΙΙΑ CAIR

Η εμβληματική συνεταιριστική βιομηχανία κινδυνεύει

Είναι συνώνυμη με την «ελληνική σαμπάνια». Υπήρξε υποδειγματική εταιρεία του τομέα της κοινωνικής οικονομίας, σύζευξη πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα – ένα ισχυρό brand name. Τώρα βρίσκεται σε σταυροδρόμι, και οι σταφυλοπαραγωγοί της Ρόδου είναι εξαιτίας της ανεβασμένοι στα κάγκελα.

Η ροδιακή ποτοποιία ΚΑΪΡ ΑΕ υπήρξε εμβληματική και ανθούσα βιομηχανία, γνωστή κυρίως για την καλή της σαμπάνια αλλά και για μια σειρά ενδιαφέρουσες ετικέτες κρασιών.

Την ΚΑΪΡ δεν μπορείς σήμερα να την πεις «ανθούσα», παραμένει ωστόσο εμβληματική, για πολλούς λόγους. Όχι μόνο γιατί τα προϊόντα της παραμένουν καλά και εξελίσσονται, όχι μόνο γιατί αποτελεί τον πιο γνήσιο εκπρόσωπο του ροδίτικου αμπελώνα, αλλά κυρίως γιατί αποτελεί μια σημαντική συνεταιριστική βιομηχανική μονάδα, έμπρακτη εφαρμογή της σύζευξης πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα, κομμάτι στο οποίο η ελληνική αγροτική οικονομία πάσχει σημαντικά και πασχίζει να αναπτυχθεί.

Ως συνεταιριστική, η ΚΑΪΡ παίζει εδώ και πολλά χρόνια δύο ρόλους ταυτοχρόνως: από τη μία, είναι μια δυναμική εταιρεία που δρα με ιδιωτικοοικονομικα κριτήρια σε έναν άκρως ανταγωνιστικό κλάδο. Από την άλλη, έχει εξ ορισμού την υποχρέωση να επιτελεί ένα σημαντικό κοινωνικό ρόλο, η κύρια διάσταση του οποίου έγκειται στην απορρόφηση του συνόλου της ντόπιας παραγωγής σταφυλιών.

Αυτό δεν είναι κατ' ανάγκην κακό. Απεναντίας, είναι ένα από τα θεμέλια πάνω στα οποία στηρίζεται η σχέση της εταιρείας με την τοπική κοινωνία. Το πρόβλημα εντοπίζεται στο γεγονός ότι, λόγω του χαρακτήρα της, η ΚΑΪΡ λειτούργησε για μια μεγάλη περίοδο με όρους δημόσιας επιχείρησης και ακολούθησε, σχεδόν νομοτελειακά, την τύχη που επιφύλασσαν το κράτος και η ελληνική κοινωνία στις συνεταιριστικές επιχειρήσεις τις δεκαετίες του '80 και του '90: προφανής κακοδιαχείριση, ερασιτεχνική διοίκηση και απουσία στρατηγικού σχεδιασμού.

Το αποτέλεσμα ήταν η υπερχρέωση της εταιρείας, γεγονός που της δημιούργησε σοβαρές δυσλειτουργίες, απώλειες ευκαιριών και επιχειρηματική δυσανεξία, οδηγώντας την αρκετές φορές στο χείλος της καταστροφής. Και ασφαλώς δε θα είχε αποφύγει το μοιραίο αν δε διέθετε μεγάλη ακίνητη περιουσία, την οποία παραχώρησε στην Αγροτική Τράπεζα προκειμένου να εξαλείψει μεγάλο μέρος του συσσωρευμένου δανεισμού της.

Το 2011, η ΚΑΪΡ είχε φτάσει στο χειρότερο σημείο της ιστορίας της. Η διαδικασία του συμψηφισμού των δανείων με τα ακίνητά της δεν είχε ολοκληρωθεί, ενώ τα χρέη και οι ετήσιες ζημιές την έπνιγαν, δημιουργώντας της τεράστιο πρόβλημα ρευστότητας. Χρέη προς το Δημόσιο και προς τα ασφαλιστικά ταμεία, με αποτέλεσμα να χάσει τη φορολογική και την ασφαλιστική της ενημερότητα. Εργαζόμενοι απλήρωτοι. Αδυναμία εξόφλησης των σταφυλοπαραγωγών για τη σοδειά τους, που στο κάτω κάτω αποτελεί βασικό λόγο ύπαρξης της εταιρείας.

Απελπισμένοι και απηυδισμένοι εξαιτίας της αδυναμίας της εταιρείας να αποπληρώσει τις σοδειές τους, οι σταφυλοπαραγωγοί του Έμπωνα (ορεινό χωριό του νησιού), αλλά και από άλλα χωριά, πήραν την κατάσταση στα χέρια τους και επέβαλαν στην Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Ρόδου, στην οποία ανήκει τυπικά η ΚΑΪΡ, να ορίζουν οι ίδιοι οι συνεταιρισμοί τα μέλη του εκάστοτε διοικητικού συμβουλίου, οπότε στη θέση του προέδρου του ΔΣ τοποθετήθηκε έμπειρος συντοπίτης τους, ο κ. Χρυσόστομος Χρυσοστομάκης, στέλεχος επιχειρήσεων προερχόμενο από την αγορά της Ρόδου.

Αποτέλεσμα αυτών των παρεμβάσεων και αλλαγών ήταν να δρομολογηθεί μια επίπονη διαδικασία εξυγίανσης, που σταδιακά άρχισε να αποδίδει καρπούς. Διάφορες εκκρεμότητες έκλεισαν, οι πωλήσεις αυξήθηκαν, η εταιρεία άρχισε να έχει μια στοιχειώδη προ αποσβέσεων κερδοφορία και οι οφειλές προς το Δημόσιο και προς τα ασφαλιστικά ταμεία άρχισαν να αποπληρώνονται, με αποτέλεσμα να ανακτηθούν η φορολογική και η ασφαλιστική ενημερότητα και οι εργαζόμενοι και οι παραγωγοί να αρχίσουν να πληρώνονται, ενώ ξεκίνησε και μια διαδικασία αποπληρωμής των παλιών συσσωρευμένων οφειλών προς αυτούς.

Ωστόσο, οι κίνδυνοι για την εταιρεία δεν εξαφανίστηκαν. Στις αρχές του 2015 η εταιρεία αντιμετώπισε -και εξακολουθεί να αντιμετωπίζει- διοικητική κρίση. Δύο φορές οι σταφυλοπαραγωγοί κατέβηκαν από τα χωριά τους προκειμένου να εμποδίσουν με δυναμικό τρόπο τη διεξαγωγή δύο διαδοχικών γενικών συνελεύσεων που είχαν συγκληθεί με σκοπό την αντικατάσταση του ΔΣ και τον ορισμό νέου, ερήμην των παραγωγών, και κυρίως την επιστροφή στο παλιό καθεστώς, όπου η διοίκηση της εταιρείας οριζόταν με πελατειακά κριτήρια, με τα γνωστά αποτελέσματα.

Στην πραγματικότητα, τα προβλήματα που υποβόσκουν πίσω από αυτές τις διεργασίες είναι πολύ πιο σοβαρά από την αντικατάσταση ενός επιτυχημένου διοικητικού συμβουλίου. Συνιστούν κίνδυνο για την ίδια την υπόσταση της εταιρείας, η οποία βρίσκεται για μία ακόμα φορά σε σταυροδρόμι.

Ένας μνημονιακός νόμος, ο 4015/2011, για τις συνεταιριστικές οργανώσεις, μία ακόμα αντιμεταρρύθμιση που ψευδεπίγραφα παρουσιάστηκε ως μεταρρύθμιση, χρησιμοποιήθηκε ως όχημα προκείμενου η ουσία του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της ΚΑΪΡ να καταλυθεί, και η εταιρεία να πάψει να ανήκει στο σύνολο του αγροτικού κόσμου της Ρόδου και να βρεθεί εγκλωβισμένη σε ένα ασθενές και μη αντιπροσωπευτικό ιδιοκτησιακό σχήμα.

Από το 1965 η εταιρεία ανήκε στην Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Ρόδου, δηλαδή σε όλους τους συνεταιρισμούς του νησιού και, κατ' επέκταση, σε όλους τους αγρότες του τόπου. Με βάση όμως τον παραπάνω νόμο, οι δευτεροβάθμιες συνεταιριστικές οργανώσεις μετατράπηκαν σε πρωτοβάθμιες, προκειμένου να πραγματοποιηθούν συγχωνεύσεις και να περιοριστούν οι συνεταιρισμοί-σφραγίδες. Στην περίπτωση της Ρόδου, η πλειονότητα των συνεταιρισμών του νησιού αρνήθηκαν να συγχωνευθούν με την Ένωση, η οποία ήταν από πολλά χρόνια ζημιογόνα και ουσιαστικά ανενεργή. Τρεις μόνο από τους περίπου εξήντα συνεταιρισμούς του νησιού παρέμειναν στην Ένωση, εκ των οποίων κανένας δεν έχει συνάφεια με την αμπελουργία. Έτσι, εντελώς ξαφνικά και εξωγενώς, οι συνεταιρισμοί της Ρόδου, μεταξύ των οποίων και οι αμπελουργικοί, αποξενώθηκαν από την ιδιοκτησία της ΚΑΪΡ, η οποία πέρασε στα χέρια τριών μόνο εξ αυτών, και μάλιστα άσχετων με το αντικείμενο.

Παράλληλα, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος και η οικονομική εξυγίανση της εταιρείας να ματαιωθεί, καθώς έχει υπαχθεί με τεχνητό και βίαιο τρόπο σε αποκλειστική εξάρτηση από την Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Ρόδου, καθιστάμενη έτσι όμηρος της προβληματικότητας του βασικού μετόχου της. Η ΚΑΪΡ κινδυνεύει και με πιστωτική ασφυξία, δεδομένου ότι η μητρική της εταιρεία δε διαθέτει ούτε φορολογική ούτε ασφαλιστική ενημερότητα, γεγονός που κατά πάσα πιθανότητα θα συμπαρασύρει τη θυγατρική, που, όπως προαναφέρθηκε, έχει ξεπεράσει αυτού του είδους τα προβλήματα.

Το κυριότερο όμως είναι ότι, μέσα από μια σειρά ατυχών χειρισμών του κράτους και της μητρικής εταιρείας, η εφαρμογή του νόμου αυτού απειλεί να στερήσει την ΚΑΪΡ από την παραδοσιακή συνεταιριστική της ιδιότητα. Εάν αυτό συμβεί, θα απολέσει σημαντικά θεσμικά, φορολογικά και οικονομικά πλεονεκτήματα, θα αλλοιωθούν η παραδοσιακή φυσιογνωμία της και ο λόγος της ύπαρξής της, ενώ δεν αποκλείεται, μέσα από μεθοδεύσεις που είναι ήδη ορατές, να περάσει τελικά σε χέρια ιδιωτών.

Μέσα σε αυτό το γκρίζο τοπίο, οι μέτοχοι της εταιρείας επιχειρούν τώρα να της καταφέρουν το τελικό χτύπημα, γυρνώντας την αρκετά χρόνια πίσω, στο καθεστώς της κακοδιαχείρισης και της ανυποληψίας.

Οι σταφυλοπαραγωγικοί συνεταιρισμοί, πάντως, είναι αποφασισμένοι να περιφρουρήσουν την πορεία της ΚΑΪΡ, ζητώντας να ανακτήσουν την ιδιοκτησία της και να υπερασπιστούν την πορεία εξυγίανσής της και τη δυνατότητά της να πληρώνει κάθε χρόνο τη σοδειά τους, καθώς επίσης να τους εξοφλήσει τα χρέη που έχουν απομείνει από την προηγούμενη περίοδο.

Ας σημειωθεί ότι αυτό το νοσηρό έργο οι Ροδίτες το έχουν ξαναδεί άλλες δύο φορές. Πριν από μερικά χρόνια είχε καταρρεύσει η ΔΑΝΕ, η δωδεκανησιακή ακτοπλοϊκή εταιρεία λαϊκής βάσης, με αποτέλεσμα οι μέτοχοι να χάσουν τα λεφτά τους και τα νησιά να βρεθούν στο έλεος ιδιωτικών συμφερόντων. Πρόπερσι, στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης του τραπεζικού συστήματος, την ίδια τύχη είχε η συνεταιριστική Τράπεζα Δωδεκανήσου, η οποία τελικά απορροφήθηκε από την Alpha Bank.

Το ενδιαφέρον είναι ότι όλες αυτές οι διαδικασίες εξελίσσονται, και μάλιστα με ιδιαίτερη σπουδή, σε μια περίοδο που έχει μόλις αναλάβει μια νέα κυβέρνηση, η οποία προτίθεται να τροποποιήσει το νόμο για τους συνεταιρισμούς και δηλώνει την προγραμματική προσήλωσή της στην ιδέα της ανάπτυξης του πρωτογενούς τομέα και της ολοκληρωμένης διαχείρισης, τυποποίησης και προώθησης των αγροτικών προϊόντων, καθώς και στο μοντέλο των νέων συνεταιρισμών και της ανάπτυξης ενός ρωμαλέου κοινωνικού τομέα της οικονομίας. Ό,τι ακριβώς αντιπροσωπεύει η ΚΑΪΡ, δηλαδή…_ Χ. Κ.

87 χρόνια ιστορία

Η οινοποιία CAIR ιδρύθηκε το 1928 από Ιταλούς επιχειρηματίες. Μετά την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα, το 1948, πέρασε στα χέρια του ομίλου Μποδοσάκη. Από το 1957 ανήκει στην Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών (ΕΑΣ) Δωδεκανήσου. Είναι κυρίως γνωστή για τη σαμπάνια της, την οποία παράγει με την παραδοσιακή γαλλική μέθοδο της δευτερογενούς ζύμωσης μέσα στη φιάλη. Διαθέτει επίσης μεγάλη ποικιλία κρασιών, λευκών, κόκκινων και ροζέ, με ονομασία προέλευσης Ρόδου. Ως συνεταιριστική εταιρεία, η ΚΑΪΡ ΑΕ εξαγοράζει ολόκληρη την παραγόμενη ποσότητα σταφυλιών από τους σταφυλοπαραγωγούς της Ρόδου. Η ετήσια ποσότητα σταφυλιών που παραλάμβανε η ΚΑΪΡ έφθασε κατά το παρελθόν τους 17.000 τόνους(!), ενώ σήμερα ανέρχεται περίπου στους 3.000 τόνους, που προέρχονται από περίπου 800 παραγωγούς. Η παραγωγή της φτάνει στους 2.000 τόνους ετησίως και ο τζίρος της πέρυσι ξεπέρασε τα 5 εκατομμύρια ευρώ.

ΓΡΑΦΕΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΚΑΣΔΑΓΛΗΣ

Ακολουθήστε το 4troxoi στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα!

ΤΙΜΕΣ - ΤΕΧΝΙΚΑ