top icon
Δοκιμές

Audi TT 2.0 TFSI Quattro S tronic

Ταχύτερο, πιο αποτελεσματικό και προικισμένο με την ιδιοφυΐα της σύγχρονης τεχνολογίας, το νέο ΤΤ καταθέτει ένα ενισχυμένο σπορτίφ προφίλ, κλείνοντας το μάτι στα καθαρόαιμα κουπέ υψηλών επιδόσεων.

 

ΑΠΟ τη στιγμή της γέννησής του, στα τέλη της δεκαετίας του ’90, το ΤΤ κινούνταν στα όρια της αντισυμβατικότητας, τόσο με την πρωτοποριακή προσέγγιση της αισθητικής του όσο και με τη διαμόρφωση ενός χαρακτήρα που, μέσα από το πρίσμα της προσιτής υπάρχουσας τεχνολογίας του ομίλου VAG, κατάφερνε να αγγίξει το πρεστίζ και την αίγλη δημιουργιών με την υπογραφή παραδοσιακών σπορ κατασκευαστών. Αυτά τα στοιχεία διαμόρφωσαν εντέλει μια ταυτότητα που πολλές φορές οδήγησε στο χαρακτηρισμό του ΤΤ ως «Porsche του φτωχού», με τους Γερμανούς να αποτυπώνουν σε κάθε νέα γενιά τη γνωστή λογική της συνολικής αναβάθμισης, η οποία εστιάζει στην εξάλειψη των αδυναμιών και την παράλληλη ενίσχυση των δυνατών σημείων, χωρίς όμως αλλοίωση του χαρακτήρα. Και μπορεί μέσα στο πέρασμα του χρόνου ο σχεδιασμός να έγινε λιγότερο αιφνιδιαστικός, προς όφελος της επιθετικότητας των γραμμών, όμως σε καμία περίπτωση δεν υπήρξε παρέκκλιση στο χαρακτήρα του αυτοκινήτου, ο οποίος εξαρχής εστίασε σε μια δυναμική ανάλογη της εικόνας. Σήμερα, φθάνοντας στην τρίτη του γενιά, το ΤΤ ενισχύει περαιτέρω τις πτυχές που συνδέονται με το οδηγικό του γίγνεσθαι μέσα από την αναβάθμιση του τεχνολογικού του προφίλ, συστήνοντας πρώτο λύσεις και τεχνικές που θα ακολουθήσουν αργότερα και στα υπόλοιπα μοντέλα της εταιρείας. Μπορούμε να μιλάμε, λοιπόν, για ένα χαρακτήρα που αφουγκράζεται με μεγαλύτερη προσοχή τα «θέλω» του οδηγού; Αναζητούμε την απάντηση στην έκδοση με τον 2λιτρο TFSI και το ατού του κωδικού Quattro, που δημιουργεί τις προϋποθέσεις για επίθεση σε κάθε ευκαιρία, ανεξαρτήτως ποιότητας οδοστρώματος και συνθηκών.

Δίαιτα και γυμναστική

Κάνοντας φλας μπακ στην εικόνα της «ζουμερής», γεμάτης καμπύλες πρώτης γενιάς, το νέο ΤΤ μοιάζει σαν να ολοκλήρωσε κάποιο εντατικό πρόγραμμα ενδυνάμωσης, το οποίο χάρισε στη χαρακτηριστική σιλουέτα του γερμανικού κουπέ μια πιο αιχμηρή και μυώδη διάπλαση. Χωρίς απώλεια της ισορροπίας των βασικών αναλογιών ή των στοιχείων που έχουν καθιερωθεί ως ταυτότητα του μοντέλου, όπως είναι οι κοντοί πρόβολοι και η χαμηλή οροφή με τις μικρές γυάλινες επιφάνειες, η οποία δημιουργεί την αίσθηση πολεμίστρας, η όψη του ΤΤ είναι πλέον σαφώς πιο επιθετική. Καθοριστική συμβολή σε αυτό έχει η περισσότερο σφηνοειδής διαμόρφωση της μετωπικής επιφάνειας, σε συνδυασμό με τα στενόμακρα φώτα και τη μεταφορά των τεσσάρων κύκλων του σήματος επάνω στο καπό, που κάνει την εισαγωγή αέρα να δείχνει ακόμα μεγαλύτερη, δημιουργώντας μια εντονότερη οπτική σύνδεση με το R8.

Αυτή η αλλαγή, όμως, προς κάτι περισσότερο αθλητικό δεν αφορά μόνο το παρουσιαστικό, καθώς αγγίζει την ευρύτερη κατασκευαστική προσέγγιση του πλαισίου που η Audi χαρακτηρίζει ως υβριδικό, με αφορμή το συνδυασμό χάλυβα και αλουμινίου με νέες τεχνικές κατεργασίας και συγκόλλησης. Μπορεί, λοιπόν, οι αριθμοί των εξωτερικών διαστάσεων να μην έχουν μεταβληθεί ιδιαίτερα σε σχέση με της προηγούμενης γενιάς, όμως δε συμβαίνει κάτι ανάλογο και με τις παραμέτρους που έχουν έναν πιο ουσιαστικό ρόλο. Έτσι, για παράδειγμα, το νέο ΤΤ μεταξύ των μοντέλων του ομίλου VAG που βασίζονται στην πλατφόρμα MQB είναι αυτό με το πιο κοντό μεταξόνιο, το οποίο όμως έχει αυξηθεί κατά 37 χλστ. συγκριτικά με το παρελθόν. Την ίδια στιγμή, η χρήση θερμικά διαμορφωμένου χάλυβα μικρού πάχους και υψηλής αντοχής όπως και η επιλογή αλουμινίου για την κατασκευή των κολονών και του τόξου της οροφής καθώς και όλων των εξωτερικών τμημάτων έχουν επιφέρει μια αύξηση της ακαμψίας κατά 23% και μετατόπιση του κέντρου βάρους χαμηλότερα 10 χλστ. Ταυτόχρονα δε και με τη λεπτομερή δίαιτα που έχει γίνει σχεδόν σε κάθε τομέα, το νέο μοντέλο παραθέτει ένα πλεονέκτημα και στη ζυγαριά, πράγμα που δύσκολα θα μπορούσες να φανταστείς βασιζόμενος στην αίσθηση που λαμβάνεις μόλις βρεθείς στο εσωτερικό.

Αναφερόμαστε, φυσικά, στην έντονα ποιοτική αύρα, που πηγάζει τόσο από τα υλικά όσο και από κάθε λεπτομέρεια του φινιρίσματος, του διακόσμου ή ακόμα και των ίδιων των διακοπτών, όπως αυτών για τον έλεγχο του κλιματισμού, που είναι ενσωματωμένοι στους κεντρικούς αεραγωγούς. Σε κάθε περίπτωση, δεν μπορείς παρά να χαιρετίσεις τη σχεδιαστική στροφή προς την απόλυτη απλότητα, όταν μάλιστα αυτή συνδέεται άμεσα και με τη βελτίωση της εργονομίας. Η απαλλαγή της κεντρικής κονσόλας από οθόνες και ανάλογο αριθμό διακοπτών αποβαίνει, αναμφίβολα, προς όφελος της ευκολίας του οδηγού. Ο έλεγχος όλων των λειτουργιών πέραν του κλιματισμού συγκεντρώνεται στους διακόπτες του τιμονιού και στον περιστροφικό επιλογέα του συστήματος ΜΜΙ, που στην πιο πρόσφατη έκδοσή του, που φιλοξενείται στο ΤΤ, έχει γίνει απλούστερο και πιο εύχρηστο. Την ίδια στιγμή, το βλέμμα ελάχιστες φορές θα χρειαστεί να αποσπαστεί από την ευθεία, αφού κάθε είδους πληροφορία που αφορά την κατάσταση του αυτοκινήτου, το ηχοσύστημα, τις συνδεδεμένες με το σύστημα multimedia συσκευές καθώς και το σύστημα πλοήγησης απεικονίζεται στον πλήρως ψηφιακό πίνακα οργάνων. Πρόκειται για μια οθόνη 12,3 ιντσών με ιδιαίτερα υψηλές γραφιστικές δυνατότητες, χάρη στον τετραπύρηνο επεξεργαστή της, και σίγουρα για ένα από τα πιο high tech gadget του ΤΤ. Μάλιστα, εκτός από τα εντυπωσιακά γραφικά, προσφέρει τη δυνατότητα επιλογής μεταξύ μιας διαμόρφωσης πιο κοντά στα κλασικά δεδομένα των δύο μεγάλων οργάνων με ένα μικρότερο πίνακα πληροφοριών ανάμεσά τους, και μιας δεύτερης, όπου το μεγαλύτερο εμβαδόν καταλαμβάνεται από τις ανάλογα επιλεγμένες ενδείξεις των λειτουργιών του ΜΜΙ, με το στροφόμετρο και το ταχύμετρο σε πολύ μικρότερο μέγεθος στα δύο κάτω άκρα της οθόνης.

Ιπτάμενος και τζέντλεμαν

Έχοντας γλιστρήσει στη θέση του οδηγού και ρυθμίσει κάθισμα και χειριστήρια στην ιδανική θέση, το μόνο που χρειάζεται είναι να επιλέξεις το ρόλο που το μυαλό και η διάθεση προστάζουν. Διαχρονικά το ΤΤ επεδείκνυε μια εξαιρετική ισορροπία ανάμεσα στο πολιτισμένο GT και το ικανό σπορ κουπέ, και σήμερα αμφότερες οι διαστάσεις του χαρακτήρα του δείχνουν κατάλληλα ενισχυμένες. Πολύ απλά, το «φοράς» σε κάθε είδους εξόρμηση, οπότε απολαμβάνεις ακόμα και την ευχρηστία στην καθημερινή συμβίωση, η οποία είναι ανάλογη με οποιουδήποτε «συμβατικού» Audi, με μόνη εξαίρεση φυσικά τη δυνατότητα μεταφοράς περισσότερων των δύο επιβατών, αφού το «+2» είναι περισσότερο τυπικό και λιγότερο πραγματικό, εάν αναφερόμαστε σε ενήλικες, και όχι σε παιδιά πολύ μικρής ηλικίας. Και, βέβαια, είναι αυτή η μείξη ποιότητας και πολυτέλειας με τα απαραίτητα στοιχεία άνεσης που συνθέτουν το προφίλ ενός φιλόξενου κουπέ με χαρακτηριστικά δρομέα μεγάλων αποστάσεων. Απολαυστικό στο ταξίδι, χάρη στην ευθυβολία που θα σου επιτρέψει να κινηθείς με χαρακτηριστική ευκολία με πολύ υψηλές μ.ω.τ., δίνοντας μάλιστα την αίσθηση χαμηλότερης ταχύτητας από την πραγματική, τη στιγμή που η συμπαγής κύλιση με την άμεση, σαφή αλλά και ποιοτική απόσβεση εξασφαλίζει τις συνθήκες ώστε να παραμείνεις ξεκούραστος και ατσαλάκωτος ακόμα και έπειτα από πολύωρο ταξίδι.

Και αν το ΤΤ σε κερδίζει με αυτήν την «καθωσπρέπει» πτυχή του χαρακτήρα του, τότε σίγουρα θα ενθουσιάσει ξεδιπλώνοντας το αθλητικό ταμπεραμέντο που διαμορφώνει το πακέτο «πλαίσιο-ανάρτηση-κινητήρας». Μπορεί η συγκεκριμένη έκδοση του TFSI να μην είναι η κορυφαία σε επίπεδο απόδοσης, όμως σίγουρα είναι παραπάνω από ικανή, αφού άλλωστε έχει επιλεγεί για άλλες σπορ προτάσεις του ομίλου, όπως τα S1 και Golf GTΙ Performance. Ο συνδυασμός του δε με το 6άρι S tronic στην τετρακίνητη έκδοση ταιριάζει γάντι και καλύπτει απόλυτα σε ζωντάνια και απόκριση, ακόμα και με τον οδηγό σε πιο επιθετική διάθεση, ενώ δε θα παραλείψουμε και το ευχάριστο ηχητικό συμπλήρωμα από το μπάσο κροτάλισμα που απελευθερώνει η εξάτμιση σε κάθε αλλαγή, όταν το γκάζι είναι πατημένο βαθιά. Η ουσία είναι πως η ταχύτητα σκαρφαλώνει αβίαστα σε μεγάλες τριψήφιες ενδείξεις, με την αίσθηση να συμβαδίζει απόλυτα με όσα καταδεικνύουν οι αριθμοί σχετικά με τις ενδιάμεσες επιταχύνσεις, ανεξαρτήτως επιλεγμένης σχέσης.

Αναμφίβολα, πάντως, το πιο εντυπωσιακό στοιχείο αφορά τον τρόπο με τον οποίο εκτοξεύεται από στάση, με την τετρακίνηση, το launch control και τις αστραπιαίες αλλαγές του S tronic να σταματούν το χρονόμετρο σε μόλις 5,5 δλ. στα 100 χλμ./ώρα, κάνοντας το ΤΤ το ταχύτερο σε αυτήν τη διαδικασία μεταξύ όσων δημιουργιών του ομίλου με τον 230άρη TFSI (S1: 6,1δλ., Golf GTΙ P: 6,3δλ.). Το σημαντικό, μάλιστα, έχει να κάνει με τη δυνατότητα αξιοποίησης αυτών των επιδόσεων που το ΤΤ σου προσφέρει κάτω από όλες τις συνθήκες. Σου δίνει την αίσθηση πως βρίσκεσαι μέσα σε μια απόλυτα συμπαγή σφαίρα, και βέβαια η ακαμψία του πλαισίου δημιουργεί την ιδανική βάση για τη βελτιστοποίηση της αποτελεσματικότητας της ανάρτησης, χωρίς να απαιτείται η υιοθέτηση ακραίων ρυθμίσεων.

Χωρίς, λοιπόν, η απόσβεση να γίνεται απότομη και κουραστική (ακόμα και έχοντας επιλέξει το πιο σφιχτό set-up στην έξτρα ρυθμιζόμενη ανάρτηση που είχε το δικό μας ΤΤ), οι κλίσεις είναι ελάχιστες και ο έλεγχος του αμαξώματος έχει την αμεσότητα και τη ζωντάνια που θα κολάκευε ακόμα και ένα ικανότατο GTI. Αν κανείς προσθέσει στην εξίσωση και την παράμετρο της εξαιρετικής πρόσφυσης σε κάθε τύπο οδοστρώματος, χάρη στην τετρακίνηση που ειδικά για το ΤΤ έχει αποκτήσει και νέο λογισμικό με πιο σπορτίφ χαρακτηριστικά, ευνοώντας μεγαλύτερη απ’ ό,τι συνήθως μεταφορά ροπής στους πίσω τροχούς, έχει την εικόνα ενός συνόλου που του επιτρέπει να πάει «αέρα», ακόμα και σε σφιχτές διαδρομές, χωρίς ιδιαίτερη γνώση του δρόμου. Ίσως ακούγεται υπερβολικό, όμως σε πολλές περιπτώσεις το πάτημα φέρνει στο μυαλό το S3 με την ακρίβεια στη στόχευση και διαγραφή τροχιών ανεξαρτήτως ακτίνας και διάρκειας, με τη διαφορά ότι στο ΤΤ βρίσκεσαι ακόμα πιο κοντά στο έδαφος και αισθάνεσαι τους τροχούς στις τέσσερις άκρες του φαρδιού αμαξώματος.

Το κυριότερο; Η ταχύτητα προκύπτει αβίαστα, χωρίς όμως ο οδηγός να αισθάνεται αμέτοχος στην όλη διαδικασία, αφού δε λείπουν και τα κατάλληλα ερεθίσματα από το ταχύτατο και με σωστή πληροφόρηση «πηδάλιο», τα πολύ καλά σε αίσθηση και απόδοση φρένα αλλά και το ίδιο το ζύγισμα, που κάθε άλλο παρά μονοδιάστατο αποδεικνύεται, δείχνοντας μια ευχάριστα ζωντανή απόκριση στη μεταφορά βάρους που θα προκαλέσει με το φρένο ή το άφημα του γκαζιού, με το ανάλογο γλυκό γλίστρημα της ουράς να συμβάλλει στη διόρθωση της τροχιάς.

Ανεβάζοντας τον πήχη

Το νέο ΤΤ αποτελεί ένα θαυμάσιο δείγμα του ταλέντου των Γερμανών να εφαρμόζουν τους νόμους της εξέλιξης σε κάτι ήδη καλό, κάνοντάς το ακόμα καλύτερο. Δείχνοντας μάλιστα περισσότερο τολμηροί σε σχέση με άλλες φορές, κερδίζουν το στοίχημα και όπου πρωτοτύπησαν, για παράδειγμα στην εκλεπτυσμένη λιτότητα του σχεδιαστικού ύφους του εσωτερικού και στη φουτουριστική τεχνολογία του πίνακα οργάνων, κάτω από το πρίσμα της γνωστής κορυφαίας ποιοτικής προσέγγισης. Ωστόσο, το ακόμα πιο σημαντικό αφορά τον ίδιο το χαρακτήρα, που, χωρίς να χάσει το παραμικρό από την ανέκαθεν all around φιλοσοφία, έχει προικιστεί με μια ακόμα πιο οδηγοκεντρική διάθεση, που ενθουσιάζει και τον πιο θερμόαιμο. Ταξιδεύει σαν μεγάλο GT, στρίβει σαν GTΙ και βέβαια, χάρη στον κωδικό «Quattro», πετάει χαμηλά ακόμα και εκεί που η άσφαλτος γυαλίζει, εξαργυρώνοντας σε υπερθετικό βαθμό τη σπορ διάσταση που περιμένεις από ένα επιβλητικό κουπέ._ 4Τ

AUDI TT 2.0 TFSI Quattro S tronic

ΥΠΕΡ/ΟΔΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ/ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ/ΕΡΓΟΝΟΜΙΑ/ΠΟΙΟΤΗΤΑ

ΚΑΤΑ/ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ 2+2

ΤΟ ΧΡΩΜΑ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ

Το ΤΤ συνοδεύεται από τη βασική του έκδοση από ένα ιδιαίτερα πλούσιο πακέτο εξοπλισμού, που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων έξι αερόσακους, όλα τα γνωστά ηλεκτρονικά συστήματα ασφάλειας και άνεσης, κλιματισμό, ζάντες αλουμινίου και δερμάτινες λεπτομέρειες στο διάκοσμο. Η τετρακίνητη έκδοση της δοκιμής μας, που συνοδεύεται αποκλειστικά από το κιβώτιο S tronic, ξεκινά από τα 46.900 ευρώ με απόσυρση, ενώ η προσθιοκίνητη, με τον ίδιο 2.0 TFSI των 230 ίππων και χειροκίνητο κιβώτιο, ξεκινά από τα 42.100 ευρώ με απόσυρση, με την επιλογή του S tronic να προσθέτει 2.800 ευρώ. Προσθιοκίνητο είναι και το πετρελαιοκίνητο ΤΤ με τον 2.0 ΤDI των 184 ίππων, που ξεκινά από τα 42.300 ευρώ με απόσυρση.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΛΜΠΑΝΕΛΛΗΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ

Ακολουθήστε το 4troxoi στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα!

ΤΙΜΕΣ - ΤΕΧΝΙΚΑ