top icon
Blog

Στην Ίμολα με Alfa Romeo 4C

Η πιο σκληροπυρηνική Alfa Romeo των τελευταίων δεκαετιών σε μία από τις πιο ιστορικές πίστες που έχουν περάσει από το ημερολόγιο της Formula 1. Ένα εκλεκτό χαρμάνι με γνήσια ιταλική γεύση και απόσταγμα τόσο δυνατό ώστε να αγγίξει όλες σου τις αισθήσεις.

ΕΑΝ φανταστούμε την αυτοκινητοβιομηχανία σαν ένα ζωντανό οργανισμό στον οποίο οι Γερμανοί αποτελούν το μυαλό, τότε αναμφίβολα οι Ιταλοί αντιπροσωπεύουν την καρδιά. Εκεί, δηλαδή, από όπου πηγάζουν το πάθος και το συναίσθημα, αλλά και οι αποφάσεις που δε συνδέονται απαραίτητα με τη λογική. Κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι, λοιπόν, πως τα ιταλικά χρώματα βρίσκονται πίσω από τις πλέον έντονες εκφράσεις της αυτοκίνησης, σε αυτές τις μορφές της που υπηρετούν περισσότερο τα εγωιστικά «θέλω», παρά τα αντικειμενικά «πρέπει» του χρήστη ή του ορκισμένου οπαδού. Ανάμεσα στα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα που επιβεβαιώνουν αυτήν τη φιλοσοφία η Alfa Romeo 4C, με την οποία οι Μιλανέζοι ρίζωσαν και πάλι στα όνειρα των απανταχού petrolheads, αλλά και «ναοί της ταχύτητας», όπως η Ίμολα, στην οποία έχουν γραφτεί μερικές από τις πιο σημαντικές σελίδες της αγωνιστικής ιστορίας, έστω και αν κάποιες από αυτές είναι αποτυπωμένες με μελανό χρώμα.

Η ευκαιρία να γευτούμε, και μάλιστα σε διπλή δόση, την πιο καθαρόαιμη μορφή της ιταλικής αυτοκινητιστικής κουλτούρας ήρθε με την πρόσκληση για να συναντήσουμε τους SpeedSector στο πρώτο κομμάτι της δικής τους περιήγησης στην Ιταλία, που ξεκίνησε με τον πλέον ιδανικό τρόπο και με τη συμμετοχή τους σε ένα μεγάλο trackday στην ιστορική πίστα. Στην Ίμολα, λοιπόν, με την 4C και με καλή παρέα, οπότε δεν μπορείς παρά να σκέφτεσαι πως είναι από αυτές τις φορές που οι θεοί της αυτοκίνησης συνωμοτούν υπέρ σου!

Σε άγιο τόπο

Η ευρύτερη περιοχή γύρω από την Μπολόνια είναι ποτισμένη με το μικρόβιο της ταχύτητας, και σίγουρα δεν είναι τυχαίο πως εκεί γεννήθηκαν θρύλοι όπως η Ferrari, η Lamborghini, η Maserati και η Zonda. Το ίδιο ισχύει και για την Ίμολα. Οι ιστορικές αναφορές σημειώνουν πως ήδη από την εποχή της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας φιλοξενούσε ένα αμφιθέατρο στο οποίο διεξάγονταν αγώνες με άρματα. Η αύρα αυτής της πόλης έχει κάτι διαφορετικό, που σε κάνει να ανατριχιάζεις. Περιπλανιέσαι στους δρόμους της και το αυτί δε λαμβάνει τους συνήθεις ήχους, αλλά μηχανικά ουρλιαχτά, που σαν άλλες σειρήνες σε καλούν προς το μέρος τους και σε οδηγούν με ακρίβεια στις πύλες του «ναού». Οι αναφορές που έχουν γίνει για την Ίμολα είναι αναρίθμητες, και όχι χωρίς λόγο, αφού είναι τόσο πολλά τα στοιχεία που κάνουν ιδιαίτερα τα 4,9 χιλιόμετρα της διαδρομής της και έχουν γράψει στην ιστορία στροφές όπως την Tamburello, τη Rivazza και τη Variante Bassa.

Ο ίδιος ο Έντσο Φεράρι είχε παραδεχθεί πως, βλέποντας τους λόφους της Ίμολα, οραματίστηκε ένα μικρό Νίρμπουργκρινγκ, με αντίστοιχα δύσκολο και προκλητικό χαρακτήρα. Οι υψομετρικές διαφορές και η αντι-ωρολογιακή φορά που ελάχιστες πίστες στον κόσμο έχουν της χάρισαν ένα μυστηριώδη χαρακτήρα, που κέρδισε πολλούς οδηγούς, ενώ μετά το τραγικό GP του 1994 και το θάνατο των Ρατσεμπέργκερ και Σένα, που οδήγησε στην προσθήκη chicane στις ταχύτατες μέχρι τότε Tamburello και Villeneuve, η αναπόφευκτη μείωση της ταχύτητάς της αντικαταστάθηκε από την εκτόξευση των απαιτήσεων για ελαστικά και φρένα. Και βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ανέκαθεν η Ίμολα, λόγω απόστασης, θεωρούνταν για τη Ferrari δεύτερο σπίτι της, συγκεντρώνοντας σε κάθε αγώνα το μεγαλύτερο αριθμό tifosi από κάθε άλλο GP.

Σήμερα τα πάντα παραμένουν το ίδιο ζωντανά όσο και τότε, το 2006, που αντήχησαν για τελευταία φόρα οι κινητήρες της F1, αφού ποτέ η πίστα δεν έχασε την αίγλη και τη λάμψη της, όντας συνεχώς κομμάτι μεγάλων διεθνών διοργανώσεων, όπως είναι το Πρωτάθλημα Αντοχής, το WTCC αλλά και το Πρωτάθλημα Superbike. Όπως ουδέποτε σταμάτησε η διαδικασία ανανέωσης και αναβάθμισης των υποδομών της, στις οποίες έχει βάλει την υπογραφή του και ο Χέρμαν Τίλκε, με την πίστα να έχει ανανεώσει από το 2011 τη σχετική πιστοποίηση καταλληλότητας από τη FIA για διεξαγωγή αγώνα F1. Σύμφωνα μάλιστα με την τελευταία φημολογία, η επιστροφή της Ίμολα στο κορυφαίο μηχανοκίνητο σπορ είναι πιο πιθανή από ποτέ, σε περίπτωση που δεν υπάρξει συμφωνία για ανάληψη του ιταλικού αγώνα από τη Μόντσα.

Bella macchina

Από τη στιγμή που περνάμε την πύλη, στη βάση του ψηλού, χαρακτηριστικού πύργου, η ματιά καρφώνεται στις μεγάλες αφίσες με στιγμιότυπα από το χθες και, φυσικά, με τη φυσιογνωμία του μεγάλου Άιρτον Σένα. Λίγα μέτρα πιο κάτω, έχοντας φθάσει πλέον στο χώρο των paddock, η ατμόσφαιρα μοιάζει περισσότερο με αυτή μιας αγωνιστικής ημέρας, παρά ενός trackday. Κάμποσα πλήρως εξοπλισμένα φορτηγά υποστήριξης και δεκάδες καθαρόαιμες αγωνιστικές κατασκευές συναγωνίζονται σε αριθμό τα πολιτικά supercar που συμμετέχουν στην εκδήλωση. Για λίγα λεπτά αισθάνεσαι σαν μικρό παιδί σε λούνα παρκ, που έχει σαστίσει με όσα βλέπει τριγύρω του. Η προσοχή κεντρίζεται συνεχώς από κάποιο καινούργιο ερέθισμα. Από τους ήχους των πολυκύλινδρων συνόλων που «λυσσομανούν» μέσα στην πίστα και τη μυρωδιά από τα λάστιχα και τα φρένα που είναι απλωμένη παντού. Το βλέμμα χάνεται επάνω στις καμπύλες των 458 Speciale, των 911 GT3 και των Cayman GT4, που δείχνουν στο φυσικό τους περιβάλλον, όταν ξαφνικά παγώνεις μπροστά στη θέα των αγωνιστικών F40 και 512 LM, της εργοστασιακής 155 ITC και πολλών άλλων σπάνιων καθαρόαιμων κατασκευών που έχεις χαζέψει μόνο σε φωτογραφίες.

Υπό αυτές τις συνθήκες, θα περίμενες οτιδήποτε χωρίς τα διακριτικά ενός ονειρικού κατασκευαστή να δείχνει σχεδόν αόρατο μέσα σε μια τέτοια συγκέντρωση τετράτροχων θαυμάτων. Και όμως, σταθμευμένη ανάμεσα σε αυτά τα κοσμήματα, η 4C κάθε άλλο παρά απαρατήρητη περνά, και κυρίως από τους Ιταλούς, που μαζί με τα αναφωνήματα «bella macchina» μας βομβαρδίζουν με ερωτήσεις. Κάπου εκεί αντιλαμβάνεσαι τον αντίκτυπο που έχει ακόμα και σήμερα το όνομα της Alfa Romeo σε ανθρώπους παθιασμένους με την ουσία της αυτοκίνησης, παρά το γεγονός πως για πολύ μεγάλο διάστημα η ιταλική φίρμα απείχε από το χώρο των καθαρόαιμων σπορ αυτοκινήτων, στον οποίο και εδραίωσε τη φήμη της. Σήμερα, όμως, ανταποδίδει με το παραπάνω αυτήν την πίστη και την υπομονή των οπαδών της.

Είναι σίγουρο πως η 4C ασκεί μια ακαταμάχητη γοητεία. Μικρή και κόμπακτ, με το πλάτος της να συναγωνίζεται το μήκος, με πληθωρικές καμπύλες αλλά και τόσο μυώδη διάπλαση, δημιουργεί από την πρώτη στιγμή την αίσθηση της ταχύτητας και του δυναμισμού. Αυτά, όμως, που κάνουν την καρδιά να χτυπά πιο δυνατά και το μυαλό να ονειρεύεται τις στιγμές πίσω από το τιμόνι της κρύβονται κάτω από την εικόνα. Αυτήν τη φορά η τρέλα των Ιταλών λειτούργησε με τον πλέον δημιουργικό τρόπο, οδηγώντας τους στα πιο αντισυμβατικά μονοπάτια, εκεί που οι ισολογισμοί και οι ισορροπίες δεν έχουν θέση. Αψήφησαν ακόμα και το γεγονός πως η πώληση κάθε 4C θα είναι ζημιογόνα, και εστίασαν στο απόλυτο για τον οδηγό, επιλέγοντας να τη χτίσουν επάνω σε ένα πραγματικό μονοκόκ από ανθρακονήματα και να την παντρέψουν με τα πλέον ελαφρά υλικά, χαρίζοντάς της ένα αέρινο αποτύπωμα που δεν ξεπερνά τα 1.000 κιλά, προσθέτοντας σε αυτό το ατού που δίνουν στο ζύγισμα ο κινητήρας στο κέντρο και, βέβαια, η υιοθέτηση της μετάδοσης στους πίσω τροχούς. Χαρακτηριστικά που σίγουρα σε ταξιδεύουν στον κόσμο των αυθεντικών supercar, εκτοξεύοντας την επιθυμία να γευθείς την πραγματική της διάσταση, πόσω μάλλον όταν κάτι τέτοιο συνοδεύεται από τις ιδανικές συνθήκες.

Στο φυσικό της χώρο

Διασχίζοντας λοιπόν το διάδρομο των pits προς την έξοδο στο τέλος της μεγάλης ευθείας, ο θόρυβος που περνά αφιλτράριστος στην καμπίνα, η σκληρή ρύθμιση της ανάρτησης που μεταφέρει κάθε ανωμαλία στη ραχοκοκαλιά σου, το υπερευαίσθητο σε κάθε αλλαγή της υφής του δρόμου τιμόνι και ό,τι άλλο μπορεί να σε έχει απασχολήσει σε όλη τη διαδρομή μέχρι να φθάσεις στο πεδίο βολής περνούν στο πίσω μέρος του εγκεφάλου. Τα πάντα αποκτούν μια εντελώς διαφορετική διάσταση από τη στιγμή που, έχοντας επιλέξει τη λειτουργία Race στο DNA, θα πατήσεις βαθιά το γκάζι στο πάτωμα και θα ακούσεις σχεδόν μέσα στο αυτί σου τον υπερτροφοδότη να σφυρίζει με μανία, απελευθερώνοντας μια έκρηξη δύναμης που κολλά το κορμί σου στο κάθισμα. Τι και αν στα χαρτιά οι 240 ίπποι του 1.750 TB δεν προκαλούν θαυμασμό; Βάζοντας στην εξίσωση το μόλις τριψήφιο αριθμό του βάρους, οι αναλογίες εκτοξεύονται, όπως ακριβώς η 4C μαζί με τις ενδείξεις του ταχυμέτρου ανηφορίζοντας προς την Τόσα μετά το πονηρό «S» της Villeneuve με τη γρήγορη αριστερή και την αργή δεξιά, ή λίγο αργότερα, έχοντας αφήσει πίσω τις δύο διαδοχικές δεξιές της Acque Minerali, σημαδεύοντας προς το ανηφορικό, πολύ σφιχτό «εσάκι» της Variante Alta.

Η δύναμη, λοιπόν, ουδέποτε θα σε απασχολήσει, αφού εντέλει η αίσθηση και ο τρόπος που η 4C καταπίνει κάθε μικρή ή μεγάλη ευθεία θα μπορούσε να σε κάνει να ορκιστείς πως πίσω από την πλάτη σου ζουν τουλάχιστον 100+ επιπλέον ίπποι από τους πραγματικούς. Όμως το ατού του βάρους δεν εισπράττεται μόνο στην εκρηκτικότητα στο τέρμα γκάζι, αλλά και σε κάθε προέκταση του οδηγικού αποτυπώματος. Κάθε προσπάθεια για μεταβολή της κινητικής της κατάστασης απαιτεί λιγότερη ενέργεια, και αυτό, για παράδειγμα, σου επιτρέπει να κλέψεις λίγα επιπλέον μέτρα φρενάροντας πιο βαθιά ακόμα και εκεί που το μεσαίο πεντάλ με την εξαιρετική αίσθηση χρειάζεται αποφασιστικό πάτημα, όπως στο τέλος της ευθείας πριν από το «S» της Tamburello ή στην κατηφόρα πριν από τη διπλή Rivazza, όπου οι θεατές απολάμβαναν την εικόνα των πυρακτωμένων φρένων.

Κανένα πρόβλημα ακόμα και χωρίς τη βοήθεια του κιβωτίου, που αναμφίβολα είναι μεταμορφωμένο ακόμα και σε σχέση με την Giulietta QV, όντας ταχύτατο και άμεσο σε κάθε ανέβασμα, αλλά με μια μικρή υστέρηση στις αλλαγές προς τα κάτω. Και, βέβαια, το ακόμα καλύτερο έρχεται από το πάτημα και αυτήν τη σπάνια αιχμηρότητα της απόκρισης σε κάθε σου εντολή. Το τιμόνι διαβάζει και την παραμικρή κίνηση των καρπών, ενώ στα χέρια φθάνει μια κρυστάλλινη εικόνα του τι συμβαίνει, σαν να αγγίζουν απευθείας στους τροχούς. Τη φοράς, και μάλιστα πολύ σύντομα, αφού διαπιστώνεις πως οι απόλυτες προδιαγραφές στο στήσιμο δεν παραμονεύουν να σε σκοτώσουν στο πρώτο λάθος, αλλά φροντίζουν να σου μεταφέρουν με απόλυτα πειστικό τρόπο την αίσθηση και τη ζωντάνια μιας σχεδόν αγωνιστικής κατασκευής, χωρίς να σε τρομάζει.

Η ακαμψία του πλαισίου αναδεικνύει ακόμα περισσότερο το ιδανικό ζύγισμα και απομακρύνει από την ανάρτηση κάθε άλλη περιττή επιφόρτιση πέραν του ελέγχου των αντιδράσεων, οπότε απλώς απολαμβάνεις τον τρόπο με τον οποίο η 4C παραμένει το ίδιο ρυθμίσιμη και ακριβής ακόμα και στο όριο της πρόσφυσης, απαιτώντας από σένα μόνο την κατάλληλη διαδοχή χειρισμών, ώστε να αποφύγεις την ελαφριά υποστροφή που εκδηλώνεται, λόγω απουσίας βάρους εμπρός, εάν είσαι παραπάνω επιθετικός από όσο χρειάζεται στην είσοδο. Σε κάθε περίπτωση, σε κερδίζει με την ευκολία που αλλάζει κατεύθυνση, ακόμα και αν αυτό χρειαστεί να γίνει όντας φορτισμένη μέσα σε μια γρήγορη καμπή, ενώ σε πείθει με τον πλέον πειστικό τρόπο πως το μεγάλο της ατού στη διαχείριση κάθε στροφής έχει να κάνει με την ακρίβεια της ισορροπίας της ακόμα και στην απόλυτη πίεση.

Πρόκειται αναμφίβολα για μία από αυτές τις περιπτώσεις που, εάν δεν πρυτανεύσει η φωνή της λογικής χτυπώντας κάποιο καμπανάκι στο βάθος του μυαλού, θα μπορούσες να παραμείνεις μέσα στην πίστα μέχρι την τελευταία σταγόνα βενζίνης ή μέχρι η κούραση να ξεπεράσει τη λαχτάρα για έναν ακόμα γύρο. Βάζοντας τα «πρέπει» πάνω από τα «θέλω», μπαίνουμε στο γύρο αποφόρτισης, ώστε φρένα και λάστιχα να επανέλθουν στις κανονικές θερμοκρασίες λειτουργίας και οι δικοί μας σφυγμοί σε διψήφια νούμερα. Το μυαλό προσπαθεί να επεξεργαστεί τον καταιγισμό ερεθισμάτων που έχει δεχθεί μέσα σε λίγες ώρες. Από την επιβλητική και προκλητική Ίμολα, από την ατμόσφαιρα και τις σπάνιες εικόνες και, πάνω απ' όλα, από την 4C. Η πιο ποθητή Alfa Romeo των τελευταίων δεκαετιών δεν είναι φτιαγμένη για συμβίωση στην καθημερινότητα, όπως ένα ικανότατο σπορ αυτοκίνητο με διττό χαρακτήρα και την ικανότητα να μεταμορφώνεται από φιλόξενο GT σε μαχητικό δρόμου. Πρόκειται για μια καθαρόαιμη κατασκευή με αγωνιστικά γονίδια και απόλυτη εστίαση στην απόδοση όταν βρεθεί στο κατάλληλο περιβάλλον, που δεν είναι άλλο από την πίστα, ακόμα και αν αυτή είναι γεμάτη προκλήσεις, όπως η Ίμολα. Πολύ απλά γιατί εκεί η 4C σε γεμίζει με άπειρες αφορμές για να την ερωτευτείς και να τη βάλεις για πάντα στα όνειρά σου!_ Γ. Χ.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ALFA ROMEO 4C

ΚΥΒΙΣΜΟΣ 1.742 κ.εκ.

ΜΕΓ. ΙΣΧΥΣ 240 ίπποι/6.000 σ.α.λ.

ΜΕΓ. ΡΟΠΗ 35,5 χλγμ./2.100-4.000 σ.α.λ.

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

ΚΙΝΗΣΗ Στους πίσω τροχούς

ΚΙΒΩΤΙΟ Αυτόματο διπλού συμπλέκτη 6 σχέσεων

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

ΕΜΠΡΟΣ Διπλά ψαλίδια, αντιστρεπτική

ΠΙΣΩ Γόνατα ΜακΦέρσον

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

ΜΗK.xΠΛ.xΥΨ. 3.898×1.864×1.183 χλστ.

ΜΕΤΑΞΟΝΙΟ 2.380 χλστ.

ΒΑΡΟΣ 895 κιλά

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ*

0-100 ΧΛΜ./ΩΡΑ 4,5 δλ.

ΤΕΛΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ 258 χλμ./ώρα

ΜΕΣΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ 6,8 λίτρα/100 χλμ.

ΕΚΠΟΜΠΗ CO2 157 γρ./χλμ.

*ΤΙΜΕΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΗ

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΛΜΠΑΝΕΛΛΗΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ

Ακολουθήστε το 4troxoi στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα!

ΤΙΜΕΣ - ΤΕΧΝΙΚΑ